Σημειώσεις Κεφαλαίου 16
- [←1]
-
Marinο Sanudo, La Spedizione di Carlo VIII in Italia, επιμ. R. Fulin, Βενετία, 1873, σελ. 258, 262, 265 66, 291-92, J. de la Pilorgerie, Campagne et bulletins de la grande armée d’ ltalie commandée par Charles VIII (1494-1495), Ναντ και Παρίσι, 1866, σελ. 207-9, 213-14, 221, Burchard, Diarium. επιμ. Thuasne, II, 245, 246, 247-48 και Liber notarum (το ίδιο όπως το προηγούμενο, στο RISS, XXXII, μέρος 1), επιμ. E. Celani, I (1907-10), 579, 580-81, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, V1I-I (1843), 344, H.-F. Delaborde, L’ expédition de Charles VIII en Italie, Παρίσι, 1888, σελ. 560-66, 570. Ο Καμίλλο Παντόνε σκοτώθηκε σύντομα σε αψιμαχία στο Μισάγκνε, περίπου οκτώ μίλια από το Μπρίντιζι [Sanudo, ό. π., σελ. 316].
Ο Πιέρ Β΄, δούκας των Βουρβώνων (1488-1503), ήταν σύζυγος τής Άννας, κόρης τού Λουδοβίκου ΙΑ’ και αντιβασιλέας τής Γαλλίας κατά τη διάρκεια τής απουσίας τού Καρόλου Η’ από το βασίλειο. Η κόρη του Σουζάν αργότερα (το 1505) παντρεύτηκε τον Κάρολο, επίσης ντε Μπουρμπόν, κόμη τού Μομπενσιέ, γιο τού Ζιλμπέρ και τής Κιάρα Γκονζάγκα. Ο Ζιλμπέρ ντε Μομπενσιέ έπαιξε κύριο ρόλο στη γαλλική εισβολή στην Ιταλία, πεθαίνοντας στο Ποτσουόλι στις 11 Νοεμβρίου 1496. Ο πιο διάσημος γιός του, ο Κάρολος, κοντόσταυλος τής Γαλλίας (από το 1515), επρόκειτο να χάσει τη ζωή του κατά την άλωση τής Ρώμης το 1527 (ο Μπενβενούτο Τσελλίνι, ως γνωστόν, ισχυριζόταν ότι είχε ρίξει τον πυροβολισμό που τον σκότωσε). Για την ημερομηνία τού θανάτου τού Ζιλμπέρ, πρβλ. Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 339 και επιμ. Celani, I, 648.
H εκστρατεία τού Καρόλου Η’ στην Ιταλία περιπλεκόταν σε ολόκληρη τη διάρκειά της από τις οικογενειακές σχέσεις εκείνων στις δύο πλευρές τής σύγκρουσης. Έτσι η Κιάρα Γκονζάγκα, η σύζυγος τού Μομπενσιέ, διοικητή τού Καρόλου, ήταν αδελφή τού [Τζιαν] Φραντσέσκο Γκονζάγκα, μαρκήσιου τής Μάντουα και σύζυγου τής Ιζαμπέλλα ντ’ Έστε. Η τελευταία ήταν αδελφή τής Βεατρίκης ντ’ Έστε, τής νεαρής συζύγου τού Λοντοβίκο ιλ Μόρο. Οι αδελφές ντ’ Έστε ήσαν ανηψιές τού Αλφόνσο Β΄ τής Νάπολης, αδελφού τής μητέρας τους Ελεονόρας. Ο Φραντσέσκο Γκονζάγκα βρισκόταν στην υπηρεσία των Ενετών κατά τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Οι γαμπροί του, ο Μομπενσιέ και ο Μόρο, τον τραβούσαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, αλλά ο Γκονζάγκα προτιμούσε να υπηρετεί τούς Ενετούς μάλλον παρά τούς Γάλλους. Στις 23 Φεβρουαρίου (1495) η υπηρεσία του (condotta) ως διοικητή των χερσαίων δυνάμεων τής Δημοκρατίας ανανεώθηκε, έναντι τού σημαντικού ποσού των 44.000 δουκάτων τον χρόνο, για πέντε χρόνια, παρά το γεγονός ότι για κάποια περίοδο η Σινιορία τού παρακράτησε τον τίτλο τού γενικού διοικητή ή «governor-general» [Arturo Segre, «Lodovico Sforza, detto il Moro, e la Repubblica di Venezia dall’ autunno 1494 alla primavera 1495», Archivio storico lombardo, 3η σειρά, XX (XXX, 1903), 379-84]. O Γκονζάγκα θα διοικούσε τα ενετικά στρατεύματα, όπως θα δούμε σύντομα, όταν οι δυνάμεις τής αντι-γαλλικής ένωσης θα επεδίωκαν να περικόψουν ή να καταστρέψουν τον στρατό τού Καρόλου Η’ στο Φορνόβο, καθώς οι περισσότεροι Γάλλοι προσπαθούσαν να αποσυρθούν από τη χερσόνησο στις αρχές Ιουλίου 1495.
- [←2]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 260-61, J. de la Pilorgerie, σελ. 215, Delaborde, σελ. 566-68, A.-M. de Boislisle, «Notice … sur Etienne de Vesc», Annuaire-Bulletin de la Societe de l’ histoire de France, Παρίσι, 1881, σελ. 275 και εξής, για τη γαλλική διοίκηση τής Νάπολης και Michele Rizzio (Ris) στον Boislisle, Etienne de Vesc, sénéchal de Beaucaire, Παρίσι, 1884 (ανατυπ. από το προηγούμενο με προσθήκες), σελ. 260:
«Δεν αρνήθηκε ποτέ [ο βασιλιάς] κανένα αίτημα που τού υποβλήθηκε, έτσι ώστε κάποιος αστειολογώντας μαζί του είπε, ότι αν τύχαινε να είναι γυναίκα, θα ήταν για μένα πολύ ύποπτη η αγνότητά της, αφού από συνήθεια θα συναινούσε στο αίτημα οποιουδήποτε» [O Boislisle, στο ίδιο, σελ. 258, πολύ σωστά σχoλιάζει την ανεπάρκεια των λατινικών τού Rizzio].
(Nichil umquam profecto petentibus [rex] negavit, ita quod semel joci causa, secum ayebam valde michi suspectam fuisse ipsius pudiciciam, si feminam esse contigisset, ex benigna consuetudine sua quibuscumque petentibus annuendi)
Στα μέσα Απριλίου 1505 ο Μικέλε Ρίτσο (επίσης Riccio) ήταν μέλος τής γαλλικής πρεσβείας υπακοής, που σταλθηκε από τον Λουδοβίκο ΙΒ΄ στον πάπα Ιούλιο Β΄ [P. Villari (επιμ.), Dispacci di Antonio Giustinian, III (Φλωρεντία, 1876), 485 και Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, III, 385 και επιμ. Celani, II, 177 78]. O Μικέλε είχε διακεκριμένη σταδιοδρομία στη Γαλλία. Πέθανε στο Παρίσι το 1515 [Celani, II, 477, σημείωση 5. Πρβλ. Sanudo, Diarii, VI, 156].
- [←3]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 246, 249. Ο Γιοφφρέδο είχε συνοδεύσει τον Φερράντε Β΄ στη Νάπολη [στο ίδιο, σελ. 234]. Για τη γαλλική κατάληψη τού Μπάρι πρβλ. στο ίδιο, σελ. 332.
- [←4]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin. σελ. 261.
- [←5]
-
Sanudo, ό. π.. σελ. 236-41, 250, 267, 291, 340 και ιδιαίτερα σελ. 344-45, Sigismondo de’ Conti, II, 112-13.
- [←6]
-
Delaborde, Expedition de Charles VIII (1888), σελ. 575.
- [←7]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 248.
- [←8]
-
Sanudo. Spedizione, επιμ. R. Fulin. σελ. 265, 267.
- [←9]
-
Sanudo, ό. π., σελ. 231.
- [←10]
-
Sanudo, ό. π., σελ. 348-50. και πρβλ. σελ. 351, 360.
- [←11]
-
Sanudo, ό. π., σελ. 250.
- [←12]
-
Sanudo, ό. π., σελ. 276–77 και πρβλ. σελ. 326-27. Υπήρχαν πάντα εκείνοι, οι οποίοι, όπως οι Σαβοναρόλα και Πιέτρο Ντολφίν, στρατηγός των Καμαλντολέζι, θα έβλεπαν στην εκθρόνιση τού Αλέξανδρου ΣΤ’ την πρώτη μεγάλη πράξη εκείνης τής μεταρρύθμισης, την οποία οι Φρατέσκι ανέμεναν από τον Κάρολο Η’ [πρβλ. G. Soranzo, Il Tempo di Alessandro VI Papa e di Fra Girolamo Savonarola, Μιλάνο, 1960, σελ. 18–30 και εξής]. Ο Ντολφίν όμως σύντομα κατέληξε να πιστεύει, ότι ο Σαβοναρόλα το παρατραβούσε με τις επιθέσεις του εναντίον τού πάπα και τής κούρτης.
- [←13]
-
Sanudo, ό. π., σελ. 256-57, 337, Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 244. και επιμ. Celani (στο RISS, XXXII-1), I, 578, Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλα 72-73 (84-85), επιστολή τής Γερουσίας προς τον Ενετό απεσταλμένο στο Mιλάνο, με ημερομηνία 11 Μαρτίου 1495.
- [←14]
-
Commines, Memoires, βιβλίο vii, κεφ. 19, επιμ. B. de Mandrot, II, 215-20. Πλήρεις λεπτομέρειες για την αποστολή τού Κομμίν στη Βενετία το 1494-1495 υπάρχουν στον Kervyn de Leuenhove, Lettres et negotiations de Philippe de Commines, II (Βρυξέλλες, 1868), 104 και εξής, ιδιαίτερα σελ. 162 και εξής (Academie Royale de Belgique).
- [←15]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 257, 262-63, Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 244 και επιμ. Celani, I, 578. Στις 15 Mαρτίου (1495) ο Μπρισοννέ, έχοντας μόλις επιστρέψει στη Νάπολη από τη Φλωρεντία και τη Ρώμη, πληροφορούσε τον Ενετό απεσταλμένο Πάολο (Ντομένικο;) Τρεβιζάν, ότι γνώριζε για την ένωση που σχηματιζόταν στη Βενετία και ότι «ο επίσκοπος τής Αρζεντόν [Κομμίν] έχει επίσης γράψει στον βασιλιά για μια φήμη στο Ριάλτο για την εν λόγω ένωση» (mons. di Arzenton etiam ha scritto al Roy ch’è una fama in Rialto di questa liga) [Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 262-63]. Βέβαια o Τρεβιζάν αρνιόταν οποιαδήποτε γνώση τού θέματος. Ο Sanudo έχει περιγράψει την ακρόαση τού Κομμίν από την Eνετική Σινιορία [στο ίδιο, σελ. 271].
- [←16]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 263, 277-79, Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 248 και επιμ. Celani, I, 581 και πρβλ. Segre, «Lodovico Sforza …», Arch. stor. lombardo, 3η σειρά, XX (XXX, 1903), 401-3, 406.
- [←17]
-
Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 248-49. και επιμ. Celani, I, 582. Πρβλ. Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 292.
- [←18]
-
Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 248 και επιμ. Celani, I, 581, Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 279-82, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 334-36. Κάποιες φορές τα γεγονότα παρέχονται με ελαφρά διαφορετική χρονολόγηση στους Sanudo και Burchard. Για γεγονότα σχετικά με την παπική κούρτη συνήθως ακολουθώ τον δεύτερο, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας και συμμετείχε στα περισσότερα από τα γεγονότα που περιγράφει.
- [←19]
-
F. Gregorovius, Gesch. d. Stadt Rom im Mittelalter, 2η εκδ., VII (Στουτγκάρδη, 1873), 378. μεταφρ. Annie Hamilton, από την 4η εκδ., VII, μέρος 1 (Λονδίνο, 1900), 395. Το ενετικό αρχειακό κείμενο των «άρθρων τής ένωσης» (capitula ligae), με ημερομηνία 28 Μαρτίου 1495, υπάρχει στο Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλα 77-79 (89-91). Η Γερουσία αγαλλίασε με την ενότητα παπισμού και αυτοκρατορίας, τη «σύνδεση των δύο σπαθιών» (coniunctis duobus gladiis), εναντίον τής φιλοδοξίας τού Γάλλου βασιλιά [στο ίδιο, φύλλα 81-82 (93-94)].
- [←20]
-
Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 250 και επιμ. Celani, I, 583. Πρβλ. Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 288.
- [←21]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 256, 257-58, 270-71, 277 και ιδιαίτερα σελ. 283-88, J. Christ. Lünig. Codex Italiae diplomaticus, I (Φρανκφούρτη και Λειψία, 1725), μέρος 1, τμήμα 1, υπ’ αριθ. xxiv, στήλες 111-18, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 333-34, 336-37, Predelli, Regesti dei Commemoriali, VI (Βενετία, 1903), βιβλίο xviii, υπ’ αριθ. 4, σελ. 6-8, H. Ulmann, Kaiser Maximilian I., I, 282-85, Delaborde, Expedition de Charles VIII, σελ. 590-91, Pastor, Hist. Popes, V, 465-67 και Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 420-21. Με αφετηρία την 1η Μαΐου (1495) η Βενετία πήρε στην υπηρεσία της ως οπλαρχηγό (condottiere) τον γιο τού πάπα Χουάν Βοργία, δούκα τής Γκάντια, ο οποίος όμως «μπορεί να κατανείμει την πολιτοφυλακή του στα παπικά κράτη και να υπακούουν μαζί του τον πάπα…» (colle sue milizie potrà stanziare negli stati pappali ed ubbidirà con esse al papa…) [Predelli, Commemoriali, VI (1903), βιβλίο xviii, υπ’ αριθ. 10. σελ. 8-9].
H Βενετία χρησιμοποιούσε τότε διάφορους άλλους condottieri [στο ίδιο, VI, βιβλίο xviii, υπ’ αριθ. 13, 15, 18, 19]. Kανένας σκοπός διπλωματικής δεξιοτεχνίας δεν ήταν αναγκαίος για να συγκροτηθεί η ένωση, για τον σχηματισμό τής οποίας βλέπε Segre, «Lodovico Sforza …», Arch. stor. lombardo, 3η σειρά, XX (XXX. 1903), 374-78, 384-85, 388-97, 399 και εξής.
- [←22]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 285. Ο Sanudo περιγράφει την ακραία κατήφεια τού Κομμίν [στο ίδιο, σελ. 285-86], παρατηρώντας ότι ήταν ιδιαίτερα πικρόχολος εναντίον τού Λοντοβίκο Μόρο, κατηγορώντας τον τελευταίο για προδοσία, γιατί «αν δεν επρόκειτο γι’ αυτόν, ο βασιλιάς δεν θα πήγαινε στην Ιταλία» [σελ. 286].
- [←23]
-
Commines, Memoires, βιβλίο vii, κεφ. 20, επιμ. B. de Mandrot, II, 224 και πρβλ. Kervyn de Lettenhove, Lettres et Negotiations, II, 176 και εξής. Στις 7 Απριλίου ο Αλέξανδρος ΣΤ’ έστειλε το ακόλουθο σημείωμα σχετικά με τούς σκοπούς τής ένωσης στον δούκα Έρκολε Α’ ντ’ Έστε τής Φερράρα [Arch. di Stato di Modena, Cancelleria marchionale poi ducale Estense, Estero: Carteggio di principi e signorie, Italia, Roma, Busta 1295/10, υπ’ αριθ. 22]:
«…Δεδομένου ότι οι υποθέσεις μας, που παρακολουθεί η εξοχότητά σας … βρίσκονται αναμφίβολα ως επί το πλείστον σε πολύ κρίσιμη κατάσταση, γι’ αυτό δεν διστάζουμε να επισημάνουμε, ότι για εσάς και τη δική σας παρηγοριά, για την κοινή ησυχία τής Χριστιανοσύνης μας και για την ηρεμία όλης τής Ιταλίας πρόσφατα ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε ένωση και συνομοσπονδία ανάμεσα σε εμάς και τα αγαπημένα μας εν Χριστώ παιδιά, τούς βασιλείς Ρωμαίων Μαξιμιλιανό και Ισπανίας Φερδινάνδο και την επιφανή βασίλισσα Ελισσάβετ, καθώς και τούς ευγενείς δούκες Αγκοστίνο Μπαρμπάντικο τού ένδοξου ενετικού κράτους και Λοντοβίκο Σφόρτσα τού Μιλάνου και για χάρη τού ενεργήσαντος Παντοδύναμου Θεού, τού χορηγού όλων των καλών πραγμάτων και δημιουργού κάθε ειρήνης και παρηγοριάς, πρόκειται να κάνουμε την προσεχή Κυριακή, δημοσίως, επισήμως και στο όνομα τού Θεού, εορτασμούς μετά βαΐων αυτής τής ένωσης και συνομοσπονδίας, στην εκκλησία τού Αγίου Πέτρου, τού ηγεμόνα των Αποστόλων. Δεδομένου ότι αυτό αποσκοπεί στην κοινή χαρά και στο δημόσιο όφελος, προτρέπουμε και ζητάμε από την εξοχότητά σας, να ανακοινωθεί δημοσίως στους τόπους που υπόκεινται στην κυριαρχία σας, ότι εκείνη τη μέρα θα γίνουν πομπές και άλλες τέτοιου είδους συνήθεις εκδηλώσεις δημόσιας χαράς, για την τήρηση τής εν λόγω συνθήκης, να διακηρυχθεί ένθερμα και με κάθε χαρά και να ανατεθεί να φτιαχτούν οι συνήθεις πινακίδες, ώστε αυτές οι πανηγυρικές ημέρες να διοργανωθούν και να φτάσουν με ωφέλιμη χαρά σε όλους τούς συνασπιζόμενους. Εκδόθηκε στη Ρώμη, στο ναό τού Αγίου Πέτρου και σφραγίστηκε με το δακτυλίδι μας τού αλιέα στις 7 Απριλίου 1495, κατά το τρίτο έτος τής παπικής μας θητείας. Λ. Ποντοκατάρο».
(… Quoniam rerum nostrarum successibus nobilitatem tuam … plurimum letari non dubitamus, ideo tibi pro tua consolatione significamus pro communi Christianorum quiete nostraque ac totius Italie tranquilitate nuper initam et conclusam fuisse ligam et confederationem inter nos et carissimos in Christo filios nostros Maximilianum Romanorum ac Ferdinandum Hispanie reges et Helisabet reginam illustres necnon nobiles viros Αugustinum Barbadico inclytumque Venetorum dominium ac Ludovicum Sfortiam Anglum Mediolani duces pro qua gratias acturi omnipotenti Deo bonorum omnium largitori ac totius consolationis et pacis auctori in proxima die dominica celebritatis palmarum dictam ligam et fedus in ecclesia Sancti Petri principis Apostolorum solemniter in Dei nomine publicari faciemus. Que res cum ad communem letitiam et publicum commodum pertineat, hortamur et requirimus nobilitatem tuam ut dicta die factis processionibus et reliquis in huiusmodi publica letitia servari solitis idem fedus in locis tuo dominio subiectis publice intimari et proclamari ignesque et omnia letitie solita signa fieri mandes ut solemnis ilia dies agatur et ad omnes federis tam salutaris gaudium perveniat. Datum Rome apud Sanctum Petrum sub annulo piscatoris die VII Αprilis MCCCCLXXXXV, pontificatus nostri anno tertio. L. Podocatharus
- [←24]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin. σελ. 294-95. Delaborde, σελ. 595-96. G. Soranzo, Il Tempo di Alessandro VI Papa, σελ. 280-81. Τον Μαϊο τού 1495 οι γαλέρες δεν στάλθηκαν στη Φλάνδρα, λόγω τής απειλής τού Καρόλου [Sanudo, ό. π., σελ. 330].
- [←25]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 299-306, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 337, Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 251-52 και επιμ. Celani, I, 583-84. Πρβλ. Diario ferrarese στο RISS, XXIV-7, σελ. 146, 147, Kervyn de Leltenhove, Lettres et Negotiations, II, 179 και εξής. Cipolla, Signorie Ιtaliane (1881), II, 720-21.
Ύστερα από τον εορτασμό δημόσιας λειτουργίας στον Άγιο Πέτρο την Κυριακή των Βαϊων, έγινε κήρυγμα από τον Λιονέλλο Τσερεγκάτο, τώρα επίσκοπο τής Κονκόρντια, εκθειάζοντας τον σχηματισμό τής ένωσης και κηρύσσοντας την αναγκαιότητα τής σταυροφορίας. Το κήρυγμα τού Τσερεγκάτο παρέχεται σε παράρτημα στον Sigismondo de’ Conti, II, 439-44. O Τσερεγκάτο έκανε επίσης κήρυγμα στις 2 Φεβρουαρίου 1487, ενώπιον τού πάπα Iννοκέντιου Η’ και τού Ιερού Κολλέγιου, τιμώντας τη μνήμη τής προηγούμενης συμμαχίας τής Αγίας Έδρας με τη Βενετία [Sigismondo, I, παραρτ. 423-27]. Στις 28 Ιουλίου 1492 έβγαλε τον επικήδειο λόγο για τον Iννοκέντιο Η’ στον Άγιο Πέτρο. Βλέπε Pio Paschini, Leonello Chieregato, nunzio d’ Innocenzo VIII e di Alessandro VI, Ρώμη, 1935, σελ. 49-52, 89, 94 (Lateranum, νέα σειρά, 1-3).
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι από τις 12 Απριλίου μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου 1495 υπάρχει πολύ ατυχές κενό οκτώ μηνών στο Burchard, Diarium, πρβλ. F. Celani (επιμ.), Liber notarum (στο RISS, XXXII, μέρος 1), I, πρόλογος, σελ. xxv.
- [←26]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 322 και εξής, Delaborde, σελ. 596-97. Mικρές εχθρικές ενέργειες προς τούς Γάλλους σύντομα εκδηλώθηκαν από μέλη τής ένωσης τής Βενετίας [Predelli, Regesti dei Commemoriali, VI (1903), βιβλίο xviii, υπ’ αριθ. 22, 23, 24, 30].
- [←27]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 325-28, 336-37. Στις 7 Μαΐου 1495 η Γερουσία έγραφε στον Ενετό ναυτικό γενικό διοικητή
«ότι ο βασιλιάς τής Γαλλίας έχει στο μυαλό του να αναχωρήσει από τη Νάπολη με ένοπλους άνδρες και στρατό και να έρθει στη Ρώμη, για να επιτεθεί και να επιβάλει βία στην αγιότητα τού ποντίφηκα» [Sen. Secreta, Reg. 35. φύλλο 99 (110)].
(chel re de Franza par habi in animo cum zente darme et exercito partirsi da Napoli et venir verso Roma per offender et inferir violentia ala Santita del Pontefice)
- [←28]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 314, 340-41, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 339-40.
- [←29]
-
Πρβλ. Delaborde, σελ. 598-99.
- [←30]
-
Sigismondo de’ Conti, II, 112:
«Μερικά πλοία, που είχαν περάσει στην Ήπειρο, δεν είχαν καμία αρμοδιότητα, και ο Τζεμ, στον οποίον είχαν εναποτεθεί οι μεγαλύτερες ελπίδες για τη διάσπαση τής τουρκικής δύναμης, ήταν νεκρός και όπως έχουμε πει πιο πάνω [στο ίδιο, σελ. 111 και βλέπε στο τέλος του εδώ προηγούμενου κεφαλαίου] είχε απομακρυνθεί».
(Navium, quibus in Epirum traiceretur, facultatem nullam habebat, et Zizimus in quo maxima spes frangendi Τurcοrum vires sita fuerat, morte ut supra demonstravimus erat subtractus!)
- [←31]
-
Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 422 και πρβλ. Hist. Popes, V, 468. Στις 8 Μαΐου (1495) ο Γκυγιώμ Μπρισοννέ, καρδινάλιος τού Σαιν Μαλό, ήρθε στη Ρώμη από τη Νάπολη, «και εγκαταστάθηκε στο παλάτι τού πάπα» (et alozò in palazo dil Papa) [Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 337]. Ζήτησε την ανάθεση τού βασιλείου τής Νάπολης στον Κάρολο «χωρίς τρίτη επιφύλαξη» (sine praejudicio tercii), πράγμα το οποίο ο Αλέξανδρος ΣΤ’ αρνήθηκε «προς το παρόν» (pro nunc) [στο ίδιο, σελ. 338-39 και πρβλ. σελ. 343, 347].
- [←32]
-
Notar Giacomo, Cronica di Napoli, επιμ. Paolo Garzilli, Νάπολη, 1845, σελ. 190-91, Delaborde, σελ. 602-3. Οι Γάλλοι επίσης γιόρτασαν τις κατακτήσεις τους με κονταρομαχίες και τουρνουά, που κράτησαν από τις 23 Απριλίου μέχρι την 1η Μαΐου [Sanudo. Spedizione, επιμ. R. Fulin. σελ. 314-15, Delaborde, σελ. 600–2].
- [←33]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 343, 347. O καρδινάλιος ντε Μπιλέρ, ο ντε Μπρες και ο Φρανσουά ντε Λουξεμπούρ έφτασαν στη Ρώμη στις 19 Μαΐου [στο ίδιο, σελ. 343]. Για τον καρδινάλιο ντε Μπιλέρ βλέπε πιο κάτω, σημείωση 100.
- [←34]
-
J. de la Pilorgerie, Campagne et bulletins (1866), σελ. 279, 281, Commines, Memoires, βιβλίο viii, κεφ. 1, επιμ. B. de Mandrot, II, 230 και εξής, Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 356, 606, Sigismondo de’ Conti, II, 113, Delaborde, σελ. 605-7.
- [←35]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 356-58. Για τον διορισμό τού καρδινάλιου Pallavicini ως λεγάτου στη Ρώμη κατά τη διάρκεια τής απουσίας τού πάπα βλέπε Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1495, υπ’ αριθ. 20-21, τόμος XIX (1693), σελ. 443-44, όπου η βούλλα διορισμού έπρεπε να έχει ημερομηνία «octavo Kal. Iunii» (25 Μαΐου 1495). Πρβλ. A. Ciaconius, Vitae et res gestae pont. roman., επιμ. A. Oldoinus, III (1677), στήλη 130A. O Pastor, Hist. Popes, V, 470-71 και σημείωση, κάνει λάθος αναφέροντας ότι ο Άγγλος καρδινάλιος Τζων Μόρτον διορίστηκε λεγάτος στη Ρώμη σε αυτή την περίπτωση, αλλά το λάθος διορθώνεται στην τελευταία γερμανική έκδοση [Gesch. d. Päpste, τόμος ΙΙΙ, μέρος 1 (1924, ανατυπ. 1955), σελ. 424-25]. Πρβλ. Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 342, 344. Diario ferrarese στο RISS, XXIV-7, σελ. 152. Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλα 110-111 (120-121), επιστολές τής Eνετικής Γερουσίας με ημερομηνία 1-4 Ιουνίου 1495. Ο καρδινάλιος Αντονιόττο Παλλαβιτσίνι έχει ταφεί στη Σάντα Μαρία ντελ Πόπολο, στο πρώτο παρεκκλήσι αριστερά μπαίνοντας στην εκκλησία. Η επιγραφή στη σαρκοφάγο του γράφει:
«Ο Αντονιότο, καρδινάλιος τής Αγίας Πραξέντιδος, έχοντας πάντοτε μπροστά στα μάτια του τον θάνατο, εναπόθεσε τη ζωή του το έτος 1501».
(Antoniotus Card. S. Praxedis, mortem prae oculis semper habens, vivens sibi pos[uit] an. MDI)
Πέθανε στις 10 Σεπτεμβρίου 1507.
- [←36]
-
Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin, σελ. 361-62, 372, 377, 415-16 και εξής, 430-31, 440, 460-61, 501 και εξής, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VIl-I (1843), 352, Diario ferrarese στο RISS, XXIV-7, σελ. 153-54, γαλλόφιλη πηγή.
- [←37]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 373.
- [←38]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 374. Ενετός γραμματέας στην Ισταμπούλ ήταν ο Αλβίζε Σαγκουντίνο, για την παρουσία τού οποίου στη Βενετία, βλέπε Segre, «Lodovico Sforza…», Arch. stor. lombardo, 3η σειρά. XX (XXX, 1903), 378-79. Ο Σαγκουντίνο ήξερε τούς Τούρκους καλά και είχε μάλιστα μόλις επιστρέψει στην Ισταμπούλ [Segre, ό. π.], έχοντας «πρόσφατα επιστρέψει από την Πύλη» (noviter retornato da la Porta) στις 1 Απριλίου 1494 [Arch. di Stato di Venezia, Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλο 2 (14)].
- [←39]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 365-66, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 345, επιστολή προς Φραντσέσκο Γκουιντιτσόνι, γραμμένη στη Ρώμη στις 8 Ιουνίου 1495, Sigismondo de’ Conti, II, 114.
- [←40]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 367 και πρβλ. σελ. 401-3, Malipiero, Annali, σελ. 342.
- [←41]
-
Ο καρδινάλιος Καμποφρεγκόζο πέθανε στη Ρώμη στις 22 Απριλίου 1498, μη έχονας ζήσει αρκετά, για να δει την πτώση των Αντόρνι [Ciaconius, Vitae et res gestae pont. roman., επιμ. Oldoinus, ΙΙΙ (1677), στήλες 77-78 και σημειώστε Philip P. Argenti, The Occupation of Chios by the Genoese, I (Καίμπριτζ, 1958), 260, 263-64, 273–74]. Πρβλ. Sigismondo de’ Conti, II, 115, Sanudo, Spedizione. σελ. 375-76, 396-97, 400, 413, 429-30, 436, 441, 461-62, 466 και 510-11, Delaborde, σελ. 613-16, 626-27, 657-58.
- [←42]
-
Commines, Memoires, βιβλίο viii, κεφ. 2. επιμ. B. de Mandrot, II, 240. Sanudo, Spedizione, σελ. 387, 393-94, 462-63. Kervyn de Lettenhove, Lettres et negotiations de Philippe de Commines, II (1868), 206 και εξής, 213-14.
- [←43]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 386, 403, 426-27. Commines, Memoires, βιβλίο VIII, κεφάλαια 2-3, επιμ. B. de Mandrot, II, 241-43. Η αρπαγή τής Νοβάρα τού Λοντοβίκο ιλ Μόρο από τον δούκα τής Ορλεάνης (πριν τις 13 Ιουνίου) είχε επίσης μειώσει τις πιθανότητες να μπορέσει ο Κάρολος να αποσυρθεί ειρηνικά από την Ιταλία. Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλα 121, 122-123, 136 (131, 132-133, 146).
- [←44]
-
Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλο 113 (123) και πρβλ. Sanudo, Spedizione, σελ. 370.
- [←45]
-
Commines, Mem., viii, 4, επιμ. B. de Mandrot, II, 244-45. Sanudo, Spedizione, σελ. 421. J. de la Pilorgerie, σελ. 303-4. Delaborde, Expedition de Charles VIII, σελ. 620-21.
- [←46]
-
Commines, viii, 5, επιμ. B. de Mandrot, II, 248 49.
- [←47]
-
Commines, viii, 6, επιμ. B. de Mandrot, II, 250-51.
- [←48]
-
Commines, viii, 6, επιμ. B. de Mandrot, II, 251-52. Sanudo, Spedizione, σελ>. 436-37. J. de la Pilorgerie, σελ. 315-16.
- [←49]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 422-23. Ο Commines, viii, 7, επιμ. B. de Mandrot, II, 256-57 σημειώνει ότι το Φορνόβο βρίσκεται στους πρόποδες τού βουνού (μάλιστα σε ψηλούς λόφους), στις αρχές πεδιάδας. Γράφει ότι η απληστία των Ιταλών, οι οποίοι υπερτερούσαν αριθμητικά κατά πολύ των Γάλλων, ήταν τόσο μεγάλη, που περίμεναν τον εχθρό τους στην πεδιάδα, μην τυχόν και μπορέσουν οι Γάλλοι να διαφύγουν προς τα βουνά (με τα πλούσια ναπολιτάνικα λάφυρα που πίστευαν ότι κουβαλούσαν) και ύστερα επιτεθούν στην Πίζα, την Πιετρασάντα και την Σαρτσάνα. Τα περίχωρα τού Φορνόβο απεικονίζονται σε χάρτη προσαρτημένο στην έκδοση τού Commines από τον B. de Mandrot, Memoires, τόμος II (1903). Όσον αφορά την κατηγορία για γαλλική σκληρότητα, μπορούμε να σημείωσουμε, ότι στις 15 Ιουνίου 1495 η Ενετική Γερουσία είχε γράψει στον Αλέξανδρο ΣΤ’,
«Είδαμε τη θηριωδία και το αποτρόπαιο έγκλημα, που έγινε από τούς Γάλλους σε εκείνα τα εδάφη τής εκκλησίας, στα οποία σκληρότατοι άνθρωποι διέπραξαν λεηλασίες και τόσο μεγάλη σφαγή …» [Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλο 123 (133)].
(Visum nobis fuit atrocissimum et abominabile facinus patratum a Gallis in illis terris ecclesie in quibus depredatis tantam stragem hominum crudelissime fecerunt…)
Αργότερα, στις 22 Ιουλίου, η Γερουσία θα έγραφε στον Ενετό απεσταλμένο στην παπική κουρτη,
«Γιατί ποιος δεν γνωρίζει τούς φόνους, τις λεηλασίες, τις σφαγές, τη βία και τις ανήκουστες ωμότητες των Γάλλων, που διαπράχθηκαν κυρίως στα εδάφη και τούς τόπους τής εκκλησίας» [στο ίδιο, φύλλο 143 (153)].
(Quis enim non novit caedes, rapinas, strages, violentias, et inauditas Gallorum crudelitates, potissimum in terris et locis ecclesie perpetratas)
- [←50]
-
Commines, viii, 8, επιμ. B. de Mandrot, II, 261 και πρβλ. την αναφορά τού Gilbert Pointet στο J. de la Pilorgerie, Campagne et bulletins (1866), σελ. 351 και εξής, η οποία προσδιορίζει το μέγεθος των ιταλικών δυνάμεων από 36.000 μέχρι περίπου 40.000 άνδρες. Ο Sanudo, Spedizione, σελ. 393, 422 λέει ότι υπήρχαν περισσότεροι από 30.000 άνδρες μόνο στον ενετικό στρατό, για το οποίο πρβλ. Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 349-51, 354, 357.
- [←51]
-
Commines, viii, 7, επιμ. B. de Mandrot. II, 257-58. O Sanudo, Spedizione, σελ. 319, 329 είχε παρατηρήσει τον Κομμίν στο Λίντο «να παρακολουθεί την παρέλαση των στραντιότι» (a veder la mostra di stratioti).
- [←52]
-
Alessandro Luzio και Rodolfo Renier, «Francesco Gonzaga alla battaglia di Fornovo (1495) secondo i documenti maniovani», Arch. stor. italiano, 5η σειρά, VI (Φλωρεντία, 1890), 212-16, 231 και εξής.
- [←53]
-
Commines, Mem., viii, 10, επιμ. B. de Mandrot, II, 267-68.
- [←54]
-
Ο Κομμίν περιγράφει με λεπτομέρεια τη μάχη τού Φορνόβο, στην οποία συμμετείχε [Memoires, βιβλίο viii, κεφάλαια 9-12, επιμ. B. de Mandrot, II, 261-85], όπου ο επιμελητής έχει συλλέξει και σχολιάσει διάφορες άλλες πηγές στις σημειώσεις του. O Malipiero έχει ενσωματώσει στο βιβλίο του [Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 356-63] τέσσερις επιστολές Ενετών αξιωματούχων, που ήσαν αυτόπτες μάρτυρες τής μάχης, ένας από τούς οποίους ανέφερε ότι «αναμφίβολα έχουμε πετύχει λαμπρή νίκη!» (havemo habudo senza dubio gloriosa vittoria!). Η επίσημη ενετική αντίδραση, που εκφράστηκε στις 8 Ιουλίου, ήταν αυτή τής «μοναδικής ευχαρίστησης και απόλαυσης τής ψυχής» (singular piacer et iucundita de animo) για το αποτέλεσμα στο Φορνόβο, όπου ο Γκονζάγκα είχε κερδίσει «αθάνατη δόξα … σε όλο τον κόσμο» (immortal gloria … per tuto el mondo) [Sen. Secreta. Reg. 35, φύλλα 134 (144) και εξής]. Και οι δύο πλευρές διεκδικούσαν τη νίκη και τα πρώτα (ανεπίσημα) νέα που έφτασαν στη Βενετία ήσαν αυτά μιας μεγάλης «ήττας τού γαλλικού στρατού» (rota delle genti Francesi), που περιλάμβανε ακόμη και τη σύλληψη τού Καρόλου Η’! [Malipiero, ό. π., σελ. 355]. O Sigismondo de’ Conti, II, 116-26 δίνει πλήρη περιγραφή τής μάχης, όπως και ο Paolo Giovio, Hist. sui temporis ii στο Opera quolquot extant omnia, Βασιλεία, 1578, σελ. 64-76 και βέβαια o Marino Sanudo, Spedizione, επιμ. R. Fulin. ιδιαίτερα σελ. 446-56, 464-66, 473-82, 535-37. Πρβλ. A. Desjardins, Negotiations diplomatiques de la France avec la Toscane, I (1859), 624-27, J. de la Pilorgerie, σελ. 321-61, ιδιαίτερα την επιστολή τού Gilbert Pointet, γραμμένη στο Άστι στις 15 Ιουλίου, Diario ferrarese στο RISS, XXIV-7, σελ. 159-60. Yπάρχει μια καλογραμμένη (αλλά ανάρμοστα γαλλόφιλη) περιγραφή των γεγονότων τού Φορνόβο στον Delaborde, Expedition de Charles VIII, σελ. 634-47, αλλά βλέπε ιδιαίτερα A. Luzio και R. Renier, «Francesco Gonzaga alla battaglia di Fornovo», Arch. stor. italiano, 5η σειρά, VI (1890), 205-46, με πολλά έγγραφα και κάποιες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για τις πηγές [σελ. 218-19]. Τον Ιούλιο ο Τάρο θα ήταν εύκολο να διασχιστεί σχεδόν σε κάθε σημείο, αλλά οι ραγδαίες βροχές είχαν δημιουργήσει ισχυρά ρεύματα, τα οποία γίνονταν πιο επικίνδυνα από εναλλασσόμενα τμήματα άμμου και βράχων.
- [←55]
-
Πρβλ. επιστολές Γκονζάγκα στις 12 και 16 Ιουλίου 1495 προς καρδινάλιο Ιππόλιτο ντ’ Έστε και Ελιζαμπέττα τού Ουρμπίνο στο Luzio και Renier, Arch. stor. italiano, VI (1890), 223-4 και σημείωση 1. Για τη Μαντόννα ντέλλα Βιττόρια τού Μαντένια πρβλ. στο ίδιο, σελ. 226-27. Η μικρή εκκλησία στην οποία κρεμόταν κάποτε ο πίνακας έχει εκκοσμικευθεί, αλλά υπάρχει ακόμη στη σημερινή Μάντουα στη γωνία των Βία Μαντόννα ντέλλα Βιττόρια και Βία Ντομένικο Φερνέλλι. Όταν τη είδα για τελευταία φορά (το 1970), στέγαζε εργαστήριο. Επί τής Βία Φερνέλλι μια πλευρική είσοδος πλαισιώνεται από ωραία αψίδα γοτθικού ρυθμού. Ο πίνακας, που γιόρταζε την υποτιθέμενη ιταλική νίκη επί των Γάλλων το 1495, χάθηκε τον Ιανουάριο τού 1797, κατά τη διάρκεια άλλης γαλλικής εισβολής των στρατευμάτων τού Ναπολέοντα, για το οποίο βλέπε Alessandro Luzio, «La Madonna della Vittoria del Mantegna», Emporium, X (July-Dec., 1899), 358-74, με πολλά αδημοσίευτα έγγραφα.
- [←56]
-
Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλο 144 (154), Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-I (1843), 372, Sanudo, Spedizione, σελ. 527.
- [←57]
-
Diario ferrarese στο RISS, XXIV, μέρος 7 (Μπολώνια, 1933), σελ. 161.
- [←58]
-
Πρβλ. Predelli, Regesti dei Commemoriali, VI (1903), βιβλίο xviii, υπ’ αριθ. 32, σελ. 13.
- [←59]
-
Πρβλ. Sen. Secreta, Reg. 35. φύλλα 136, 142, 143 (146, 152, 153), όπου βέβαια o Commines αναφέρεται ως «Monsignor de Argenton».
- [←60]
-
Commines, Mem., viii, 13-14, επιμ. B. de Mandrot, II, 287-98, με σημειώσεις, Sanudo, Spedizione, σελ. 487-89, 506-8, Diario ferrarese στο RISS, XXIV-7, σελ. 161, Desjardins, I, 626, Delaborde, Expedition de Charles VIII, σελ. 652-57.
- [←61]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 501-3, 517 και εξής, 530 και εξής, 572 και εξής. Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VI I-1 (1843), 367, 372. Sigismondo de’ Conti, II, 130. Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλο 141 (151).
- [←62]
-
«…le porte enee di Castelnuovo di Napoli, le qual costono ducati 20 milia, ut dicitur…» [Sanudo, Spedizione, σελ. 510].
- [←63]
-
Delaborde, Expedition de Charles VIII, σελ. 657-58.
- [←64]
-
Desjardins, Negotiations, I, 626-32, Sanudo, Spedizione, σελ. 582, 584. Οι Φλωρεντινοί δεν πήραν τη Σαρτσάνα, το Σαρτσανέλλο και την Πιετρασάντα, λόγω τής παραβίασης τής υπόσχεσης τού βασιλιά από κάποιο Γάλλο διοικητή [Commines, viii, 21, επιμ. B. de Mandrot, II, 343-45 και πρβλ. Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλα 158, 171 (168, 181)].
- [←65]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 439, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 352.
- [←66]
-
Malipiero, Annali veneti στο Arch. stοr. italiano, VII-l (1843), 383-89. Sigismondo de’ Conti, II, 131-41. Sanudo, Spedizione, σελ. 546-47.
- [←67]
-
Malipiero, ό. π., σελ. 391-93.
- [←68]
-
Επιστολή, «γραμμένη στο Quier στις 21 Αυγούστου 1495» (data a Quier die 21 Αugusti 1495), στο Sanudo, Spedizione, σελ. 579-81. Για τη φήμη για τον θάνατο τού βασιλιά, επικίνδυνη για τη γαλλική υπόθεση στη Νάπολη, πρβλ. Commines, Mem., viii, 15, επιμ. B. de Mandrot, II, 303-4.
- [←69]
-
Παπικό σημείωμα, «που εκδόθηκε στη Ρώμη και σφραγίστηκε με τη σφραγίδα μας τού αλιέα στις 8 Σεπτεμβρίου 1495» (datum Romae sub annulo piscatoris die octavo Septembris 1495) στο Sanudo, Spedizione, σελ. 584–86.
- [←70]
-
Sanudo, Spedizione, σελ. 621 και όχι 500.000 δουκάτα, όπως αναφέρεται από τον Delaborde, Expedition de Charles VIII, σελ. 670. Πρβλ. Sigismondo de’ Conti, ΙΙ, 142 και Kervyn de Lettenhove, Lettres et Negotiations, II, 227-31.
- [←71]
-
Commines, Mem., viii, 16-18, επιμ. B. de Mandrot, II, 314-29, Sanudo, Spedizione, σελ. 608-27, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 395-97.
Ένα από τα άρθρα στις 28-31 Μαρτίου 1495, που θέσπιζε την ένωση για τη διατήρηση τού στάτους κβο στην Ιταλία, διατυπωνόταν ως εξής:
«…Αν, Θεός φυλάξοι, συμβεί και έρθει πόλεμος, δεν μπορεί με κανένα άλλο τρόπο να γίνει ειρήνη, παρά με γνώση των συμμάχων και με επιφυλάξεις και χωρίς προκατάληψη για τις παρούσες συνομοσπονδίες και ενώσεις»
(… Si forte occurreret, quod Deus avertat, quod ad bellum deveniretur, non possit quovis modo fieri pax nisi cum scientia sociorum et cum reservatione et sine praejudicio presentis confoederationis et ligae)
[Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλο 78 (90), άρθρο υπ’ αριθ. vii, Lünig, Codex Italiae diplomaticus, I, μέρος I, sect. 1, υπ’ αριθ. xxiv, στήλη 113].
H πρόθεση αυτής τής διατύπωσης είναι σαφής: αν προέκυπτε πόλεμος, ειρήνη έπρεπε να γίνει μόνο με την κοινή συναίνεση των συμμάχων. Αλλά η κρίσμη φράση που χρησιμοποιούνταν ήταν «γνώση των συμμάχων» (scientia sociorum), όπως πληροφορούσε ο Λοντοβίκο Μόρο τον Ισπανό πρεσβευτή, όχι «συναίνεση των συμμάχων» (consensu sociorum): «Και παρουσίασε αυτόν τον όρο στον δούκα και στον πρεσβευτή, λέγοντας: γράφει ‘γνώση’ και όχι ‘διαβούλευση’. Το έγραψα στην μεγαλειότητα τον βασιλιά σας…» (Et mostrato ditto capitulo el Duca a l’ambassador, disse: el dice saputa, non dice consultatione, lo ho za scritto a la Majesta dil Re vostro…) [Sanudo, ό. π., σελ. 608-9]. Τέτοιες ήσαν οι δυσκολίες των σχέσεων με τον Λοντοβίκο Μόρο.
- [←72]
-
O Κομμίν είχε υπάρξει πολύ δραστήριος και σε συνεχή επαφή με τη Γερουσία πριν έρθει στη Βενετία. Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλα I69, 170, 171-172, 173, 174, 175 και εξής (179 κλπ.), έγγραφα με ημερομηνία Σεπτεμβρίου 1495 και φύλλα 191 (20) και εξής, 195-196 (205-206), με ημερομηνία 2-8 Νοεμβρίου, που παρέχουν την ώρα τής άφιξης τού Κομμίν και την υποδοχή του από τη Γερουσία «χτες το πρωί» (heri mane, στις 7 τού μηνός), Kervyn de Lettenhove, Lettres et negotiations de Philippe de Commines, II (1868), 234 και εξής και III (1874), 98-99, Commines, Mem., viii, 19, επιμ. B. de Mandrot, II, 332, Sanudo, Spedizione, σελ. 651.
Ο Κάρολος Η’ γύρισε στη Λυών στις 7 Νοεμβρίου 1495, διαμένοντας στο αρχιεπισκοπικό παλάτι κοντά στην εκκλησία τού Αγίου Ιωάννη και παραμένοντας εκεί μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 1496. Δώρισε στις εκκλησίες τής Λυών τα κομμάτια πυροβόλων που είχε πάρει από την Ιταλία για να φτιάξουν από αυτά καμπάνες. Ο Sigismondo de’ Conti, II, 142 λέει για τον Κάρολο, ότι «υποχώρησε στο βασίλειό του την έβδομη μέρα πριν από τις ίδες Νοεμβρίου [στις 7 τού μηνός]» (in regnum suum septimo idus Novembris sese recepit), το οποίο οι επιμελητές [ό. π.] μεταφράζουν λανθασμένα ως «στις 12 Νοεμβρίου» (il dodici di novembre)! Για τη διατήρηση τής Μονόπολι στα χέρια των Ενετών, σημειώστε Sen. Secreta, Reg. 35. φύλλο 147 (157), Reg. 36, φύλλο 70 (82) και Reg. 38, φύλλα 174 (183), 200 (209).
- [←73]
-
Sen. Secreta, Reg. 35. φύλλο 198 (208), με ημερομηνία 17 Νοεμβρίου 1495, Commines, Mem., viii, 19, επιμ. B. de Mandrot. II, 333-34, με σημειώσεις, Kervyn de Lettenhove, Lettres et negotiations, II, 234 37, Delaborde, σελ. 672-73. Στις 5 Νοεμβρίου η Ενετική Γερουσία αποφάσισε να στείλει στρατεύματα και 10.000 δουκάτα για να βοηθήσει τον Φερράντε στο Νάπολη [Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλο 194 (204), Sanudo, Spedizione, σελ. 652]. Ο Φερράντε εκχώρησε στη Βενετία τα λιμάνια τής Απουλίας στις 21 Ιανουαρίου 1496, για να εξασφαλίση τη συνέχιση τής βοήθειας των Ενετών [Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VIII (1843), 418-22 και Marino Sanudo, Diarii, τόμος I, επιμ. F. Stefani, Βενετία, 1879, στήλες 12-15]. Πρβλ. Predelli, Regesti dei Commemoriali, VI (1903), βιβλίο xviii, υπ’ αριθ. 38-39, σελ. 16-17. Για το τι παρέμενε στους Γάλλους από τις κατακτήσεις τους στη νότια Ιταλία τον Απρίλιο τού 1496, πρβλ. Sanudo, Diarii, I, στήλες 132-33.
- [←74]
-
Commines, Mem., VIII, 19-20, επιμ. B. de Mandrot, II, 334-39, Sanudo, Spedizione, σελ. 656, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 403, 406, Kervyn de Lettenhove, Lettres et Negotiations, II, 239-40 και III, 100-101. O Sigismondo de’ Conti, II, 151 και εξής αφιερώνει το πρώτο μισό τού δωδέκατου βιβλίου του [Historiae sui temporis] στην αραγωνική ανακατάληψη τού ναπολιτάνικου βασίλειου.
- [←75]
-
Sanudo, Diarii, I, στήλες 344-56, Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 335 και επιμ. Celani, I, 645. Τον Ιούλιο τού 1496 ο Κάρολος Η’ συγκέντρωνε στόλο «για το γεγονός των δικών μας δικαιωμάτων στη Νάπολη» (pour le fait de nostre royaulté de Νaples) [J. de la Pilorgerie, Campagne et bulletins, σελ. 473-74 και πρβλ. Predelli, Regesti dei Commemoriali, VI, βιβλίο xviii, υπ’ αριθ. 78-79, σελ. 25].
- [←76]
-
Πρβλ. τις ενδιαφέρουσες επιστολές που στάλθηκαν από τη Ρώμη από δύο Ενετούς στις 4 και 8 Δεκεμβρίου 1495 στον Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 409-15, συνοψισμένες στον Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 429-32, με παραπομπές σε άλλες πηγές. Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 252-58 και επιμ. Celani, I, 584-88, ιδιαίτερα τη σημείωση στη σελ. 585. Πρβλ. Sigismondo de’ Conti, II, 271, με μικρή αξία, Diario ferrarese στο RISS, XXIV-7, σελ. 166, το οποίο παρατηρεί ότι η πλημμύρα τού Τίβερη έφτασε τούς δεκαοκτώ πήχεις, «piu che mai facesse», Luca Landucci, Diario fiorentino, επιμ. 1. del Badia, Φλωρεντία, 1883, σελ. 120, μεταφρ. Alice de Rosen Jervis, Λονδίνο και Νέα Υόρκη, 1927, σελ. 98, A. Ciaconius, Vitae et res gestae pont. roman., επιμ. A. Oldoinus, ΙΙΙ (1677), στήλη I64D. Tο «υδρόμετρο» στη νότια όψη τής εκκλησίας τού Σαν Ρόκκο καταγράφει επίσης το ύψος τής πλημμύρας τού Δεκεμβρίου 1495.
- [←77]
-
O Sanudo, Diarii, I, 397-400, δίνει κάπως αντικρουόμενες λεπτομέρειες και χρονολογεί την αναφορά τού Σαγκουντίνο προς την Ενετική Γερουσία στις 2 Δεκεμβρίου 1496, σημειώνοντας επίσης «και ακόμη αμφιβάλλω ότι [ο άρχοντας Τούρκος] ο ίδιος ο αδελφός τού Τζεμ σουλτάν, θέλει το πτώμα του» (che ancora dubita [el Signor turcho] di Giem sultam suo fradello, et voria el suo corpo volentiera).
Πρβλ. Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 147, ο οποίος χρονολογεί την αναφορά τού Σαγκουντίνο [την ίδια;] στην επιστροφή του από προηγούμενη αποστολή του στις 9 Νοεμβρίου 1495. Ο Malipiero δίνει το εισόδημα τού Βαγιαζήτ ως 2.200.000 δουκάτα και λέει ότι είχε έξι γιούς και επτά γαμπρούς, «καθένας από τούς οποίους έχει χωριστή αυλή» (cadaun de i quali tien corte separada).
Ο Σαγκουντίνο πήρε οδηγίες αποστολής για μια από τις πολλές πρεσβείες του στην Ισταμπούλ στις 30 Μαΐου 1496 [Sen. Secreta, Reg. 36, φύλλα 27-28 (39-40)], ενώ βρισκόταν σύντομα στον δρόμο για την επιστροφή του στην Ισταμπούλ [στο ίδιο, φύλλα 99 και εξής (111 και εξής)]. Ήξερε τούς Τούρκους καλά, έχοντας υπηρετήσει σε προηγούμενες αποστολές προς την Πύλη [Sen. Secreta, Reg. 35, φύλλα 2 (14), 8, 11, 12, με ημερομηνία από Απρίλιο μέχρι Ιούνιο 1494 και πρβλ. πιο πάνω, σημείωση 38].
- [←78]
-
Commines, Memoires, βιβλίο vii, κεφ. 5, επιμ. B. de Mandrot, II, 127 και πρβλ. κεφ. 17, σελ. 201-2.
- [←79]
-
Sanudo, Diarii, I, 6.
- [←80]
-
Πρβλ. το σημείωμα τού πάπα στις 4 Σεπτεμβρίου 1496 προς τον δόγη τής Βενετίας στον Sanudo, Diarii, I, 295-99. Οι Γάλλοι κατείχαν ακόμη την Όστια [στο ίδιο, στήλη 297].
- [←81]
-
Sanudo, Diarii, I, 367, 376-79, 380, 382-83, 400, 410-11, 420-21, 441-42, 447, 454, κλπ. Τρία τέταρτα τού πληθυσμού τού Τάραντα λεγόταν ότι ήσαν Σλάβοι, Αλβανοί και Έλληνες και οι υπόλοιποι ντόπιοι Ταραντινοί ή Αραγώνες [στο ίδιο, I, 377]. Οι Ενετοί θεωρούσαν «την τάση που επιδεικνύουν οι Ταραντινοί απέναντι στους Τούρκους» (la inclinatione [che] monstrano haver Tarentini de darse a Turchi) ως «ολέθρια και εξαιρετικά απεχθή» (pernitiosissima et supramodum detestanda), όπως έγραφε η Γερουσία στον επόπτη της (provveditore) στη Μονόπολι την 1η Οκτωβρίου 1496 [Sen. Secreta, Reg. 36. φύλλο 70 (82)]. Όμως η Γερουσία ήταν πρόθυμη να υποδεχτεί τούς Ταραντινούς απεσταλμένους, οι οποίοι αναμένονταν να έρθουν στη λιμνοθάλασσα για να προσφέρουν την πόλη τους στη Δημοκρατία [στο ίδιο, φύλλο 77 (89)] και τούς υποδέχθηκαν μάλιστα «με μεγάλη καλοσύνη και φιλικότητα» (summa benivolentia et amicitia), αλλά απέρριψαν την προσφορά τους να υποταγούν στην ενετική εξουσία με μάλλον ασαφή απάντηση. Η Γερουσία πρότεινε τελικά, ότι οι Ταραντινοί έπρεπε να επιδιώξουν επανασυμφιλίωση με τον βασιλιά τής Νάπολης, πράγμα που φαινόταν απελπιστικό στους απεσταλμένους. Η όλη υπόθεση προκάλεσε παρατεταμένη και προφανώς έντονη συζήτηση μεταξύ των μελών τής Γερουσίας
«λόγω τού απαράμιλλου μεγέθους τής δύναμης των Τούρκων, όπου η απίστευτη διευκόλυνσή τους μέσω Τάραντα να εισβάλουν και να καταλάβουν ολόκληρη την Ιταλία, μπορεί να οδηγήσει όχι μόνο σε άπειρο αριθμό δεινών και αναστάτωση, αλλά και στη βεβαιότατη καταστροφή τής χριστιανικής δημοκρατίας!»
(ob incomparabilem magnitudinem potentie Τurcοrum incredibilemque facilitatem medio Tarenti invadendi et occupandi totam Italiam, a quo succederent non solum infinita mala et incommoda, sed etiam certissimus interitus reipublice Christiane!)
[φύλλα 81-83, 86-89, 91-99 (93 και εξής), με το παρατιθέμενο κείμενο στο φύλλο 83].
Καθένας θυμόταν την τουρκική κατάληψη τού Οτράντο το 1480-1481. Tο πρόβλημα όμως που αντιμετώπιζε η Γερουσία εξαφανίστηκε τον Ιανουάριο τού 1497, όταν οι Αραγώνες απέκτησαν τον Τάραντα [Sanudo, Diarii, I, 498-99], προς προφανή τρόμο πολλών Ταραντινών.
- [←82]
-
Sanudo, Diarii, I, 379.
- [←83]
-
Στο ίδιο, I, 199, 295. Οι Ούγγροι και οι Πολωνοί έκαναν εκεχειρία με την Πύλη τον Ιανουάριο τού 1497 [στο ίδιο, I, 552 και πρβλ. στήλη 800], αλλά τον Απρίλιο τού 1498 έφτασε στη Βενετία αναφορά, για σχηματισμό ένωσης εναντίον των Τούρκων από τούς Πολωνούς, Ούγγρους, Βοημούς και Ρώσους [στο ίδιο, I, 950].
- [←84]
-
Sigismondo de’ Conti, II, 165-72, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 484-85, Sanudo, Diarii, I, 447, 472, 478, 483-84. 506-7, 547, Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 355 και επιμ. Celani, II (1911-42, ανολοκλήρωτο), 15 [=RISS, XXXII, μέρος 1], Guicciardini, Storia d’ Italia, III, 5, επιμ. G. Rosini, I (Παρίσι, 1837), 446-51. Έγινε ειρήνη μεταξύ τού πάπα και των Ορσίνι στις 5 Φεβρουαρίου 1497.
- [←85]
-
Sanudo, Diarii, I, 465-66, 507, 533, 527-28, 539, 547, 555-56, 561, 569-70, Diario ferrarese στο RISS, XXIV-7, σελ. 171, Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 358-59 και επιμ. Celani, II, 18-19. Ο Δον Γκονζάλβο αγανακτούσε με τη συμβολική ανάθεση τής διοίκησης στον γιο τού πάπα Χουάν Βοργία, τον δούκα τής Γκάντια, στον οποίο χορηγήθηκαν παρουσία του αυλικές τελετές [Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 360 και επιμ. Celani, II, 19]. To φρούριο στην Όστια παραμένει σε εξαιρετική κατάσταση. Για τη σύνθεση τού στρατού τού Δον Γκονζάλβο [Gonzalo Fernandez de Cordoba],> βλέπε Paul Stewart, «The Santa Ηermandad and the First Italian Campaign of Gonzalo de Cordoba, 1495-1498», Renaissance Quarterly, XXVIII (1975), 29-37.
- [←86]
-
Sanudo, I, 450, αναφορά Ιανουαρίου 1497, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stοr. italiano, VII-1 (1813), 488.
- [←87]
-
Sanudo, I, 555, αναφoρές από τη Ρώμη που παραλήφθηκαν στη Βενετία στις 14 Μαρτίου 1497. Το 1474 ο Τζιοβάννι ντέλλα Ρόβερε (πέθανε το 1501), άρχοντας τής Σινιγκάλια (Senigallia), παντρεύτηκε τη Τζιοβάννα (πέθανε το 1514), αδελφή τού Γκουιντομπάλντο ντα Μοντεφέλτρο, δούκα τού Ουρμπίνο, τού τελευταίου τής γενεαλογίας του. Ο γιος τους Φραντσέσκο Μαρία ντέλλα Ρόβερε (γεννήθηκε το 1490) θεωρούνταν κληρονόμος τού δουκάτου τού Ουρμπίνο, το οποίο εποφθαλμιούσαν οι Βοργία. Ο Γκουιντομπάλντο, υποτελής τής εκκλησίας, διοίκησε τις παπικές δυνάμεις στον πόλεμο εναντίον των Ορσίνι, αλλά δεν ήταν δεσμευμένος υποστηρικτής των Βοργία. Τελικά ο Φραντσέσκο Μαρία διαδέχθηκε τον Γκουιντομπάλντο ως δούκας τού Ουρμπίνο (τον Απρίλιο τού 1508). Πρβλ. Jas. Dennistoun, Memoirs of the Dukes of Urbino, επιμ. Edw. Hutton, II (Λονδίνο και Νέα Υόρκη, 1909), 282-83, 291-300, 313 και εξής.
- [←88]
-
Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 386-87 και επιμ. Celani, II, 41, Sanudo, Diarii, I, 650b.
- [←89]
-
Ίσως δεν είναι άσχετο να παρατηρηθεί, ότι η επιτύμβια επιγραφή τής Βαννότσα ντε Καττανέι, για την οποία ο Pastor πίστευε ότι είχε χαθεί [Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 327, σημείωση I], βρέθηκε προς το τέλος τού 1947 κατά τη διάρκεια εργασιών αποκατάστασης στη βασιλική τού Σαν Μάρκο στη Ρώμη. Η ταφόπετρά της είχε χρησιμοποιηθεί αντεστραμμένη ως πλάκα δαπέδου, πιθανώς από τα μέσα τού 17ου αιώνα. Είχε αφαιρεθεί το χάλκινο γέμισμα από τα γράμματα, τα οποία κατά τη διαδικασία αυτή παραμορφώθηκαν κάπως. Η πλάκα έχει τώρα καθαριστεί από το κονίαμα και έχει στηθεί στον δεξιό τοίχο τής στοάς (portico) τού Σαν Μάρκο.
H Βαννότσα τάφηκε (το 1518) στη Σάντα Μαρία ντελ Πόπολο, αλλά το μνημείο της (όπως πολλά άλλα) μετακινήθηκε κατά την ανακατασκευή τής εκκλησίας αυτής. Τα παιδιά της καταγράφονται με τη σειρά γέννησής τους, ως συνήθως σε τέτοιες επιγραφές και το κείμενο καθιστά σαφές ότι ο Τσέζαρε ήταν ο μεγαλύτερος. Η επιτύμβια επιγραφή της έχει δημοσιευτεί στον Vincenzo Forcella, Iscrizioni delle chiese e d’ altri edificii di Roma dal siecolo XI fino ai giorni nostri, 14 τόμοι, 1869-84, I, υπ’ αριθ. 1276, σελ. 335, από αντίγραφο που φτιάχτηκε το 1576. Έχει ανατυπωθεί, με διορθώσεις, από τον Antonio Ferrua, «Ritrovamento dell’ epitaffio di Vannozza Cattaneo», Archivio della Società romana di storia patria, LXXI (1948). 139-41:
«Στον Θεό τον άριστο και μεγαλειότατο η Βαννότσα Καττανέι, μητέρα ευγενών παιδιών, των δουκών Τσέζαρε τής Βαλένθια, Χουάν τής Γκάντια, Γιοφφρέδο τού Σκιλλάτσε και Λουκρητίας τής Φερράρα, διακεκριμένη για την ακεραιότητά της και διαλεχτή στη θρησκεία, ομοίως στη γενιά της βέλτιστη και στη σύνεση, κέρδισε κελλί στο Λατερανό. Ο επίτροπος Ιερώνυμος Πίκους με τη θέλησή του έβαλε αυτή την πλάκα. Έζησε 76 χρόνια, 4 μήνες και 13 ημέρες. Πέθανε στις 26 Νοεμβρίου 1518».
(D.O.M. / Vannotiae Cathaneae, Caesare Valentiae, / Ioanne Gandiae, Iafredo Scyllatii et / Lucretia Ferrariae ducibus filiis nobili, / probitate insigni, relligione eximia, / pari et aetate et prudentia, optime / de xenodochio Lateranensi meritae, / Hyeronimus Picus fideicomm. procurator / ex testamento posuit: / Vixit annos LXXVI, menses IIII, dies XIII, / Obiit anno MDXVIII, XXVI Novembris.)
Για τη Βαννότσα σημειώστε Celani, I, 562-64, σημείωση 2. Ήταν πλούσια και στα μεταγενέστερα χρόνια της υπήρξε ευεργέτις εκκλησών στη Ρώμη και προστάτις καλλιτεχνών, για το οποίο βλέπε P. Fedele, «I Gioielli di Vannozza ed un’ opera del Caradosso», στο ίδιο, XXVIII (1905), 451-71 με οκτώ έγγραφα. Ο Mario Menotti, Documenti inediti sulla famiglia e la corte di Alessandro VI, Ρώμη. 1917 έχει δημοσιεύσει 470 έγγραφα σχετικά με την οικογένεια, τούς φίλους και τούς ακολούθους τού Αλέξανδρου ΣΤ’. Τα έγγραφα αυτά αφορούν σε μεγάλο βαθμό επιχορηγήσεις εσόδων και επιδομάτων, γάμους, αναθέσεις, κλπ. και πληρωμές για τον στρατό τού Τσέζαρε Βοργία (από τον Μάρτιο τού 1500). Εκείνα που έχουν σχέση με τη Βαννότσα [στο ίδιο, υπ’ αριθ. 12-24, σελ. 9-18] είναι εμφανή στη συλλογή τού Menotti και περιλαμβάνουν τη διαθήκη τής Βαννότσα με ημερομηνία 15 Ιανουαρίου 1517 [υπ’ αριθ. 23].
- [←90]
-
«… juxta seu prope hospitale sancti Hieronymi Sclavorum nuncupatum in via qua de ponte sancti Angeli recta via itur ad ecclesiam beate Marie de Populo….». Πρβλ. Burchard, Diarium, επιμ. Celani, II, 42-43 και σημείωση 3. Tο Οσπιτάλιο δεν υπάρχει πια, αλλά υπήρχε σε σχετικά πρόσφατους χρόνους. Η εκκλησία που ήταν κάποτε προσαρτημένη σε αυτό ονομάζεται τώρα Κιέζα ντι Σαν Τζιρολάμο ντέι Κροάτι (ή ντέλι Ιλλίριτσι). Ανακατασκευάστηκε πλήρως από τον Σίξτο Ε’ το 1588 και βρίσκεται στο ανατολικό άκρο τής σύγχρονης γέφυρας Πόντε Καβούρ.
- [←91]
-
Burchard, Diarium. επιμ. Thuasne, II, 387-90, με παραρτ. υπ’ αριθ. 28, σελ. 669-70 και επιμ. Celani, II, 42-44, με σημειώσεις των Thuasne και Celani], Sanudo, Diarii, I, 651-52, 653-55, 657-58, όπου η τελευταία εγγραφή είναι επιστολή με ημερομηνία 16 Ιουνίου 1497 από τον Ουγκολίνο Ματτέο στη Ρώμη προς τον Νικκολό Πανιλίνο τού Ούντινε, ευρισκόμενο τότε προφανώς στη Βενετία, που συμφωνεί πολύ με την περιγραφή τού Μπούρχαρτ για τη δολοφονία τού δούκα τής Γκάντια. O Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 489-91, παρέχει επιστολή σταλμένη από τη Ρώμη στις 17 Ιουνίου, που υπάρχει και στον Sanudo, I, 658-60, όπου το κείμενο είναι καλύτερο και βλέπε στο ίδιο, I, 660-63, αντίγραφα επιστολών σταλμένων από τον πάπα στις 19 Ιουνίου, που πληροφορούσαν τον δούκα τού Mιλάνου και τον δόγη τής Βενετίας για τον θάνατο τού Γκάντια, μαζί με τη συλλυπητήρια απάντηση τού δόγη στις 29 τού μηνός. Έχω βρει αντίγραφο τής επιστολής στις 19 Ιουνίου προς τον δούκα Λοντοβίκο Σφόρτσα τού Μιλάνου στο Arch. di Stato di Modena, Cancelleria Estense, Estero, Carteggio di principi, Roma, Busta 1295/ 10, υπ’ αριθ. 29. Σημειώστε γενικά Diario ferrarese στο RISS, XXIV-7, σελ. 200, Alois Knöpfler, «Der Tod d. Herzogs von Gandia», Theologische Quartalschrift, LIX (Τύμπινγκεν, 1877), 438-76, A. Luzio και R. Renier, «Relazione inedita sulla morte del duca di Gandia», Archivio della R. Società romana di storia patria, XI (1888), 296-303, επιστολή γραμμένη στη Ρώμη στις 16 Ιουνίου (1497) προς τον μαρκήσιο Φραντσέσκο Γκονζάγκα από τον απεσταλμένο τής Μάντουα Τζιαν Κάρλο Σκαλόνα, τού οποίου η περιγραφή αντιστοιχεί λίγο-πολύ με εκείνη τού Burchard, Pastor, Hist. Popes, V, 493-96 και εξής, με διάφορα μικρά λάθη και παραρτ. υπ’ αριθ. 36-40, σελ. 552-58 και Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 443-45 και εξής και III-2 (ανατυπ. 1956), παραρτ. υπ’ αριθ. 38-42, σελ. 1064-68. Τα νέα τής δολοφονίας τού Γκάντια ήσαν γενικά γνωστά στη Φλωρεντία στις 19 Ιουνίου [Luca Landucci, Diario fiorentino, επιμ. del Badia (1883), σελ. 153, μεταφρ. Alice de Rosen Jervis (1927), σελ. 123].
Οι Ιταλοί ξεκινούσαν συνήθως την πρώτη ώρα ακριβώς μετά το ηλιοβασίλεμμα (δηλαδή από μετά τις 5:00 μ.μ. μέχρι μετά τις 9:00 μ.μ., αναλόγως με την εποχή), αλλά η πρακτική αυτή διέφερε και οι αναφορές στην ώρα είναι συχνά απρόσεχτες και (όσον αφορά το ίδιο γεγονός) ασύμβατες η μία με την άλλη. Στα μέσα Ιουνίου ο Μπούρχαρτ ξεκινά σωστά την πρώτη ώρα ακριβώς μετά τις 9:00 μ.μ., στις τρεις ειδικές αναφορές του στην ώρα, στην περιγραφή τού θανάτου και τής κηδείας τού Χουάν Βοργία [στην έκδοση Celani, τόμος II, σελ. 42, γραμμή 19, σελ. 43, 1, 19 και σελ. 44, 1, 8] και στο κείμενο πιο πάνω έτσι έχω παρουσιάσει τις ώρες τής ημέρας και τής νύχτας, για το οποίο βλέπε B. M. Lersch. Emleitung in die Chronologie, I (Φράιμπουργκ ιμ Μπράισγκαου, 1899), 8-9.
- [←92]
-
Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 390–91 και επιμ. Celani, II, 44. Το ημερολόγιο τού Μπούρχαρτ σταματά εδώ και ξαναρχίζει στις 7 Αυγούστου. O Gregorovius, Storia della citta di Roma, VII, 474 πίστευε ότι ο Μπούρχαρτ έκρινε σκόπιμο να διακόψει το χρονικό του των γεγονότων στην παπική αυλή για κάποιο διάστημα, ύστερα από τον θάνατο τού Γκάντια. Αλλά o Celani [ό. π., σημείωση 3] το αμφισβητεί αυτό, παρατηρώντας ότι τα περισσότερα κενά στο ημερολόγιο αφορούν καλοκαιρινούς μήνες, όταν πιθανώς ο Μπούρχαρτ χρησιμοποιούσε τις συνήθεις καλοκαιρινές διακοπές για να ασχοληθεί με τις δικές του υποθέσεις.
- [←93]
-
Pastor, Hist. Popes, V, 500 και εξής, 512 και εξής και παραρτ. υπ’ αριθ. 37-38, 40, σελ. 552-54, 557 και Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 448 και εξής, 457 και εξής και II1-2 (ανατυπ. 1956). παραρτ. υπ’ αριθ. 39-40, 42, σελ. 1064-66, 1067-68. Δεδομένου ότι ο Ασκάνιο Σφόρτσα δεν συμμετείχε στο εκκλησιαστικό συμβούλιο, η επιστολή του στις 19 Ιουνίου [Pastor, III-2, παραρτ. υπ’ αριθ. 39, σελ. 1064-65] αποτελεί πιθανώς λιγότερο ακριβή περιγραφή τού εκκλησιαστικού συμβουλίου από την αναφορά με ημερομηνία 20 τού μηνός τού Ενετού πρεσβευτή, ο οποίος ήταν παρών [Sanudo, Diarii, I, 653-54], στο οποίο ο πάπας φέρεται ότι είχε πει, ότι «αν είχαμε επτά παπικές έδρες, θα τις δίναμε όλες για να ξαναπάρουμε τη ζωή τού δούκα», πράγμα που μπορεί να έδειχνε, ότι ο Αλέξανδρος ΣΤ’, ακόμη και στο μέσο τής διακηρυγμένης αφοσίωσής του στη μεταρρύθμιση, θα έβαζε τα συμφέροντα των Βοργία πάνω από εκείνα τής εκκλησίας. Αλλά τουλάχιστον στη διάρκεια τού Ιουνίου και Ιουλίου 1497 το πρόγραμμα μεταρρύθμισης τού πάπα παρήγαγε πλημμύρα εγγράφων, για το οποίο σημειώστε M. Tangl, Die päpstlichen Kanzleiordnungen, Ίννσμπρουκ, 1894, ανατυπ. 1959, σελ. 386-421.
- [←94]
-
Thuasne (επιμ.), Burchard, Diarium, II, παραρτ. υπ’ αριθ. 28, σελ. 670, επιστολή γραμμένη στη Ρώμη στις 17 Ιουνίου (1497).
- [←95]
-
Sanudo, Diarii, I, 653. Ούτε ο πάπας πίστευε στην ενοχή τού Τζιοβάννι Σφόρτσα.
- [←96]
-
Celani στη δική του έκδοση τού ημερολόγιου τού Burchard, Johannis Burckardi Liber notarum, II (1911-42, ανολοκλήρωτο), σελ. 44, σημείωση 2 (στο RISS, XXXII, μέρος 1).
- [←97]
-
Sanudo, Diarii, I, 686, 689, 695, 698, 710, 737, 843. Στα τέλη Ιουνίου 1498 παραλήφθηκε ενετική αναφορά, ότι ο πάπας είχε βρει ποιος είχε δολοφονήσει τον δούκα τής Γκάντια και ότι εμπλεκόταν ο καρδινάλιος Ασκάνιο [στο ίδιο, I, 994], το οποίο φαίνεται όμως πολύ απίθανο [Pastor, Gesch. d. Päpste, III-1 (ανατυπ. 1955), 451-52].
- [←98]
-
Sanudo, Diarii, I, 827, 883 και πρβλ. Pastor, Gesch. d. Päpste, III-1 (ανατυπ. 1955), 452-54 και Knopfler στο Theologische Quartalschrift, LIX, 467-69, ο οποίος πιστεύει ότι οι Ορσίνι μαζί με τον Ασκάνιο Σφόρτσα ήσαν υπεύθυνοι για το έγκλημα.
- [←99]
-
Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l, 454-58 και πρβλ. Luzio και Renier στο Arch. della R. Società rom. di storia patria, XI, 296-99 και Knopfler στο Theologische Quartalschrift, LIX, 456-61, 470-76, ο οποίος πρώτος κατεδάφισε την αρκετά αδικαιολόγητη απόδοση από τον Gregorovius τής δολοφονίας τού Γκάντια στον Τσέζαρε. Προφανώς η πρώτη αναφορά στον Τσέζαρε ως πιθανό δολοφόνο τού αδελφού του έρχεται στις 22 Φεβρουαρίου 1498, όταν ο Τζιοβάννι Αλμπέρτο ντέλλα Πίνια έγραψε στον δούκα Έρκολε ντ’ Έστε από τη Βενετία,
«Άκουσα και πάλι ότι τον θάνατο τού δούκα τής Γκάντια προκάλεσε ο καρδινάλιος αδελφός του … και αυτή την ανακοίνωση γι’ αυτόν τον θάνατο την αξιολογώ ιδιαίτερα»
(Di nuovo ho inteso che de la morte del duca di Gandia fu causa il cardinale suo fratello … e detto avviso di detta morte l’ho da buonissimo luogo)
[Maria Bellonci, Lucrezia Borgia (1939, ανατυπ. 1969), σελ. 112, 505-6 και πρβλ. Woodward, Cesare Borgia, σελ. 118-19]. Αργότερα οι Sigismondo de’ Conti, Machiavelli, Guicciardini και o Ενετός πρεσβευτής Πάολο Καπέλλο όλοι απέδωσαν την υπευθυνότητα για τον θάνατο τού Γκάντια στον Τσέζαρε. Ο Πάολο Καπέλλο εκλέχτηκε πρεσβευτής στην Αγία Έδρα στις 15 Μαΐου 1499 [Sen. Secreta, Reg. 37, φύλλα 92-93 (106-107)], όταν οι φήμες διαδίδονταν ήδη για περισσότερο από ένα χρόνο. Προκάτοχος τού Καπέλλο στην ενετική πρεσβεία στη Ρώμη ήταν ο διακριτικός Τζιρολάμο Ντονάτο, που εκλέχτηκε στις 4 Oκτωβρίου 1497 [στο ίδιο, Reg. 36, φύλλο 166 (178)]. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ο Τσέζαρε διέταξε τον στραγγαλισμό τού δούκα Αλφόνσο τού Μπισκέλιε, τού δεύτερου συζύγου τής Λουκρητίας, στις 18 Αυγούστου 1500, ύστερα από το οποίο πολλοί πίστευαν ότι ήταν ένοχος για τη δολοφονία τού αδελφού του. Έτσι τον Μαϊο τού 1504, το πρωτοπαλλήκαρο τού Τσέζαρε, ο Μικελέττο, ενώ ήταν κρατούμενος στον Τόρρε ντε Νόνα στη Ρώμη
«ανακρίθηκε για τον θάνατο πολλών ανθρώπων, από τούς οποίους πιο γνωστός είναι ο δουκας τής Γκάντια…» κλπ.
(interrogato della morte de assai persone, dei quali quei de piu conto sono el duca de Gandia…)
[Pasquale Villari (επιμ.), Dispacci di Antonio Giustinian, III (Φλωρεντία, 1876), 129].
- [←100]
-
Mario Menotti, «Vannozza Cattanei e i Borgia», Nuova Antologia di Lettere, scienze ed arti, 6η σειρά, clxxxvi (=CCLXX, Ρώμη, 1916), 470-86, ιδιαίτερα σελ. 478. Συνήθως και λανθασμένα ονομαζόμενος Jean Villiers de la Groslaye (ή Grolaie), το όνομα τού καρδινάλιου ήταν στην πραγματικότητα Bilheres-Lagraulas. Bλέπε Chas. Samaran, Jean de Bilheres-Lagraulas, cardinal de Saint-Denis, un diplomate francais sous Louis XI et Charles VIII, Παρίσι, 1921, σελ. 13, σημείωση 2 και για τις σχέσεις του με τον Michelangelo στο ίδιο, σελ. 78-80. O Jean de Bilheres πέθανε στη Ρώμη στις 6 Αυγούστου 1499 [Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 549-52 και επιμ. Celani, II, 156-57].
- [←101]
-
Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 458-62 και II1-2 (ανατυπ. 1956), παραρτ. υπ’ αριθ. 43, σελ. 1068-72, Christ. G. Hoffmann, Nova scriptorum ac monumentorum … collectio, I (Λειψία, 1731), 520-22, ο οποίος παρέχει επίσης αποσπάσματα από τις προταθείσες μεταρρυθμίσεις τού Κολλέγιου υπό τούς Mαρτίνο Ε’, Σίξτο Δ’ και Ιούλιο Γ΄, καθώς και από τις συνόδους Βασιλείας και Λατερανού. Sanudo, Diarii, I, 653-54, 655, επιστολή τού Ουγκολίνο Ματτέο γραμμένη στη Ρώμη στις 8 Ιουλίου 1497, επίσης στο ίδιο, στήλη 844. Πρβλ. Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VIII (1843), 494.
- [←102]
-
Sanudo, Diarii, I, 694-95, 698, 709-10, 713, 719-21, J. C. Lünig, Codex Italiae diplomaticus, II (Φρανκφούρτη και Λειψία, 1726), μέρος 2, τμημ. 2, έγγραφο υπ’ αριθ. 133, στήλες 1309-12, παπικό σημείωμα προς τον Φεντερίγο, που τον πληροφορούσε για τη λεγατινή αποστολή τού καρδινάλιου Τσέζαρε για την πραγματοποίηση τής στέψης (λάθος χρονολογημένη στις 9 Ιουνίου 1498).
- [←103]
-
Αναφερόμενος στον λιμό στη Νάπολη τον Σεπτέμβριο τού 1497, ο Sanudo σημειώνει ότι «ο βασιλιάς Δον Φεντερίγο ευνοούσε ιδιαίτερα τον λαό και για τον λόγο αυτόν οι βαρώνοι τον μισούσαν» [Diarii, I, 793] και ο εξαθλιωμένος Φεντερίγο χρειάστηκε σύντομα να πολεμήσει εναντίον των στασιαστών βαρώνων [στο ίδιο, I, 796]. Πρβλ. Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 408 και επιμ. Celani, II, 55.
- [←104]
-
P. Villari, Niccolò Machiavelli, I (Νέα Υόρκη, 1898), 195, Pastor, Hist. Popes, V. 519. και Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 462-63 και πρβλ. Sanudo, Diarii, I, 758.
- [←105]
-
Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 402-4 και επιμ. Celani, II, 51-52.
- [←106]
-
Sanudo, Diarii, I, 787.
- [←107]
-
Sanudo, Diarii, I, 792-93. (Ο Sanudo συνοψίζει μια διπλωματική επιστολή από τη Ρώμη, πιθανώς από τον Ενετό πρεσβευτή Νικκολό Μιτσιέλ. Μερικές φορές είναι δύσκολο να διακριθούν οι εντυπώσεις τού Sanudo από εκείνες τού συγγραφεά τής αρχικής αναφοράς.)
- [←108]
-
Πρβλ. Sanudo, Diarii, I, 795.
- [←109]
-
Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 403 και επιμ. Celani, II, 52.
- [←110]
-
Sanudo, Diarii, I, 832.
- [←111]
-
Pastor, Hist. Popes, V, 520 και Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 463, παράθεση από κρυπτογραφημένη επιστολή, γραμμένη στη Ρώμη στις 24 Δεκεμβρίου 1497, στα Κρατικά Αρχεία Μιλάνου. Πρβλ. Sanudo, Diarii, 1, 863, 871, όπου στην τελευταία παραπομπή καταγράφονται οι τίτλοι, τούς οποίους όπως φαίνεται πρότεινε ο Τσέζαρε για τον εαυτό του.
- [←112]
-
Sanudo, Diarii, I, 656-57.
- [←113]
-
Στο ίδιο, I, 842, 879.
- [←114]
-
Burchard, Diarium. επιμ. Thuasne, II, 405-6, 408-11 και επιμ. Celani, II, 54, 55-58, Sanudo, I, 787. Πρβλ. E. Lavagnino, Le Chateau Saint-Ange, Ρώμη, 1950. σελ. 8. Αν και η αναφορά ότι ο Φλόρες είχε εκδώσει 3.000 πλαστά σημειώματα αποτελεί προφανή υπερβολή, δεν γνωρίζω κανένα λόγο για να υποθέσω, ότι η εναντίον του κατηγορία αποτελούσε σκευωρία των Βοργία για να αρπάξουν την περιουσία του [Villari, Machiavelli, αγγλική μεταφρ., I, 195–96]. O Φλόρες πέθανε στο Καστέλ Σαντ’ Άντζελο στις 23 Ιουλίου 1498 [Burchard, επιμ. Thuasne, II, 490 και επιμ. Celani, II, 114].
- [←115]
-
Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 411-12 και επιμ. Celani, II, 58, Sanudo, Diarii, I, 814, 815, Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. italiano, VII-1 (1843), 497, Luca Landucci, Diario fiorentino, επιμ. Lodovico del Badia, Φλωρεντία, 1883, σελ. 159, μεταφρ. Alice de Rosen Jervis (1927), σελ. 127.
- [←116]
-
Sanudo, Diarii, I, 491-92.
- [←117]
-
Tο λατινικό κείμενο υπάρχει στο Βullarium Ordinis FF. Praedicatorum, επιμ. Thos. Ripoll, IV (Ρώμη, 1732), 124–25 και βλέπε ιδιαίτερα Roberto Ridolfi, Vita di Girolamo Savonarola, I (Ρώμη, 1952), 269-71.
- [←118]
-
P. Villari, Girolamo Savonarola, I (νέα εκδ., Φλωρεντία, 1930), 445, 462 και μεταφρ. Linda Villari, Λονδίνο, 1897, σελ. 423, 439, Pastor, Hist. Popes, VI, 13-16 και Gesich. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 477-80.
- [←119]
-
Sanudo, Diarii, I, 632-33. O Sanudo γράφει ότι αναπαράγει την ιταλική μετάφραση που κυκλοφορούσε στη Φλωρεντία σε έντυπη μορφή [στο ίδιο, I, 633-34]. O P. Villari, Girolamo Savonarola, II (νέα εκδ., Φλωρεντία, 1930), παραρτ. υπ’ αριθ. 5, δίνει το λατινικό κείμενο που είχε προηγουμένως δημοσιευτεί από τον Del Lungo και το οποίο απευθυνόταν προς τούς μοναχούς τής Μπάντια [σελ. xxxix-xl]. Πρβλ. Pastor, Hist. Popes, VI, 20-21 και Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 484-85 και ιδιαίτερα Ridolfi, Savonarola, I, 296 και εξής.
- [←120]
-
Landucci, Diario fiorentino, επιμ. del Badia (1883), σελ. 152-53, με σημείωση, μεταφρ. Alice de Rosen Jervis (1927), σελ. 122-23. Κομιστής των πολλών αντιγράφων τού σημειώματος αφορισμού ήταν κάποιος Τζιοβανβιττόριο ντα Καμερίνο, ο οποίος είχε εξοριστεί από τούς Οκτώ και καθυστέρησε πολύ στη Σιένα, φοβούμενος να εισέλθει στη Φλωρεντία. Στον Τζιοβανβιττόριο, εχθρό τού Σαβοναρόλα, αρνήθηκαν μάλιστα να χορηγήσουν άδεια ασφαλούς διέλευσης όταν τη ζήτησε και παρέδωσε ανάρμοστα τα σημειώματα σε κάποιον άλλο, για να τα διανείμει στους παραλήπτες τους. Μόνο πέντε εκκλησίες Ταγμάτων αντιτιθέμενων στον Σαβοναρόλα αποδέχθηκαν την παραλαβή των εγγράφων [Ridolfi, Savonarola, I, 297-301 και II, 188-89, σημειώσεις].
- [←121]
-
Ridolfi, Savonarola, 1 (1952), 334, από τα κηρύγματα για την Έξοδο. Πρβλ. Pastor, Hist. Popes, VI, 26-28 και Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 490-92. Από την άλλη πλευρά ο Αλέξανδρος ΣΤ’ είπε την ίδια μέρα, ότι «ούτε οι Τούρκοι δεν θα ανέχονταν τέτοια ανυποταξία απέναντι σε νόμιμη αρχή» [στο ίδιο, VI, 29 και III-l, 493]. O Σαβοναρόλα είχε αναφέρει τον Μάιο τού 1496, ότι «…δεν θα βρείτε την Εκκλησία να έζησε ποτέ σε χειρότερες μέρες … Θα σάς δείξω ότι δεν ήταν ποτέ σε χειρότερη κατάσταση από σήμερα…» (…tu non troverai che la Chiesa fusse mai in peggiore che oggi … io ti mostrerò che la non fu mai in peggiore termine che oggi), ενώ τον επόμενο Φεβρουάριο ανέμενε σύντομα να δει «το μαστίγιο τής Ιταλίας, την ανακαίνιση τής εκκλησίας, τον προσηλυτισμό των Τούρκων» (el flagello della Italia, la renovazione della Chiesa, la conversione delli turchi).
Πίστευε στον θεϊκό προσηλυτισμό των Τούρκων και δεν φαινόταν να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τη σταυροφορία. Και μπορούμε να σημειώσουμε en passant, ότι ο Σαβοναρόλα ποτέ δεν αποκάλεσε τον Αλέξανδρο ΣΤ’ Aντίχριστο, αν και αργότερα τον αποκάλεσαν έτσι οι οπαδοί του [Romeo de Maio, «Savonarola, Alessandro VI e il mito dell’ Anticristo», Rivista storica italiana, LXXXII (1970), 533-59 και πρβλ. πιο κάτω, Κεφάλαιο 17, σημείωση 144].
- [←122]
-
Ridolfi, Savonarola, I (1952), 347-85, 392-407 με σημειώσεις στον τόμο II, Pastor, Hist. Popes, VI, 40-51 και Gesch. d. Päpste, III-1 (ανατυπ. 1955), 503-14, Sanudo, Diarii, I, 900, 920, 930-32, 935, 940, 942, 946-47, 951-52, 955, 968–69, 987-88, 995, Sigismondo de’ Conti, II, 193-95, Luca Landucci, Diario fiorentino, επιμ. del Badia, σελ. 162-79 και αγγλική μεταφρ., σελ. 130-44, Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 444-54, 461-73 και επιμ. Celani, II, 81-86, 92-99. Διάφορα κείμενα και έγγραφα δημοσιευμένα στον A. Gherardi, Nuovi Documenti e studi intorno a Girolamo Savonarola, 2η εκδ., Φλωρεντία, 1887, τα εκτεταμένα παραρτήματα στον Ρ. Villari, Storia di Girolamo Savonarola, 2 τόμοι, νέα εκδ., Φλωρεντία, 1930 και Jos. Schnitzer, Quellen u. Forschungen zur Geschichte Savonarolas, 4 τόμοι, Μόναχο και Λειψία, 1902-10.
Η σύγκρουση μεταξύ Σαβοναρόλα και Αλέξανδρου ΣΤ’ συνεχίζει να παράγει ρεύμα βιβλίων. Πέρα από δημοφιλείς εργασίες όπως εκείνες των Michael de la Bedoyere (Νέα Υόρκη, 1958), Pierre van Paassen (Νέα Υόρκη, 1960), Christian Loubet (Παρίσι, 1967) και Giacinto M. Scaltriti (Τορίνο, 1970), έχουμε τη μακροσκελή, ρωμαλέα εργασία τού Jos. Schnitzer, Savonarola, ein Kulturbild aus der Zeit der Renaissance, 2 τόμοι, Μόναχο, 1924, τις τέσσερις λεπτομερείς μελέτες τού Giovanni Soranzo, στο Il Tempo di Alessandro VI Papa e di Fra Girolamo Savonarola, Μιλάνο, 1960 και την εμπεριστατωμένη μονογραφία τού Romeo de Maio, Savonarola e la Curia Romana, Ρώμη, 1969 στην οποία ο καρδινάλιος Ολιβιέρο Καράφα, προστάτης τού Δομινικανού Τάγματος, προβάλλει σχεδόν τόσο εμφανώς, όσο και ο Σαβοναρόλα.
- [←123]
-
Sanudo, Diarii, I, 550, 585–90 και πρβλ. Predelli, Regesti dei Commemoriali, VI (1903), βιβλίο xviii, υπ’ αριθ. 105, σελ. 30.
- [←124]
-
Sanudo, Diarii, I, 788. Η εκεχειρία αυτή είχε κάποια σημασία για τη σταδιοδρομία τού Σαβοναρόλα στην Φλωρεντία, τού οποίου η περιφρόνηση για τη διεφθαρμένη παπική κούρτη αποτελούσε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα τής παπικής θητείας τού Αλέξανδρου ΣΤ’ [πρβλ. Ridolfi, Vita di Girolamo Savonarola, I, 281, 318-19].
- [←125]
-
Sanudo, Diarii, I, 711, 712-13, 866-68.
- [←126]
-
Sanudo, Diarii, I, 713. To νόμισμα είχε δείξει στον Sanudo ο Μάρκο Λιπομάνι (Lippomani), Ενετός απεσταλμένος στο Μιλάνο. Όσο για τον θάνατο τού Καρόλου Η’ μπορούμε να σημειώσουμε, ότι ο Commines, Memoires, viii, 25, επιμ. B. de Mandrot, II, 380-81, γράφει ότι ενώ περνούσε κάτω από μια πύλη στο κάστρο τού Αμπουάζ, ο βασιλιάς χτύπησε το μέτωπό του και πέθανε εννέα ώρες αργότερα. Ο Κομμίν γράφει ότι δεν ήταν ο ίδιος τότε παρών στο Αμπουάζ και η περιγραφή του μοιάζει απίθανη με δεδομένες τις αναφορές συγχρόνων για τον θάνατο τού Καρόλου Η’, που παρέχονται στον Sanudo, I, 935-39. O Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, II, 457 και επιμ. Celani, II, 88 αναφέρει ότι o Κάρολος Η’ πέθανε από αποπληξία (Carolus VIII, rex Francorum, apoplexia vita functus est …), πράγμα που φαίνεται ότι πραγματικά συνέβη. Πρβλ. Malipiero, Annali veneti στο Arch. stor. Italiano, II-1 (1843), 500.