Σημειώσεις κεφαλαίου 13

Σημειώσεις Κεφαλαίου 13

[←1]

J. W. Zinkeisen, Gesch. d. osman. Reiches in Europa, II (Γκότα, 1854), 473 και εξής. Louis Thuasne, Djem Sultan, fils de Mohammed II, frere de Bayezid II, 1459-1495, Παρίσι, 1892, σελ. 26 και εξής, Giacomo Bosio, Militia di San Giovanni Gierosolimitano, II (Ρώμη, 1594), βιβλίο xii, σελ. 354 και εξής. Fr. Babinger, «Die Chronik des Qaramani Mehmed-Pascha, eine neuerschlossene osmanische Geschichtsquelle», Mitteilungen zur osmanischen Geschichte, II (1923-26), 242-47, ανατυπ. στου ιδίου το Aufsätze und Abhandlungen zur Geschichte Südosteuropas und der Levante, 2 τόμοι, Μόναχο, 1962 66, II, 1-5.

O Γκυγιώμ Καουρσέν, αντικαγκελλάριος των Ιπποτών τού Αγίου Ιωάννη τής Ιερουσαλήμ και ιστορικός τής πολιορκίας τής Ρόδου το 1480, έχει αφήσει περιγραφή από πρώτο χέρι, την de casu regis Zyzymy, μια από τις εννέα πραγματείες που δημοσιεύτηκαν στο βιβλίο του [Obsidionis Rhodie urbis descriptio, Ulm, 1496]. Εκτεταμένα αποσπάσματα από την εργασία τού Καουρσέν για τον Τζεμ σουλτάν (συνήθως αποκαλούμενο Zizim από τούς δυτικούς) παρέχονται στο Louis Thuasne, Johannis Burchard, Argentinensis capelle pontificie sacrorum rituum magistri Diarium sive rerum urbanarum commentarii (1483-1506), 3 τόμοι, Παρίσι, 1883-85, I, παραρτ. υπ’ αριθ. 34, σελ. 528-46.

Υπάρχουν συνοπτικές περιγραφές για τη σταδιοδρομία τού Τζεμ από τον J. H. Mordtmann στην Encyclopaedia of Islam, I (Leyden και Λονδίνο, 1908), 1034-35 και από τον Halil Inalcik, στο ίδιο, νέα εκδ., II (1965), 529-31. Για τον Βαγιαζήτ Β΄ σημειώστε C. L Huart, στο ίδιο, I (1908), 685 και V. J. Parry, νέα εκδ., I (1960), 1119-21, με βιβλιογραφία, καθώς και Jos. von Hammer-Purgstall, Gesch. d. osman. Reiches, II (1828, ανατυπ. 1963), 250 και εξής. Έγγραφα σχετικά με τον Τζεμ και κάποιες από τις δικές του επιστολές (από τα Αρχεία στο παλάτι Τοπκαπί τής Ισταμπούλ) έχουν δημοσιευτεί σε πανομοιότυπα από τον I. H. Eruylan, Sultan Cem, Ισταμπούλ, 1951. Yπάρχει εκτεταμένη βιβλιογραφία σχετική με τον Τζεμ (και τα πορτρέτα του) στον Semavi Eyice, «Sultan Cem’in Portreleri Hakkinda» στο τουρκικό Belleten XXXVII (Ankara, 1973), 1-49.

[←2]

Sigismondo de’ Conti (da Foligno),Le Storie de’ suoi tempi dal 1475 al 1510, 2 τόμοι, Ρώμη, 1883, II, 4. Αν και o Thuasne πίστευε ότι η μητέρα τού Τζεμ σουλτάνου «καταγόταν από βασιλικό γένος τής Σερβίας» (issue d’ une race royale de Serbie), όμως o Franz Babinger δεν το πίστευε [Spätmittelalterliche fränkische Briefschaften aus dem grossherrlichen Seraj zu Stambul, Μόναχο, 1963, σελ. 32-33, σημείωση 108 και σελ. 45, σημείωση 139 (Sudosteuropaische Arbeiten, υπ’ αριθ. 61)].

[←3]

Bosio, Militia di San Giovanni, II (1594), βιβλίο xii, σελ. 357-58, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 40-53, Inalcik, «Djem Sultan», Encyclopaedia of Islam, II (1965), 529.

[←4]

Bosio, Militia di San Giovanni, II (1594), βιβλία xii-xiii, σελ. 360-66. Οι πρεσβευτές τού Τζεμ σουλτάν έφτασαν στη Ρόδο στις 10 Ιουλίου (1482). Από τότε οι διαπραγματεύσεις προχώρησαν γρήγορα, για να επισπεύσουν την άφιξη τού Τζεμ στη Ρόδο. Σύμφωνα με την άδεια ασφαλούς διέλευσης, που έστειλε ο μεγάλος μάγιστρος Ντ’ Ωμπουσσόν στον Τζεμ, ο τελευταίος μπορούσε να φύγει από το νησί οποτεδήποτε επέλεγε. V. Lamansky, Secrets d’ etat de Venise, St. Petersburg, 1884. ανατυπ. Νέα Υόρκη, 1968, σελ. 261-62. Πρβλ. D. Malipiero, Annali veneti στο Archivio storico italiano, VII, μέρος 1 (1843), 133-34, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 53-64.

Η ημερομηνία τής εισόδου τού Τζεμ στη Ρόδο προσδιορίζεται από αρχειακό κείμενο στη Βιβλιοθήκη τής Μάλτας [Malta Library, Αrchives of the Order at Malta (συντμ. AOM). Reg. 76, φύλλο 94]:

«Άφιξη τού εκλαμπρότατου κυρίου Τζεμ σουλτάν στη Ρόδο: Στις 29 Ιουλίου 1482 ήρθε στη Ρόδο ο εκλαμπρότατος κύριος Τζεμ σουλτάν, αδελφός τού Μεγάλου Τούρκου που βασιλεύει τώρα, πραγματικά γιός εκείνου τού Τούρκου…»

(Ingressus illustrissimi domini Zyzymi Soldani in Rhodum: Die XXVIIII Iullii MCCCCLXXXII quo intravit Rhodum illustrissimus d. Zyzymuy Soldanus, frater Magni Turci qui nunc imperat, filius vero quondam Turci…).

H άφιξή του στη Ρόδο ήταν γνωστή στη Βενετία πριν τις 13 Σεπτεμβρίου, όταν η Γερουσία απαγόρευσε σε όλους τούς Ενετούς πολιτικούς διοικητές και ναυτικούς αξιωματικούς να χορηγήσουν στον Τζεμ άσυλο ή να τού προσφέρουν την παραμικρή βοήθεια [Sen. Secreta. Reg. 30, φύλλα 118-119 (128129)].

Σε επιστολή με ημερομηνία 27 Αυγούστου (1482) ο Βαγιαζήτ Β΄ έγραφε στη Σινιορία τής Βενετίας, ότι είχε νικήσει τον Τζεμ,

«οπότε αυτός αναγκαστικά ανέβηκε σε ένα μικρό σκάφος με τριάντα συντρόφους του και πήγε στη Ρόδο, ενώ οι υπόλοιποι άνδρες τού καταστράφηκαν όλοι και χάθηκαν»,

(unde necessariamente el montò sopra uno navilio picolo cum trenta compagni et andato a Rodi, el resto di suo homeni tuti sono dissipadi per tuto et smariti)

προσθέτοντας (για να ανησυχήσει τούς Ενετούς) την απίθανη δήλωση:

«Τώρα καταλαβαίνουμε πραγματικά, ότι οι Ρόδιοι θέλουν να εξοπλίσουν μερικά δικά τους σκάφη και να τα στείλουν με όλο το δικό του εξοπλισμό στον Μοριά, απέναντι από την Ιταλία, για να προκαλέσουν κι άλλη αναταραχή και σύγχυση»

(Al presente veramente intendemo che li Rodiensi voleno armar certi suo navilii et mandar quello cum tuto el suo apparato ala Morea over de li ale parte de Italia per comover ancor qualche tumulto et conturbatio).

Ο Βαγιαζήτ ανέφερε επίσης, ότι υπέθετε ότι η Βενετία επιθυμούσε να διατηρήσει «την καλή και ειλικρινή και πιστή ειρήνη και φιλία που υπάρχει μεταξύ μας», στο οποίο η Γερουσία απάντησε διαχυτικά στις 29 Σεπτεμβρίου, βεβαιώνοντας την ειρήνη και συγχαίροντας τον Βαγιαζήτ για την «άξια και λαμπρή νίκη, που επιτεύχθηκε εναντίον τού αδελφού, που τράπηκε σε φυγή» (degna et glorioxa victoria conseguita contra el fradello cum la fuga) [Sen. Secreta, Reg. 30, φύλλα 123-124 (133-134)].

[←5]

Bosio, II (1594), βιβλίο xiii, σελ. 366-67. Ο Bosio λέει, ότι ο Τζεμ σουλτάν έφτασε στη Ρόδο στις 24 Ιουλίου. Η περιγραφή του ακολουθεί στενά εκείνη τού Caoursin στον Thuasne, Βurchard, Diarium, I, 534. Η σωστή ημερομηνία τής εισόδου τού Τζεμ στη Ρόδο είναι 29 Ιουλίου. Bλέπε την προηγούμενη σημείωση και πρβλ. Lamansky, Secrets d’ etat de Venise, σελ. 262-63, έγγραφο με ημερομηνία 4 Αυγούστου 1482 και Thuasne, Djem Sultan, σελ. 65-67, ιδιαίτερα σημείωση 2.

[←6]

Malta Library, AOM, Reg. 76. φύλλα 95-96:

«…Ο εκλαμπρότατος και γαληνότατος κύριος Τζεμ σουλτάν … απαίτησε επίμονα και παρακάλεσε να είναι ελεύθερος να αναχωρήσει από τη Ρόδο και να πάει σε μέρη τής δύσης, τα οποία έκρινε σκόπιμα για την ασφάλεια τού ατόμου του και για να κάνει τα πράγματα που έπρεπε να γίνουν, εκλιπαρώντας για ευνοϊκή αντιμετώπιση. Η θρησκευτική συνέλευση, βλέποντας τις ανάγκες τις οποίες έπρεπε να τακτοποιήσει και ακούγοντας από τον σεβασμιώτατο κύριο μάγιστρο και από το σεβαστό τακτικό συμβούλιο, ότι ήταν σκόπιμο, γιατί υπήρχαν πολλοί σεβαστοί λόγοι και επείγουσες αιτίες, να οδηγηθεί ο εν λόγω εκλαμπρότατος κύριος Τζεμ σουλτάν σε δυτικά μέρη, και ότι έπρεπε να ετοιμαστεί το πλοίο μεταφοράς θησαυρών για να χρησιμοποιηθεί από τον ίδιο, διόρισε και έδωσε εντολές σε εκείνους που θα τον μετέφεραν και θα αναλάμβαναν όλα τα άλλα»

(…Illustrissimus et serenissimus dominus Zyzymy Soldanus … instanter postulavit et petiit libertatem recedendi de Rhodo et eundi ad partes occiduas quo opportunum fuerit ad securitatem sue persone et exequutionem suorum agendorum, implorando super his favorem et presidium Religionis, visis necessitatibus in quibus est constitutus, quo audito fuit deliberatum per reverendissimum d. magistrum et reverendum consilium ordinarium multis bonis respectibus et urgentibus de causis quod dictus illustrissimus dominus Zyzymy Soldanus conducatur ad partes occiduas, et quod navis thesauri oneraria preparetur ad ipsum conducendum, fueruntque deputati et ordinati qui eum conducant et omnia hec exequantur).

Ακολουθούν τρία ονόματα εκ των οποίων ένα είναι αυτό τού ανηψιού τού μεγάλου μάγιστρου, τού Γκυ ντε Μπλανσφόρ, όπου οι εκπρόσωποι δεσμεύονταν να εκτελέσουν την αποστολή τους «προστατεύοντας το άτομο τού εν λόγω κυρίου Τζεμ, εξασφαλίζοντας την τιμή τής εν λόγω Θρησκείας» (ad conservacionem persone dicti domini Zyzymi pro indemnitate honoreque Religionis predicte).

[←7]

AOM, Reg. 76, φύλλο 97:

«Για την ειρήνη με τoν Μεγάλo Τούρκο: Στις 27 Αυγούστου 1482 … Κρίθηκε από τον σεβασμιώτατο κύριο μάγιστρο και το σεβαστό συμβούλιο, ότι ήταν σκόπιμο να υπάρξουν διαπραγματεύσεις και να συναφθεί ειρήνη με τον Μεγάλο Τούρκο που κυβερνά τώρα … Και για την εκτέλεση των προαναφερθέντων επιλέχθηκαν πρέσβεις. … Παρουσία τού σεβασμιώτατου κύριου μάγιστρου και τού σεβαστού συμβουλίου διαβάστηκαν από τον αντικαγκελλάριο πρακτικές οδηγίες και τα άρθρα τής ειρήνης που έπρεπε να γίνει. Διαβάστηκε επίσης η παλαιά ειρήνη που είχε γίνει την εποχή τού μάγιστρου Ζαν ντε Λαστίκ και άλλα πράγματα για ενημέρωση επί τής διαδικασίας τού ζητήματος. Τέλος, ύστερα από πολλές συζητήσεις, αποφασίστηκε, ότι οι διαπραγματεύσεις και η σύναψη της εν λόγω ειρήνης έπρεπε να γίνουν με τρόπο και μορφή που προσδιορίζονταν από δύο όρους, ότι έπρεπε να καταργηθεί κάθε φόρος τιμής και ετήσια υποχρέωση και ετήσια πρεσβεία, στα οποία οι απεσταλμένοι δεν έπρεπε να συμφωνήσουν με κανένα τρόπο…»

(Pro pace cum Magno Τurcο: Die XXVII mensis Augusti, MCCCCLXXXII, … Fuit per reverendissimum d. magistrum et reverendum consilium deliberatum quod tractetur de pace et concludatur cum Magno Τurcο qui nunc imperat. … Et pro exequuitone predictorum fuerunt electi ambaxiatores. … Ιn presentia reverendissimi domini magistri et reverendi consilii lecta per vice-cancellarium minuta instructionum ac articulorum pacis fiende fuit, etiam lecta pax antiqua facta tempore Magistri Johannis de Lastic et aliorum ad noticiam rerum agendarum. Demum multis colloquiis habitis fuit deliberatum quod dicta pax tractetur et concludatur modo et forma quo ordinatum est per duas minutas, reiecto omni tributo ac annuo munere et annua ambaxiata quibus oratores nullo pacto possint assentire…).

Για τις διαπραγματεύσεις για ειρήνη μεταξύ Ντ’ Ωμπουσσόν και Βαγιαζήτ B’ βλέπε στο ίδιο, φύλλα 100-104 και εξής.

Σημείωση τού μεταφραστή:

Λόγω τού ειδικού ενδιαφέροντος για την ελληνική έκδοση, παρουσιάζουμε τη σχετική αλληλογραφία στα ελληνικά μεταξύ Ιωαννιτών ιπποτών Ρόδου και σουλτάνου Βαγιαζήτ Β΄ για το ζήτημα τού Τζεμ σουλτάν, από τούς F. Miklosich και J. Müller, Acta et diplomata graeca medii aevi, III (Βιέννη, 1865, σελ. 317- 332:

Ι. Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν προς Βαγιαζήτ Β΄, Ρόδος, 7 Δεκεμβρίου 1482:

«Ἡμεῖς φρὰ Πέτρως Δαιομβουσὼν, θεοῦ χάριτι τοῦ ἁγίου ὀσπηζίου τοῦ Ὀσπηταλλίου τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῶν Ἱερωσωλίμων ταποίνως μαΐστωρ καὶ φύλαξ τῶν πτοχῶν καὶ πενήτων τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ οἰς τες ἡμερες αὐτές τὰς διαβούσας ἠπαραλάβαμεν μέρος οἰς τετημημένοις καὶ εὐγένοις ἀποκρησιάροις ἡμῶν φρὰ Γοϊδόνε δὲ Μούντε Ἀρνάλ καὶ κουμεντοὺρ δὲ Κοντὰτ καὶ φρὰ Λιονάρδω Πράτω τὸ ὀρκομοτικον τοῦ ἠψηλοτάτου καὶ ἀνικυτάτου βασηλαίως τῶν βασιλέων, μεγάλου αὐθέντως σουλτάν Παϊαζήτου χὰν, τοῦ πεφιληγμένου ἡμῶν υἱοῦ, ἀπάνο εἰς τὴν ἀγάπην τὴν ἡμετέραν καθαρὰν καὶ βαιβέαν, τὸ ὁποῖον ὀρκομοτικὸν διαλαμβάνη οὕτως˙ εἶχεν μὲν ἐν τῇ ἀρχῇ τὸν σημηὼν, ὡς ἤθως, ἔπειτα˙

Ἐγὼ ὁ μέγας αὐθέντης καὶ μέγας ἀμοίρας σουλτάν Παΐαζήτου χὰν καὶ υἱὼς τοῦ μακαρίτου μεγάλου αὐθέντος τοῦ Μηχαμὲτ χάν. ἐπηδή ὁ ἡψηλώτατος, ἐνδεσιμότατως φρὰ Πέτρως Δαιομβουσὼν, μέγας μαΐστωρ Ῥόδου καὶ τοῦ Ὀσπιταλλίου, εἴστηλεν τοὺς εὐγενεστάτους ἄρχοντας, τὸν φρὰ Γοΐδόνε δὲ Μούντε Ἀρνάλ καὶ κουμεντούρην δὲ Κοντὰτ καὶ φρὰ Λιονάρδω Πράτω˙ οἱ γοῦν ἀποκρισιαρίδες εἰς τὴν Πόρταν τῆς αὐθεντίας μου ἦλθαν δὲ οἱ παρὸν καὶ ἐνέφεραν ὅλα φρόνημα, ὡς καθὼς οἰσαν παραγγελεμένη, ἐζήτησαν δὲ νὰ γένῃ καθάρη ἀγάπη καὶ ἀδόλοτως ἀναμέσων ἡμᾶς, στέργῃ δὲ ἡ αὐθεντία μου τὴν αὐτὴν ἀγάπην, οἱ ὁποῖα ἀγάπη ἧνε ὀφέλια καὶ ἐν τὰ δύο μέρη, καὶ ἐπὶ τούτῳ ἡ αὐθεντία μου ὀμνέγω εἰς τὸν θεὸν τοῦ οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ εἰς τὸν μέγαν ἡμῶν πρωφήτην τὸν Μουαμὲτ καὶ εἰς τὰ ἑπτὰ μουσάφια, τὰ πιστεὐομεν καὶ ὁμολογοῦμεν ἡμεῖς μουσουλμάνοι, καὶ εἰς τοὺς ρκδ’ προφήτας τοῦ θεοῦ καὶ εἰς τὴν ζωὴν μου καὶ εἰς τὴν ζωὴν τῶν πεδίον μου, το ἀπτέστη τὴν σήμερον νὰ μηδέν τοῖς ποιήσω καμίαν ζημίαν, ἐνπόδιον ἤ κακὸν, οὔτε ἡ αὐθεντία μου, οὔτε βηζηρίς μου, οὔτε σαντζηακπεηήδες μου, οὔτε ἡ σκλάβη μου, οὔτε ὑποτακτικοί μου νὰ μηδὲν τολμήσουν ὅλως ποσῶς νὰ κάμουν πόλεμον, ἐμπόδιον, ζημήαν εἰς τὴν χώραν καὶ εἰς τὰ καστροὶ καὶ εἰς τὰ νησία καὶ χορία, τὰ ὁποῖα ἤμεν εἰς τὴν ὑποταγὴν τῆς Ῥόδου, καὶ τόπους ὑποτακτικοὺς τοῦ ἠψηλωτάτου μεγάλου μαΐστορος καὶ τοῦ Σπηταλλίου. τὰ ὁμοῖα νὰ ποιήσει καὶ ὁ ἐνδεσιμότατος μέγας μαΐστορ, οὔτε ἡ αὐθεντία του, οὔτε ἡ συμβουλή του, οὔτε καβαλαρίδες του, οὔτε ἡ πραωζηζίδες του, οὔτε ἡ ὑποτακτικοί του νὰ μηδὲν, καμοῦν πώλαιμων, ἐμπόδιον ἤ ζημίαν, οὔτε στερέας, οὔτε θαλάσσης εἰς τοὺς τόπους καὶ χόρας καὶ εἰς τοὺς ὑποτακτικοὺς τῆς αὐθεντίας μου. τὸ ὁμοῖον καὶ ἡ αὐθεντία μου καὶ οἱ ὑποτακτικοί μου, μικροί τε καὶ μεγάλη, νὰ μηδὲν καμοῦν ἐνπόδιον ἤ ζημίαν πρὸς αὐτούς, ὑγοῦν διὰ ξηρὰς καὶ διὰ θαλάσσης.

Ἔτι ἡ πραγματευτάδες καὶ ὑποτακτικοὶ τῆς αὐθεντίας μου καὶ ὑποτακτικοὶ τοῦ μεγάλου μαΐστορος Ῥόδου ἀπὲ τὴν μίαν μερίαν καὶ ἀπὲ τὴν ἄλεν νὰ ἐμποροῦν μὲ τὸ θέλεμα αὐτῶν ἄφοβα καὶ ἀκήνδυναν μὲ ταῖς πραγματίες των καὶ μὲ τὰ καλά των καὶ τὰ στάμενά των νὰ ποιγένουν καὶ νὰ ἐρχοῦντεν καὶ νὰ στέκουν καὶ νὰ πρατιγαρίζουν εἰς ὄλας τὰς χώρας καὶ κάστροὶ καὶ χορία καὶ νησία, ὑγοῦν δίσεως καὶ ἀνατωλῆς τῆς αὐθεντίας μου καὶ τῆς αὐθεντίας τοῦ μεγάλου μαΐστορος Ῥόδου, καὶ νὰ οἶνε κρατίμενοι ἡ πραγματευτάδες νὰ πληρόνουν διὰ ταῖς πραγματίες των τὰ κουμέρκηα καὶ ταῖς γαπέλαις κατά τάξην τοῦ τόπου, ὅπου θελοῦν εὑρέθην.

Ἔτι ἠ μὲν συνέβη τιποτὰς διάφορα εἰς τὴν μέσην τὸν πραγματευτάδων εἴς τε ὑποτακτικόν τῆς αὐθεντίας μου καὶ τοῦ ἐνδεσιμοτάτου μεγάλου μαΐστορος, νὰ ἐξετάζοντε μὲ τὴν κρίσιν κατὰ τὴν τάξιν τοῦ τόπου, ὁποῦ θελοῦν εὑρέθην.

Ἔτι ὁ μέγας μαΐστωρ καὶ [οἱ] ὑποτακτικοί του καὶ ἠ πραγματευτάδες του τῆς αὐθεντίας του νὰ ἐμποροῦσιν νὰ εὐγάλουν καὶ νὰ ἀγοράζουν μὲ τὰ στάμενά των σητάρη, κρηθάρην, ζῶα καὶ πᾶσα βητουγαλίαν ἀποῦ τοὺς τόπους τῆς αὐθεντίας μου.

Ἔτι ἐὰν εὑρεθοῦσιν διὰ θαλάσσου ἀρματομένα τῆς αὐθεντίας μου μὲ ἀρματομένα τοῦ ὁσιοτάτου μεγάλου μαΐστορος, νὰ μηδέν τολμήσουν ὅλως ποσῶς νὰ μηδἐν ποιοισοῦν ζημίαν, ἀμὲ νὰ τημὰ εἰς τὸν ἄλον, καὶ νὰ εἶναι εἰς τὴν τάξην τῆς ἀγαποῖς.

Ἔτι ἐὰν φήγῃ σκλάβος ἄπε τὸν τόπον τῆς αὐθεντίας μου, καὶ ἐμπῇ εἰς τὸ νίσιν τῆς Ῥόδου ἤ ἔξω τοῦ Πετρουνίου, οἴγουν οἰ μὲν ὁ σκλάβως εἶναι μουσουλμάνος, νὰ δίδεται ἐξοπίσω˙ οἰ δὲ εἶναι ὑ γένῃ χριστιάνος, νὰ δίδετε ἡ τιμή του ἄσπρα χηλία. καὶ ἤ μεν φἠγῃ σκλάβος ἀπὸ τὸν τόπον τοῦ ἐνδεσιμοτάτου μεγάλου μαΐστορος, καὶ ἔλθῃ εἰς τὸν τόπον τῆς αὐθεντίας μου, ἤ μεν ὁ σκλάβος ἔνεν χριστιάνος, νὰ στρέφετε ἐξοποίσω, εἰ δὲ ἔνεν ὑ γένῃ μουσουλμάνος, νὰ δίδετε ἡ τιμή τοῦ ἄσπρα χήλια. ἐπὶ τούτῳ ἐγεγόνη καὶ ἐτελιώθη τὸ παρόν ὀρκομοτικόν, καὶ ὀμνέγω εἰς τοὺς ἄνοθεν ὅρκους τοῖς ὅλην μου τὴν ζωὴν νὰ ἔναι ἡ παροῦσα ἀγάπη στερέη καὶ ἀδόλοτως, ὑγοῦν ἡ αὐθεντία μού μετὰ τοῦ μεγάλου μαΐστωρ καὶ αὐθέντη τῆς Ῥόδου. ἔτως ἀπὸ Ἰησοῦ τοῦ ὑμετέρου προφίτου γενήσεως ,αυπβ’, καὶ ἔτως τοῦ ἡμῶν προφίτου τοῦ Μωαμὲθ ωπζ’ ἐν Ἀνδριανοῦ πώλη.

Διὰ τοῦτω καὶ ἡμεῖς ὁσάν φίλοι καὶ ἠγαποιμένη διὰ ξήρας καὶ διὰ θαλάσου νὰ μηδὲν τὸν ποιείσω καμοίαν ἐχθρίαν καὶ ταραχἠν κατὰ τὸν τρόπων τοῦ ἄνοθεν ὀρκομοτίκου τοῦ μεγάλου αὐθέντος διὰ ὅλης του τῆς ζωῆς, καὶ ὀμνέομεν εἰς τὸν θεὸν, τὸν ποιητὴν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς καὶ εἰς τὸν ἔνσαρκον ἠκονομίαν καὶ εἰς τὰ ἅγια [καὶ] θεῖα μηστήρια τοῦ Χριστοῦ καὶ εἰς τὴν δέσποιναν ἡμῶν τὴν θεοτόκον καὶ εἰς τὸ ἅγιον εὐαγγέλιον καὶ εἰς τὸν τίμιον καὶ ζωοποιὸν σταύρων καὶ εἰς τὸν [προφήτην] καὶ βαπτίστιν Ἰωάννην τὸν πρόδρομον καὶ εἰς τὰς ἀγγελικὰς καὶ θείας δυνάμης καὶ εἰς τοὺς ἁγίους καὶ πανευφήμους ἀποστόλους καὶ εἰς ὅλους τοὺς ἁγίους τοῦ θεοῦ προφήτας ὁσίους καὶ μάρτιρας μετὰ θελήματος καὶ βουλῆς τῶν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν ἡμῶν τῶν τετιμεμένων μπαλίδων, πριορίδων, προτζέρων καὶ φρερίδων τοῦ ἁγίου ἡμῶν κουβεντίου, ἵνα ἔχωμεν ἀγάπην στέρεαν καὶ ἀλληθοίνην καὶ βέβαιαν κατὰ τὰ καιφαλέα τοῦ λεγομένου ὁρκομοτίκου μετά τοῦ μεγάλου αύθέντος καὶ μεγάλου ἀμήρα σουλτὰν Παγηαζὴτ, καὶ ἵνα στέργωμεν καὶ βαιβεοῦμεν τὰ ἄνωθεν κεφαλέα τῆς ἀγάπης, γραμμένα ἐν φωρῷ πάντι τῆς ζωῆς ἡμῶν, σοζομένου [ὁ]μοῦ καὶ ὁ υἱός μου ὁ μέγας αὐθέντης νὰ ἔχῃ πρὸς ἡμᾶς καλήν καὶ στερέαν ἀγάπην. καὶ εἰς μαρτηρίαν περισοτέραν καὶ βεβαιώσην ἐκρεμάσαμεν τὴν μολιβδίνην βούλαν κοίνην τοῦ κουβεντίου ἡμῶν κατὰ τάξην ἔδω ἐν Ῥόδου ἀπὸ τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ,αυπβ’ δικεμβρίῳ ζ’.»

ΙΙ. Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν προς Βαγιαζήτ Β΄, Ρόδος, 7 Δεκεμβρίου 1482:

«Ἀνικυτάτῳ, κραταιωτάτῳ βασιλεῦ τὸν βασιλαίων, μέγας αὐθέντης καὶ υἱός μου. ἦλθεν ἔδω ὁ εὐγενής καὶ τετιμημένος ἄρχος ἀποκρησιάρης τῆς ἐκλαμπρωτάτισου αὐθεντίας ὁ Χαγριατήρης, ἄρχε μεν φρόνημος καὶ ἄξιος καὶ ἠγαπημένος τῆς τιμῆς καὶ τοῦ διαφόρου τῆς μεγάλισου αὐθεντίας καὶ μὲ πᾶσαν φρόνησιν καὶ τρόπων καλὸν καὶ καθαραίαις δουλίαις ἐποίησεν, καὶ ἀπ’ ἐκοίνων ἐπαραλάβαμεν ταῖς γράφες τῆς ὑψυλωτάτησου αὐθεντίας, καὶ ὑγρικήσαμεν κατὰ τὰ λόγια τοῦ ἀποκρησιάρι τὸ θέλημαν τῆς μεγάλισου αὐθεντίας, καὶ ἀπάνω εἰς τὴν ἀγάπην ὁμόσαμεν ὁσὰν καθάριαν καὶ βαίβεαν κατὰ τὸ ὀρκομότικον. πάλλιν διὰ τὸν ἐκλαμπρωτάτω αὐθέντην Τζητζήμη σουλτάν ὁ λεγόμενος ἀποκρισιάρις ἔφερεν τόσα λόγια τῆς μεγάλισου αὐθεντίας˙ ἡμεῖς διὰ τὸ γένως αὐτοῦ ἐπαραλάβαμεν των μὲ τιμὶν κατὰ τὸν τρόπον τὸν αὐθέντων, καὶ ἐστήλαμεν των εἰς τὴν Φράντζαν, διὰ νὰ λίπῃ πᾶν σκάνδαλον, καὶ δι’ αὐτὰ ἐγοίνησαν μὲ μεγάλες ἐξόδες, ὁσάν δὲν λανθάνουν τὴν ὑψηλώτισου αὐθεντίαν˙ διὰ τούτω παρακαλοῦμεν τὴν μεγάλην σου αὐθεντίαν, νὰ μηδἐν τὸν καταφρονήσις, καὶ θέλις ἔχειν καὶ ἡ αὐθεντία σου ἄπε τὸν κόσμον καταφρόνεσιν, διότις ἡ ξένη τὸν λιποῦντεν, καὶ ἡ αὐθεντία σου, ὅπου σε ἔδοσεν ὁ θεὸς καὶ ἐγήνης μέγας αὐθέντης, καὶ μὰ τὴν ἀλήθοιαν, εἰς τὴν φρόνεσιν τῆς αὐθεντίας σού δέν πρέπη νὰ ἔχῃ τόσιν καταφρόνεσιν, νὰ ἔχῃ τίοσιν τὰ ζητιμένα καὶ βλεπημένα, διότις ὅλα εἶμεν ἄκριβα κατὰ τὴν τάξην τοῦ τόπου ἐκοίνου, καὶ χορὶς ἐξόδες τῆς ζωῆς ἠ φυλάξη πληότερα θέλη [εἶναι]˙ πολλή γαρ ὀρέξην ἔχουν νὰ εἶναι εἰς τὰς χοίρας των, καὶ ἡμεῖς ἔχομεν καθαρίαν ὄρεξην καὶ θέλημαν, νὰ εἶναι καλὰ βλεπημένος, κατὰ τὸ θέλη τὸ δίκαιον, διὰ νὰ λίπῃ πᾶν σκάνδαλον καὶ ἐνπόδιον˙ ὅλα ταῦτα πάντα δὲν ἔνε δίχος ἐξόδες, κατὰ ποῦ γνωρίζη ἡ ὑψηλωτάτι σου αὐθεντία, κατὰ ποῦ τὰ ἐφανεράσαμεν τὸν λεγομένον ἀποκρισιάριον τῆς μεγάλισου αὐθεντίας, καὶ ἀπάνω εἰς τοῦτω, διότις ἔχομεν ἐξουσίαν καὶ γραφὰς ἀπ’ αὐτὸ τὸ μέρως τοῦ Τζητζήμη, ἐτελιώσαμεν αὐτὴν τὴν δουλίαν μὲ τον ἀποκρισιάριον τῆς ὑψηλωτάτισου αὐθεντίας κατὰ τὴν δηνάμην καὶ τοὺς λόγους καὶ τὴν ἐξουσίαν τῆς γραφῆς [τῆς] μεγάλησου αὐθεντίας, ὁποῦ ἔχη ὁ λεγομένος ἀποκρισιάριος, εἰς τὸν τρόπον αὐτὸν νὰ πληρώσῃ ἡ μεγάλη σου αὐθεντία με’ χηληάδες δουκάτα βενετικὰ χρίσα διὰ πάσα χρόνων, καὶ νὰ πληρώνουντε εἰς τὴν Ῥόδον εἰς τὰς χεῖρὰς μας εἰς τὴν πρώτην ἡμέραν τοῦ χρόνου, ὁ ὁποῖος χαρίζη εἰς τὴν πρώτην τοῦ αὐγούστου τοῦ περασμένου, ὅπου εἶνεν ὁ αὐθέντης ὁ Τζητζήμης εἰς τὰς χεῖρὰς μας, καὶ διὰ τὸ πλήρωμα αὐτοῦ τοῦ χρόνου, ὅπου τρέχη ἕως μ’ ἡμέραις, νὰ πληρώνουντε ἡ με’ χηληάδες εἰς τὴν Ῥόδον, καὶ ὁτὰν περιλάβομεν τῆς ἄνοθεν με’ χηληάδες τὰ δουκάτα, ὠχὶ ἀλίος τὸ πὸς νὰ βάλομεν βούλην καὶ τρόπον εἰς τὴν ζωὴν καὶ φύλαξην τοῦ αὐθέντος τοῦ Τζητζήμη μὲ τὸν ἀποκρισιάριον ἡμῶν, τὸν θέλομεν στύλην γόργον μὲ κατέργον ἤ μὲ καράβην εἰς τὴν Φράντζαν. καὶ μὰ τὴν ἀλλήθοιαν, μὲ πώλην στενοχωρίαν αὐτὰ οὐδὲν σόνουν. νὰ βάλομεν πάσα λογίς, πωθὸν καὶ δύναμην κατὰ τὴν καθάρην καρδίαν, νὰ ἔχῃ πάσα ζοὴν καὶ φύλαξην, διὰ νὰ λίπουν τὰ σκάνδαλα καὶ ὀχλίσαν, κατὰ ποῦ θέλη ἡ καθάρα φιλία καὶ ἡ ἀληθένη ἠρήνη εἰς τὴν ζωὴν μας κατὰ τὸν ὅρκον ἡμῶν, ὅπου ἐβάλαμεν εἰς τὸ καλὸν τέλως τῆς ἀγάπης, νὰ μηδὲν ἔχῃ ἡ αὐθεντία σου ἐνπό[διον] ἤ ζημήαν διὰ τὴν ἀφόρμην αὐτοῦ οὔτε στερέας οὔτε θαλάσου ἕνεκεν τοῦτο. καὶ ἐγὼ εἰς ταῖς ἐξόδους μου καὶ εἰς τοὺς κόπους μου ἐλπίζω καὶ θαρὼ, νὰ ἔχω ἀποῦ τὴν αὐθεντία σου μεγάλας ἀντιμηβὰς καὶ μεγάλας ἐβεργεσίας, νησία καὶ ἄλα τοιπώτας, τὰ ὁποῖα ἠξεύρη καὶ ὁ ἀποκρησάριος τῆς ἐκλαμπρωτάτισου αὐθεντίας. ἠξευρήτω ὁ θεός, ἐὰν ἐλίπα ἐγὼ εἰς βαρέα χερία, ἤθελεν ἔμπη καὶ ἡ αὐθεντία σου πόλλα, οἴθελες κακοπαθοίσην, ἀμὲ ὁ θεός καὶ τὸ ῥιζηκὸν σου τὸ ἔφερεν εὔκολον, καὶ θάρω μὲ τὴν βοηθοίαν τοῦ θεοῦ ἕως τὸ τέλως νὰ μηδὲν λίψῃ ἡ ἀγάποι μας. χαίροις. ἔδω ἐν Ῥόδον κατὰ μηνοί δικεμβρίῳ ζ’, ἀπὸ δὲ τῆς ἐνσάρκου οἰκονωμίας τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ,αυπβ’.

Φρά Πέτρως Δαιωμβουσὼν, μαΐστωρ τοῦ Ὀσπηταλλίου τοῦ Ἱεσουσαλίμ.»

ΙΙΙ. Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν προς Βαγιαζήτ Β΄, Ρόδος, 7 Δεκεμβρίου 1482:

«τὸ ἀνικιτοτάτο καὶ κραταιωτάτο και ἠψηλοτάτῳ βασιλαίως τὸν βασιλέων καὶ μεγάλῳ αὐθέντῃ σουλτάν Παϊαζήτ χάν.

Ἐκλάμπρη αὐθέντε καὶ τετιμημένοι φίλοι˙ γνοστὼν ἐστὼ σας, τὸ πῶς ὁ ἐκλαμπροτάτως αὐθέντης ὁ Τζητζήμη σουλτὰν ἦλθεν ἔδω καὶ διὰ τὸ γένος αὐτοῦ ἐπαραλάβαμέν των μὲ τιμὴν κατὰ τρόπον τὸν αὐθέντου, καὶ διὰ τὴν καλὴν ἀφορμὴν ἐστήλαμέν των εἰς τὴν Φράντζαν, διὰ νὰ ἦνεν μὲ τιμὴν κατὰ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, νὰ ἔχῃ ζωὴν καὶ βλέπησιν εἰς τοὺς τόπους ἡμῶν, καὶ ταῦθα ἐγοίνησαν μὲ καθάρην καρδίαν καὶ μὲ μεγάλαις ἐξόδες, ἠ ποίαις οὐδὲν σας λανθάνουσιν, καὶ ἐκοῖ, ὅπου οἶνεν, θέλῃ πωλλές ἐξόδες κατὰ τὴν ποιότητα τοῦ τόπου ἐκοίνου. καὶ τόσα πόλλα μηδὲν τὸν καταφρονέσητε, διὰ νὰ ἔχῃ μάζη τιμέμενα, ὁσὰν πρέπη κατὰ τὸ γένως αὐτοῦ, ὁσάν ἐσηντίχαμε τὸν εὐγενὴν καὶ τετιμημένον ἀποκρησιάρην τὸν Χαγριαζήνην, ἄρχον μὲν φρόνημον καὶ ἄξιον κατὰ τὴν τάξην καὶ φρόνησιν, ὅπου ἐκράτηξεν μετά μας εἰς τὴν δουλίαν αὐτὴν, ὁσάν ἠγαπημένος τῆς τιμῆς καὶ τοῦ διαφόρου τοῦ αὐθέντος κατὰ τὰς γραφάς, ὁποῦ μας ἔφερεν ἀπὸ τὸ μέρως τοῦ μεγάλου αὐθέντος, καὶ θαροῦμε, νὰ [μή] ποιήσετε πληωτέρας σιόπης. ὅ τι ἐποιήσαμεν, ἐγέγονεν διὰ νὰ λίπῃ πᾶν σκάνδαλον καὶ πολλαῖς ὀχλήσαις, τὰ ὁποῖα ἠξεύρη, καὶ ἀνεφέραμεν καὶ τὸν λεγόμενον ἀποκρισιάρην. ἔδω ἐν Ῥόδον κατὰ μηνοὶ δικέμβριον ζ’ ἀπὸ τῆς σαρκώσεως τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ,αυπβ’.

Φρά Πέτρως Δαιονβουσὼν, μαΐστωρ τοῦ Ὀσπηταλίου τών Ἱερωσωλύμων.»

ΙV. Βεβαίωση εκπροσώπου Βαγιαζήτ Β΄, Ρόδος, 7 Δεκεμβρίου 1482:

«Τῆς ἐκλαμπροὶς αὐθεντήασου πασί ἐστι φίλοις ἀκρίβοις ἡμῶν.

Νὰ τὶ γνωρίσι πάσα εἰς τὸ ἐγὼ ἀποκρισιάριος καὶ δοῦλος τοῦ μεγάλου αὐθέντος Παγηαζήτ χὰν εἰς τὴν δυνάμην καὶ ἐξουσίαν τὸν γραμάτων τοῦ μεγάλου αὐθέντος ἐποίησα καὶ ἐτελίωσα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μεγάλου αὐθέντος μὲ τὸν ἐνδεσιμότατον αὐθέντην φρὰ Πέτρω Δαιεμβουσὸν, μέγαν μαΐστωρ τῆς βασιλιας Ῥόδου, διὰ τὲς ἐξόδες καὶ βλεπίσες τοῦ ἐκλαμπροτάτου αὐθέντος Τζηζύμη σουλτὰν καὶ κατὰ τὴν δυνάμην καὶ πιτρωπίαν, ὅπου ἔχη ὁ λεγωμένως αὐθέντης μέγας μαΐστορ˙ πρῶτο μἐν διὰ ταῖς ἐξόδες καὶ βλεπώσην καὶ διὰ τὴν ἀφόρμην αὐτὴν νὰ πληρώσῃ ὁ μέγας αὐθέντης κάθεν χρόνον εἰς τὴν Ῥόδον εἰς τὰς χοίρας τοῦ μεγάλου μαΐστορως σαρανταπέντε χηλιάδες δουκάτα χρίσα μετρίτα εἰς τὴν πρώτην ἡμέραν τοῦ χρόνου, ὁποῖος χηρίζη εἰς τὴν πρώτην τοῦ αὐγούστου τοῦ περασμένου, καὶ καθὰ χρόνων ἐὰν δὲ ζὴ ἔτι διὰ τὸν χρόνων αὐτὼν, ὅπου τρέχη καὶ χηρίζη εἰς τὴν πρώτην τοῦ αὐγούστου τοῦ περασμένου, νὰ πληρώσῃ ὁ μέγας αὐθέντης εἰς τὴν Ῥόδον εἰς τὰς χεῖρας τοῦ μεγάλου μαΐστορ ἕως πενήντα ἡμέραις ἀπὸ τὴν συμερήνην ἡμέρα δουκάτα βενέτικα σαρανταπέντε χηληάδες, ἔτι μὲ τοῦτον τὸν τρόπον, ὁ μέγας μαΐστωρ, ὅταν περιλάβῃ τὰ ἄνοθεν δουκάτα καὶ ὀχί ἀλίως, τότες νὰ βάλῃ βουλὴν μὲ πάσα σπουδὴν καὶ δυνάμην ὁ λεγόμενος μέγας μαΐστωρ, νὰ εἶναι καλὰ βλεπημένος ὁ παρὸν Τζηζύμης σουλτάνος, καὶ νὰ κάμνῃ ταῖς ἐξόδες του διὰ τὴν ἀνάπαυσιν τοῦ μεγάλου αὐθέντος, διὰ νὰ λίπῃ πᾶν σκάνδαλον. παλλὴν ἐγὼ ὁ παρὸν ἀποκρησιάριος ὀμολόγω, ὅτι ἐπαράλαβα ἀπὸ τὸν ἐνδεσιμωτάτων αὐθέντην μέγαν μαΐστωρ ἕνα χάρτην, γραμμένων τούρκηκα, συμαδεμένων τὸ σύμαδιν τοῦ Τζηὰν σουλτάνου, καὶ ἀπὲ τὸ ὀπίον χάρτην ἔχη ὁσὰν ἐπίτροπως ἐξουσίαν καὶ δυνάμην, διὰ νὰ σιάσῃ τὸ παρὸν Τζηὰν σουλτάνον μὲ τὸν κραταιωτάτων αὐθέντην σουλτὰν Παϊαζήτ, καὶ εἰς τὴν δύναμην τοῦ χαρτίου ἐγενέτων αὐτὸς ὀ σιασμός, καὶ τόσω καὶ ὀμνέγω, ἤτη αὐτὼ τὸ χαρτὴν τὸ τουρκυκὸν, ὅπου μ’ ἔδοκεν ὁ μέγας μαΐστορ, νὰ τὸ στρέψω εἰς τέρμενον ἠμέραις πενήντα εἰς τὰς χήρας τοῦ μεγάλου μαΐστορος. καὶ διὰ πλήα βαιβέωσιν ἀληθοίας ἔγραψα τὰ ἄνοθεν μὲ τὸ χειρίν μου. ἐδόθην ἐν Ῥόδο μηνοὶ δικεμβρίο ζ’ ἔτος ἀπὸ Ἰησοῦ γενίσεως ,αυπβ’.»

V. Βαγιαζήτ Β΄ προς Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν, Αδριανούπολη, 7 Δεκεμβρίου 1482:

«Τοῦ μεγάλου αὐθέντος καὶ μεγάλου ἀμηρᾶ Παιαζήτ χὰν πρὸς τὸν ἐνδεσιμοτάτων, ὀσιωτάτων καὶ ὑψιλοτάτων μέγαν μαΐστωρ φρὰ Πέτρω Δαιομβουσὸν καὶ αὐθέντην τῆς Ῥόδου τὸν ἄξιον, πρέπουσαν, ἀγαπημένον χαιρετήσμον νὰ δέξεσε ἀφ’ ἡμῶν˙ μετά δὲ ταῦτα νὰ γηνόσκῃ ἡ αὐθεντία σου εἰς ὅτι ὁ ἡμέτερος ἀποκρησιάριος ἄρχον Χαγρλατὴν πέκης ἦλθεν καὶ ἀνέφερεν τὴν αὐθεντία μου τὰς τὸν μέσων ἡμῶν συνθήκας καὶ φιλίας, τὰς ὁπίας ἔστερξεν καὶ ἡ αὐθεντία μου, καλὸν δἐ περὶ τὴν ἀγάπην, ὅτι ἐποιήσατε μὲ τὸν ἠριμένων ἀποκρισιάριον τῆς αὐθεντίας μου, ἐστέρχθησαν καὶ ἐβαιβεωθήκασιν. ἔτι δὲ καὶ περὶ τοῦ ἀδελφοῦ μου τὴν ὑπόθεσιν, εἴ τι ἄρα ἐσιντήχετε καὶ ἐποιήσατε μὲ τοῦτον, ἀνεφερέτην, καὶ ἐγρίκησεν αὐτὰ ἡ αὐθεντία μου καταλεπτὼς, ἤγουν μὲ ἐδίκην σας τρόπον καὶ καλὴν ἀπαλαγὴν ἐπητελεστέτων, καὶ ἔμεν ἐς τὰ χέρια τοῦ ῥῆγα τῆς Φράντζας, τὸ ὅπιον ἡ αὐθεντία σας εἴπατε πρὸς τὸν ἀποκρησιάριον τῆς αὐθεντήας μου, ὅτι ἐὰν θέλωμεν ἡμεῖς, νὰ στήλωμεν ἄνθρωπον ἐδικὸν μας, νὰ εἴδῃ τὸ ποῦ εἶναι καὶ ποῦ εὑρίσκηται, καὶ ἡ αὐθεντία σού νὰ τὸν στήλῃ εἰς τὸν ἠρημένον τόπον μετὰ ἐπιμελίας τῆς προσικούσις. τούτω γοῦν ἐφάνην καλὸν πολλὰ τὴν αὐθεντίαν μου, καὶ ἐπὶ τοὐτῳ βοὐλομεν καὶ θέλωμεν νὰ στήλωμεν ἀποκρησιάριόν μάς μέτρικον, καθῶς πρέπη, εἰς τὸν μέγαν αὐθέντην, διὰ νὰ εἰπάγῃ νὰ ποιήσει καὶ νὰ βαιβεόσι καλὴν ἀγάπην καὶ φιλίαν μὲ τὸν ἐκλαμπρώτατον ῥῆγα, καθὼς ἐβαιβεώθην καὶ μὲ τὴν αὐθεντία σου. διὰ τοῦτο ἀξιοῦμε σας, ὅτι ὁτάν ἔλθῃ ὁ ἠριμένος ἀποκρησιάριος ἡμῶν αὐτόθεν, να τὸν στήλλῃ ἡ αὐθεντία σου μὲ καλὴν συνδρομὴν καὶ μὲ καλὴν ἀπαλαγὴν καὶ σιντροφίαν, νὰ εἰπάγῃ νὰ βαιβεώσῃ καλὴν φιλίαν καὶ ἀγάπην μὲ τὸν ἐκλαμπρώτατον ῥῆγα. τὸ λίπων παρακαλοῦμεν σας, νὰ σπουδάσις διὰ νὰ τελιώθῃ ἡ λεγομένη ἀγάπη, καθὼς ἐβαιβεώθην καὶ μὲ τὴν αὐθεντίαν σας ἔνεμεν. τούτω θέλομεν ἔχην μὲ ταῖς ἐβεργεσίαις ἀφ’ ἡμῶν καὶ περὶ σᾶς, τὰ ἐσηντήχετε μὲ τὸν ἀποκρισιάριόν μας περὶ τοῦ ἀδελφοῦ μου. ἄν δώσῃ ὁ θεός, θαροῦμεν, ὅτι θελούσην γένην αὐτὰ καὶ μεγαλιτέρες ἐβεργεσίες καὶ ἀντιμηβές. καὶ διὰ τούτω στέλωμεν τὸν ἐντιμώτατον ἄρχοντα καὶ σκλάβον τῆς αὐθεντίας μου Ἐλίας πέκην πρὸς τὴν αὐθεντίασας, καὶ διὰ τοσοῦτο μετέρων θαροῦμεν, νὰ τοῦ στήλετε μὲ κάλαις ἀπολογίαις, διὰ νὰ πράξωμεν καὶ ἡμεῖς τὸ μέλον γενέσθαι. δικεμβρίῳ ζ’ ἐν Ἀνδριανοῦ πώλη.»

VΙ. Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν προς Βαγιαζήτ Β΄, Ρόδος, 25 Ιανουαρίου 1483:

«Ἀήττητε, κραταιώτατε, ὑψιλώτατε βασιλεύς βασιλέων καὶ ἠγαπημένε μας. γηνώσκαι, ὅτι ἐδέχθημεν ταῖς γραφαῖς τῆς μεγάλισου αὐθεντίας μὲ τὸν εὐγένην ἄρχον Ἠλίας πέκην, καὶ ὁ σκόπως τῆς γραφῆς εἶναι οὕτως, πῶς ἡ βασιλία σου ἐστήρξεσας καὶ ἐβαιβέωσας τὰς συνθηκὰς καὶ τὰς συμφωνίας ἡμῶν τὰς γενομένας διὰ τὴν ἀγάπην καὶ τὰς ἐξόδους καὶ βλεπωσύνης τοῦ ἀδελφοῦ σου μὲ τὸν τιμόμενον ἄρχον Χαγριάτην πέκης, τὸν ἀποκρισιάριον τοῖς βασιλίασου, καὶ πῶς ὀρέγεσε νὰ ἀποστοίλλῃς ἀποκρισάριον οἰς τὸν κραταιώτατον βασιλέαν τῆς Φράντζας, διὰ νὰ πιοίσι φιλίαν καὶ ἀγάπην, καὶ νὰ ἤδῃ καὶ τὸν ἀδελφὸν σου, διὰ τί[ς] γραφῆς, καὶ ἐστίλαμέν των εἰς τὰς χειρὰς τοῦ ῥήγως, καὶ ζητῆς ἀπιλογίαν, διὰ νὰ πράξιν τὸ μέλον γενέσθαι. ἐκλαμπρώτατος βασιλεῦ, οὐδὲν πράγμαν ἀπωκάτω τοῦ οὐρανοῦ ἀξιώτερων καὶ λαμπρώτερων, παροῦ νὰ λατρεύῃ τις τὴν ἀλληθοίαν, ἥν οὐ διὰ τὸν θυόων δίναται νικίσε. καὶ ἡμεῖς, φιλοῦντες τὴν ἀλλήαν ἀγάπην, καὶ φιλίαν μὲ τὴν βασιλίαν σου ἐποιήσαμεν, καὶ οὐδὲ ἔξο τῆς ἀλληθείας εἴπαμεν. φανερὸν ἐστι, ὅτι ὁ ἀδελφόσου οἰς τὰς χειράς μας οἶνεν εἰς τοὺς τόπους μας καὶ εἰς τὰ κάστρη μας εἰς τὴν Φράντζα καλὰ κυβερνημένος καὶ καλὰ βλεπημένος, καὶ ἐξαρχῆς, ὅτη ἦλθεν εἰς τὰς χοιράς μας, οὐδὲν εἴτων ὁ νοῦς μας ἀλού νὰ τὸν ἐστέλωμεν, οἰ μὴ εἰς τὴν Φράντζαν, διότη ἡμεῖς, ὅπου ἐγενήθημεν καὶ ἀνεθράφημεν πολλὴν καιρὸν εἰς τὸ πλεύρων τοῦ ὑψηλωτάτου ῥῆγος, ἠξεύρωμεν τὴν μεγαλωτάτην τῆς βασιλίας τὴν δικαιοσύνην, τοὺς νόμους, τοὺς τρόπους καὶ τοῦ ῥήγως τὴν ἀρετὴν, τὴν φιλανθροποίαν, ὡστίς φιλώτην, ἀλληθίαν, ἔτι δὲ καὶ τὴν χάριν καὶ φιλίαν, ὅπου ἔχη εἰς ὅλας καὶ εἰς τὴν τάξην καὶ πώλλην ἡμῶν, ὡσάν κτίστωρ καὶ διαφέστορ, γινώσκομεν ἀφυρωτῶς, ὅτι οὐδὲ ὀθέλη πιοίσοι ὁ μέγας ῥῆ£ ἀλὼ παρὰ τὸ θέλωμεν ἡμεῖς εἰς τὰ πράγματα τοῦ ἀδελφοῦ σου. διὰ τούτω πᾶσα ἀμφηβολία ὡς λίψη, ἐ τιμίες γραφὲς τοῦ ἀδελφοῦ σου φένετε, πῶς εἶνεν κρατημένος, νὰ ποιείσει κατὰ τὴν βουλὴν καὶ τὸ θέλημαν ἡμῶν, καθὼς μᾶς ἔδοκεν ἐξουσίαν, νὰ σιάσομεν ταῖς δουλίες του μὲ τὴν ἐκλαμπρωτάτην αὐθεντία σου, καὶ δέν ὑνπωρὴ νὰ ‘πὴ ἀλίος ἀπάνω εἰς αὐτώ˙ πωλλὴ γὰρ πρισκοῦτεν καὶ ἐπεθημοῦν μὲ πώλλας πράξες καὶ χάριτας τοῦ ἀδελφοῦ σου, ἀλόμως ἡμοῖς οὐδὲν μᾶς ἐφάνην νὰ πράξωμεν τίποτες διὰ τὴν ἀνάπαυσιν τῆς βασιλίασου, ἀναμένοντες, νὰ πιοίσεις καὶ νὰ τελειώσῃς, ὅσα ἐβαιβεώσαμεν διὰ τὸν ἀδελφὸν σου. ὅτι νὰ ὑξεύρῃ ἡ βασιλία σου, πῶς μὲ γραφὲς τοῦ ἀνεψίου μου, ὁ ὁπίως εἶνε βλέπηός του, ἐμάθωμεν, ὅτι εἰς τὰς ιε’ τοῦ ὀκτωβρίου εὔθασεν ὁ ἀδελφόσου εἰς τὴν Βηλὰ Φράνχαν εἰς τὴν στερεὰν, καὶ ἐκαβαλίκευσεν εἰς τὰ κάστρη μας καὶ εἰς τοὺς τόπους μας˙ ἀλά, ὑψηλώτατε βασιλεῦ, ἐπενοῦμεν καὶ ὑψόνομεν εἰς τὸν οὐρανόν τὴν βουλὴν καὶ τὸ θέλημαν τῆς βασιλίασου, διὰ νὰ στήλλῃς ἀποκρισιάριον εἰς τὴν Φράντζαν, διὰ νὰ ποιείσει ἀγάπην καὶ φιλίαν μὲ τὸν ῥῆγα, καὶ τούτω κρατιωτ’ ἀφυρωτῶς ὁ καὶ θέλη γενὴν καὶ θέλη οἴδειν καὶ τὸν ἀδελφὸν σου, καὶ ἐν τούτω νὰ φάνῃ εἰς ὅ τι λέγωμεν, ὅτι οὐδὲν ἐστὶν ἀμφιβολίαν, καὶ ἡμεῖς νὰ τὸν δόσωμεν, νὰ καταλλάβην τῆς βούλης μας διὰ τὴν συντροφία σου, καὶ νὰ τὸν συνδράμῃ διὰ δούλευσιν τῆς βασιλείασου. καὶ τούτῳ ὁς τῶ ἠξεύρῃ ἡ βασιλία σου, ὥς πωτε κρατῖτε καὶ φυλάττετε ἡ φιλία ἡμῶν καὶ ἡ ἀγάπη, θέλῃ οἴστεν καὶ ἡ φυλία τοῦ ῥῆγος βεβαιωμένοι˙ ἀλά, φρονιμώτατε βασιλεύς, ἐπέρασαν ϟ’ ἡμέραις, καὶ μὲ μεγάλοις ἐξόδες κυβερνοῦμεν καὶ βλέπωμεν τὸν ἀδελφὸν σου, καὶ ὁ κερὸς περνᾷ μὲ ζημίαν διὰ τὴν ἀνάπαυσιν τῆς βασιλείας σου, ἀναμένοντα τὴν συνπύβασιν τῆς ἐξόδου τοῦ ἀδελφοῦ σου νὰ ἔχῃ τέλως˙ διὰ τούτω εἶναι ἀνανγγαίων κατὰ τὰ στηχύματά μας, νὰ τὰ ἀποστήλῃ ἡ βασιλία σου τὴν πρώτην ἀπόδωσην τὸν με’ χηληάδον τὰ δουκάτα, καὶ μάλιστα ὅτι εἶναι δίκαιον καὶ πρέπων, νὰ φροντίζῃ ἡ αὐθεντία σου τὸν ἀδελφὸν σου, καὶ ὄχι ἀλός, καὶ τούτω εἶναι ἐπένετων παρὰ θεῷ καὶ παρὰ ἀνθρώποις, καὶ μὲ ταύτω νὰ ἀνάπευτε, καὶ κάμνοντας ταύτων ἡ βασιλία σου ἀπόστηλε καὶ τὸν ἀποκρισιάριόν σου κατὰ τὴν ὄρεξιν καὶ θέλησιν τῆς ὑψιλωτατίσου αὐθεντίας. διὰ τούτω ἀναμένωμεν ἀντίλογον εἰς ἡμέραις λ’˙ καὶ γὰρ ἡμεῖς φυλάττομεν καλήν γνώμην καὶ ἀλήθοιαν εἰς τὴν βασιλείαν σου, διότι ἡ καθολική φηλία εἶνεν θεμελιωμένη εἰς τὴν ἀλλήθοιαν, καὶ οὕτως καθηκάστην ἡμέραν θέλη φένεσθεν ὁ νοῦς μας καὶ ἡ καρδία μας ἀληθήνη καὶ ὀρθή. καὶ διὰ νὰ μηδὲν μακρηνοῦν πλέων τὰ πράγματα, στέλωμεν τὸν εὐγενὴν καὶ πιστὸν ἡμῶν φύλον Ποισόν. χαίροις. ἔδω ἐν Ῥόδῳ ἰανουαρίο κε’ ,αυπβ’.

Τὸ ἠπηροιφανεστάτῳ καὶ ἀνδρικωτάτῳ καὶ ἀηττήτῳ βασιλῆ τὸν βασιλέων καὶ μεγάλῳ αὐθέντῃ σουλτάν Παΐαζὴτ χὰν.

Φρὰ Πέτρως Δαιωμβουσὼν, μαΐστωρ τοῦ Ὀσπηταλλίου τὸν Ἰερωσωλίμων.»

VΙΙ. Βαγιαζήτ Β΄ προς Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν, Αδριανούπολη, 5 Μαρτίου 1483:

«Τοῦ μεγάλου αὐθέντος καὶ μεγάλου ἀμηρᾶ σουλτάν Παΐαζήτ πρὸς τὸν ἠψηλότατον, ὁσιώτατον, ἐνδαισιμώτατον, πάσης τιμῆς καὶ φρονήσεως ἄξιον φρὰ Πέτρων τὼν Δαιονβουσὼν, μέγαν μαΐστοραν τοῦ Ὀσπηταλίου τὸν Ἰερωσωλίμων, αὐθέντης Ῥόδου καὶ ἠγαπημένον πατήρ τῆς αὐθεντίας μου, τὸν ἄξιον, πρέπωντα, ἠγαπημένον χαιρετισμὸν νὰ δέκτητε ἠ ὀσιωτίσου. τηούτως τὰς γραφάσου ἐδεξάμην παρὰ τοῦ σκλάβου τοῦ Ἐλιαζοῦ πάση καὶ παρὰ τοῦ φυλοῦ τῆς ὠσιωτίσου μιστοῦ, καὶ ἠ τῇ μὰς γράφης, εἶναι καλὰ καὶ ἐπιτίδια καὶ φρόνημα. τὸ μὲν πρότω, ὁ παρὸν μου ἀδελφὸς εἶναι καλὰ εἰς τὰς χοίρας μας καὶ εἰς τὰ κάστρη μας, καὶ ἡ μὲν θέλετε νὰ πιστεύσετε καὶ νὰ καταλάβετε παντελὸς καθαρὰ, νὰ στήλης τὸν παρὸν ἀποκρισιάριον, καὶ οἰμῖς νὰ τὸν στηλοῦμεν μὲ ἐνάν μας ἄρχον καβαλαίρην καὶ μὲ καλἠν συνδρόμην νὰ οἰπάγῃ εἰς τῶν ἐκλαμπρώτατον ῥίγαν, νὰ πιοίσι ἀγάπην, καὶ νὰ φέρῃ καὶ χαρτία τοὐτου, νὰ ἔχῃ ὁ μέγας αὐθέντης ἠρένην καὶ ἀγάπην μὲ τὴν Ῥόδον, οὕτως στέργω καὶ ἐγὼ τὴν παροῦσαν ἀγάπην καὶ κατὰ τάξην, ἡγοῦν διὰ ξήρας καὶ θαλάσου νὰ ἔνεν ἠρήνη ἀναμέσον μας, καὶ στέργω αὐτά. οἴ τη ἄρα συμφωνῆ ἐποιήσατε διὰ ἐξόδες καὶ θροφὴν καὶ βλεποσίνην τοῦ ἀδελφοῦ σου, ὁποῦ εἶναι ἔδω κρατημένος καὶ φυλαμένος εἰς τὰς χεῖρας μας, ἡ ὁς ἤστου νὰ διδούντη ἡ παρὸν συνφωνίας, ἠγοῦν τὰ ἄσπρα εἰς τὴν Ῥόδον, νὰ εἶναι καὶ ὁ παρόν φυλαμένος εἰς τὰς χεῖρὰς μας, καὶ ἕνεκεν τούτου καμία ὀχλήσι καὶ ἀμφηβολία νὰ μὴ δὲν μένῃ. ἐπὶ τούτῳ θαρῶ μὲ τὴν βωήθηαν τοῦ θεοῦ καὶ μὲ σηνδρομὴν καὶ βωήθηαν ἐδικίσας ὅλα καλὰ καὶ ἐποιτίδια νὰ τελιωθώσιν, ἠγοῦν, καθὼς ἄνοθεν εἴρημεν, καὶ ἤ μὲν γένῃ οὕτως, καὶ τὰ δίο μέρη, ἠγοῦν ἀναμέσον μας θέλη εἶστεν ὁ λαός καὶ ὁ κόσμος ἀναπαμένε, καὶ ἀν τηρήτη ἀπὸ πᾶσαν ἐτίαν, εἰγοῦν πληότερα τὰ ἐδικὰ σας μέρη, τὰ ὅπηα τὴν ὠσηωτίσου οὐδὲν λανθάνου[σι]˙ καὶ γὰρ ἡμεῖς φήλαμεν καλὴν γνώμην καὶ φηλίαν καθεκάστην ἡμέραν, θέλη φένετε ὁ νοῦς μας καὶ ἡ καρδία μας ἀλληθήνη, παντελὸς λέγετε τὸ ὁμίος, τετράπλου θέλουν μεθαλάκτην [ἡ] αὐθεντία μου. ἔτι δὲ περί τὴν ἀπόθεσιν τοῦ παρὸν μου ἀδελφοῦ, εἰγοῦν διὰ ἐξώδες καὶ θροφὴν καὶ βλεπωσύνην αὐτοῦ, ὁς καλὸς τοῦ ἐπιτρόπως, ὅπου εἶσε, καὶ ἐπηνθήσετε μὲ τὸν ἀποκρισιάρην, καὶ ἔμηνεν τῆς αὐθεντία μου Χαρηατήνην, εἰγοῦν με’ χηληάδες δουκάτα. καὶ μὰ τὴν ἀλλήθηαν, ἡ αὐθεντία πρὸς τὴν ὠσηώτην σου μὲ πολλὰ ὀλίγα νὰ τήπωτας ἐθάρουν νὰ γένῃ δίο τρὶς, ὀτάν εἴτωνε ἐδώ πάρα ὁ παρὸν διὰ ,μ δουκάτα, τὸ ἐστέλαμεν μὲ τόσιν φαμέληαν, ἀνθρώποις καὶ λαὸν, ὅπου ἔχη μετακοίνον μαζήν του, εἰγοῦν σαράντα χηλεάδες φλουρία χρισᾶ βενέτικα κάθαρα πρὸς τὴν καλὴν μας ἀγάπην, νὰ ἔχῃ στέργος καὶ βαιβέωσιν ἀπάνω εἰς τὰ παρὸν ,μ, ἠγοῦν ἡ παρόν ,μ δουκάτα τὰ χρισᾶ βενέτηκα καθέκαστον χρόνόν νὰ στέλῃ ἡ αὐθεντία μου αὐτοῦ εἰς τὴν Ῥόδον, νὰ παραδιδοῦντε εἰς τὰς χοιρὰς τῆς ὠσηωτάτησου, ὁς καλὸς του ἐπίτροπως, ὅπου εἴδαμεν καὶ ἐπιστεύσαμεν κατὰ τῆς γραφῆς, ὅπου ἔφηκεν αὐτοῦ, καὶ ἔφερεν καὶ ἐδικὴν την ὁ παρόν μου ἀποκρισιάρης, εἰγοῦν ἡ συμφονία, καὶ τὰ στήλη μαζοί, νὰ οἶ μἐν ἀπὸ τὴν πρώτην τοῦ δικενβρίου μῆνος, ὅπου ἐσηβάστητε μὲ τὸν παρὸν μου ἐκήνην πάλλιν οἰς τὴν πρώτην τοῦ ἐρχομένου παρὸν μῆνος τοῦ ἐρχομένου χρόνου, νὰ διδοῦντε τὰ ὁμίος ,μ δουκάτα, ἐγένεν τούτω, καμία ἀμφηβολία οἰς τὴν μέσην μας νὰ μὴν δὲν γένῃ ἀναμέσον μας, καὶ τὸν παρὸν μου ἀποκρισιάρην διὰ συνοδία μου νὰ τὸν ἐξορθώσετε μὲ καλὴν συντροφίαν, νὰ εἰπάγῃ καὶ νὰ ἔλθῃ σηγούρα μὲ καλὴν πράξην καὶ ἀπαλαγήν. ἕνεκεν τούτω θέλη στερεὧθην καὶ βαιβεώθην ἡ καθαρὴ ἀγάπη παντελὸς ἀναμέσον μας. οἴστερον δὲ ὡ παρὸν σου δοῦλος εῑπεν, τὸ ἤ μὲν θέλετε διὰ τὰ παρὸν φλουρία, ὅπου νὰ εἰπάγην νὰ ἔλθῃ ὁ ἀποκρισιάριός μου, νὰ δώσῃ ἡ ὀσηωτάτη σού ἀπὸ τοὺς ἄρχοντάσου ἀνοχήρων καὶ σαλβοκουντούτων, νὰ ὀμώσῃ ἠ ὡσηωτάτη σου, ἐποιδή τὸ εἶπες οὕτως νὰ γένῃ. ἔπη τούτω δὲ ἡ αὐθεντία μου, μὰ τὴν ἀλλήθοιαν, ἠξευρήτο ὁ θεὸς τὴν ἀλήθηα, βασιλεύῃ παντελώς εἰς πάν τίποτες, καὶ ούδὲν οἴνεν, ὁ καὶ δὲν πιστατόμεν, ἀμὴν πὰν σκόπος εἶναι, νὰ τελιώθῃ ἡ παροῦσα ἀγάπη καθαρὴ παντελός, καὶ ὅλος πόσος ἀναμέσον μας σκάνδαλον νὰ μηδἐν γένῃ, καὶ νὰ καταπαύσουν πολὸν ἐθνῶν λόγια ἄπρακτα, ὅπου λέγουν παλὶν ἀποῦ τὰ ἔθνη τὰ δικὰ σας, τὰ ὄπια εἶδεν καὶ ὁ παρὸν σου φύλος, καὶ θέλῃ τὰ ἀναφέρην τὴν ὀσηωτάτην σου, καὶ διὰ σηντόμον μὲ τὸν παρὀν μου σκλάβον νὰ ἔχωμεν καθαρήν ἀπόφασιν.

μῆνος μάρτιος ε’ ἐγράφην ἐν Ἀνδριάνου πώλη.»

VΙΙΙ. Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν προς Βαγιαζήτ Β΄, Ρόδος, 4 Απριλίου 1483:

«Ἡμεῖς φρά Πέτρως Δαιωμβουσὼν, θεοῦ χαριτὴ τοῦ ἁγίου Ὀσπητζίου τοῦ σπηταλλίου τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τὸν Ἰερωσωλίμων ταποινός μαΐστωρ καὶ φὐλαξ τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. γνοστόν ἔστω τῆς πᾶσιν, πῶς μὲ τὸν τετιμημένον καὶ εὐγένην ἄρχον τὸν Σαηνπέκην, ἀποκρισιάριον τοῦ μεγάλου αὐθέντος, ἐπαραλάβαμεν γραφαῖς ἀπάνω εἰς τὴν βλέπησην καὶ τροφὴν καὶ ἐξόδες τοῦ ἐκλαμπρωτάτου Ζυζυμὴ, ἀδελφοῦ τοῦ μεγάλου αὐθέντος, πῶς ἡ μεγάλη του αὐθεντία νὰ μὰς στήλῃ εἰς τὴν Ῥόδον καθὰ χρόνον ,μ δουκάτα βενέτικα χρισᾶ εἰς τὴν πρώτην ἡμέραν τοῦ χρόνου, ὁ ὅπηος χηρίζη εἰς τὴν πρώτην ἡμέραν τοῦ δικεμβρίου τοῦ περασμένου, καὶ διὰ τὸν χρόνον αὐτὸν, ὅπου τρέχη καὶ ἀποὺ ἐχήρεσεν εἰς τὴν πρώτην τοῦ δικεμβρίου τοῦ περασμένου, ὁ μέγας αὐθέντης ἔστηλεν μὲ τὸν λεγόμενον ἀποκρισιάριον ,μ δουκάτα βενέτικα χρισᾶ, ὅπου ἐπόμηναν εἰς τὴν εὔγολον, καὶ τόρα πάγη νὰ τὰ φέρῃ ὁ λεγόμενος ἀποκρισιάρης διὰ τῶν χρόνον αὐτὼν, ὅπου ἐχήρησεν εἰς τὴν πρώτην τοῦ δικεμβρίου τοῦ περασμένου. διὰ τοῦτο ἡμοῖς κατὰ τὴν δύναμιν καὶ πιτροπίαν, ὅπου ἔχομεν ἀποῦ τὸν αὐθέντην Ζυζυμὴν, ἐποιήσαμεν καὶ ἐτελιώσαμεν μὲ τὸν μέγαν αὐθέντην διὰ ταῖς ἐξόδες καὶ βλεπωσύνην τοῦ λεγομένου αὐθέντος Ζυζυμὴ διὰ τὴν ἀνάπαυσην καὶ ἀλλιθίνην φιλίαν, ὅπου ἔχομεν μὲ τὸν μέγαν αὐθέντην˙ πρώτο μὲν διὰ βλέπωσιν καὶ ἐξόδες καὶ διὰ ἀφόρμην αὐτὴν μὲ τὸν αὐθέντην Ζυζυμὴν νὰ πληρώσῃ καὶ νὰ στήλῃ ὁ μέγας αὐθέντης καθὰ χρόνον εἰς τὴν Ῥόδον εἰς τὰς χεῖρὰς μας ,μ δουκάτα βενέτικα χρισᾶ εἰς τὴν πρώτην ἡμέραν τοῦ δικαιμβρίου τοῦ περασμένου καθὰ χρόνον ἐδεξήστιμε, ταῦτα καὶ παράλαβον καθἀ χρόνον τὴν πρώτην τοῦ δικαιμβρίου μ’ χηληάδες δουκάτα χρισᾶ βενέτικα, ἡμεῖς νὰ βάλομεν βουλὴν μὲ πᾶσα σπουδὴν καὶ δίναμην, ὁ παρὸν Τζησυμὴς σουλτάνος νὰ εἶναι βλεπημένος εἰς τὰς χεῖρὰς μας καὶ κοβερνημένος διὰ τὴν ἀνάπαυσιν τοῦ μεγάλου αὐθέντος, διὰ νὰ λίπῃ πᾶν σκάνδαλον, νὰ μηδέν ἔχῃ τήπωτας ζημίαν οὔτε στερέας οὔτε θαλάσης ὁ κραταιώτατος μέγας αὐθέντης, καὶ ὀμνέγωμεν εἰς τὸν θεὸν καὶ εἰς τὸν κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν καὶ εἰς τὴν δέσποιναν ἡμῶν τὴν θεοτόκον καὶ εἰς τὰ ἅγια εὐαγγέληα καὶ εἰς τὸν τίμιον καὶ βαπτίστην Ἰοάννην τὸν Πρόδρομον μετὰ θελήματος καὶ βουλῆς τὸν ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφῶν τὸν τετιμιμένων μπαλήδων, πριορίδων, προζίρον καὶ φρερίδον, νὰ κρατοῦμεν βαίβεαν καὶ ἀλλήθηναν, ὅ τι γραφήτω ῥηθὲν διὰ τὴν βλέπιαν καὶ τροφὴν καὶ ἐξόδες τοῦ αὐθέντος Ζυζυμὴ, παραλάβαμεν κατασταμένα καθὰ χρόνον. καὶ εἰς μαρτορίαν περισωτέραν καὶ βαιβέωσιν βάλωμεν καὶ τὴν βουλάν μας. ἔδω ἐν Ῥόδῳ ἀπὸ τῆς ἐνσαρκοῦ οἰκονομίας τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ,αυπβ’ ἀπριλίου δ’.»

ΙΧ. Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν προς Βαγιαζήτ Β΄, Ρόδος, 4 Απριλίου 1483:

«Ἀήττητε, κραταιώτατε, ἠψοιλώτατε βασιλεῦ τὸν βασυλέων, μέγας αὐθέντης καὶ πεφιλημένος ἡμῶν. ἐπαραλάβαμεν τὲς γραφαῖς τῆς ἠψηλοτάτησου αὐθεντίας παρὰ τὸν τετιμημένον ἄρχον τὸν Χουσανπέκη, ἀποκρισιάρη τῆς μεγάλισου αὐθεντίας, καὶ ὑγρικοίσαμεν τὴν φρώνισιν καὶ τὸ καλὸν θέλημαν τῆς βασιλίασου εἰς τὴν ἀλιθίνην ἠρήνην διὰ τὴν ἀνάπαυσιν τὸν μερίδον. πάλλην, πῶς ἡ μεγάλη σου αὐθεντία μπένπης τὸν λεγόμενον ἀποκρισιάρην, διὰ νὰ περάσῃ εἰς τὴν Φράντζα, διὰ ν’ ἀκούσῃ καὶ νὰ ἴδῃ καὶ ἀδελφόν τῆς μεγάλησου αὐθεντίας, καὶ πᾶσα ἔργων κατὰ τὰς γραφὰς ἡμῶν, καὶ πῶς ὁ λεγώμενος ἀποκρισιάρης φέρνην διὰ τροφὴν καὶ βλεπωσήνην τοῦ έκλαμπρωτάτου Ζυζυμὴ, ἀδελφὼν τῆς αὐθεντίασου, ,μ δουκάτα βενέτοικα καὶ καθὰ χρόνον εἰς τὴν πρώτην τοῦ δικεμβρίου, διὰ τὴν ὅπιαν αὐτὴν νὰ στήλῃ ἡ αὐθεντία σου μ’ χηληάδες δουκάτα βενέτικα, καὶ μετά ταῦτα νὰ γένῃ ἡ καλή ἠρήνη μὲ καθαρὰν καρδίαν. ἡψηλώταται αὐθέντη, γρίκον ταῦτα καὶ τὰ φρόνημα λόγηα τοῦ ἀποκρησιάρη ὡς φίλος ὄρθως καὶ καθαρῶς, ἐδέχθημεν καὶ ἐπενοῦμεν τὴν φρώνισιν τῆς μεγάλησου αὐθεντίας, διότις ἔστιλες ἄρχον φρόνημον καὶ ἄξιον, νὰ εἰπάγῃ εἰς τὴν Φράντζα. κατὰ τὸ θέλημα τῆς ἠψηλωτάτησου αὐθεντίας καὶ ἡμείς σὰν ὄρθη καὶ καλὴ φίλη νὰ βάλομεν τρόπον, νὰ ἠπάγῃ καὶ νὰ ἔλθῃ τιμίμενα, ἄφωβα καὶ ἀκήνδυνα, καὶ νὰ πιοῖσε εἰς τὸν τρόπον τῆς μεγάλησου αὐθεντίας, καὶ νὰ βάλομεν βουλὴν, εἰς ὀλίγαις ἡμέραις νὰ μησεύσῃ κατὰ τὴν ὄρηξην τῆς μεγάλησου αὐθεντίας. περὶ δὲ ταῖς ,μ τὰ δουκάτα, ἡμοῖς σὰν καλὴ φίλη καὶ ὄρθη ἐβάλαμεν τρόπων καὶ πάντα νὰ γένῃ. ἠ δὲ ὁ λεγόμενος ἀδελφός τῆς μεγάλισου αὐθεντίας νὰ εἶναι βλεπεμένος εἰς τὰς χειράς μας κατὰ τὸν ὄρκον ἡμῶν χώρης καμήαν ἀμφιβολίαν, κατὰ ποῦ θέλη εἴδην ὁ λεγόμενος ἀποκρησιάριος, καὶ θαροῦμεν, ὅταν στρέψῃ, νὰ δώσῃ ἀληθήνην μαρτηρίαν εἰς τὰ πίστα ἡμῶν ἔργα, καὶ ἡ μεγάλη σου αὐθεντία κατὰ τὰς γραφὰς νὰ δώσῃς καθαρὴν καρδίαν εἰς ἡμᾶς, ἔργα ὀμαίνοντες. ε’ [ἡμέραι] ὅπου λιποῦν ἀποῦ τὸν πρῶτον ὁκασμὸν ἄμε μετ’ ἐβεργεσιαῖς καὶ μεγάλες ἀντιμηβές. θαροῦμεν, νὰ ἔχομεν ἀποῦ τὴν μεγάλη σου αὐθεντία ἀλάδια τὴν ὄρεξυν τῆς μεγάλησου αὐθεντίας καὶ τὴν ὄρθην φιλίαν, ὅπου ἔχομεν εἰς τὴν βασιλίαν σου, στέργωμεν ταῖς ,μ τὰ δουκάτα βενέτικα καθὰ χρόνον, ὡς καθὼς γράφη [ἡ], ἡψηλωτάτι σου αὐθεντία. καὶ κατὰ τὸν λόγον τοῦ δούλου ἡμῶν νὰ ἔχουν, μπένπωμεν τημημένους ἄρχοντες νὰ στεκοῦν, ἕως ὅπου νὰ στρέψῃ ὁ λεγόμενος ἀποκρησιάριος τῆς ἠψηλωτάτισου αὐθεντίας, διὰ νὰ εἶναι πᾶν πρᾶγμα κατὰ τὰς γραφὰς τῆς ἠψηλωτάτησου αὐθεντίας. καὶ τόρα ὁ λεγώμενως ἀποκρισιάρις πάγη νὰ φέρῃ τὰ σταμένα, καὶ ὅταν στρέφῃ, γοργἀ νὰ μησεύσῃ κατὰ τὴν ὄρε£ην τῆς ἠψηλωτάτισου αὐθεντίας μὲ καβαλλάρην τημίμενον τῆς βουλῆς μας. χαίροις. ἔδω ἐν Ῥόδον ἀπὸ τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ,αυπΓ΄ ἀπριλίου δ’.

Φρά Πέτρως Δαιονβουσὼν, μαΐστορ τοῦ Ὀσπηταλίου τὸν Ἰεροσολίμων.»

Χ. Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν προς Βαγιαζήτ Β΄, Ρόδος, 14 Απριλίου 1483:

«Τῷ περιφανεστάτο καὶ ἀνδριωτάτῳ καὶ ἀηττήτῳ βασιλῆ τὸν βασιλαίων καὶ μεγάλῳ αὐθέντῃ σουλτὰν Παϊαζὴτ χὰν.

Ἡμεῖς φρὰ Πέτρως Δαιονβουσών, μαΐστορ ὁ ἄνοθεν, γνοστὸν ἔστω τοῖς πᾶσι, ὅτη τὴν σύμερων εἰς τὰς θ’ τοῦ ἀπριλίου ,αυπγ’ ἀπὸ τῆς ἐνσαρκώσεως [τοῦ κυρίου] ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁ εὐγενής καὶ τιμήμενος ἄρχος Χουσανπέκης, ἀποκρισάρης τοῦ μεγάλου αὐθέντος, ἐμέτρισεν καὶ ἐπλέρωσεν διὰ τὲς ἐξόδες καὶ βλέπηαν τοῦ αὐθέντος Ζυζυμὴς σουλτάν διὰ ἕναν χρόνον, ὅπου χήρισεν εἰς τὴν πρώτην ἡμέραν τοῦ δικεμβρίου τοῦ περασμένου ,αυπβ’ καὶ τεληόθη εἰς τὴν ὑστέρην ἡμέραν τοῦ νοεμβρίου τὸν ἐρχόμενον εἰς χρόνιαν ,αυπγ’, καὶ ἡ τημημένη ἡμῶν καβαλληρίδες καὶ φρερίδες Τζουάν Καειτάλ τουρκοπουληέρης, Γουλιέρμο δὲ Μπηλύρ ζὴ πρηόρης τῆς Κανπανίας πιτροπὴ τοῦ τριζορίου, καὶ Μάρκος Δεληνιὰκ, πριόρης τῆς Καπούας καὶ κοσαρβαδόρος τοῦ λεγομένου τρουζωρίου, καὶ Διομήδες δὲ Βήλα Λαούτ καὶ κουμεντούρις τῆς Λήγας καὶ συνεσκάλκος ἡμῶν, ἐπαραλάβαμεν εἰς τὸ ὄνομαν τὸν στροντζέριον αὐτὸν καὶ ἡμῶν ταῖς λεγομένες σαράντα χηλιάδες τὰ δουκάτα χρισᾶ βενέτικα διὰ τὸν χρόνον αὐτὸν, καὶ ἔτηαν κάμνομεν. καὶ εἰς μαρτιρίαν περισώτεραν βάλομεν τὴν βουλά μας. ἔδω ἐν Ῥόδο ,αυπγ’ ἀπριλίῳ ιδ’.»

[←8]

AOM, Reg. 76, φύλλα 98-99. Η απόφαση τού συμβουλίου να στείλουν τον Τζεμ σουλτάν στη Γαλλία έχει ημερομηνία 31 Αυγούστου 1482 [στο ίδιο, φύλλο 98]. Τα άρθρα τής συμφωνίας μεταξύ αυτού και τού Τάγματος έχουν ημερομηνία 22 τού μηνός [φύλλα 98-99]. Στην τελευταία αυτή ημερομηνία ο Τζεμ έδωσε επίσης στον μεγάλο μάγιστρο πλήρη εξουσιοδότηση, να διαπραγματεύεται για λογαριασμό του με τον Βαγιαζήτ Β΄, με την αιτιολογία ότι ήθελε να συνθέσει τις διαφορές τού με τον τελευταίο και να ζήσουν ειρηνικά με κοινή απόλαυση τής κληρονομιάς τους:

«Και ελπίζει ότι ο δικός του [δηλαδή τού ντ’ Ωμπουσσόν] σχεδιασμός, η συμβουλή και η σύνεση με τον γαληνότατο κύριο Γιλντιρίμ σουλτάνο [Γιλντιρίμ όμως, όπως έχουμε δει πιο πάνω, ήταν η επωνυμία τού Βαγιαζήτ Α’!], τα πράγματα μπορούν να συμβιβαστούν και να έρθει αρμονία, ώστε να ζήσουν ήσυχα και να απολαύσουν με ομόνοια την πατρική κληρονομιά» [φύλλα 99-l00].

(Sperat namque eius tractatu, consilio, et prudentia cum suo germano serenissimo domino Yldrymy Soldano res posse componi et concordiam iniri qua quiete vivant et paterna dicione concordi mente gaudeant)

Ο Τζεμ επικύρωσε και αυτό το έγγραφο με τη συνήθη τουρκική υπογραφή του (signo turchico solito), που θα ήταν χρήσιμη για τούς πρεσβευτές τού Τάγματος στην Πύλη.

[←9]

Bosio, II (1594), βιβλίο xiii, σελ. 370, 373-75, Zinkeisen, Gesch. d. osman. Reiches, II, 481, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 76-77, 80-81. Σύμφωνα με τον Caoursin στον Thuasne, Burchard, Diarium, I, 536 και Bosio, ό. π., σελ. 375, ο Τζεμ σουλτάν έφυγε από τη Ρόδο την 1η Σεπτεμβρίου, ύστερα από τριανταοκτώ μέρες στο νησί.

[←10]

Bosio, II (1594), βιβλίο xiii, σελ. 370-72, 376-80 και πρβλ. Felix Fabri, Evagatorium, III (1849), 290, για τα 45.000 δουκάτα που πληρώθηκαν από τον σουλτάνο στους Ιππότες (στην Bibliothek des literarischen Vereins στη Στουγκάρδη). Ο Fabri ακολουθεί τον Breydenbach. Ο Caoursin στον Thuasne, Burchard, Diarium, I, 544 λέει απλώς, ότι ο Βαγιαζήτ ανέλαβε να πληρώνει 45.000 χρυσά νομίσματα τον χρόνο για τη συντήρηση τού Τζεμ σουλτάν και ο Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν θα φρόντιζε «να μην προκύψουν θέματα φιλονικείας» (ne dissidii materia oriatur). Στις 30 Αυγούστου 1482 ο Ντ’ Ωμπουσσόν έγραφε στον πάπα Σίξτο Δ’, ότι ο Τζεμ στελνόταν στη Γαλλία [Bosio, II, 375-76]. Ο Σίξτος απάντησε με όρους αποδοχής σε επιστολή γραμμένη στη Ρώμη στις 9 Νοεμβρίου [Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1482, υπ’ αριθ. 36, τόμος XIX (1693), σελ. 313a]. Βλέπε γενικά Thuasne, Djem Sultan, σελ. 81-87. Kείμενα τής συνθήκης στις 7 Δεκεμβρίου 1482 και κάποια συνοδευτικά έγγραφα στα λατινικά και ελληνικά, παρέχονται από τον Sebastiano Pauli, Codice Diplomatico del sacro militare ordine Gierosolimitano, II (Lucca, 1737), υπ’ αριθ. xxix, σελ. 41930.

[←11]

Pauli, Codice diplomatico, II, υπ’ αριθ. xxx, σελ. 430-31, όπου το λατινικό κείμενο τής επιστολής τού ντ’ Ωμπουσσόν προς Σίξτο Δ’ έχει ημερομηνία 3 Ιανουαρίου 1483. Bosio, II (1594), βιβλίο xiii, σελ. 381-82, με την ίδια επιστολή με ημερομηνία 4 Ιανουαρίου. Ο ντ’ Ωμπουσσόν έγραψε πάλι προς τον πάπα στις 17 Μαΐου 1483 [σύμφωνα με τον Pauli, II, υπ’ αριθ. xxxi, σελ. 431-32] ή στις 26 Μαΐου [σύμφωνα με τον Bosio, II, 385-86, για το οποίο πρβλ. Thuasne, Djem Sultan, σελ. 104-5]. Ο Αχμέτ πασάς είχε αρχικά υποστηρίξει τον Βαγιαζήτ, ο οποίος χρωστούσε πολλά σε αυτόν [Caoursin στο Thuasne, Burchard, Diarium, I, 520-30, 540, 542]. Προς το τέλος τού 1483 ο καρδινάλιος Ροδρίγο Βοργία, αντικαγκελλάριος τής εκκλησίας, έγινε προστάτης των Ιωαννιτών [Bosio, II, 386-87]. Ο Γάλλος καρδινάλιος Ζαν ντε λα Μπαλύ ήταν όμως προστάτης τού Τάγματος, όταν έγινε η πρώτη συμφωνία τον Φεβρουάριο τού 1486, για την παράδοση τού Τζεμ σουλτάν στον παπισμό [Lamansky, Secrets d’ etat de Venise, σελ. 26369, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 138 και εξής]. Οι Βοργία και ντε λα Μπαλύ μισούσαν ο ένας τον άλλο και σε μια περίπτωση η ανταλλαγή ύβρεων μεταξύ τους σκανδάλισε την παπική κούρτη [στο ίδιο, σελ. 143]. O Lamansky, ό. π., σελ. 201 και εξής, δημοσιεύει σειρά εγγράφων σχετικών με τον Τζεμ από τα Eνετικά Αρχεία.

Όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις για ειρήνη μεταξύ των Ιωαννιτών και τού Βαγιαζήτ Β΄ στα τέλη καλοκαιριού και το φθινόπωρο τού 1482, βλέπε AOM, Reg. 76. φύλλα 100-103, που περιλαμβάνει «οδηγίες προς τούς θρησκευτικούς ιππότες αδελφούς Γκουιντόνε ντε Μόντε. Αρνάλντο ντε Κοντάτ και Λεονάρντο Πράτο, δικούς μας απεσταλμένους στον μεγάλο κύριο, τον γαληνότατο βασιλιά Βαγιαζήτ σουλτάνο» (instructione alli religiosi cavallieri frari Guidone de Monte, Arnaldo comendator de Condat, et Leonardo Prato, nostri oratori verso lo gran signore lo serenissimo re Bayazit Soldano), με τη σημείωση στο περιθώριο «για σύναψη ειρήνης με τον Τούρκο» (pro componenda pace cum Τurcο). Eπιπλέον των προτεινομένων άρθρων τής ειρήνης, οι απεσταλμένοι πήραν το συνηθισμένο «μυστικό υπόμνημα» (memoriale secretum) [στο ίδιο, φύλλα 102103]. Για αρχειακά αντίγραφα των επιστολών που αντηλλάγησαν μεταξύ Αχμέτ πασά (9 Ιουλίου 1482) και ντ’ Ωμπουσσόν (2 Σεπτεμβρίου 1482) και για άλλα σχετικά έγγραφα, βλέπε στο ίδιο, φύλλα 103-104 και εξής.

[←12]

Sa’d-ad-Din, «Aventures du prince Gem» (traduites du turc de Saad-eddin-effendi par M. Garcin de Tassy), στο Journal asiatique, IX (1826, ανατυπ. 1965), 157 και πρβλ. Thuasne, Djem Sultan, σελ. 98-99.

[←13]

Thuasne, Djem Sultan, σελ. 98-99, 106-10, 115-16. Στις 26 Αυγούστου 1483 ο Πάολο ντα Κόλλε (Paolo da Colle), Φλωρεντινός έμπορος ο οποίος είχε μακρά σχέση με την Πύλη (και ήταν εκπρόσωπος τού Λορέντσο Μέδικου), έγραψε στον Βαγιαζήτ Β΄ από τη Φλωρεντία για επίσκεψη που είχε κάνει στον Τζεμ σουλτάν στη Γαλλία. Τον Πάολο είχε συνοδεύσει Τούρκος απεσταλμένος, που έλπιζε για ακρόαση από τον Λουδοβίκο ΙΑ’. Αποστολή τού απεσταλμένου ήταν να δει τον Τζεμ ή τουλάχιστον να μάθει «αν είναι ζωντανός ή νεκρός ή με ποιον κύριο κατοικεί» (se era vivo o morto o con che signore habitava) [Babinger, Spätmittelalterliche fränkische Briefschaften, σελ. 21-42, με το κείμενο τής επιστολής τού Πάολο στο ίδιο, σελ. 31-36].

[←14]

Thuasne, Djem Sultan, σελ. 121-23. 146, τού οποίου η χρονολόγηση είναι ανακριβής (βλέπε πιο κάτω, σημείωση 15). Οι Ενετοί προσπαθούσαν να παρακολουθούν όλες τις σχετικές με τον Τζεμ σουλτάν εξελίξεις [Lamansky, Secrets d’ etat, σελ. 209 και εξής] και να αποκτήσουν την εύνοια τής Πύλης ενημερώνοντας τον σουλτάνο Βαγιαζήτ για τις κινήσεις τού αδελφού του. Όταν, για παράδειγμα, ο Αντόνιο Φέρρο επρόκειτο να φύγει για την Ισταμπούλ ως απεσταλμένος και υποβαϊλος, η αποστολή του περιλάμβανε τις παρακάτω οδηγίες:

«Aν σάς ρωτήσουν για τον αδελφό τού κύριου Τούρκου [και οι πασάδες ήταν βέβαιο ότι θα έκαναν την ερώτηση], να απαντήσετε ότι μετά το πέρασμά του μεταφέρθηκε από τόπο σε τόπο και τοποθετήθηκε σε κάστρο που βρίσκεται στο βασίλειο τής Γαλλίας, όπως έχουμε ενημερώσει την Εξοχότητά του τον κύριο Τούρκο μέσω τού πιστότατου δικού μας Τζιοβάννι Ντάριο και δεν έχουμε μάθει τίποτε περαιτέρω, εκτός από το ότι εξακολουθεί να βρίσκεται στο κάστρο και να φρουρείται προσεκτικά. Και οτιδήποτε άλλο μάθουμε γι’ αυτόν, θα ενημερώσουμε με την ίδια προθυμία την Εξοχότητά του, λόγω τής καλής μας διάθεσης»

(Si fueris interogatus de fratre domini Turci, respondebis quod postquam iam antea ille fuit mutatus de loco ad locum et positus in illa arce sita in regno Francie, prout tunc notificavimus Excellentie domini Turci per medium fidellissimi nostri Ioannis Dario, nil ulterius intelligere potuimus nisi quod adhuc in ipsa arce ille reperitur ubi diligenter custoditur. Et si quid aliud de illo intellexissemus pro officio benivolentie nostre libenter eidem Excellentie notificavissemus)

[Sen. Secreta, Reg. 33, φύλλο 49 (59), έγγραφο με ημερομηνία 31 Δεκεμβρίου 1486 και πρβλ. στο ίδιο, φύλλα 65 (75), 95 (105), 104 (114), 151 (161), 161 (172) και Reg. 34. φύλλα 4 (16), 11 (23), 15 (27), 26 (38), 187 (198)].

[←15]

Πρβλ. Thuasne, Djem Sultan, σελ. 157-63. Κρατούσαν τον Τζεμ σουλτάν υπό τόση επιτήρηση, όση κατόρθωναν οι Τούρκοι κατάσκοποι. Πιθανώς θα τον σκότωναν ή θα τον αιχμαλώτιζαν αν εύρισκαν την ευκαιρία. Βλέπε το εξαιρετικό άρθρο τού V. L. Menage, «Mission of an Ottoman Secret Agent in France in 1486», Journal of the Royal Asiatic Society, Λονδίνο, 1965, σελ. 112-32. Ο εν λόγω πράκτορας ήταν ναυτικός τουρκικής καταγωγής που ονομαζόταν Μπαράκ Ρέις. Η περιγραφή τής αποστολής στην οποία στάλθηκε καθιστά σαφές, ότι ο Τζεμ είχε ήδη εγκατασταθεί στο Γκρος Τουρ τού Μπουργκανέφ τον Oκτώβριο ή Νοέμβριο τού 1486. Ο Menage έχει διορθώσει τη χρονολόγηση τού Thuasne για τούς διάφορους τόπους διαμονής τού Τζεμ στη Γαλλία.

[←16]

Thuasne, Djem Sultan, σελ. 213, 215, 222-23. Ο Τζεμ πρωτοέφτασε στη Σαβοϊα στη Βιλλεφράνς στις 15 Οκτωβρίου 1482. Εκ παραδρομής ο Thuasne, ό. π., σελ. 222, γράφει ότι «στις 21 Φεβρουαρίου [ο Τζεμ] έφυγε από τη Γαλλία, όπου είχε παραμείνει για επτά χρόνια, από τις 15 Φεβρουαρίου 1482 μέχρι τις 21 Φεβρουαρίου 1489» (le 21 février, quittait la France où il était demeuré plus de sept années [15 février 1482 – 21 février 1489]).

Tο αντίγραφο εργασίας τής ίδιας τής παπικής κούρτης για την απελευθέρωση τού Τζεμ σουλτάν από τούς Γάλλους υπάρχει στο Liber rubeus diversorum memorabilium στo Arch. Segr. Vaticano, A.A., Arm. I-XVΙII, 1443, φύλλα 116-118. Στις 10 Απριλίου 1488 ο Κάρολος Η’ έδωσε άδεια να παραδοθεί ο Τζεμ στον πάπα. Ο Τζεμ επρόκειτο να οδηγηθεί «στην περιοχή τής Αγκώνας ή σε κάποιον άλλο τόπο στην Ιταλία, σε εδάφη τής εκκλησίας» [από αντίγραφο τής βασιλικής επιστολής στα γαλλικά, στο ίδιο, φύλλο 118]. Η πράξη που αναθέτει στον πάπα την επιμέλεια τού Τζεμ έχει ημερομηνία 4 Ιουλίου 1488:

«Υπόσχεση τού βασιλιά τής Γαλλίας να ελευθερώσει τον Τούρκο Τζεμ σουλτάν, που βρίσκεται στη Γαλλία από τούς Ρόδιους θρησκευτικούς: Στο όνομα τού Θεού αμήν. Κατά το έτος 1488 από τη γέννησή του, τής έκτης ινδικτιώνος, κατά το τέταρτο έτος τής παπικής θητείας τού αγιώτατου εν Χριστώ πατέρα και κυρίου μας, τού κυρίου Ιννοκέντιου, με θεία πρόνοια πάπα Η’, στις 4 Ιουλίου. Ο σεβάσμιος πατέρας κύριος Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν, μάγιστρος τού Οσπιταλίου τού Αγίου Ιωάννη τής Ιερουσαλήμ και οι σεβάσμιοι άνδρες τού μοναστηριού τού Οσπιταλίου τής Ρόδου, έκριναν πριν από λίγο καιρό, ότι ο ίδιος Τζεμ σουλτάνος, αδελφός τού τυράννου των Τούρκων, έπρεπε για ασφαλέστερη φύλαξή του να κρατηθεί σε αιχμαλωσία στα μέρη τής Γαλλίας και σε τόπους κυριαρχίας τού γαληνότατου ηγεμόνα κύριου Καρόλου, χριστιανικότατου βασιλιά των Φράγκων και στη συνέχεια να φυλάσσεται προσεκτικά σε αυτά. Αργότερα ο αγιώτατος κύριός μας και ο μάγιστρος τού προαναφερθέντος μοναστηριού, για ορισμένες λογικές αιτίες, πιστεύουν ακράδαντα και κρίνουν, ότι είναι πιο πρόσφορο για τη χριστιανική κοινοπολιτεία και την Καθολική πίστη να μεταφερθεί και να φρουρείται ο ίδιος Τζεμ σε τόπους κυριαρχίας τής Ρωμαϊκής Εκκλησίας και ειδικότερα στην επαρχία Μάρκε τής Αγκώνας, που γειτονεύει με εκείνους τούς τόπους των χριστιανών, τούς οποίους κατέλαβε πριν από λίγο καιρό ο τύραννος και εξακολουθεί να κατέχει.» [φύλλο 116].

(Promissio regis Francie super relaxatione Zizimini Sultani Turchi existentis in Francia pro Religione Rhodianorum: Ιn Dei nomine amen. Anno a nativitate eiusdem millesimo CCCCLXXXVIII, indictione sexta, pontificatus sanctissimi in Christo patris et domini nostri, domini Innocentii divina providentia papae VIII anno quarto, die vero quarta mensis Iulii. Cum reverendus pater, dominus Petrus Dambusson, magister Hospitalis Sancti Johannis Ierosolimitani et venerabiles viri Conventus Rodi hospitalis eiusdem dudum Ziziminum Sultanum, Turchorum tiranni germanum, captivum tenerent pro illius tutiori custodia eum ad partes gallicanas et loca temporalis dominii serenissimi principis domini Caroli, Francorum regis Christianissimi, traduci fecerint et in illis ex tunc diligenter custodiri ac postmodum sanctissimus dominus noster et magister ac conventus prefati ex certis rationabilibus causis firmiter credentes et arbitrantes Reipublice Christiane et fidei catholice plurimum expedire quod idem Ziziminus ad loca temporalis dominii Romane Ecclesie et presertim provinciam Marchie Anchonitane traduceretur et custodiretur in illis que propinquiora sunt locis Christianorum que tirannus ille dudum occupavit et occupat …)

«Και … ο ίδιος αγιώτατος κύριός μας, με τις συμβουλές και τη συναίνεση των εν λόγω σεβασμιώτατων κυρίων καρδιναλίων, υποσχέθηκε στους προαναφερθέντες απεσταλμένους [τα ονόματα των απεσταλμένων έχουν διαγραφεί] και σε μένα τον νοτάριο ως δημόσιο πρόσωπο, αυτά που αποδέχθηκε και συνομολόγησε με τον προαναφερθέντα γαληνότατο βασιλιά, ότι αυτός ο Τζεμ δεν πρέπει να παραδοθεί στα χέρια και τη δύναμη ορισμένων, που μισούν, επιβουλεύονται ή εχθρεύονται τον ίδιο τον βασιλιά ή κάποιων άλλων για τούς οποίους θα συμφωνήσει ο εν λόγω αγιώτατος κύριός μας με τον μάγιστρο και το προαναφερθέν μοναστήρι… Ο αγιώτατος κύριός μας και οι εν λόγω απεσταλμένοι υποσχέθηκαν να προσέχουν όλα αυτά τα ονόματα που ειπώθηκαν μεταξύ τους και να τηρούν την καλή πίστη και να μην παραβιάζουν τη συμφωνία ή καταλήγουν σε διαφορετική εξήγηση ή αιτία, επί ποινή χιλίων χρυσών λιρών για το μέρος που δεν εκπλήρωσε αυτά που έπρεπε να κάνει απέναντι στο άλλο μέρος. Την ποινή αυτή υποσχέθηκαν το ένα μέρος στο άλλο και αντιστρόφως να πληρώνουν όταν παραβιάζουν τη συμφωνία και η ποινή θα αίρεται όταν καθένα ή όλα τα πράγματα παραμένουν σταθερά» [φύλλο 117].

(Et … idem sanctissimus dominus noster de dictorum reverendissimorum dominorum cardinalium consilio et consensu promisit prefatis oratoribus et michi notario ut publice persone pro prefato serenissimo rege stipulantibus et recipientibus quod idem Ziziminus non tradetur in manibus et posse alicuius eiusdem regis odiosi et malivoli vel inimici aut alicuius alterius quam ipsius s.d.n. iuxta conventa inter suam Sanctitatem, magistrum, et conventum prefatos. … Que omnia sanctissimus dominus noster et oratores prefati sibi invicem dictis nominibus promiserunt attendere et observare bona fide et non contrafacere vel venire aliqua ratione vel causa sub pena mille librarum auri per partem que non adimpleret incurrenda et alteri parti applicanda. Quam penam una pars alteri et altera alteri dare et solvere promisit totiens quotiens fuerit contrafactum et pena commissa soluta vel non omnia et singula firma perdurent…)

[←17]

Thuasne, Djem Sultan, σελ. 146 και εξής, 165-70. Η αποστολή που ανέθεσε η Ενετική Γερουσία στον σεβαστό διπλωμάτη Τζιοβάννι Ντάριο στις 7 Απριλίου 1487 [Sen. Secreta, Reg. 33, φύλλα 64-65 (74-75), παρεχόμενη στον Lamansky, Secrets d’ etat, σελ. 214]. Σημειώστε ότι ο σουλτάνος Βαγιαζήτ σκεφτόταν συνεχώς τον αδελφό τού Τζεμ και επιδίωκε πάντα να πληροφορείται γι’ αυτόν. Η αποστολή καθιστά πολύ σαφές, ότι η παροχή τέτοιων πληροφοριών ήταν ένας από τούς τρόπους που χρησιμοποιούσαν οι Ενετοί διπλωμάτες για να κερδίσουν την εύνοια τού σουλτάνου.

[←18]

Bosio, II (1594), βιβλίο xiii, σελ. 384 και εξής. Steph. Katona, Historia critica regum Hungariae, XVI, 517-20, αναφερόμενο από Zinkeisen, Gesch. d. osman. Reiches, II, 482-83. W. Fraknoi, Mathias Corvinus, Konig von Ungarn (1458-1490), Φράιμπουργκ ιμ Μπράισγκαου, 1891, σελ. 220-21 και πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1482, υπ’ αριθ. 36, τόμος XIX (1693), σελ. 313a.

Οι σχέσεις μεταξύ Έρκολε ντ’ Έστε τής Φερράρα και Ματίας Κορβίνους ήσαν πολύ στενές και ο Κορβίνους προπάθησε το 1485 να κάνει αρχιεπίσκοπο τού Γκραν τον νεαρό γιο τού Έρκολε, τον Ιππόλιτο (τον αργότερα καρδινάλιο) [Raynaldus, ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 37, τόμος XIX. σελ. 372a]. Ο Ματίας Κορβίνους νίκησε στον αγώνα του με τον πάπα για τον διορισμό αρχιεπίσκοπου στο Γκραν και το 1487 ο Ιππόλιτο πήγε στην Ουγγαρία και εγκαταστάθηκε στην εκκλησιαστική αρχιερατεία τής χώρας [Fraknoi, Mathias Corvinus, σελ. 286-90]. Για τις μηχανορραφίες τής Βενετίας το 1487 βλέπε Thuasne, Djem Sultan, σελ. 152 και εξής, 164-71 και τα έγγραφα στον Lamansky, Secrets d’ etat, σελ. 21324. Για την ενετική επιθυμία να παραδοθεί ο Τζεμ σουλτάν στον πάπα και όχι στον Κορβίνους, βλέπε ιδιαίτερα Sen. Secreta, Reg. 33. φύλλο 105 (115), έγγραφο με ημερομηνία 15 Σεπτεμβρίου 1487 και πρβλ. φύλλα 109 (119), 150 (160) και σημείωση Reg. 34, φύλλο 11 (23), με ημερομηνία 10 Μαΐου 1489.

[←19]

Ο Κορβίνους δεν εγκατέλειπε ποτέ τις προσπάθειές του να πετύχει την αποστολή τού Τζεμ σουλτάν στην Ουγγαρία [Thuasne, Djem Sultan, σελ. 198-99, 200, 220-21, 237, 250, 255 και εξής και βλέπε τα έγγραφα που αναφέρονται στην προηγούμενη σημείωση στο Lamansky, Secrets d’ etat]. Ο Φερράντε δεν ήταν λιγότερο δραστήριος στην προσπάθεια να πάρει τον Τζεμ και πάνω από όλα ήθελε να αποτρέψει τη μετάβασή του στη Ρώμη [πρβλ. Lamansky, ό. π., σελ. 227]. Ο Κορβίνους είχε παντρευτεί τη Βεατρίκη, κόρη τού Φερράντε, η οποία αργότερα βοήθησε στη ματαίωση των προσπαθειών τού Κορβίνους να τον διαδεχθεί ως βασιλιάς Ουγγαρίας ο νόθος του γιός Ιωάννης.

[←20]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 336 και επιμ. Celani, I, 254 (βλέπε πιο κάτω, σημείωση 92), A. de Bouard, «Lettres de Rome de Bartolomeo de Bracciano a Virginio Orsini (1489-1494)», Mélanges d’archeologie et d’ histoire, XXXIII (1913), υπ’ αριθ. I, σελ. 273-74.

[←21]

Ο Iννοκέντιος Η’ έκανε τον Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν καρδινάλιο σε μυστικό εκκλησιαστικό συμβούλιο στις 9 Μαρτίου 1489, μαζί με τέσσερις άλλους [Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 332-33 και επιμ. Celani, I, 251-52]. Την ίδια στιγμή ο Iννοκέντιος έκανε άλλους τρεις καρδινάλιους in petto, περιλαμβανομένου τού Τζιοβάννι, τού γιού τού Λορέντσο Μέδικου και αργότερα πάπα Λέοντος Ι’ [στο ίδιο, επιμ. Thuasne, I, 333, σημείωση 2; 526-27, 544-45, 548. Σημειώστε επίσης Stefano Infessura, Diaria rerum romanarum, επιμ. Oreste Tommasini, Diario della Città di Roma di St. Infessura scribasenato, Ρώμη, 1890, σελ. 238-40 (Fonti per la Storia d’ ltalia, υπ’ αριθ. 5), Bosio, II (1594), βιβλίο xiv, σελ. 411, Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1489, υπ’ αριθ. 22, τόμος XIX (1693), σελ. 397a]. Στο εκκλησιαστικό συμβούλιο στις 9 Mαρτίου ο πάπας είχε επίσης υποχρεωθεί να δώσει το κόκκινο καπέλλο στον Αντρέ ντ’ Επιναί, αρχιεπίσκοπο πρώτα τού Μπορντώ και αργότερα τής Λυών, αδελφό τού Γάλλου πρεσβευτή στην Αγία Έδρα και στενού συγγενή τού ναύαρχου Ντε Γκραβίλ, τότε σχεδόν ηγέτη τής Γαλλίας [Thuasne, Djem Sultan, σελ. 187-98, 201, 213-14, 215, 226-27, 236]. Η προαγωγή τού Ντ’ Επιναί, όχι λιγότερο απ’ ό,τι εκείνη τού ντ’ Ωμπουσσόν, αποτελούσε μέρος τής συμφωνίας, με την οποία η γαλλική αυλή έδωσε τον Τζεμ στη Ρώμη.

[←22]

Sigismondo de’ Conti, I (1883), 325, Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 254.

[←23]

Tα πρωτότυπα κείμενα των άρθρων (capitula) τής εκλογής τού Αυγούστου 1484, με τις υπογραφές των εικοσιτεσσάρων καρδινάλιων (όλες με τον δικό τους γραφικό χαρακτήρα), υπάρχουν στη Bibl. Apost. Vaticana, Cod. lat. 12. 518, πριν στo Arch. Segr. Vaticano, Miscellanea, Arm. XV, τόμος 109, φύλλα 12-17, 21 και εξής και πρβλ. φύλλα 32 και εξής, 36 και εξής, αντίγραφα φτιαγμένα από τα υπογεγραμμένα πρωτότυπα. Ο καρδινάλιος Πιέτρο Φόσκαρι αρνήθηκε να υπογράψει τις ονομαζόμενες διομολογήσεις, όπως μάς πληροφορεί ο τελετάρχης χρονικογράφος Γιόχαν Μπούρχαρτ [Diarium, επιμ. Thuasne, I, 32-33 και επιμ. F. Celani, I, 30, για το οποίο έργο βλέπε την επόμενη σημείωση].

[←24]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne. I, 23-54: «… έχοντας δύναμη να τηρούν αενάως και απαραβίαστα διατάγματα και αποφάσεις…» (… habentes vim decretalis et constitutionis perpetue inviolabiliter observande…) [σελ. 47 και επιμ. Celani, 1. 23-43, 39]. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1484, υπ’ αριθ. 28 39, τόμος XIX (1693), σελ. 337b-339b. Pastor, Hist. Popes, V, 232 και εξής και πρβλ. σελ. 354-55 και Gesch. d. Päpste, 111-1 (ανατυπ. 1955), 209 και εξής και πρβλ. σελ. 320.

Όταν ο Μπούρχαρτ έγινε τελετάρχης τού «παρεκκλησίου τού πάπα» τον Ιανουάριο (1484), υπήρχαν τριανταδύο καρδινάλιοι [Diarium, επιμ. Thuasne, I, 3-4, αλλά βλέπε επίσης επιμ. Celani, I, 4-6, με σημείωση στη σελ. 4]. Περιγράφοντας το κογκλάβιο τού 1484 ο Infessura, Diaria, ad ann. 1484, επιμ. Tommasini, σελ. 169-70 λέει, «…όλοι οι καρδινάλιοι, χωρίς να διαφωνεί κανένας, εισήλθαν σε κογκλάβιο στο μεγάλο παρεκκλήσι [στη Σιξτίνα] τού ανακτόρου τού Αγίου Πέτρου και ήσαν 25 στον αριθμό, ενώ απουσίαζαν άλλοι τρεις καρδινάλιοι» (… cardinales omnes, nemine discrepante, intraverunt conclave in cappella maiori [in Sistina] palatii Sancti Petri, et fuerunt numero XXV, et tres alii cardinales fuerunt absentes), ενώ όλες οι πηγές συμφωνούν, ότι εικοσιπέντε καρδινάλιοι ήσαν στο κογκλάβιο [πρβλ. τα Acta Consistorialia στo Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXI, τόμος 52, φύλλο 102, όπου παρέχονται τα ονόματά τους].

Ως προς το ζήτημα τής μεταρρύθμισης, ο Iννοκέντιος Η’ τελικά εξέτασε σοβαρά τη βελτίωση τής διοίκησης τής δικαιοσύνης στην παπική κούρτη και ιδιαίτερα στην πόλη τής Ρώμης, όπως φαίνεται από τη μακροσκελή και ενδιαφέρουσα βούλλα «Ζητήσαντες επί καιρό συμβουλή» (Consulta diualia sequentes) [στο Reg. Vat. 692, φύλλα 168-174], «που εκδόθηκε στη Ρώμη, στον Άγιο Πέτρο, το έτος κλπ. 1487 [κενό διάστημα για την ημέρα και τον μήνα που δεν συμπληρώθηκε ποτέ], κατά το τέταρτο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Rome apud Sanctum Pedum, anno etc. MCCCCLXXXVII, pontificatus nostri anno quarto), δηλαδή μετά τις 12 Σεπτεμβρίου 1487, που ήταν η επέτειος τής στέψης τού Ιννοκέντιου.

Παραπομπές σε σελίδες τής έκδοσης Thuasne τού Burchard παρέχονται στην καλύτερη έκδοση τού Enrico Celani, Johannis Burckardi Liber notarum, ab anno MCCCCLXXXIII usque ad annum MDVI, στο νέο Muratori, RISS, XXXII, μέρος 1, 2 τόμοι. Città di Castello, 1907-10, 1911-42. Δεδομένου ότι ο Μπούρχαρτ αποτελεί ιδιαίτερα πολύτιμη πηγή για περίοδο μεγαλύτερη από είκοσι χρόνια, κάτι πρέπει να ειπωθεί γι’ αυτόν και για τις δύο κύριες εκδόσεις τού έργου του.

Ακόμη και μάλλον πρόχειρη ανάγνωση τής Bibliografia dell’ Archivio Vaticano, 4 τόμοι, Citta del Vaticano, 196266, καθιστά σαφες, ότι πάρα πολλά μητρώα τού Βατικανού περιέχουν σημαντικά έγγραφα σχετικά με την με πολλά μάλλον σκαμπανεβάσματα σταδιοδρομία τού Γιόχαν Μπούρχαρτ (Burchard ή Burckard). Γεννήθηκε περί το 1450 στο Χάσσλαχ (Hasslach) στην επισκοπική περιφέρεια τού Στρασβούργου και (παρά τις δηλώσεις των Thuasne και Gnoli) είναι σχεδόν βέβαιο, ότι ποτέ δεν πήρε διδακτορικό στη νομική και μάλιστα ποτέ δεν χρησιμοποίησε τον τίτλο. Σε νεαρή ηλικία έγινε ένας από τούς γραμματείς τού Γιόχαν Βέγκεραουφτ (Johann Wegeraufft), εφημέριου τού Σανκτ Τόμας τού Στρασβούργου και γενικού εκπρόσωπου τού επισκόπου ηγεμόνα. Με μεγαλύτερη επιχειρηματικότητα (αλίμονο!) παρά τιμιότητα, ο Μπούρχαρτ ετοίμαζε λαθραία απαλλαγές από δημοσιευμένες απαγορεύσεις γάμων, κατάλληλα διαβαθμισμένες και με κενά διαστήματα για την υποδοχή ονομάτων και ημερομηνιών, σκοπεύοντας να τις πουλήσει για προσωπικό του κέρδος. Επίσης έκλεψε ένα ξίφος, προφανώς κάποιας αξίας, ενώ άρπαξε κι ένα φλουρί από σακκούλι που φυλασσόταν σε δωμάτιο στο σπίτι τού εφημέριου. Όταν τον υποψιάστηκαν και ερεύνησαν το υπνοδωμάτιό του, βρέθηκαν τα κλοπιμαία καθώς και οι απαλλακτικές επιστολές κι έχασε τη θέση του στο νοικοκυριό τού εφημέριου. Τον Οκτώβριο τού 1467 πήγε στη Ρώμη [Bibl. Apost. Vaticana, Cod. lat. 12.343, φύλλο 123], όπου υπήρχε μεγάλη γερμανική κοινότητα.

Έχοντας εξασφαλίσει προσδόκιμο σε επίδομα στην επισκοπή τού Στρασβούργου «με κατάλληλη κίνηση» (motu propriο) τού Παύλου Β΄, ο Μπούρχαρτ διορίστηκε με επίδομα στην εκκλησία τού Σαιν Ελουά (S. Eligius) όταν κενώθηκε θέση. Όπως συνέβαινε συνήθως με τα προσδόκιμα, ο διορισμός του αμφισβητήθηκε, αλλά κέρδισε την υπόθεση ενώπιον τού παπικού δικαστηρίου (Rota). Όμως αυτή η απόφαση απορρίφθηκε στο Στρασβούργο, λόγω των μομφών που τού είχαν επιβληθεί για την προηγούμενη ανάρμοστη συμπεριφορά του, «μομφών και ποινών … ανικανότητας και με το στίγμα τής ατιμίας» (censure et pene … inhabilitatis et infamie macula), οι οποίες υπό φυσιολογικές συνθήκες θα τον καθιστούσαν ακατάλληλο για εκκλησιαστικό αξίωμα. Έτσι στις 2 Απριλίου 1473 εξομολογήθηκε την παράνομη σύνταξη απαλλακτηρίων επιστολών, για να πάρει επικύρωση τού διορισμού του [Arch. Segr. Vaticano, Reg. Suppl. 695 (688), φύλλα 157-l58]. Aκόμη όμως δεν είχε ομολογήσει τις κλοπές του, πράγμα που θα απαιτούσε πληρέστερη εξομολόγηση δύο χρόνια αργότερα [στο ίδιο, Reg. Suppl. 717 (710), φύλλα 159-160 με ημερομηνία 10 Απριλίου 1475, επιμ. J. Lesellier, «Les Mefaits du ceremoniaire Jean Burckard», Mélanges d’ archeologie et d’ histoire, XLIV (1927), 32-34 και πρβλ. Reg. Suppl. 719 (712), φύλλα 144-145].

Για μικρό διάστημα ο Μπούρχαρτ καταλάμβανε χαμηλή θέση στο πλήθος των ογδόντα οικείων και ακολούθων στην υπηρεσία τού καρδινάλιου Μάρκο Μπάρμπο, ο οποίος (όπως παρατηρεί ο Lesellier) ζούσε τότε στο ακόμη ημιτελές Παλάτσο Βενέτσια. Ο Μπούρχαρτ είχε κατορθώσει να προσελκύσει την προσοχή τού Μπάρμπο και να κερδίσει την εύνοιά του, ενώ ακολούθησαν και άλλα προσδόκιμα στο Στρασβούργο, όπως φαίνεται από διάφορες βούλλες τού Σίξτου Δ’, τις οποίες παραθέτει ο Lesellier [ό. π., σελ. 14 και εξής] και ιδιαίτερα ο Pio Paschini, «A proposito di Giovanni Burckardo, ceremoniere pontificio», Archivio della R. Società romana di storia patria, LI (1928), 33-59. Ο Lesellier είναι ίσως κάπως σκληρός με τον Μπούρχαρτ για τα παραπτώματα τής νιότης του, αλλά όπως και ο Paschini επιβεβαιώνει την πραγματική αξιοπιστία τού Βιβλίου Σημειώσεων (Liber notarum) ή Ημερολογίου (Diarium), η οποία είναι ασφαλώς η γνώμη που σχημάτισα κι εγώ διαβάζοντας ολόκληρο το βιβλίο.

Ο Μπούρχαρτ σύντομα άφησε το Παλάτσο Βενέτσια, εισερχόμενος στην υπηρεσία τού καρδινάλιου Τζιοβάννι Αρκιμπόλντο και ύστερα σε εκείνη τού Τομμάζο Βιντσέντσι, επίσκοπου τού Πέζαρο και γενικού θησαυροφύλακα, με τον οποίο έζησε για μικρό διάστημα στο Βατικανό, όπου αναμφίβολα τα μάτια του άνοιξαν κι άλλο προς τις πλούσιες δυνατότητες που πρόσφεραν σε ένα νεαρό φιλόδοξο άνδρα οι πολιτικές τής παπικής κούρτης. Καθώς περνούσε ο καιρός απέκτησε τουλάχιστον μια ιταλική θέση και επίδομα, ένα διορισμό ως παπικός συνοψιστής πριν τις 15 Ιουλίου 1478 [πρβλ. Reg. Lateran. 786, φύλλο 216], καθώς και περαιτέρω προσδόκιμα, μικρές συντάξεις και επιδόματα εφημερίου στη Γερμανία. Έγινε αποστολικός πρωτονοτάριος στις 2 Φεβρουαρίου 1481, Reg. Vat. 658, φύλλο 124, ενώ υπηρέτησε σε μία περίπτωση ως συνήγορος σε εκκλησιαστικά δικαστήρια.

Με τη βοήθεια τού Αγκοστίνο Πατρίτσι (Patrizzi ή Patrizi), ο οποίος είχε κουραστεί από την υπηρεσία τού ως τελετάρχης των παπικών τελετών, ο Μπούρχαρτ ορίστηκε διάδοχός του με βούλλα ανάθεσης με ημερομηνία 29 Νοεμβρίου 1483, Reg. Vat. 659, φύλλα 137, 138, «τον αγαπημένο μας γιό Γιόχαν Μπούρχαρτ, εφημέριο τής εκκλησίας τού Αγίου Θωμά στο Στρασβούργο, τελετάρχη κληρικό τού παρεκκλησίου μας…» (dilecto filio Johanni Burckardo, canonico ecclesie Sancti Thomae Argentinensis, capelle nostre cerimoniarum clerico…).

Tο αξίωμα τού κόστισε συνολικά το λογικό ποσό των 450 δουκάτων, όπως μάς πληροφορεί ο ίδιος. Ο Μπούρχαρτ μάλιστα ανέλαβε τις υπευθυνότητες τού αξιώματος στις 26 Ιανουαρίου 1484. Όποια κι αν ήσαν τα ελαττώματά του, ο Μπούρχαρτ αγαπούσε τη λειτουργία. Το έργο του Liber notarumDiarium) προοριζόταν ως είδος εγχειριδίου ή οδηγού για τα σύνθετα καθήκοντα τού τελετάρχη, αλλά περιλαμβάνει επίσης πολλές σημειώσεις γεγονότων που συνέβαιναν στην πόλη και την παπική κούρτη. Ίσως υπάρχει κάποια αλήθεια στην πεποίθηση τού Lesellier, ότι ο Μπούρχαρτ λεηλατούσε το (πιθανώς μικρό) αρχείο τού παπικού παρεκκλησιού για υλικό σχετικό με την «επιστήμη των τελετών» [Mélanges d’ archeologie et d’ histoire, XLIV, 27-31], όπως ίσως είναι αληθής και η κατηγορία, ότι αρνιόταν να μοιραστεί τις γνώσεις του και τη συλλογή τελετουργικών βιβλίων του με τούς συναδέλφους του, ιδιαίτερα με τον διάδοχό του Πάριντε Γκράσσι, ο οποίος τον μισούσε και τον κατηγορούσε, ότι ασκούσε την καλή τέχνη τού τελετάρχη «μέσω διαφόρων βιβλίων μυστικότατα κρυμμένων» (ex diversis libris occultissimis occultissime) [Thuasne, III, 427, σημείωση 2; Lesellier, ό. π., σελ. 30].

Ο Μπούρχαρτ ασφαλώς χρησιμοποιούσε τα χρόνια στη Ρώμη για συνεχές οικονομικό πλεονέκτημα. Οι Lesellier και Paschini καταγράφουν πολλές βούλλες που χορηγούσαν χάρες ή διορισμούς στον Μπούρχαρτ, αλλά δεν προσπάθησαν να τις καταγράψουν όλες. Έτσι στις 8 Ιουνίου 1486 ο Μπούρχαρτ, «ο οποίος είναι επίσης τελετάρχης κληρικός στο παρεκκλήσι μας» (qui etiam capelle nostre clericus ceremoniarum existit), πήρε θέση και επίδομα στην εκκλησία τού Σανκτ Αντρέας στη Βορμς, Reg. Vat. 719, φύλλα 265-267, σε σχέση με το οποίο πρβλ. τη βούλλα με ίδια ημερομηνία στο ίδιο, φύλλα 340-342, που χορηγεί σε κάποιον Αμάντους Βολφ Εκεμπόλτζντεμ (Amandus Wolff Eckeboltzbem) θέση και επίδομα στην ίδια εκκλησία τού Σανκτ Αντρέας. Μια βούλλα στις 11 Απριλίου 1491 υπενθυμίζει την εμπλοκή τού Μπούρχαρτ σε διαμάχη, που απαίτησε παπική παρέμβαση, με κάποιον Γιόχαν Φάιφερ (Johann Pfeiffer, Pfifer, Phrfer) και κάποιον Γιόχαν Μέγιερ (Johann Meyer), επί ενός «προσδόκιμου και επιδόματος εφημερίου» (prepositura et canonicatus) μιας εκκλησίας στην επισκοπή τής Βασιλείας. Οι Φάιφερ και Μέγιερ διεκδικούσαν το δικαίωμα να εξαιρέσουν τον Μπούρχαρτ, παρουσιάζοντας υποτιθέμενη επιστολή ειδικής κράτησης, που τού είχε χορηγηθεί από τον Σίξτο Δ’.

Οι αντίδικοι τού Μπούρχαρτ ήσαν και μεταξύ τους αντίδικοι και ο Iννοκέντιος Η΄ τακτοποίησε τη διαφωνία προς όφελος τού τελετάρχη:

«… οδηγηθήκαμε να δεχθούμε την παραδοχή … τού εν λόγω Γιόχαν Μπούρχαρτ, που είναι συνεχώς ομοτράπεζός μας και τελετάρχης κληρικός τού παρεκκλησίου μας και μάς υπέβαλε τα ανωτέρω για δικό του όφελος. Θέλοντας να κάνουμε ειδική χάρη στον εν λόγω Γιόχαν Μπούρχαρτ … απαλλάσσουμε και κρίνουμε με δική μας παρόρμηση ότι είναι απαλλαγμένος από οποιοδήποτε αφορισμό, αναστολή ή απαγόρευση από εκκλησιαστικά αξιώματα, από μομφές ή ποινές από τον νόμο ή από ανθρώπους, που για οποιοδήποτε λόγο εκδόθηκαν ή πρόκειται να εκδοθούν κλπ.»

(nosque cessionem ipsam duxerimus admictendam … dicto Iohanni Burchardo, qui etiam continuus commensalis noster et capelle nostre clericus cerimoniarum existit, premissorum obsequiorum et meritorum suorum intuitu gratiam specialem facere volentes ipsumque Iohannem Burchardum a quibuscumque excommunicationis, suspensionis et interdicti aliisque ecclesiasticis sententiis, censuris et penis a iure vel ab homine quavis occasione vel causa latis si quibus quomodolibet innodatus existit … absolventes et absolutum fore censentes, motu propria, etc.),

Reg. Vat. 754, φύλλα 64-68, «εκδόθηκε στη Ρώμη, στον Άγιο Πέτρο, το έτος κλπ. 1491, τέσσερις μέρες πριν από τις ίδες Απριλίου, κατά το έβδομο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Rome apud Sanctum Petrum, anno etc. MCCCCLXXXXI, tertio Idus Αprilis, pont. nostri anno septimo). Ο Μπούρχαρτ κατάφερνε να κερδίζει χάρες και από τον Aλέξανδρο ΣΤ’, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος δεν τον συμπαθούσε ιδιαίτερα [Mario Menotti (επιμ.), Documenti inediti sulla famiglia e la corte di Alessandro VI, Ρώμη, 1917, υπ’ αριθ. 299-301, σελ. 226-28, έγγραφα με χρονολογία 1495, 1497 και 1501].

Το 1503, έχοντας αποκτήσει αριθμό προσοδοφόρων θέσεων και διάφορα αξιώματα, ο Μπούρχαρτ διορίστηκε επίσκοπος Όρτε και Τσίβιτα Καστελλάνα. Πέθανε στις 16 Μαΐου 1506 στο ωραίο γοτθικό σπίτι του (που διατηρείται ακόμη, αλλά αρκετά αλλαγμένο, στον αριθμό 44 τής Βία ντελ Σουντάριο στη Ρώμη) και τάφηκε την επόμενη μέρα στη Σάντα Μαρία ντελ Πόπολο. Για τη ζωή τού Μπούρχαρτ βλέπε ιδιαίτερα τα άρθρα των Lesellier και Paschini που αναφέρθηκαν πιο πάνω και πρβλ. Thuasne, Burchard, Diarium, III, σελ. ii και εξής και Celani (επιμ.), Liber notarum, I (RISS, τόμος XXXII, μέρος I (1907-10), σελ. xii και εξής. H ανεπάρκεια τού χειρογράφου που χρησιμοποίησε ο Thuasne κάνει τη δική του έκδοση τού κείμενου τού Μπούρχαρτ λιγότερο επιθυμητή για χρήση από εκείνη τού Celani, αλλά οι σημειώσεις και τα έγγραφα που δημοσίευσε ο Thuasne στα παραρτήματά του διατηρούν την αξία των τόμων του, τούς οποίους ο Celani χρησιμοποίησε πολύ.

Διασώζεται μια δεσμίδα (fascicule) εικοσιεπτά φύλλων (folia) τού πρωτότυπου (αυτόγραφου) χειρόγραφου τού Μπούρχαρτ [πριν στα Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. XII, τόμος 13, τώρα στη Bibl. Apost. Vaticana, Cod. lat. 12.265], γραμμένων με τόσο στρυφνό γραφικό χαρακτήρα, ώστε ο διάδοχος τού Μπούρχαρτ ως τελετάρχης, ο Πάριντε Γκράσσι, έλεγε ότι πρέπει να έβγαλαν την πίστη τού αντιγραφέα του. Αν και ο Γκράσσι μισούσε τον Μπούρχαρτ, όμως οι επικρίσεις του για τον γραφικό χαρακτήρα τού τελευταίου δεν είναι άδικες. Ο Celani, I, απέναντι από τη σελ. xvi, αναπαράγει το φύλλο 8r από αυτό το χειρόγραφο, που δεν είναι και από τις χειρότερες σελίδες του. Tο χειρόγραφο απόσπασμα τού πρωτότυπου ημερολόγιου ξεκινά στις 12 Αυγούστου 1503 και τελειώνει τον Μάιο τού 1506. Το εξέτασα τον Ιούλιο τού 1966 και τον Απρίλιο τού 1972. Tο κανονικό ημερολόγιο σταματά στις 27 Απριλίου 1506, ύστερα από το οποίο ο γραμματέας τού Μπούρχαρτ, ο Μίκαελ Σάντερ, πρόσθεσε τις σημειώσεις για τον θάνατο και την κηδεία τού Μπούρχαρτ (16-17 Μαΐου), ενώ μερικές ακόμη σημειώσεις φτάνουν μέχρι τις 31 Μαΐου 1506 [Cod. Vat. lat. 12.265, φύλλο 27]. Tα εικοσιεπτά φύλλα τού πρωτότυπου ημερολόγιου τού Μπούρχαρτ ήσαν κάποτε δεμένα στο τέλος τού Cod. Vat. lat. 4.739, που περιέχει το ημερολόγιο τού Πάριντε Γκράσσι, ο οποίος επιβεβαιώνει ο ίδιος ότι είναι γραμμένα από το χέρι τού Μπούρχαρτ [στο ίδιο, φύλλο iv]: «Τελικά ολόκληρος αυτός ο τόμος από δεμένα πεντάφυλλα έχει γραφτεί με το χέρι τού Γιόχαν Μπούρχαρτ, συν-προϊστάμενου και συναδέλφου μου» (In fine totius huius voluminis in quinterno alligata eram scripta de manu propria Jo. Burchard, comagistri et collige mei).

Πρβλ. στο ίδιο, φύλλο 235 άλλο σχόλιο από τον Γκράσσι. Βλέπε γενικά G. Constant, «Deux Manuscrits de Burchard», Mélanges d’ archeologie et d’ histoire, XXII (1902), 209-10 και εξής και ιδιαίτερα τη γενική συζήτηση τού Franz Wasner στο «Eine unbekannte Handschrift des Diarium Burckardi», Historisches jahrbuch, LXXXIII (1964), 300-31. Μολονότι αποτελεί σημαντική προσθήκη στη Burchardiana, όμως κανένα μέρος τού νέου χειρόγραφου τού Wasner των τμημάτων τού Diarium [Bibl. Nazionale, Νάπολη, VI G 23] δεν είναι γραμμένο από το χερι τού Μπούρχαρτ, αλλά το χειρόγραφο χρονολογείται στο τέλος τού 15ου ή στα πρώτα χρόνια τού 16ου αιώνα.

Άλλο αντίγραφο τού ημερολόγιου στη Vaticana, Cod. lat. 5.632, που αποτελείται από 257 φύλλα και καλύπτει την περίοδο από τις 2 Δεκεμβρίου 1492 μέχρι το τέλος τού 1496, παρήχθη ασφαλώς υπό την επίβλεψη τού ίδιου τού Μπούρχαρτ [Celani, I, σελ. xviii-xxiii]. Το απέκτησε αργότερα o Πάριντε Γκράσσι (πέθανε το 1528), ο οποίος έγραψε πολλές σημειώσεις και σχόλια στα περιθώρια. Ο Μπούρχαρτ τηρούσε το ασυνήθιστο ημερολόγιό του για προσωπική του χρήση, παρά το γεγονός ότι ύστερα από την εποχή του ζητούσαν από τούς τελετάρχες (cerimonieri) να τηρούν καταγραφή «όλων των πραγμάτων, από μέρα σε μέρα, κάτω από το αξίωμά τους» (omnia que in dies aguntur in officio).

Δύο χειρόγραφα στο Μόναχο [Latt. 135, 137], φτιαγμένα για τον Ονόφριους Πανβίνιους γύρω στο 1562-1564, είναι επίσης πολύτιμα για τον προσδιορισμό των τμημάτων τού κειμένου τού Μπούρχαρτ που λείπουν από τούς Cod. Vat. lat. 12.265 και 5.632. Παρά τη μάλλον καταστροφική κριτική τού Celani για την έκδοση τού Thuasne, γενικά παρέχω αναφορές στον τελευταίο, καθώς και στo καλύτερο κείμενο τού Celani. Ο G. B. Picotti πιστεύει ότι οι Βατικανοί Cod. lat. 5.632 καθώς και 12.265 έχουν γραφεί από το χέρι τού Μπούρχαρτ, πράγμα που είναι πολύ πιθανό, αφού ο Μπούρχαρτ ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως γραμματέας τού γενικού παπικού εκπρόσωπου (vicar) τού Στρασβούργου και μπορούσε πιθανώς να γράφει ευανάγνωστα, όταν επέλεγε να το κάνει. Μάλιστα μια σύγκριση τού τρόπου γραφής γραμμάτων στον γενικά ευανάγνωστο Vat. lat. 5.632 (που δεν αποτελεί έργο καλλιγράφου) με τα μικρά, στρυφνά, αλλά όχι εντελώς μη αναγνώσιμα γράμματα τού Vat. lat. 12.265, δείχνει ότι ο Picotti έχει δίκιο. Βλέπε το άρθρο τού Picotti, «Nuovi Studi e documenti intorno a papa Alessandro VI», Rivista di storia della Chiesa in Italia, V (Ρώμη, 1951), 173-80, για συζήτηση τής ιστορικής αξίας τού ημερολόγιου, το οποίο αυτός πιστεύει ότι πρέπει να χρησιμοποιείται με τουλάχιστον κάποια επιφύλαξη όπου αναφέρεται στους Βοργία, γιατί είναι προφανές ότι ο Μπούρχαρτ αντιπαθούσε τούς Βοργία.

Πολλά γεγονότα σχετικά με την ιστορία τού παπισμού κατά τη διάρκεια τής Αναγέννησης καθώς και κείμενα τής εποχής μπορούν να κατανοηθούν μόνο με κάποια γνώση τού ανακτόρου τού Βατικανού, για την οποία ο αναγνώστης πρέπει να συμβουλευτεί κάποιο σχετικό σχέδιο, όπως εκείνο που παρέχεται από τον Celani στη δική του έκδοση τού ημερολόγιου τού Burchard, Liber notarum, I, απέναντι από σελ. 9. Δυστυχώς το σχέδιο τού Celani, που έχει αντιγραφεί και προσαρμοστεί περισσότερες από μια φορά, είναι ανακριβές. Αποτυγχάνει να δείξει το παλαιό παρεκκλήσι τού Σαν Νικκολό ντα Μπάρι στην πλευρά τής «μεγάλης ή πρώτης αίθουσας» (aula magna sive prima), τής σημερινής Βασιλικής Αίθουσας (Sala Regia) απέναντι από τη Σιξτίνα. Tο παρεκκλήσι τού Σαν Νικκολό, γνωστό επίσης ως Παρεκκλήσι των Αγίων Μυστηρίων (Cappella del SS. Sacramento), κατεδαφίστηκε το 1538 όταν ο χώρος που καταλάμβανε χρησιμοποιήθηκε για την κάθοδο τού (σημερινού) κλιμακοστάσιου προς την Αυλή τού Στρατάρχη (Cortile del Maresciallo). Επίσης η Καπέλλα Παολίνα (που πήρε το όνομά της από τον Παύλο Γ΄ που την έχτισε), που παρουσιάζεται από τον Celani ότι υπήρχε «την εποχή τού Ιννοκέντιου Η’» (ai tempi di Innocenzo VIII), κατασκευάστηκε μόνο μετά την απομάκρυνση τού παρεκκλησίου τού Σαν Νικκολό, το οποίο αντικατέστησε ως αίθουσα παπικών εκλογών.

Παρά τα λάθη στον Pastor, Geschichte der Päpste για το αντίθετο, όλοι οι πάπες από τον Κάλλιστο Γ΄ μέχρι τον Πάυλο Γ΄ (από 1455 μέχρι τo 1534) εκλέχτηκαν στο παρεκκλήσι τού Σαν Νικκολό ντα Μπάρι, στο μικρό παρεκκλήσι τού Αγίου Νικολάου (capella parva sancti Nicolai), το οποίο δεν πρέπει να συγχέεται (όπως κάνουν συνήθως οι ιστορικοί) με το μικρό παρεκκλήσι στον πιο πάνω όροφο, το πάνω μικρό παρεκκλήσι τού πάπα Νικόλαου Ε’] (parva capella superior Nicolai papae V), που πήρε το όνομά του από τον Νικόλαο Ε’, ο οποίος έβαλε τον Φρα Αντζέλικο να το διακοσμήσει με τις διασωζόμενες ακόμη τοιχογραφίες. Tη σύγχυση προκάλεσε προφανώς το όνομα Νικόλαος. Βλέπε πιο πάνω, Κεφάλαιο 9, σημείωση 1.

[←25]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 55-63 και επιμ. Celani, I, 43-48. Βλέπε επίσης τα έγγραφα στο παράρτημα τού Thuasne, I, υπ’ αριθ. 10, 12, σελ. 503 και εξής, ιδιαίτερα για τις προσπάθειες τού καρδινάλιου Ροδρίγο Βοργία, παπικού αντικαγκελλάριου, να κερδίσει ψήφους πριν το κογκλάβιο και στο ίδιο, υπ’ αριθ. 16-18, 20-28, σελ. 510 και εξής, επιστολές προς Λορέντσο Μέδικο από τον Γκουινταντόνιο Βεσπούτσι, Φλωρεντινό πρεσβευτή στην Αγία Έδρα, με ημερομηνία 24-30 Αυγούστου 1484. Βλέπε επίσης Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 169-73 και Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1484, υπ’ αριθ. 40, 45, τόμος XIX (1693), σελ. 339b-341a.

Με βούλλα με ημερομηνία 12 Σεπτεμβρίου 1484 ο Iννοκέντιος ενημέρωνε τον Φραντσέσκο Γκονζάγκα, μαρκήσιο τής Μάντουα, για την εκλογή του στις 29 Αυγούστου [Arch. di Stato di Mantova, Arch. Gonzaga, Busta 834 και πρβλ. Busta 85, B XXXIII, υπ’ αριθ. 13, φύλλα 128-31]. Οι χρονικογράφοι τής εποχής σημειώνουν τις περιστάσεις που συνόδευαν τον θάνατο τού Σίξτου Δ’ και την εκλογή τού Iννοκέντιου Η’: Sigismondo de’ Conti, I, 207-12; Il Diario Romano Di Gaspare Pontani Gia riferito Al Notaio Del Nantiporto (1481-1492), επιμ. Diomede Toni στο RISS, III, μέρος 2 (1908), σελ. 37-42. Ο Toni έχει δείξει, ότι αυτό το ημερολόγιο, που αναφέρεται από παλαιότερους ιστορικούς υπό τον τίτλο «Notaio del Nantiporto», είναι στην πραγματικότητα έργο τού Ρωμαίου νοτάριου Γκασπάρε Ποντάνι, «συμβολαιογράφου τής περιοχής τής Γέφυρας» (notarius de regione Pontis), ο οποίος έζησε περίπου από το 1449 μέχρι περίπου το 1524 [στο ίδιο, σελ. xlvi-lv]. Για τις ρυθμίσεις χώρων για το κογκλάβιο που εξέλεξε τον Iννοκέντιο Η’, καθώς και για παρόμοιες ρυθμίσεις για εκείνα που εξέλεξαν τούς διαδόχους του, βλέπε Franz Ehrle και Hermann Εgger, Die Conclaveplane: Beiträge Zu Ihrer Entwicklungsgeschichte, Πόλη Βατικανού, 1933 (Studi e documenti per la storia del Palazzo Apostolico Vaticano, fasc. V).

Ο θάνατος τού Σίξτου Δ’, με τον οποίο οι Ενετοί είχαν συνεχείς δυσκολίες, χαιρετίστηκε με ικανοποίηση στη λιμνοθάλασσα, όπου η εκλογή τού Iννοκέντιου Η’ μαθεύτηκε στις 7 Σεπτεμβρίου [Sen. Secreta, Reg. 32, φύλλο 89], αλλά η Γερουσία λίγο μόνο περισσότερο ενθουσιασμό μπορούσε να δείχνει για τον Iννοκέντιο, ο οποίος αργούσε πολύ να άρει την απαγόρευση, που είχε επιβάλει στην πόλη τους ο Σίξτος [στο ίδιο, φύλλα 93-94, 121 και εξής]. Ο Iννοκέντιος ήρε την απαγόρευση στις 28 Φεβρουαρίου 1485 [φύλλο 135]. Η ενετική πρεσβεία υπακοής, αποτελούμενη από τούς Αλοϊσιο Μπράγκαντιν, Πιέτρο Ντιέντο, Μπερνάρντο Μπέμπο και Αντόνιο Λορεντάν, ανέλαβε τελικά την αποστολή να πάει στη Ρώμη στις 9 Μαΐου 1485 [φύλλα 146-147].

Για την αξιόλογη ομιλία υπακοής που έδωσε ο Πορτογάλος ανθρωπιστής Βάσκο Φερνάντεζ στην παπική κούρτη στις 9 Δεκεμβρίου 1485 και για τη σημασία της στην ιστορία των γεωγραφικών εξερευνήσεων, βλέπε Francis M. Rogers, The Obedience of a king of Portugal, Minneapolis, 1958 και Geo Pistarino, «I Portoghesi verso l’Asia del Prete Gianni», Studi medievali, 3η σειρά, II (Spoleto, 1961), 75-137, με πλούσια βιβλιογραφία.

[←26]

Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 217, αναφερόμενος σε επιστολή με ημερομηνία 13 Σεπτεμβρίου 1484.

[←27]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, 1, παραρτ. υπ’ αριθ. 27, σελ. 518 και για τον χαρακτήρα και την οικογένεια τού Iννοκέντιου Η’ πρβλ. άλλη επιστολή στις 29 Αυγούστου από τον Βεσπούτσι προς τον Λορέντσο στο ίδιο, υπ’ αριθ. 26, σελ. 517. Ως τελετάρχης ο Μπούρχαρτ είχε μεγάλο μέρος τής υπευθυνότητας για τις περίπλοκες ετοιμασίες πριν από τη στέψη στις 12 Σεπτεμβρίου [βλέπε, στο ίδιο, I, 75-89 και για την ίδια τη στέψη Ι, 90 και εξής και επιμ. Celani, I, 58-70, 71 και εξής].

[←28]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 71 και επιμ. Celani, I, 54, γραμμές 11-13.

[←29]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 124. και επιμ. Celani, I, 95, Pontani, Diario, επιμ. Toni στο RISS, II1-2, σελ. 45. Πρβλ. Pastor, Gesch. d. Päpste, III-1 (ανατυπ. 1955), 217, 332-33.

[←30]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, 1, 136-37 και επιμ. Celani, I, 106.

[←31]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 137 και επιμ. Celani, 1, 106-7. Ο Μπούρχαρτ δεν ήταν παρών και περιγράφει την τελετή ανακριβώς κατά τον Πάριντε Γκράσσι, που γράφει ότι ήταν αυτόπτης μάρτυρας (tunc interfui et vidi) [Thuasne, I, 137, σημείωση 1]. Σύμφωνα με τον Πάριντε, η τελετή έλαβε χώρα «την εικοστή ωρα» (hora XX, περίπου στις 1:30 μ.μ. τα τέλη Ιανουαρίου). Πέρα από τον πάπα, στον οποίο η πρεσβεία των Ιπποτών υπέβαλε υπακοή, ήσαν παρόντες οι καρδινάλιοι, καθώς «και άλλοι ιεράρχες και το νοικοκυριό [familia] τού πάπα». Ο Μπούρχαρτ χρονολογεί την επίσημη έκφραση υπακοής των Ιπποτών προς τον Iννοκέντιο Η’ στις 26 Ιανουαρίου και ο Πάριντε δεν αμφισβητεί την ημερομηνία του. Ο Bosio γράφει ότι έγινε πέντε μέρες μετά την είσοδό τους στη Ρώμη, δηλαδή στις 27 μετρώντας συμπεριληπτικά ή στις 28 τού μηνός.

[←32]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 137, σημείωση. Bosio, Militia di San Giovanni, II (1594), βιβλίο xiv, σελ. 398-100. Caoursin, Obsidionis Rhodie urbis descriptio, Ulm, 1490, signn. hiii και εξής. Thuasne, Djem Sultan (1892), σελ. 130-31.

[←33]

Στις 21 Νοεμβρίου 1484 ο Iννοκέντιος Η’ είχε πληροφορήσει τον βασιλιά Ματίας Κορβίνους τής Ουγγαρίας:

«Και εκείνα που γράφουν οι ίδιοι οι Ρόδιοι, ότι έλαβαν επιστολή από τον Τούρκο, η οποία επιβεβαιώνει ρητά ότι θα πήγαινε σε εκστρατεία, αλλά όχι για δικό τους κακό, το σημειώνει και ο αγαπημένος μας εν Χριστώ γιός Φερδινάνδος, ο βασιλιάς τής Σικελίας, για τις εν λόγω προετοιμασίες που γίνονται στην Αυλώνα, ενώ το ίδιο επιβεβαιώνουν και οι Ραγουσαίοι»

(Et qui Rhodiani scribunt se a Turcho litteras recepisse quibus expresse affirmat se iturum in expeditionem, non tamen ad eorum damna, et carissimus in Christo filius noster Fer[dinandus], Rex Sicilie, de illius apparatu qui fit apud Avlonam [Valona] significat, atque idem Ragusei affirmant…)

[Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 18, φύλλο 69]. Υπήρχε ο φόβος, ότι οι τουρκικές ετοιμασίες στην Αυλώνα προμήνυαν επίθεση εναντίον τής Ιταλίας, όπως είχε προειδοποιήσει ο Φερράντε τον πάπα. Πρβλ. την επιστολή Iννοκέντιου προς Φερράντε με την ίδια ημερομηνία [στο ίδιο, φύλλο 70]:

«Ας κάνει η συνετή Μεγαλειότητά σας όλα αυτά τα πράγματα, για τὰ οποία θα είμαστε ευγνώμονες, ενώ τώρα ο φοβερός τύραννος των Τούρκων ετοιμάζεται στην Αυλώνα και γίνεται αισθητός στην Ιταλία…»

(Fecit prudenter Maiestas tua gratumque nobis fuit quod de his omnibus que nuper ab immanissimo Turchorum tiranno parari [sic] apud Valonam et alibi Italiam sensit…).

Ο πάπας γράφει, ότι είχε γράψει στα ιταλικά κράτη και ιδιαίτερα στον Ματίας Κορβίνους τής Ουγγαρίας, προτρέποντάς τους να αντιδράσουν στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης και στον κίνδυνο που αντιμετώπιζε η Χριστιανοσύνη με βάση αυτά τα αποκαρδιωτικά νέα. Έπρεπε να υπερασπιστούν την Ιταλία. Πρβλ. στο ίδιο, φύλλα 73-74, επιστολή προς Ντ’ Ωμπουσσόν με ημερομηνία 30 Νοεμβρίου (1484) και [φύλλο 74] επιστολή τού πάπα «προς τούς ισχυρούς τής Ιταλίας και όλους τούς χριστιανούς ηγεμόνες» (Ad potentatus Italie et ad omnes principes Christianοs) με ημερομηνία 21 Νοεμβρίου, η οποία στάλθηκε σε εικοσιεννέα βασιλείς, ηγεμόνες και κράτη. Προσπερνώ άλλες σημειώσεις σε αυτό το μητρώο για το ίδιο γενικά θέμα. Ιδιαίτερες προσπάθειες έγιναν τότε για τη συλλογή των «χρημάτων επιδότησης και σταυροφορίας» (pecuniae subsidii et cruciatae). Υπήρχαν πολλές ψευδείς προειδοποιήσεις για πιθανές τουρκικές επιθέσεις επί τής Ιταλίας. Αυτή δεν ήταν τέτοια και θα αναφερθούμε αμέσως στις επιθέσεις στην ακτογραμμή τής Αγκώνας.

Ενώ ο πάπας ανησυχούσε για την υποτιθέμενη δραστηριότητα των Τούρκων, η Ενετική Γερουσία υποδεχόταν απεσταλμένο τού σουλτάνου Βαγιαζήτ, τον οποίο είχε προσβάλει η συμπεριφορά κάποιου Πιέρο Βιττούρι (Piero Vitturi), πολιτικού διοικητή (rector) τού Ναυπλίου. Τόσο μεγάλη ήταν η επιθυμία τής Γερουσίας να διατηρήσει την «καλή ειρήνη και φιλία» τους (bona pace et amicitia), καθώς και την εμπορική τους θέση στην Οθωμανική αυτοκρατορία, ώστε ισχυρίζονταν ότι είχαν απομακρύνει τον Βιττούρι από το αξίωμά του και τον είχαν φυλακίσει, μέχρι να προσδιορίσουν την έκταση στην οποία είχε παραβιάσει τις οδηγίες τους [Sen. Secreta, Reg. 32, φύλλα 103-104, 111, επιστολές με ημερομηνία 2 και 29 Νοεμβρίου 1484 προς τον σουλτάνο και προς τον Τζιοβάννι Ντάριο, τον γραμματέα τής Δημοκρατίας στην Ισταμπούλ].

[←34]

Bosio, Militia di San Giovanni, II (1594), βιβλίο xiv, σελ. 400-1, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 131, 133. Σε επιστολή προς τον μεγάλο μάγιστρο ντ’ Ωμπουσσόν, γραμμένη στη Ρώμη στις 22 Απριλίου 1485, ο πάπας εξέφραζε την εκτίμησή του για την πρεσβεία υπακοής των Ιωαννιτών και τη «γλαφυρή προσφώνηση» τού Καουρσέν [Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1485, υπ’ αριθ. 7, τόμος XIX (1693), σελ. 350b]. Ο υψηλόφρων ντ’ Ωμπουσσόν είχε όμως άγχος να εξασφαλίσει κάποια κατάλληλη ανταμοιβή για τις υπηρεσίες του. Πρότεινε να γίνει καρδινάλιος στις επόμενες προαγωγές ο αδελφός τού Ζισκάρ, όχι διακεκριμένος επίσκοπος τής Καρκασσόν. Στις 28 Απριλίου (1485) ο πάπας έγραψε στον ντ’ Ωμπουσσόν για την πατρική στοργή που έτρεφε γι’ αυτόν και τον αδελφό του. Έλεγε ότι θα έκανε ό,τι μπορούσε όταν θα προέκυπτε ευκαιρία, εφ΄ όσον δινόταν κατάλληλη προσοχή στις επιθυμίες του σχετικά με τον Τζεμ σουλτάν [o Thuasne, ό. π., σελ. 132, σημείωση 2, παρέχει το παπικό σημείωμα]. Ο Ζισκάρ ντ’ Ωμπουσσόν δεν έγινε ποτέ καρδινάλιος.

Στις 22 Απριλίου 1485 ο Iννοκέντιος Η’ έγραψε (όπως αναφέρθηκε πιο πάνω) προς τον μεγάλο μάγιστρο ντ’ Ωμπουσσόν και τούς Ιππότες [Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX. τόμος 18, φύλλο 160]:

«Αγαπημένε μας γιέ σάς χαιρετώ κλπ. Ήλθαν σε εμάς οι αγαπημένοι μας γιοί Ιωάννης Κένταλ, γενικός πληρεξούσιος και υποδιοικητής των Τουρκόπουλων, ο Εντουάρντο ντε Καμεντίνο, διδάσκαλος Κω και ο Γκυγιώμ Καουρσέν, αντικαγκελλάριος των θρησκευτικών Ιεροσολυμιτών ιπποτών, διορισμένοι από εσάς ως απεσταλμένοι σας στην Αποστολική Έδρα, οι οποίοι μάς υπέβαλαν την πλήρη και οφειλόμενη υπακοή σε αυτή την έδρα εξ ονόματος δικού σας και των θρησκευτικών και αναφέρθηκαν ιδιατέρως, με ακρίβεια και κομψά στη μοναδική σας αφοσίωση και πίστη προς αυτό τον ιερότατο Ρωμαϊκό θρόνο και έδρα. Παρόλο που δεν ήταν τόσο νέο για εμάς να μαθαίνουμε για τον ένθερμο ζήλο και την ειλικρίνεια τού μυαλού σας, όμως ήταν πολύ ευχάριστο να το ακούμε. Επιπλέον μάς εξήγησαν αυτοί οι απεσταλμένοι με καθαρή, κομψή και εξαιρετική ομιλία τα διάσημα κατορθώματα τής θρησκείας μας, αλλά κυρίως την πρόσφατη νίκη που είχαμε επί των Τούρκων, καθώς και τον κατάλληλο τρόπο για να συγκρατήσουμε τις προσπάθειες των Τούρκων, ο στόλος των οποίων πριν από καιρό προσπάθησε να βγει στην Απουλία. Αυτό πράγματι είναι αξιέπαινο, μάς ευχαρίστησε όλους και έφερε σε εσάς πολλούς επαίνους και δόξα. Εμείς όμως, πάνω από όλα τα άλλα θαυμάσια, είμαστε ευχαριστημένοι και ως εκ τούτου η αγάπη μας προς εσάς πρέπει να ανταποδοθεί με κάποιο τρόπο. Αυτό που μένει είναι να σάς ενθαρρύνουμε, ώστε με την έμφυτη δύναμη τής ψυχής και ιδιαίτερα την αγάπη για την ορθόδοξη πίστη, να θελήσετε να συνεχίσετε γενναία αυτό που ξεκίνησε άξια και να αγκαλιάσετε τη χριστιανική κοινοπολιτεία, που είναι υπόθεση τού Θεού και Δημιουργού μας, με όλη την ψυχή, το μυαλό και την εύνοιά σας, γιατί κανένα άλλο ένδοξο πράγμα δεν το δικαούται περισσότερο. Αλλά εμείς και η εν λόγω Έδρα θα είμαστε πάντοτε φιλικοί και ευνοϊκοί προς εσάς, σε όλα όσα συν Θεώ μπορούμε. Γράφτηκε στη Ρώμη κλπ., στις 22 Απριλίου 1485, κατά το πρώτο έτος τής παπικής μας θητείας».

(Dilecti filii, salutem, etc. Venerunt ad nos dilecti filii Ioannes Quendal Turcupollerius, procurator generalis et locumtenens, ac Edeardus de Camedino, preceptor Langonis, et Guillelmus Caoursin vice-cancellarius Religionis Hierosolymitane, oratores vestri ad Sedem Apostolicam destinati qui plenam et debitam eidem sedi obedientiam vestro et Religionis nomine prestiterunt multaque et accurate et eleganter rettulerunt de singulari vestra erga sacrosanctum hoc Romanum solium et sedentem in eo devotione et fide. Quod et si novum non fuit utpote qui cognoscimus bonum zelum et sinceritatem animi vestri iucundissimum tamen extitit tale quid de vobis audire. Enarrarunt preterea oratores ipsi eleganti tersaque oratione egregia facinora insignis vestre Religionis precipue vero recentem victoriam de Turcis habitam et oportunum remedium ad cohibendos ipsorum Τurcοrum conatus qui classem in Appulos pridem extrusisse feruntur. Hec quidem ut laude digna sunt ita omnibus placuerunt vobisque plurimum commendationis et glorie attulerunt. Nos vero ante alios mirifice sumus oblectati et propterea nostra erga vos dilectio propensior quodammodo est effecta. Reliquum est hortari vos ut pro innata virtute animi et precipua in orthodoxam fidem affectione velitis quod digne ceptum est viriliter prosequi et rem publicam Christianam hoc est Dei et Creatoris nostri causam toto animo, toto studio et toto favore amplecti cum de nulla alia re gloriosius sit benemereri. Nos autem et prefatam sedem semper vobis benignos propitiosque in omnibus que cum Deo poterimus sentietis. Datum Rome, etc. die XXII Αprilis 1485, anno primo).

To παπικό σημείωμα στις 28 Απριλίου, που απαντά στο αίτημα τού ντ’ Ωμπουσσόν να γίνει καρδινάλιος ο αδελφός τού Ζισκάρ, υπάρχει στο ίδιο, φύλλο 161, μαζί με δύο άλλες επιστολές προς ντ’ Ωμπουσσόν με ημερομηνία 28-29 Απριλίου.

[←35]

Μεγάλος αριθμός των επαναστατημένων βαρώνων θανατώθηκαν. Για την ονομαζόμενη «συνωμοσία των βαρώνων» (congiura dei baroni) και την ήττα και εκτέλεσή τους από τον Φερράντε βλέπε την περιγραφή εκείνης τής εποχής τού χρονικογράφου Ferraiolo στην Ρierpont Morgan Library, MS. 801, δημοσιευμένη από τον Riccardo Filangieri, Una Cronaca napoletana figurata del Quattrocento, (1956), τμημ. 16-36, σελ. 48-74, όπου οι σημειώσεις τού Filangieri παρέχουν προσθήκες και καθοδήγηση στη συχνά ανακριβή περιγραφή των γεγονότων από τον χρονικογράφο. Όμως, όπως στην περιγραφή τού Ferraiolo για τούς Τούρκους στο Οτράντο, οι πολλές ολοσέλιδες εικονογραφήσεις τής πτώσης των βαρώνων είναι κατατοπιστικές, δείχνοντας ότι αριθμός των επαναστατών χάθηκε στη λαιμητόμο (guillotine, πολύ παρόμοια με το όργανο τής γαλλικής Επανάστασης), που είχε στηθεί δίπλα στο Καστέλ Νουόβο. Πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1484, υπ’ αριθ. 47-48, 60, τόμος XIX (1693), σελ. 341, 343b και ad ann. 1485, υπ’ αριθ. 38-39, σελ. 354 και βλέπε Camillo Porzio, La Congiura de’ baroni del Regno di Napoli contra il Re Ferdinando, Νaples, 1769, Jos. Calmette, «La Politique espagnole dans l’affaire des barons napolitains (1485-1492)», Revue historique, CX (XXXVII, 1912), 225-46, με οκτώ έγγραφα], Giuseppe Paladino, «Un Episodio della congiura dei baroni: La Pace di Miglionico (1485)», Archivio storico per le province napolitane, XLIII (νέα σειρά, IV, 1918), 44-73, 215-52 και Paladino, «Per la Storia della congiura dei baroni: Documenti inediti dell’ Archivio Estense (1485-1487)», στο ίδιο, XLIV (νέα σειρά, V, 1919), 336-67. XI,V (νέα σειρά, VI, 1920), 128-51, 325-51, XLVI (νέα σειρά, VII, 1921), 221-65 και XLVIII (νέα σειρά, IX. 1923), 219-90, συλλογή 164 εγγράφων.

[←36]

Sigismondo de’ Conti, I, 229, Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 3-4, 25, τόμος XIX (1693), σελ. 366b, 369b.

[←37]

Roberto Palmarocchi, La Politica Ιtaliana di Lorenzo de’ Medici: Firenze nella guerra contra Innocenzo VIII, Φλωρεντία, 1933, passim και για τον υποτιθέμενο φόβο τουρκικής επέμβασης στις ιταλικές υποθέσεις, στο ίδιο, σελ. 5, 33-34, 51.

[←38]

Πρβλ. A. Desjardins (και G. Canestrini), Νegociations diplomatiques de la France avec la Toscane, I (Παρίσι, 1859), 205 και εξής (Documents inédits sur l’ histoire de France, XL).

[←39]

Πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 25-31, τόμος XIX (1693), σελ. 369b-371a], Fraknoi, Mathias Corvinus (1891), σελ. 227-28 και Thuasne, Djem Sultan, σελ. 118-19.

[←40]

Arch. di Stato di Venezia, Sen. Secreta, Reg. 32, φύλλα 162-164, 167-168, 173-181 και σημειώστε ιδιαίτερα φύλλα 166, 177-178, έγγραφα με ημερομηνία 26 Αυγούστου και 7 Οκτωβρίου 1485.

[←41]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 158, και επιμ. Celani, I, 124-25. Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini (1890), σελ. 186, 188. Sigismondo de’ Conti, I, 239, 241. O Σανσεβερίνο ήρθε χωρίς τον στρατό του, ο οποίος έφτασε στις 24 Δεκεμβρίου [Sigismondo, 1, 242]. Ένα παπικό σημείωμα με ημερομηνία 10 Νοεμβρίου και απευθυνόμενο προς τούς κατοίκους τής Λ’ Άκουϊλα γράφει (πλήρως):

«Σήμερα την 22η ώρα [περίπου 3:00 μ.μ.] μπήκε στην πόλη ο αγαπημενος μας γιος, ο ευγενής Ρομπέρτο ντε Σανσεβερίνο, με τον οποίο θα συζητήσουμε για όλα τα πράγματα και θα πάρουμε αποφάσεις. Στη συνέχεια θα σάς ενημερώσουμε αμέσως για αυτά στα οποία καταλήξαμε μεταξύ μας»

[Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 19, φύλλο 56].

(Hodie horaXXII ingressus est urbem dilectus filius nobilis vir Robertus de Sanctoseverino cum quo de rebus omnibus colloquemur et deliberationem capiemus. Postea statim certiores reddemini de iis que inter nos concludentur)

Δεν χρειάζεται να προστεθεί, ότι αυτός ο τόμος παπικών σημειωμάτων περιέχει πολλές επιστολές σχετικές με τον Ρομπέρτο ντι Σανσεβερίνο, όπως και τα ενετικά Sen. Secreta, Reg. 32. Bλέπε γενικά Ernesto Pontieri, «La Politica di Venezia di fronte alla congiura dei baroni napoletani e al conflitto tra lnnoccezo VIII e Ferrante I d’ Aragona (1485-1492)» στις μελέτες του Per la Storia del regno di Ferrante I d’ Aragona, re di Napoli, 2η εκδ., Νάπολη, 1969, σελ. 445-525, τού ιδίου, «L’Atteggiamento di Venezia nel conflitto tra Papa lnnocenzo VIII e Ferrante I d’ Aragona …», Archivio storico per le province napoletane, 3η σειρά, II (LXXXI, 1962-63), 197-324 και V-VI (LXXXIV-LXXXV, 1966-68), 175-309 και τού ιδίου, «La Guerra dei baroni napoletani e di Papa lnnocenzo VIII contro Ferrante d’ Aragona in Dispacci della diplomazia fiorentina», στο ίδιο, IX (LXXXVIII, 1970-71), 197-347, X (LXXXIX, 1971-72), 117 77, XI (XC. 1972-73), 197-254, XII (XCI, 1973-74), 211-45, ενώ έχει δοθεί υπόσχεση συνέχισης αυτού τού άρθρου. Στις δύο αυτές εκτεταμένες μελέτες ο Pontieri έχει δημοσιεύσει 384 έγγραφα από τα Κρατικά Αρχεία (Archivi di Stato) Βενετίας και Φλωρεντίας.

[←42]

Πρβλ. Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 225-27. O Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 186-87 δίνει λάθος τον θάνατο τού Τζιοβάννι ντ’ Αραγκόνα στις 19 Οκτωβρίου και υποθέτει χωρίς τεκμηρίωση ότι δηλητηριάστηκε [βλέπε Pastor, III-l, 226].

[←43]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 164-65 και επιμ. Celani, 1, 128-30. Pontani, Diario, επιμ. Toni στο RISS, III-2, σελ. 51. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1485, υπ’ αριθ. 40-43, τόμος XIX (1693), σελ. 358b-359a. Pastor, Gesch. d. Päpste, II1-1 (ανατυπ. 1955), 227-28 και τόμος II1-2 (ανατυπ. 1956), παραρτ. υπ’ αριθ. 4-5, σελ. 1047-48, έγγραφα με ημερομηνία 12 και 30 Οκτωβρίου 1485.

[←44]

Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 193. Pontani, Diario, επιμ. Toni στο RISS, III-2, σελ. 54. Raynaldus, Αnn eccl., ad ann. 1485, υπ’ αριθ. 42, τόμος XIX (1693), σελ. 359a] και πρβλ. Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne. I, 173-74. και επιμ. Celani, 1, 136. Παρεμπιπτόντως ο γιός τού Θωμά Παλαιολόγου Ανδρέας, ο οποίος ήταν γνωστός στην παπική κούρτη ως «αυτοκράτορας Κωνσταντινούπολης» (imperator Constantinopolitanus), ήταν παρών στην Καπέλλα Σιξτίνα στη γιορτή τού Εξαγνισμού τής Παρθένου (2 Φεβρουαρίου 1486) όταν ο πάπας ευλόγησε τα κεριά και ο Ντομένικο ντέλλα Ρόβερε, καρδινάλιος τού Σαν Κλεμέντε, έκανε τη λειτουργία. Ο πάπας ήθελε να δώσει στον Ανδρέα «συνηθισμένο κερί» (de cera communi), παρά το γεγονός ότι οι καρδινάλιοι είχαν μόλις πάρει λευκά κεριά: «αλλά εκείνος είπε ότι έπρεπε να πάρει λευκό, όπως οι καρδινάλιοι είχαν λευκό!» (sed ille dicens albam sibi deberi, ut cardinali, albam habuit!) [στο ίδιο, επιμ. Celani, I, 137, γραμμές 4-6]. Ο Ανδρέας ήταν αξιολύπητη εικόνα στη Ρώμη.

[←45]

Ο Infessura παρέχει πλήρη περιγραφή τού πολέμου στο βιβλίο του [Diaria, επιμ. Tommasini], στις εγγραφές για τα έτη 1485 και 1486. Πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1485, υπ’ αριθ. 42, 44. τόμος XIX (1693), σελ. 359a και ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 1-2, 12, σελ. 366, 368a, H. F. Delaborde, L’Expedition de Charles VIII en Italie, Παρίσι, 1888, σελ. 176 και εξής, Pastor, Hist. Popes, V, 24965 και Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955). 223-35. O πόλεμος ήταν το κύριο αντικείμενο συζήτησης στη Ρώμη, όπως φαίνεται από τις εγγραφές στο ημερολόγιο τού Pontani. Στις 12 Φεβρουαρίου 1486 ο Iννοκέντιος Η’ κατήγγειλε τον Φερράντε, ότι ήταν αυτός που «προκαλούσε την έριδα και συντηρούσε τον ιταλικό πόλεμο» (discordiarum sator bellique Italici nutritor) [Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 19, φύλλο 191].

Μεταξύ των διαφόρων σημειωμάτων σχετικών με την αποστολή τού καρδινάλιου ντέλλα Ρόβερε στη Γένουα, σημειώνω κυρίως εκείνο στις 20 Μαΐου (1486), που διόριζε τον Ραφφαέλλο Γκριμάλντι ως διοικητή (patronus) σε δύο από τις καλύτερες γαλέρες τού γενουάτικου στόλου, που ετοιμαζόταν για παπική υπηρεσία [στο ίδιο, φύλλα 385386]. Άλλο σημείωμα προς τον ντέλλα Ρόβερε ζητούσε επιβεβαίωση, ότι ο Γκριμάλντι είχε παραλάβει τον διορισμό του, ακόμη κι αν είχαν ήδη γίνει όλες οι αναθέσεις γαλερών [στο ίδιο, φύλλο 386].

Τα προβλήματα τού πάπα στην Ιταλία δυστυχώς δεν αντισταθμίζονταν από την ασφάλεια στα ανατολικά μέτωπα. Στις 5 Ιουλίου 1486 εξέδωσε πλήρη άφεση αμαρτιών για υπηρεσία εναντίον των Τούρκων και Tατάρων [Arm. XXXII, τόμος 21. φύλλα 83-90, Reg. Vat. 715. φύλλα 817, λεπτομερές σταυροφορικό συγχωροχάρτι, που χορηγούσε πλήρη άφεση αμαρτιών υπό συγκεκριμένες προσδιοριζόμενες προϋποθέσεις]. Αν και η Βενετία βρισκόταν τότε σε στενή διπλωματική επαφή με την Πύλη [Sen. Secreta. Reg. 33, φύλλα 26 (36) και 32 (42), έγγραφα με ημερομηνία 28 Ιουλίου και 9 Σεπτεμβρίου 1486], όμως η Γερουσία ενίσχυε σύντομα τον ενετικό στόλο, φοβούμενη μεγάλη τουρκική αρμάδα, η οποία, όπως αναφερόταν, ετοιμαζόταν να αποπλεύσει [στο ίδιο, φύλλο 47 (57)].

[←46]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 207, 208. και 209-10. και επιμ. Celani, I, 157, 158 (με παραπομπές στη σημείωση 5) και 159, για την επιστροφή τού Τζουλιάνο ντέλλα Ρόβερε από τη Γένουα. Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 2013, 205, 214-15, 219, 220. Pontani, Diario, επιμ. Toni στο RISS, II1-2. σελ. 63-64. Raynaldus, Ann, eccl., ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 1. 7-17, τόμος XIX (1693), σελ. 366. 367-68. Delaborde, Expedition de Charles VIII, σελ. 184-85. Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 231-35 και τόμος III-2 (ανατυπ. 1956), παραρτ. υπ’ αριθ. 7, σελ. 1048, έγγραφο με ημερομηνία 11 Αυγούστου 1486.

[←47]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 217 και επιμ. Celani, I, 165. Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 209-10, ιδιαίτερα σελ. 220, 225-6, 232. Pontani, Diario, επιμ. Toni στο RISS, 1II-2, σελ. 64-65. Raynaldus, Ann, eccl., ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 18-23, τόμος XIX (1693), σελ. 369. Delaborde, Expedition de Charles VIII, σελ. 202 και εξής. Yπάρχουν πολλές αναφορές στις υποθέσεις τής Λ’ Άκουϊλα στα σημειώματα τού Iννοκέντιου Η’.

[←48]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, 1, 237 και επιμ. Celani, I, 180. Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 221-22. Pontani, Diario, επιμ. Toni στο RISS, III-2, σελ. 65. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1487, υπ’ αριθ. I, τόμος XIX (1693), σελ. 380b] και πρβλ. Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56. φύλλα 141-145, οδηγίες προς παπικό απεσταλμένο καθ’ οδόν προς Φλωρεντία και Μιλάνο, με ημερομηνία 4 Σεπτεμβρίου 1487. Για την τύχη των επαναστατημένων βαρώνων βλέπε το σημείωμα στο ίδιο, [φύλλα 517520], με ημερομηνία 16 Σεπτεμβρίου 1487:

«…Τέλος, σχεδόν όλοι οι άρχοντες αυτού τού βασιλείου συνελήφθησαν με διαταγή τού βασιλιά, κρατήθηκαν και ρίχτηκαν στις φυλακές που βρίσκονταν στην κατοχή τού βασιλιά» [φύλλο 518].

(…Demum fere omnes ipsius regni proceres iussu regio capti, detenti, et ut rei lese majestatis carceribus mancipati fuere)

[←49]

Sanudo, Vite de’ duchi στο RISS, XXII, στήλη 1241. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 30-32, τόμος XIX (1693), σελ. 371 και ad ann. 1487, υπ’ αριθ. 6-7, σελ. 381, για τον Μποκκολίνο, ο οποίος ζητούσε δύναμη 10.000 Τούρκων, με την οποία θα μπορούσε να υποτάξει όλο το Πιτσένο στον Βαγιαζήτ Β΄ και από εκεί να παρθεί εύκολα όλη η Ιταλία. Πρβλ. Dom. Malipiero, Annali veneti, ad ann. 1487 στο Arch. sτorico italiano, VII, μέρος 1 (1843), 137. Filippo Ugolini, Storia dei conti e duchi d’ Urbino, 2 τόμοι, Φλωρεντία, 1859, II, 49-57, ιδιαίτερα σελ. 56, για τις σχέσεις τού Μποκκολίνο με τούς Τούρκους. Moritz Brosch, Papst Julius II. und die Grundung des Kirckenstaates, Γκότα, 1878, σελ. 40-42, 309-10. Carlo Cipolla, Storia delle Signorie Ιtaliane dal 1313 al 1530, 2 τόμοι, Μιλάνο, 1881-82, II, 640-42. Sigismondo de’ Conti, Storie de’ suoi tempi, I, 272 και εξής, 310 και G. Cecconi, Vita e fatti di Boccolino Guzzoni da Osimo, Osimo, 1889, σελ. 50 και εξής. 74 και εξής, παρατιθέμενο από Pastor, Gesch. d. Päpste, III-1 (ανατυπ. 1955), 233, 237.

Οι δραστηριότητες τού Μποκκολίνο Γκουτσόνι στο Όσιμο, όπου προφανώς είχε την υποστήριξη πολλών από τούς κατοίκους, προκάλεσαν φυσικά την ειδική προσοχή και επίκριση τού πάπα, ο οποίος αφιέρωσε στο θέμα πολλά σημειώματα [Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 19, φύλλα 340, 355-356, 357-358, 360, 372, 373, 393, 395-96, 426, 511, 512 και 513, έγγραφα με ημερομηνία την άνοιξη και στις αρχές καλοκαιριού 1486]. Στις 13 Μαρτίου 1487 ο πάπας πληροφορούσε τον μεγάλο μάγιστρο Πιέρ ντ’ Ωμπουσσόν για την έκκληση τού Μποκκολίνο προς τούς Τούρκους [Bosio, Militia di S. Giovanni Gierosolimitano, II (1594), βιβλίο xiv, σελ. 405]. Ο Μποκκολίνο έκανε τελικά ειρήνη με την εκκλησία τον Ιούλιο τού 1487. Ο πάπας επρόκειτο να τού πληρώσει 7.000 δουκάτα, σύμφωνα με την είδηση που πήρε ο Infessura, ενώ ο Μποκκολίνο θα πουλούσε όλη την κινητή περιουσία του στο Όσιμο και θα έφευγε από την πόλη [Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 227]. Πρβλ. Enrico Carusi, Dispacci e lettere di Giacomo Gherardi, nunzio pontificio a Firenze e Milano (1487-1490), Ρώμη, 1909, σελ. 287-88, έγγραφο με ημερομηνία 3 Μαρτίου 1489 (Studi e testi, υπ’ αριθ. 21). Οι αναφορές στον Μποκκολίνο αφθονούν στα μητρώα τού Βατικανού. Για περιγραφή τής υποτιθέμενης αγριότητας, υπουλότητας και προδοτικής σχέσης του με τούς Τούρκους βλέπε τη βούλλα τού Ιννοκέντιου Η’ τής 1ης Μαΐου 1492 Απεχθής διαστροφή των ασεβών (Detestanda iniquorum perversitas) στο Reg. Vat. 693, φύλλα 199-203, που «εκδόθηκε στη Ρώμη, στον Άγιο Πέτρο, το έτος κλπ. 1490, 2 μέρες πριν από τις καλένδες Μαΐου, κατά το όγδοο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Rome apud Sanctum Petrum, anno etc. MCCCCLXXXX secundo, Kal. Maii, pont. nostri anno octavo), ενώ για τις σχέσεις του με τούς Τούρκους σημειώστε ιδιαίτερα στο ίδιο, φύλλα 200 και εξής και Miscellanea, Arm. II, τόμος 56, φύλλα 403 και εξής. Παρ’ όλα αυτά η μνήμη τού περιπετειώδους Μποκκολίνο παραμένει ακόμη νωπή στην όμορφη πόλη τού Όσιμο, όπου η κεντρική πλατεία φέρει το όνομά του.

[←50]

Fraknoi, Mathias Corvinus, σελ. 229 και πρβλ. σελ. 254-55, 262-63. Ήδη στις 23 Απριλίου 1486 ο Iννοκέντιος Η’ έγραφε στον κυβερνήτη τής παπικής περιοχής (Μάρκε) τής Αγκώνας [Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 19, φύλλο 327]:

«Όπως μάθαμε από κάποιον σπουδαίο άνθρωπο τής πίστης, τον οποίο υποδεχθήκαμε πρόσφατα από τα μέρη τής Σένια, ο βασιλιάς τής Ουγγαρίας έχει αποφασίσει να μεταφέρει κάποιες δυνάμεις του με πλοία προς την Αγκώνα, όχι τόσο για να προσφέρει βοήθεια στον βασιλιά τής Νάπολης, όσο για να προκαλέσει κάποια ζημιά στα εδάφη μας».

(Ex quodam magne fidei viro e partibus Segnie nuper accepimus Regem Hungarie aliquas copias suas navibus versus Anconam transmittere decrevisse, non tam ut Regi Νeapolitano auxilium ferat quam ut terris nostris damnum aliquod inferat)

Πρβλ. στο ίδιο, φύλλα 338, 340, 353. Ο πάπας είχε πάρει τις πληροφορίες του για τούς σκοπούς τού Κορβίνους για την Αγκώνα από τον κόμη Άντζελο ντε Φρανγκιπάνι (ή Frangipane, Frankopan), όπως φαίνεται από το σημείωμα με ημερομηνία 29 Απριλίου [στο ίδιο, φύλλο 341].

Σε επιστολή γραμμένη στη Βιέννη στις 10 Μαΐου 1488, ο Κορβίνους έγραφε στον πάπα με ύφος πληγωμένης αθωότητας για την αφοσίωση που έτρεφε για την Αγία Έδρα από την παιδική του ηλικία και για τις σημαντικές υπηρεσίες που είχε προσφέρει εναντίον των Τούρκων, των αιρετικών και των σχισματικών κατά τη διάρκεια αυτών των πολλών ετών. Μάλιστα είχε προσφάτως προσφερθεί να βοηθήσει την Αγιότητά του στην καταστολή τής εξέγερσης των πολιτών τού Όσιμο (η οποία θα τον τοποθετούσε βολικά στην Αδριατική ακτή, δίπλα στην Άγκώνα). Όσο για την Άγκώνα όμως ήταν απολύτως αθώος τής κατηγορίας ότι αποπλανούσε τούς πολίτες της από την υποταγή τους στον πάπα [Arch. Segr. Vaticano, A. A., Arm. I-XVI1I, 1443, φύλλα 113-115]:

«Ως εκ τούτου να μην πιστεύει η Αγιότητά σας ότι οι Αγκωνίτες θα εξεγερθούν εναντίον αυτής [της Αγίας Έδρας] και θα έρθουν με το μέρος μου, ούτε να υποπτεύεται εμένα, ότι προσφέροντάς τους τα λάβαρά μου ή με άλλο τρόπο επιθυμώ να τούς αποσπάσω από την υπακοή και αφοσίωση σε αυτήν. Είναι προτιμότερο να παρεμποδιστούν εκείνοι οι υπηκόοι τής εκκλησίας και τής Αγιότητάς σας που προσπαθούν πάντα να αποσπαστούν από αυτή την υπακοή και σε καμία περίπτωση να μην προσκολληθούν σε μένα ως ειδικό κύριο ή διαρκή προστάτη, αλλά υπό το όνομά μου να είναι πιο ελεύθεροι και ασφαλείς στη θάλασσα και απέναντι στην οργή των Τούρκων, με τούς οποίους επί τού παρόντος έχω ειρήνη, περιλαμβάνοντας στην οποία και τούς Αγκωνίτες θα αποκατασταθεί η ηρεμία. Σε αυτή την κατανόηση έφτασαν με μένα και ζήτησαν τελικά τα λάβαρα, ώστε να δράσουν για την κοινή και ιδιωτική σωτηρία από τον φόβο των τρομερών εχθρών…» [φύλλο 114].

(…Anchonitanos igitur non credat Sanctitas vestra ab ea [Sancta Sede] rebellasse et ad me defecisse, neque suspicetur me illos oblatione vexilli mei aut aliter ab eiusdem obedientia et devotione avocare voluisse. Subditos enim Ecclesie et Sanctitatis vestre in officio potius continere quam ab ipsius obedientia abstrahere semper studui, nec ipsi tanquam peculiari domino aut perpetuo protectori michi adhesere, sed ut sub meo nomine liberiores ac tutiores in mari essent et eis illud a Turchorum rabie, cum quibus inpresentiarum pacem habeo et in qua etiam ipsos Anchonitanos inclusi, tranquillum redderetur; ad quandam mecum intelligentiam condescenderunt et vexillum tandem petierunt ut illo ad salutem commodumque privatum ac terrorem hostis immanissimi uterentur…)

Με άλλα λόγια η ουγγρική επικυριαρχία επί τής Αγκώνας δεν ήταν παρά μέθοδος προστασίας τού αγκωνίτικου εμπόριου από την τουρκική λεηλασία στη θάλασσα. Ο Iννοκέντιος Η’ δεν έπρεπε να παίρνει αυτή τη ρύθμιση πολύ σοβαρά. Ολόκληρη η επιστολή τού Κορβίνους παρέχεται με ανεπαρκή αντιγραφή στο Mathiae Corvini Hungariae regis epistolae ad romanos pontifices datae et ab eis acceptae, Βουδαπέστη, 1891, υπ’ αριθ. clxxxiv, σελ. 234-37 (Monumenta Vaticana Hungariae, 1η σειρά, τόμος VI). Έχει επίσης δημοσιευθεί από τον Theiner.

Η Αγκώνα προσαρτήθηκε τελικά και βίαια στα παπικά κράτη από τον λεγάτο τού Μάρκε (Marche) τον Σεπτέμβριο τού 1532, κατά τη διάρκεια περιόδου μοναδικής ευημερίας στην ιστορία τής πόλης, όταν πια είχε γίνει (μαζί με τη Βενετία και τη Ραγούσα) κύριο κέντρο διανομής υφασμάτων, δερμάτων, βαφών, μπαχαρικών και τροφίμων. Βλέπε Peter Earle, «The Commercial Development of Ancona, 1479-1551», The Economic History Review, 2η σειρά, XXII (1969), 28-44, ο οποίος βλέπει από την άποψη αυτή την Αγκώνα «ως πραγματικό σύνορο μεταξύ Iσλάμ και Χριστιανοσύνης» [σελ. 40]. Υπήρχε τουρκική αποικία στην Αγκώνα και το λιμάνι ευδοκιμούσε για κάποιο διάστημα κάτω από ανεκτικές πολιτικές τής Αγίας Έδρας. Βλέπε πιο πάνω, Κεφάλαιο 10, σημείωση 57.

[←51]

Sad-ad-Din, «Aventures du prince Gem», Journal asiatique, IX (1826, ανατυπ. 1965), 165, που δείχνει την επιθυμία τού Τζεμ σουλτάν να πάει από τη Ρόδο στη Ρωμυλία. Η ιστορία τού Sa’d-ad-Din’, ότι αργότερα ο Iννοκέντιος Η’ προέτρεπε τον Τζεμ να πάει στην Ουγγαρία και ότι εκείνος αρνιόταν, επιθυμώντας μόνο να επανασυνδεθεί με τη μητέρα και τα παιδιά του στην Αίγυπτο, μοιάζει απίθανη [στο ίδιο, σελ. 166]. Για τις προσπάθειες τού Κορβίνους να αναλάβει την προσωπική κατοχή τού Τζεμ σημειώστε την επιστολή τής ενετικής Γερουσίας στις 10 Σεπτεμβρίου 1487 προς τον γραμματέα τους Τζιοβάννι Οάριο, ο οποίος επρόκειτο να διαβιβάσει την πληροφορία στην Πύλη [Sen. Secreta, Reg. 33, φύλλο 104 (114)].

[←52]

Fraknoi, Mathias Corvinus, σελ. 216-19, 220. Bosio, Militia di San Giovanni, II (1594), βιβλίο xiv, σελ. 406-8 και βλέπε πιο πάνω, σημειώσεις 14, 17-18.

[←53]

Πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1487, υπ’ αριθ. 9-12 και ad ann. 1489, υπ’ αριθ. 5-9, τόμος XIX (1693), σελ. 381b-383a. 393b-394a. Lamansky, Secrets d’ etat (1884, ανατυπ. 1968), σελ. 227-29. O Iννοκέντιος H’ εκφραζόταν προσωπικά και εκτεταμένα για τις δοκιμασίες και τις προδοσίες που είχε υποστεί από τον Φερράντε, στις οδηγίες που εξέδωσε για παπικό απεσταλμένο καθ’ οδόν προς τη Βενετία στις 22 Μαρτίου 1489 [στο Arch. Segr. Vaticano Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 507-516, ανακριβώς με ημερομηνία από τον αντιγραφέα «XXII Marcii, 1494 [!], pontificatus nostri anno V». Το πέμπτο έτος τής παπικής θητείας τού Iννοκέντιου Η’ εκτείνεται από τις 12 Σεπτεμβρίου 1488 μέχρι τις 11 Σεπτεμβρίου 1489].

[←54]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 335 και εξής (για την άφιξη τού Τζεμ σουλτάν στη Ρώμη στις 13 Μαρτίου 1489 (για το οποίο βλέπε πιο κάτω, σελ. 407), 346, 364, 390, 410-11 και επιμ. Celani, 252 και εξής, 261, 275, 294-95, 309. Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, ad ann. 1489, σελ. 245, 249-50. Oι σκέψεις τού Iννοκέντιου Η’ για εγκατάλειψη τής Ιταλίας αναφέρονται σε επιστολή προς τον Φλωρεντινό πρεσβευτή στην Αγία Έδρα Πιερφίλιππο Παντολφίνι, με ημερομηνία 28 Ιουλίου 1490, η οποία παρέχεται στον A. Fabronius, Laurentii Medici Magnifici vita, 2 τόμοι, Pisa, 1784, II, 353-58 για το οποίο πρβλ. A. von Reumont, Lorenzo de’ Medici il Magnifico, 2η εκδ., 2 τόμοι, Λειψία, 1883, II, 377-78, που αναφέρεται από τον Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 246-50.

[←55]

Πρβλ. Burchard, Diarium. επιμ. Thuasne, I, 436. και επιμ. Celani, I, 331 με σημείωση. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1491, υπ’ αριθ. 1516, τόμος XIX (1693), σελ. 405b. Ο Μαξιμιλιανός και η Άννα τής Βρετάννης είχαν παντρευτεί μέσω πληρεξουσίου στις 19 Δεκεμβρίου 1490. Ο Κάρολος Η’ την παντρεύτηκε στις 6 Δεκεμβρίου 1491 και ο Λουδοβίκος ΙΒ΄ στις 8 Ιανουαρίου 1499. Η Άννα πέθανε στο Μπλουά στις 9 Ιανουαρίου 1514.

[←56]

Arch. Segr. Vaticano, Ann. XXXIX. τόμος 18. φύλλο 74 (η επιστολή αυτή έχει αναφερθεί πιο πάνω σε διαφορετικό πλαίσιο). Αντίγραφο τού πρωτοτύπου, απευθυνόμενο στον Φραντσέσκο Γκονζάγκα, μαρκήσιο τής Μάντουα, υπάρχει στο Arch. di Stato di Mantova, Arch. Gonzaga, Busta 834 (και σημειώστε στο ίδιο τα σημειώματα με ημερομηνία 14 Δεκεμβρίου 1484 και 7 Μαρτίου 1487, όπου το τελευταίο είναι μερικώς κατεστραμμένο από υγρασία). Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1484, υπ’ αριθ. 60-61. τόμος XIX (1693). σελ. 343h-344a. Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 256-57. Το ενδιαφέρον τού Iννοκέντιου Η’ για τη σταυροφορία πιστοποιείται καλά από τις «Βούλλες διαφόρων ετών τής αρχιερατικής διοίκησης τού ευτυχούς μνήμης κυρίου Ιννοκέντιου πάπα Η’» (Βullae diversorum annorum pontificatus felicis recordationis d. Innocentii papae VIII), στο Reg. Vat. 771, τo πρώτο φύλλο (folio) τού οποίου ξεκινά με προφορική επίθεση εναντίον των Τούρκων, «πολύ αποτρόπαιων εχθρών τής Καθολικής πίστης» (hii nephandissimi hostes fidei Catholice).

[←57]

Arch. Segr. Vaticano, Ann. XXXIX. τόμος 18. φύλλα 6870, Raynaldus, Ann. Eccl., ad ann. 1184, υπ’ αριθ. 62-63, τόμος XIX (1693), σελ. 344.

[←58]

Bλέπε γενικά τις αναφορές προς την Αγία Έδρα τού παπικού νούντσιου στη Bούδα, κατά τη διάρκεια τού φθινόπωρου τού 1483, στο Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56. φύλλα 347358. Κατά τη γνώμη τού νούντσιου, ο Ματίας Κορβίνους είναι σε μεγάλο βαθμό ο ήρωας τού εκτυλισσόμενου δράματος: «… Άγιε πατέρα, ο βασιλιάς τής Ουγγαρίας είναι ίδιος ο Άρης: δεν σκέφτεται τίποτε εκτός από τον πόλεμο και το κάνει χωρίς λόγια…» (…Beatissime pater, rex Hungarie Mars ipse est, nihil nisi bellum cogitans et sine sermone faciens…) [φύλλο 350].

Οι στρατιωτικές του ετοιμασίες ήσαν γιγαντιαίες, «με τις οποίες είμαι πραγματικά έκπληκτος» (quo vere obstupui). Η προσωπικότητα τού Κορβίνους δεν ήταν λιγότερο εντυπωσιακή:

«…Αν έβλεπε η Αγιότητά σας τη μεγάλη σοβαρότητα, σύνεση και ευγένεια αυτού τού βασιλιά και τη χάρη ομιλίας με την οποία είναι προικισμένος, θα έλεγε ότι είναι μεταξύ των κορυφαίων Ιταλών και κατοικεί μέσα στη λατινική γλώσσα … Ο βασιλιάς είναι ατρόμητος …» [φύλλο 357].

(Hunc regem si Sanctitas vestra videret quanta gravitate, prudentia, suavitate, et quodam lepore dicendi polleat, diceret inter primarios Italos habendum et latine lingue incubuisse. … Rex intrepidus est…)

Πέρα από πλήθος κλασσικής και βιβλικής ρητορικής, αυτές οι αναφορές περιέχουν πολλές πληροφορίες για την Καρινθία, την Καρνιόλα, τη Στυρία, την Αυστρία, την Πολωνία και πάνω απ’ όλα την Ουγγαρία. Ο εν λόγω νούντσιος ήταν ο Μπαρτολομμέο ντε Μαράσκι, για τον οποίο βλέπε πιο πάνω, Κεφάλαιο 12, σελ. 377-79.

[←59]

Fraknoi, Mathias Corvinus, σελ. 219-20, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 127.

[←60]

Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1484. υπ’ αριθ. 64-65, τόμος XIX (1693), σελ. 344b-345a και ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 61, στο ίδιο, σελ. 378b. Bosio, Militia di San Giovanni, II (1594), βιβλίο xiv, σελ. 403. Fraknoi, Mattias Corvinus, σελ. 220. Cl. Huart στην Encyclopaedia of Islam, I (1908), 685. Thuasne, Djem Sultan, σελ. 126-27, από τον Hammer. Για την ετοιμότητα τού βοεβόδα Τρανσυλβανίας Στέφανου και τού Πάουλ Κίνισι, «άλλου κεραυνού τού πολέμου» (aliud belli fulmen), να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε τουρκική επίθεση, πρβλ. την αναφορά προς την Αγία Έδρα στο Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 357-358, ενώ για την κατάκτηση από τον Βαγιαζήτ Β΄ τής Κίλια και τού Ακ-κερμάν βλέπε Nicoara Beldiceanu, «La Campagne Οttomane de 1484: Ses preparatifs militaires et sa chronologie», στο Revue des etudes roumaines, V-VI (Παρίσι, 1960), 67-77, ανατυπ. στο βιβλίο τού ιδίου Le Monde οttoman des Βalkans (1402-1566): Institutions, societe, economie, Λονδίνο: Variorum. 1976.

[←61]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 18, φύλλα 73-74 και πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1484, υπ’ αριθ. 66, τόμος XIX (1693), σελ. 345a.

[←62]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 18, φύλλα 75-76, Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1484, υπ’ αριθ. 67-68, τόμος XIX (1693), σελ. 345-346a, επίσης γραμμένη στη Ρώμη στις 21 Νοεμβρίου 1484.

[←63]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 18, φύλλο 70, Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1484, υπ’ αριθ. 71, τόμος XIX (1693), σελ. 346b.

[←64]

Bosio, ΙΙ (1594), βιβλίο xiii, σελ. 387-91. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1484, υπ’ αριθ. 72-73, τόμος XIX (1693), σελ. 346b-347a]. Zinkeisen, Gesch. d. osman. Reiches, II (1854), 483.

[←65]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 18, φύλλα 112-113. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1485, υπ’ αριθ. 3, τόμος XIX (1693), σελ. 349b.

[←66]

Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1485, υπ’ αριθ. 4, τόμος XIX (1693), σελ. 350a. Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 257. O Raynaldus στο υπ’ αριθ. 3, δίνει την εκτίμηση για τη Φλωρεντία ως 30.000 φλουριά και στο υπ’ αριθ. 4 ως 36.000. Σε επιστολή στις 23 Φεβρουαρίου (1485) προς τον δούκα τού Mιλάνου, ο πάπας εκτιμά το συνολικό κόστος τού σταυροφορικού στόλου σε 300.000 δουκάτα [Arm. XXXIX, τόμος 18, φύλλα 129-130]. Η επιστολή ίδιας ημερομηνίας προς τούς Φλωρεντινούς υπάρχει στο ίδιο, φύλλα 130-131. Στις 6 Mαρτίου ο πάπας έγραφε στον Έρκολε ντ’ Έστε τής Φερράρα, ότι

«από διάφορα μέρη έρχονται εδώ κaθημερινά φήμες και μάλιστα ορισμένοι νούντσιοι αναφέρουν τις μεγάλες προετοιμασίες, με τις οποίες ο Τούρκος καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να εισβάλει στην Ιταλία και αν δεν τον αντιμετωπίσουμε γρήγορα και έγκαιρα, καθένας μπορεί εύκολα να εκτιμήσει την ανοικτή κρίση στην οποία βρίσκεται η ιταλική υπόθεση…»

(ex diversis locis quotidie huc rumores et certi quidem nuntii afferuntur de ingenti apparatu quem Turcus toto conatu facit ut Italiam invadat, et nisi celeriter et in tempore occurratur, facile unusquisque potest existimare rem Italicam in aperto discrimine versari…)

[στο ίδιο, φύλλο 139, όπου μια σημείωση στο μητρώο παρέχει τις εκτιμήσεις, όπως αναφέρονται στο κείμενο, για τη Σιένα, τη Μάντουα, τη Λούκκα, το Μονφερράτ και το Πιομπίνο]. Άρχοντας τού Πιομπίνο ήταν ο Τζάκοπο ντ’ Αππιάνο, ένας ανήθικος χαρακτήρας, στον οποίο ο Iννοκέντιος επέβαλε τιμωρία στις 4 Ιουνίου 1485 [στο ίδιο, φύλλο 183] και ο οποίος αργότερα αποκληρώθηκε από τον Τσέζαρε Βοργία.

[←67]

Για την κατάληψη τής Πιετρασάντα και τής Σαρτσάνα πρβλ. Luca Landucci, Diario fiorentino, επιμ. Iodoco del Badia, Φλωρεντία, 1883, σελ. 49, 56, μεταφρ. Alice de Rosen Jervis, Λονδίνο, 1927, σελ. 40-41, 43. Diario ferrarese στο RISS, XXIV, μέρος 7 (1933), σελ. 119. Delaborde, Expedition de Charles VIII (1888). σελ. 190-91, 194. Η έκκληση τού πάπα προς τον δούκα τού Mιλάνου (στις 23 Φεβρουαρίου 1485) αναφέρεται στην προηγούμενη σημείωση [από το Arm. XXXIX, τόμ. 18, φύλλα 129-130]. Πρβλ. στο ίδιο [τόμ. 18, φύλλα 159-160], επιστολή προς τούς Φλωρεντινούς με ημερομηνία 26 Απριλίου 1485 και στο ίδιο [τόμ. 19, φύλλα 196-197], επιστολές με ημερομηνία 15 Φεβρουαρίου 1486, που επιμένουν ότι, όταν γινόταν ειρήνη μεταξύ Γενουατών και Φλωρεντινών, οι τελευταίοι θα επέστρεφαν το κάστρο τού Σαραντσέλλο στους Γενουάτες. Η Σαρτσάνα παραδόθηκε στους Φλωρεντινούς ύστερα από πολιορκία σαράντα ημερών στις 22 Ιουνίου 1487. Βλέπε Sigismondo de’ Conti, I (1883), 281. Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini (1890), σελ. 226, όπου η πόλη ονομάζεται Ceresana. Pontani, Diario, επιμ. Toni στο RISS, III-2 (1908), σελ. 67. Για την υπόθεση τής Σαρτσάνα και τις περίπλοκες σχέσεις Φλωρεντίας και Γένουας βλέπε Roberto Palmarocchi, La Politica italiana di Lorenzo de’ Medici: Firenze nella guerra contro Innocenzo VIII, Φλωρεντία, 1933, passim, ιδιαίτερα σελ. 1112, 15-22, 55 και εξής. 80-81, 114-16, 194 και εξής, 210 και εξής.

[←68]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 18, fob. 102-103, 106, 108, 110, 112-114, 129-130, 139, 147-148, 156. Adolf Gottlob, Aus der Camera Apostolica des 15. Jahrhunderts, Ίννσμπρουκ, 1889, σελ. 126-27. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1485, υπ’ αριθ. 5, τόμος XIX (1693), σελ. 350a. Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 22021, 257. Για την αποτυχία των Φλωρεντινών να τηρήσουν τούς όρους τής ειρήνης με τη Γένουα (στις Απριλίου 1486), πρβλ. Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 199, 222 και Raynaldus, ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 34, σελ. 371b και ad ann. 1487, υπ’ αριθ. 8, σελ. 381b.

[←69]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 19, φύλλο 401:

«Καταλαβαίνουμε από πολλά λόγια και γράμματα την φροντίδα σας για τη φρούρηση τής πόλης μας Φάνο και άλλων γειτονικών τόπων και για την απόκρουση των Τούρκων που μολύνουν αυτές τις περιοχές. Επαινούμε πάνω απ’ όλα τη σύνεσή σας και ενθαρρύνουμε την επιμέλειά σας και για να συνεχίσετε με καλό σκοπό την αξιέπαινη πρωτοβουλία θα σάς σταλεί τις προσεχείς ημέρες αυτού τού είδους η φρουρά [o Κόρσο ήταν παπικός κοντόσταυλος], που θα χρησιμοποιήσετε με φροντίδα και εργατικότητα…».

(Intelleximus ex plurimorum verbis ac litteris diligentiam tuam in custodienda civitate nostra Fani aliisque circumvicinis locis et in repellendis Turcis qui regionem istam infestabant; laudamus summopere prudentiam et diligentiam tuam hortamurque ut in bono proposito et laudabili incepto perseveres in diesque maiorem huiusmodi custodie ad quam missus es curam atque industriam adhibeas…)

Του είχαν υποσχεθεί οικονομική ανταμοιβή για τις υπηρεσίες του.

[←70]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 19, φύλλο 427, υστερόγραφο σε επιστολή που απευθυνόταν στον κυβερνήτη τού Μάρκε:

«Καταλάβαμε από την τελευταία επιστολή σας, ότι εμφανίστηκαν κι άλλες τουρκικές φούστες στην Αδριατική θάλασσα, οι οποίες θα σάς βάλουν σε δουλειά. Επομένως πρέπει να προσέχετε από όλες τις πλευρές, σε όλα τα μέρη και τούς παραθαλάσσιους τόπους, αν έχει εμφανιστεί τουρκικό σκάφος, ώστε όταν παρατηρεί καθένας τα σήματα που κάνουν οι γείτονές του, να μπορούν όλοι να συγκεντρώνονται ταυτόχρονα, για να προσφέρουν έργο εκεί που απαιτείται».

(Post scripta intelleximus ex ultimis litteris tuis preter alia nonnullas Τurcοrum fustas in isto Mari Hadriatico apparuisse, quare operam dabis ut omnes terre et loca marittima interna sint studiosissime ad circumspectandum undique si quod Turchorum navigium se ostendat quod cum perspexerint quisque vicinis suis signo aliquo id manifestet ut omnes in tempore una convenire possint ad subveniendum ubi opus erit)

Πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1486, υπ’ αριθ. 31, τόμος XIX (1693), σελ. 371a], όπου το κείμενο έχει αντιγραφεί μάλλον απρόσεχτα και Pastor, Gesch. d. Päpste, III-1 (ανατυπ. 1955), 257.

[←71]

Arch. di Stato di Venezia, Documenti turchi, Busta 6, έγγραφο με ημερομηνία πρώτη δεκάδα μήνα Ρεγκέμπ έτους εγείρας 891 (3-12 Ιουλίου 1486), αναφερόμενο στα «Regesti Bombaci», Busta 20.

[←72]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 18, φύλλα 161-162. Raynaldus Ann. eccl., ad ann. 1485, υπ’ αριθ. 5-6, τόμος XIX (1693), σελ. 350. Οι Γενουάτες στη Χίο είχαν γράψει στον πάπα στις 11 Μαρτίου (1485). Η απάντησή του έχει ημερομηνία 29 Απριλίου.

[←73]

Πρβλ. Bosio, Militia di San Giovanni, II (1594), βιβλίο xiv, σελ. 404-5, που δείχνει όμως ότι οι Γενουάτες τής Χίου απευθύνθηκαν επίσης άμεσα στον ντ’ Ωμπουσσόν. Επίσης Pauli, Codice diplomatici, II (1737), υπ’ αριθ. xxxvi και εξής, σελ. 435 και εξής, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 141-42. Οι Ιππότες τής Ρόδου δεν ήσαν οι ίδιοι απρόσβλητοι από τον τουρκικό κίνδυνο και στις 11 Δεκεμβρίου 1486 ο Iννοκέντιος Η’ ετοιμαζόταν να πάρει όσα μέτρα μπορούσε «για την υπεράσπιση τής εν λόγω πόλης και νησιού» (pro defensione civitatis et insule predictarum), Reg. Vat. 692, φύλλο 97 και πρβλ. τη βούλλα τής 15ης Ιουλίου 1488, στο ίδιο, φύλλα 215 και εξής.

[←74]

Πρβλ. Jacques Heers, Genes au XVe siecle, Παρίσι, 1961, σελ. 422.

[←75]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 19, φύλλο 182.

[←76]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX. τόμος 19, φύλλο 476:

«Αγαπημένε μας εν Χριστώ γιέ σάς χαιρετούμε κλπ. Δώσαμε εντολή να ετοιμαστεί η σταυροφορική βούλλα την οποία ζητήσατε και παρόλο που πάντοτε σύμφωνα με το έθιμο το ένα τρίτο τού ποσού που συγκεντρώνεται από παρόμοιες σταυροφορικές παραχωρήσεις εξασφαλίζεται ότι θα φτάσει στο παπικό ταμείο, όμως παίρνοντας υπόψη τη Μεγαλειότητά σας, τής οποίας την καθολική σκέψη και τη βέλτιστη διάθεση απέναντι στην Αγία Ρωμαϊκή Εκκλησία εκτιμούμε πολύ και αναγνωρίζουμε ιδιαιτέρως, είμαστε ικανοποιημένοι με το ένα τέταρτο τού ποσού και σάς ενημερώνουμε ότι σε εσάς προσφέρουμε περισσότερα και για εσάς το κάνουμε πρόθυμα. Ενθαρρύνουμε τη Μεγαλειότητά σας να διατάξει και να πραγματοποιήσει, ώστε να φτάσει στο παπικό ταμείο ολόκλήρο το ένα τέταρτο όλων των εσόδων και επιστροφών που θα συλλεγούν και θα συγκεντρωθούν για αυτή τη σταυροφορία, όπως ελπίζουμε ότι θα κάνετε για τη θρησκεία σας και για το ιππικό σας. Γράφτηκε στη Ρώμη κλπ., στις 12 Ιουλίου 1486, κατά το δεύτερο έτος τής παπικής μας θητείας».

(Carissime in Christo fili noster, salutem etc. Expediri mandavimus bullam cruciate quam petiisti et licet moris sit semperque fieri consueverit ut tertia pars proventuum ex similibus concessionibus cruciate percipiendorum ad cameram apostolicam perveniant, tamen contemplatione Maiestatis tue cuius catholicam mentem et optimam dispositionem erga nos et S.R.E. magni facimus et gratissimam habemus de quarta tantum parte contenti fuimus ut cognoscas nos tibi plurimum tribuere et que pro te possumus libenter facere. Hortamur Maiestatem tuam [ut] velit ordinare et efficere ut quarta huiusmodi pars et portio proventuum et reddituum omnium ex ipsa cruciata colligendorum et percipiondorum ad eandem cameram apostolicam omnino perveniat sicuti te pro tua religione et equitate facturum speramus. Datum Rome, etc. die XII Iulii 1486, anno secondo.)

Πρβλ. στο ίδιο, φύλλα 476, 526.

[←77]

Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1487, υπ’ αριθ. 4, τόμος XIX (1693), σελ. 381a. Πρβλ. A. Ciaconius, Vitae et res gestae pontificum romanorum, επιμ. A. Oldoinus, III (1677), στήλη 172. Ο πάπας σημείωνε επίσης, ότι ο αυτοκράτορας Φρειδερίκος δεν μπορούσε να ξεκινήσει σταυροφορία χωρίς τη συνεργασία των άλλων βασιλέων και ηγεμόνων. Επαναλάμβανε την υπόσχεση να αφιερώσει όλα τα έσοδα τής Ρωμαϊκής Eκκλησίας στη σταυροφορία, «θα κρατήσουμε μικρό μόνο μέρος τού νοικοκυριού μας για την υποστήριξή μας» (uvix tenui parte pro nostre familie sustentatione retenia), στη βούλλα Σχεδόν όλο τον κόσμο (Universo pene orbi) στις 13 Νοεμβρίου (1487) [στο Reg. Vat. 692, φύλλο 122, βλέπε την επόμενη σημείωση]. Στις 6 Μαρτίου 1487 εκδόθηκε αποστολική βούλλα Προσφυγή κατά των Τούρκων (adhortatio contra Turcum) [Arm. XXXII, τόμος 21. φύλλα 97-98].

[←78]

Adolf Gottlob, «Der Legat Raimund Peraudi», Historisches Jahrbuch, VI (Μόναχο, 1885), 438-39, 450, κριτική τής μονογραφίας τού Johann Schneider, Die Kirchliche und politische Wirksamkeit des Legaten Raimund Peraudi (1486-1505), Χάλλε, 1882. O Gottlob, ό. π., χρονολογεί τη βούλλα Σχεδόν όλο τον κόσμο (Universo pene orbi) στις 20 Μαΐου 1487 και ο Pastor, Hist. Popes, V, 291, τη χρονολογεί λάθος στις 27 Μαΐου 1486, αλλαγμένο σε 20 Απριλίου 1487 στο Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 258. Η βούλλα υπάρχει στο Reg. Vat. 692, φύλλα 121-124 «εκδόθηκε στη Ρώμη, στον Άγιο Πέτρο, το έτος κλπ. 1487, στις ίδες Νοεμβρίου, κατά το τέταρτο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Rome apud Sanctum Petrum, anno etc. MCCCCLXXXVII, Idus Novembris, anno quarto), πράγμα που διασαφηνίζει ότι εκδόθηκε στις 13 Νοεμβρίου 1487. Η βούλλα περιέχει εύγλωττη καταδίκη εκείνου τού «γιου τής ανομίας και σπουδαστή τής απώλειας, Μπουκκολίνο Κατσόνιο [Μποκκολίνο Γκουτσόνι]», πρόθυμου σύμμαχου των Τούρκων.

Οι Λιονέλλο Τσερεγκάτο και Αντόνιο Φλόρεζ ορίστηκαν συλλέκτες τού φόρου δεκάτης στη γαλλική επικράτεια [στο ίδιο, φύλλα 123, 125, 146-62, 216 και εξής]. Πλήρης άφεση αμαρτιών για υπηρεσία εναντίον των Τούρκων είχε χορηγηθεί με τη βούλλα Καθολική πίστη (Catholice fidei) στις 5 Ιουλίου 1486 [Arm. XXXII, τόμος 21, φύλλα 8390], που ακολουθήθηκε από έκκληση για δράση εναντίον των Τούρκων στις 6 Μαρτίου 1487 [στο ίδιο, φύλλα 97-98]. Περίπου επτά χρόνια αργότερα ο Γκράτιαν τής Βιλλανόβα στάλθηκε από τον Αλέξανδρο ΣΤ’ σε πρεσβεία στη γαλλική αυλή (φτάνοντας στην Τουρ στις 13 Ιανουαρίου 1494), αλλά παρά τη φήμη του για διπλωματική επιδεξιότητα χειρίστηκε άσχημα την αποστολή τού [Delaborde, Expedition de Charles VIII en Italie, σελ. 296, 307-9].

[←79]

Οδηγίες από τον Αγιώτατο Πατέρα μας προς τον γαληνότατο βασιλιά των Ρωμαίων, που δόθηκαν στον διδάσκαλο Γκράτιαν τής Βιλλανόβα… (Instructiones a S.D.N, ad serenissimum Romanorum regem date Magistro Gratiano de Villanova …) στο Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 132-136 με ημερομηνία 12 Απριλίου 1487 (σε χειρόγραφο αντίγραφο τού 17ου αιώνα). Πρβλ. Gottlob, Histor. Jahrbuch, VI, 450-51, Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1487, υπ’ αριθ. 5. τόμος XIX (1693), σελ. 381b. Μερικά χρόνια αργότερα, στις 27 Φεβρουαρίου 1492, χορηγήθηκε στον Γκράτιαν τής Βιλλανόβα σύνταξη από τον πάπα για τις υπηρεσίες του, με απόφαση «γραμμένη στη Ρώμη, στον Άγιο Πέτρο, το έτος κλπ. 1491, στις 4 καλένδες Μαρτίου, κατά το όγδοο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Rome apud Sanctum Petrum, anno etc. MCCCCLXXXX primo [O.S.], quarto Kal. Martii, pont. nostri anno octavo), Reg. Vat. 693, φύλλα 63-67.

[←80]

Σε επιστολή γραμμένη στο Ίννσμπρουκ στις 12 Μαρτίου 1488, ο Φρειδερίκος πληροφορούσε με αγανάκτηση τον Iννοκέντιο για τη φυλάκιση τού γιού του Μαξιμιλιανού από τούς εξεγερμένους πολίτες τής Μπρυζ [A.A., Arm. I-XVIII, 1443, φύλλο 108-109]:

«… δεν είναι γνωστό ποιο πνεύμα οδήγησε τούς ανθρώπους τής Μπρυζ, ενάντια στον όρκο τού αποστολικού δόγματος και υπερβαίνοντας τον όρκο υποτέλειας στη θρησκεία, να στραφούν όλοι με άλογα και στο όνομα τής ισότητας να αρπάξουν με βίαια χέρια τον ίδιο τον γιό μας [τον Μαξιμιλιανό] και να τον οδηγήσουν από το βασιλικό παλάτι σε κάποιο είδος ιδιωτικής κατοικίας, σύμφωνα με τη μανιασμένη επιθυμία τους και να τον σύρουν εκεί περιφρονώντας τα ιερώτατα βασιλικά δικαριτικά με οικτρό και εξευτελιστικό τρόπο…».

(…ipsi Brugenses nescitur quo spiritu ducti contra apostoli doctrinam iurisiurandi religionem fidelitatem prestitam ac omnes vires equi et equitatis rationem violentas manus in ipsum serenissimum filium nostrum iniecerunt ex suoque regali palatio ad quandam privatam domum iuxta sui furoris libitum deduxerunt et ibidem ipsum in contemptum sacratissime regalis unctionis misere et ignominiose tractant…)

Ο Φρειδερίκος πληροφορούσε τον πάπα ότι η Αγιότητά του όφειλε να ευνοεί τούς χρισμένους βασιλείς απέναντι σε άλλους και να ευνοεί ακόμη και κατώτερο άτομο οποιουδήποτε είδους απέναντι στον όχλο, «απέναντι σε τέτοιου είδους ασεβείς ανθρώπους» (contra huiusmodi populi nephandos). Έγραψε επίσης προς το Κολλέγιο των καρδινάλιων [στο ίδιο, φύλλο 110].

[←81]

Gottlob, Histor. Jahrbuch, VI, 451-52. Heinrich Ullmann, Kaiser Maximilian I., 2 τόμοι, Στουτγκάρδη, 1884-93, I, 19 και εξής. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1488, υπ’ αριθ. 1-2, τόμος XIX (1693), σελ. 387b.

[←82]

Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 692, φύλλα 206-207, «γραμμένη στη Ρώμη, στον Άγιο Πέτρο, το έτος κλπ. 1488, 4 μέρες πριν τις νόνες Μαΐου, κατά το τέταρτο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Rome apud Sanctum Petrum, anno etc. MCCCCLXXXVIII, quarto Nonas Maii, pont. nostri anno quarto), λάθος χρονολογημένη στις 6 Μαΐου (1488) από τον Gottlob, ό. π., σελ. 444, αλλά η συλλογή όλων των φόρων δεκάτης αποτελούσε πηγή συνεχούς απογοήτευσης για την παπική κούρτη [Reg. Vat. 692, φύλλα 22-24, 34 και εξής, 39 και εξής, 43 και εξής. κλπ.. 110, 174 και εξής. 177 και εξής, κλπ.. 235 και εξής, και αλλού].

[←83]

Joann. Trithemius, Annales Hirsaugienses, II (S. Gall, 1690), 529, παρατιθ. από Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 260. Για τις δυσκολίες τού Γκράτιαν τής Βιλλανόβα και άλλων συλλεκτών και υπο-συλλεκτών τού σταυροφορικού φόρου δεκάτης πρβλ. τη βούλλα τού Ιννοκέντιου στις 16 Μαρτίου 1488, «γραμμένη στη Ρώμη, στον Άγιο Πέτρο, το έτος κλπ. 1488, 17 μέρες πριν από τις καλένδες Απριλίου, κατά το τέταρτο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Rome apud Sanctum Petrum, anno etc. MCCCCLXXXVIII, decimoseptimo Kal. Αprilis, [pont. nostri] anno quarto) στο Reg. Vat. 692, φύλλα 226-228.

[←84]

Thuasne, Djem Sultan, σελ. 173 και εξής, 179-94, 211-13. Pastor, Gesch. d. Päpste, III-I (ανατυπ. 1955), 260-62. Pio Paschini, Lionello Chieregato, nunzio d’ Innocenzo VIII e di Alessandro VI, Ρώμη, 1935, σελ. 54 και εξής (Lateranum, νέα σειρά 1-3). Στις 3 Νοεμβρίου (1488) ο πάπας Iννοκέντιος ήρε την απαγόρευση ως μέρος των διαπραγματεύσεών του με τον βασιλιά τής Γαλλίας, για να εξασφαλίσει το άτομο τού Τζεμ σουλτάν. Για την αποστολή των Τσερεγκάτο και Φλόρεζ στo Παρίσι βλέπε Reg. Vat. 692, φύλλα 120-121, 123, 125, 146-162 και Reg. Vat. 693, φύλλα 132-140. Ο Ιννοκέντιος Η’ χορήγησε σύνταξη στον Φλόρεζ στις 12 Σεπτεμβρίου 1484, Reg. Vat. 700, φύλλα 27-29 και Reg. Vat. 720, φύλλα 285287. Πρβλ. επίσης Reg. Vat. 700, φύλλα 31 και εξής, 57 και εξής, 148 και εξής. Δεν έχω προσπαθήσει να καταγράψω τις παπικές χάρες προς τον Φλόρεζ, αλλά πήρε κι άλλες στις 10 Δεκεμβρίου 1486, Reg. Vat. 719, φύλλα 74-75, 98-99 και στις 13 Νοεμβρίου 1490, Reg. Vat. 751, φύλλα 223 224 και πρβλ. Reg. Vat. 752, φύλλο 162, με ημερομηνία 14 Νοεμβρίου 1490.

[←85]

Tο σημείωμα τής 12ης Απριλίου 1489, το οποίο έφερε ο Περάουντι στο Ράιχσταγκ, φαίνεται ταυτόχρονα ενδιαφέρον και αρκετά σημαντικό, ώστε να δικαιολογεί κάποια παράθεση και ανάλυση [Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 371-374]. «Αντίγραφο τού σημειώματος τού κυρίου Ιννοκέντιου προς χριστιανούς ηγεμόνες και άρχοντες για την υπόθεση τής εκστρατείας εναντίον των Τούρκων» (Copia brevis Domini Innocentii ad Principes et Potentatus Christianos super causa expeditionis contra Turcum):

«Πόση μελέτη και εργασία αφιέρωσαν οι ιερής μνήμης προκάτοχοί μας Ρωμαίοι ποντίφηκες, ώστε οι χριστιανοί ηγεμόνες και λαοί να βάλουν στην άκρη τα μίση και τη μεταξύ τους εχθρότητα και να ενωθούν εναντίον τού φοβερότατου Τούρκου τύραννου, τού διαρκούς εχθρού τής χριστιανικής κοινοπολιτείας. Όχι μόνο οι θρησκευτικοί μας άνδρες, αλλά και οι βάρβαροι και τα έθνη των απίστων έχουν εξεταστεί επαρκώς …».

(Quanto studio et labore contenderint sancte memorie predecessores nostri Romani pontifices ut Christiani pontifices [sic για principes] et populi depositis odiis atque inimicitiis et simultatibus mutuis contra immanissimum Τurcοrum tyrannum perpetuum Christiane reipublice hostem in unum convenirent: non solum nostre religionis hominibus verum etiam barbaris atque infidelibus nationibus satis exploratum est…)

To σημείωμα επανεξετάζει τις σταυροφορικές προσπάθειες τού Κάλλιστου Γ΄ και τού Πίου Β΄ και σημειώνει ότι

«… καθημερινά ανατρέπεται εντελώς το βασίλειο τής Βοσνίας και όλη η Πελοπόννησος υποβιβάζεται στην πιο άθλια δουλεία από τις δυνάμεις τού σκληρότατου τύραννου που έχει επικρατήσει εναντίον μας…».

(… quotidie everso funditus Bosnie regno ac universo [sic] Peloponeso in miserrimam servitutem redacta crudelissimi tyranni vires contra nos invalescerent….)

Οι Παύλος Β΄ και Σίξτος Δ’ είχαν κάνει το καθήκον τους, αλλά ο κίνδυνος ήταν ακόμη μεγαλύτερος μετά την πτώση τού Νεγκροπόντε το 1470: «οι σκληρότεροι από αυτούς τούς άπιστους κατέλαβαν την ευβοϊκή Χαλκίδα» (crudelissimi per eosdem infideles Calcide Euboica occupata). Η Ρόδος είχε πολιορκηθεί και το Οτράντο είχε καταληφθεί. Μόνο η θεία χάρις εμπόδιζε τη σκληρή συμφορά από περαιτέρω επέκταση στην Ιταλία. Ο Iννοκέντιος Η’ είχε την πρόθεση να ακολουθήσει τα βήματα των προκατόχων του:

«…Έχοντας τη σκέψη μας κυρίως σε αυτό το γεγονός, στέλνουμε συχνά επιστολές και αγγελιοφόρους σε όλους τούς ηγεμόνες των χριστιανών, φροντίζοντας να τούς προτρέπουμε και να τούς παρακινούμε έτσι για αυτή την εκστρατεία. Και έχουμε γίνει πιο προσεκτικοί από τότε, όταν ο ίδιος εχθρός, ο Τούρκος, λαχταρώντας την Ιταλία, έστειλε τριήρεις να επιτεθούν πολλές φορές στο Πιτσένο, προσπαθώντας να πολιορκήσει ορισμένα μέρη στην ενδοχώρα και υποκινώντας επίσης δικούς μας υπηκόους σε εξέγερση».

(… huic rei potissimum animum adiecimus crebrisque literis et nunciis principes Christianos omnes in hanc ipsam expeditionem permovere atque impellere curavimus: Quod eo impensius tunc fecimus cum hostis idem Turcus Italie inhians in Picenum missis triremibus predabundus sepius impetum fecisset quedam mediterranea loca expugnare conatus subditis etiam nostris ad defectionem solicitatis)

Η εμπειρία είχε δείξει πάρα πολύ καθαρά, ότι υπήρχαν Ιταλοί στο Πιτσένο πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Μεγάλο Τουρκο για το κέρδος.

Ο Iννοκέντιος είχε αφιερώσει τις μέρες και τις νύχτες του στην επινόηση τρόπων αντεπίθεσης επί τού εχθρού, όταν ο Θεός πρόσφερε σε αυτόν και στη Χριστιανοσύνη μια ευκαιρία που ούτε θα ονειρεύονταν με τον Τζεμ σουλτάν, την κατοχή τού ατόμου τού οποίου ο Iννοκέντιος βιαζόταν να εξασφαλίσει:

«Με συμβουλή των αδελφών μας καρδιναλίων τής Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας θεωρήσαμε ότι είναι πραγματικά απαραίτητο να γράψουμε στη Μεγαλειότητά σας».

(Hec de fratrum nostrorum S.R.E. cardinalium consilio ad tuam Maiestatem scribere necessarium omnino esse existimavimus)

Όλες οι Αυτών Μεγαλειότητες έπρεπε να καταλάβουν, ότι αυτή η ουρανόσταλτη ευκαιρία δεν έπρεπε να χαθεί. Είτε υφιστάμενοι πρεσβευτές ή ειδικοί απεσταλμένοι, έπρεπε να εξουσιοδοτηθούν να ασχοληθούν —στην παπική κούρτη— με το ζήτημα τής σταυροφορίας. Ήταν απαραίτητη η γρήγορη λήψη απόφασης (cum res ipsa dilationem non patialur).

Η ειρήνη στην Ευρώπη ήταν η κύρια προϋπόθεση για τη σταυροφορία και ο Iννοκέντιος πρόσφερε τις υπηρεσίες του, για να βοηθήσει να επιλυθούν όσες διαφωνίες εμπόδιζαν μια εκστρατεία εναντίον των Τούρκων. Η παρουσία τού Τζεμ έδινε στους χριστιανούς ιδιαίτερες ελπίδες επιτυχίας:

«Στο μεταξύ όταν θα περιμένουμε αυτόν τον απεσταλμένο, θα δώσουμε εντολή να φυλάσσεται αυτός ο Τζεμ με τιμή και μεγαλοπρέπεια, με υπευθυνότητα και ασφάλεια στο δικό μας αποστολικό ανάκτορο, ώστε να μπορεί ο ίδιος πιο γρήγορα και πιο έντονα να πάρει τα όπλα κινούμενος εναντίον τού αδελφού του».

(Interea dum in hac expectatione oratorum erimus hunc ipsum Zizimum honorifice et maiori cum authoritate ac securitate in palatio nostro apostolico observari iussimus quo promptius ipse acrioreque in fratrem studio arma movere possit)

O Iννοκέντιος έγραφε στους άλλους ηγεμόνες (στο ίδιο πνεύμα, όπως στο σημείωμα που είχε πάρει ο Περάουντι):

«Γι’ αυτό γράφουμε ταυτόχρονα την ίδια γνώμη για αυτού τού είδους την εκστρατεία στους άλλους χριστιανούς ηγεμόνες και άρχοντες, για τούς οποίους δεν αμφιβάλλουμε, ότι από τη δική τους θρησκευτική και καθολική σκέψη για τα τωρινά πράγματα θεωρούν αναγκαίο να βοηθήσουν τον κύριο, ακουγοντας τις πατρικές παραινέσεις και προειδοποιήσεις μας».

(Scribimus enim hoc eodem tempore in eandem sententiam de huiusmodi negocio ceteris principibus et potentatibus Christianis quos non dubitamus pro sua religiosa et catholica mente presentique rerum necessitati opitulante domino audituros paternas exhortationes et admonitiones nostras)

Πρωτότυπο αυτού τού σημειώματος τής 12ης Απριλίου 1489, απευθυνόμενο στον Φραντσέσκο Γκονζάγκα, μαρκήσιο τής Μάντουα, διασώζεται στο Arch. di Stato di Mantova, Arch. Gonzaga, Busta 834. Υπάρχει επίσης στo Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 2, φύλλα 524-529, καθώς και στο Arm. XLIV, τόμος 18, φύλλα 16 και εξής, όπου στον τελευταίο τόμο το κείμενο σχεδόν δεν διαβάζεται, λόγω τής διαβρωτικής επίδρασης τού μελανιού επί τού χαρτιού. Πρβλ. Gottlob, Histor. Jahrbuch, VI, 452, Heinrich Ulmann, Kaiser Maximilian I., 2 τόμοι, Στουτγκάρδη, 1884-91, I, 68 και εξής, Pastor, Hist. Popes, V, 295-96 και (με πληρέστερες σημειώσεις) Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 262-64. Επίτροποι για τη σταυροφορία ορίστηκαν επίσης για την Αγγλία [Reg. Vat. 692, φύλλο 223].

[←86]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 362 και επιμ. Celani, I, 273-74. Schneider, Raimund Peraudi (1882), σελ. 14 και εξής. Gottlob, Hist. Jahrbuch, VI, 452-53. H. Ulmann, Kaiser Maximilian I., I, 70.

[←87]

Leon G. Pelissier, «Catalogue des documents de la collection Podocataro a la Biblioteca Marciana a Venise», Centralblatt für Bibliothekswesen, XVIII (1901), υπ’ αριθ. 29 (Cod. 178, 92), σελ. 595-96:

«…Τέλος κατευθυνόμενος από τη Λυών στο Παρίσι συνάντησα έναν έφιππο, τον οποίο ρώτησα και μού απάντησε ότι οι σεβαστοί κύριοι, οι απεσταλμένοι τής Αγιότητάς σας, βρίσκονται στο Παρίσι, στη γειτονιά Σαιν Ζακόμπ, στο πανδοχείο των Δύο Αγγέλων. … Και με τη βοήθεια τού Θεού στις 13 τού μηνός, τη δεύτερη ώρα τής ημέρας, έφτασα στο Παρίσι, αναζητώντας αυτή τη συνοικία στην οποία έπρεπε να τούς συναντήσω και εξετάζοντας τα σήματα των κτιρίων ήρθα σε αυτό που υπήρχαν δύο άγγελοι … Και τούς επισκέφθηκα. … Και μετά το δείπνο επέστρεψα σε αυτούς, τούς παρουσίασα το σημείωμα από την Αγιότητά σας και τούς εξήγησα τις οδηγίες που άφησα σε αυτούς. Ρώτησα τι είχαν κάνει. Απάντησαν ότι τούς είχαν επιφυλάξει πολύ τιμητικές υποδοχές και ευμενέστατες ακροάσεις και τα πράγματα βρίσκονται σε καλή κατάσταση, αλλά ακόμη δεν υπάρχει συμπέρασμα…».

(… Demum ex Lugduno veniens versus Parisius, obviavi cuidam cabalario qui michi interroganti respondit reverendos dominos, oratores vestrae Sanctitatis esse Parisius in vico Sancti Jacobi in hospicio Duorum Angelorum. … Et divino auxilio XIII huius mensis, hora secunda post meridiem, Parisius applicui curavique quaerere ubi esset idem vicus, ad quem me contuli, et inspecto insigni ubi depicti erant duo angeli in illud ingressus sum. … Visitavi eos. … Et post prandium ad eos redii, exhibui breve vestrae Sanctitatis, et communicavi instructiones quas eis dimisi. Interrogavi quid fecissent. Responderunt se fuisse honorificentissime exceptos et benignissime auditos, ac res esse in bonis terminis, sed adhuc non esse aliquid conclusum…)

O Paschini (βλέπε την επόμενη σημείωση) χρονολογεί λάθος αυτή την επιστολή στο 1489 από τυπογραφικό λάθος.

[←88]

Bosio, II (1594), βιβλίο XIV, σελ. 411 και πρβλ. Sa’d-ad-Din στο Journal asiatique, IX (1826, ανατυπ. 1965), 161-62, 164. Για τις παρατεταμένες διαπραγματεύσεις των Τσερεγκατο και Φλόρεζ στη γαλλική αυλή, βλέπε Thuasne, Djem Sultan, σελ. 196-97, 200-23, 292. Δεν θα εξυπηρετούσε ιδιαίτερα η λεπτομερής διερεύνηση των μακροχρονίων προσπαθειών τού Iννοκέντιου Η’ να εξασφαλίσει την κατοχή τού ατόμου τού Τζεμ σουλτάν. Ήδη από τις 7 Δεκεμβρίου 1485, ο Iννοκέντιος είχε γράψει στον δούκα των Βουρβώνων σχετικά με την «υπόθεση τού αδελφού τού Τούρκου» (negotium fratris Turci), υπογραμμίζοντας ότι για την κοινή ασφάλεια όλων των χριστιανών ο Τζεμ δεν έπρεπε να περάσει στα χέρια κανενός, παρά σε εκείνα τού ίδιου τού πάπα:

«Γιατί αν ήταν στο χέρι μας θα ανακαλύπταμε τρόπους και δρόμους, μέσω των οποίων θα ήταν δυνατό να κάνουμε μεγάλα πράγματα για τη χριστιανική θρησκεία και τη δόξα τού Θεού» [Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 19, φύλλο 85. Πρβλ. στο ίδιο, φύλλο 85, για το ίδιο ζήτημα].

(Nam si in nostra fuerit potestate, modum et viam adinveni[e]mus quibus illo tamquam instrumento ad res magnas pro religione Christiana et Dei laude gerendas uti possimus)

Για ένα από τα τελευταία στάδια των διαπραγματεύσεων τού Iννοκέντιου με τον Κάρολο Η’ για την ανάληψη τής επιμέλειας τού Τζεμ βλέπε τις οδηγίες προς αδελφό Μπαλταζάρε [Instructiones pro fratre Balthasare (de Spino)], που δόθηκαν σε Γάλλο απεσταλμένο στις 12 Ιουλίου 1488 (για να διαβιβαστούν στον Μπαλταζάρε ντα Σπίνο στο Παρίσι, όπου είχε πάει να συναντήσει τούς Τσερεγκάτο και Φλόρεζ), στο Arch. Segr. Vaticano, Miscellanea, Arm. II, τόμος 56, φύλλα 115 και εξής, 121-123, και 131-132, ενώ για τις δραστηριότητες τού Μπαλταζάρε, ο οποίος φαίνεται ότι είχε κάνει δύο ταξίδια στη Γαλλία, πρβλ. Arch. Segr. Vaticano, A. A., Arm. I-XVIII, 1443, φύλλα 116, 118 και σημειώστε Paschini, Lionello Chieregato (1935), σελ. 60-61,70-71 και εξής.

[←89]

Οι Zinkeisen, Gesch. d. osman. Reiches, II, 485 και Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 265 προσδιορίζουν την ποινή στην οποία η Αγία Έδρα είχε εκθέσει τον εαυτό της σε 10.000 δουκάτα. Ο Caoursin, στο Thuasne, Burchard, Diarium, I, 544 μιλά «για ποινή 10.000 χρυσών λιρών, στην οποία υπόκειται η Ρωμαϊκή εκκλησία» (ad penam decem milia librarum auri cui sit Romana ecclesia obnoxia) και πρβλ. Petrus Beneficiatus, στο ίδιο, I, παραρτ. υπ’ αριθ. 36, σελ. 548 και Bosio, II (1594), βιβλίο XIV, σελ. 411, «επί ποινή 10.000 χρυσών λιρών» (sotto pena di dieci mila libre d’ oro). Tο σωστό ποσό ήταν προφανώς 1.000 λίρες [βλέπε, πιο πάνω, σημείωση 16, ad fin].

[←90]

Fraknoi, Mathias Corvinus, σελ. 221, ο οποίος παραθέτει [MHH, Acta extera, IV (Βουδαπέστη, 1878), 6] επιστολή με ημερομηνία 10 Φεβρουαρίου 1489 τής ενετικής κυβέρνησης προς τον Ντομένικο Τρεβιζάν, απεσταλμένο τους στη Ρώμη [επίσης στο Lamansky, Secrets d’ etat de Venise (1884, ανατυπ. 1968), σελ. 227-28 και σημειώστε την επιστολή προς Τρεβιζάν με ημερομηνία 18 Μαρτίου 1489 στο Lamansky, σελ. 228-29]. Πρβλ. Bosio, II (1594), βιβλία XIII-XIV, σελ. 382-83. 401 και ιδιαίτερα Thuasne, Djem Sultan, σελ. 216-23, 225-26 και Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 189 και εξής.

[←91]

Είχε αναφερθεί στην ουγγρική αυλή, ότι ο Αιγύπτιος απεσταλμένος είχε προσφέρει στον Iννοκέντιο Η’ 200.000 δουκάτα για την κατοχή τού ατόμου τού Τζεμ σουλτάν και ότι ο πάπας ήταν πρόθυμος να το αποδεχθεί. Ο Iννοκέντιος φέρεται ότι είχε στείλει απεσταλμένο στη Ρόδο με πρόσχημα να φροντίσει για κάποιες υποθέσεις των Ιωαννιτών,

«αλλά από εκεί, αλλάζοντας ενδύματα, θα πάει στον σουλτάνο, για να τακτοποιήσει αυτά τα χρήματα και άλλα ζητήματα».

(sed inde mutatis vestibus ibit ad soldanum pro compositione istius pecunie et aliarum rerum)

Οι Καϊτμπέης και Τζεμ θα έκαναν στη συνέχεια πόλεμο με τον σουλτάνο,

«αλλά ο αγιώτατος κύριος πρέπει να σκεφτεί, ότι ο σουλτάνος [της Αιγύπτου] και αυτός ο Τούρκος [ο Τζεμ] είναι και οι δύο άπιστοι και αν αυτοί γίνουν μεγάλοι, θα είναι από τούς μεγαλύτερους εχθρούς τής πίστης μας, ενώ αν κυριαρχήσει αυτός ο Τούρκος, ο οποίος τώρα είναι αιχμάλωτος, … άραγε θα έχουμε τότε σκληρότερο εχθρό από αυτόν τον μεγάλο Τούρκο;»

(sed dominus sauctissimus deberet cogitare quod soldanus et ille Turchus [Jem] ambo sunt infideles et si isti fiant magni, erunt maximi inimici fidei nostre, et si vincet iste Turchus qui nunc est captus, … non habebimus duriorem inimicum quam istum magnum Turchum?)

[Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 187-188]. Ένας νικηφόρος Τζεμ ίσως ήταν πιο επικίνδυνος εχθρός από τον Βαγιαζήτ.

[←92]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 336-42 και επιμ. Celani, I, 254-58. Caoursin, στο Thuasne, I, παραρτ. υπ’ αριθ. 34, σελ. 545-46. Matteo Bosso, Epistolae, Mantua, 1498, υπ’ αριθ. 30, επίσης στον Thuasne, I, παραρτ. υπ’ αριθ. 33. σελ. 527-28. Petrus Beneficiatus στο Phil. Bonanni, Numismata pontificum romanorum, I (Ρώμη, 1699), 108-9, στον Thuasne, I, παραρτ. υπ’ αριθ. 36. σελ. 547-49. Sigismondo de’ Conti, I (1883), 325-26. Bosio, II (1594), βιβλίο XIV, σελ. 411-12, βασισμένο στον Caoursin.

Σύμφωνα με τούς Caoursin και Bosio, ο Τζεμ σουλτάν φίλησε το πόδι τού πάπα, αν και πολύ απρόθυμα, αλλά ο ισχυρισμός αυτός αντικρούεται ρητώς από την αναφορά τού Μπούρχαρτ ως αυτόπτη μάρτυρα. Πρβλ. Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini (1890), σελ. 241-42, Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1489, υπ’ αριθ. 1-4, τόμος XIX (1693), σελ. 393, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 227-33 και παραρτ. υπ’ αριθ. 11-12, σελ. 422-25, δύο επιστολές τού Τζάκοπο Μπόττα, επίσκοπου τής Τορτόνα, προς τον δούκα τού Mιλάνου με ημερομηνία 14 Μαρτίου 1489, Poniani, Diario, επιμ. Toni στο RISS, II1-2 (1908), σελ. 69, Sa’d-ad-Din στο Journal asiatique, IX (1826, ανατυπ. 1965), 161-66, Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955). 265-66. Οι περιγραφές των συγχρόνων για την υποδοχή τού Τζεμ σουλτάν στη Ρώμη διαφέρουν πολύ στις λεπτομέρειες.

[←93]

Για την ουγγρική αποστολή τού επισκόπου Άντζελο ντ’ Όρτε πρβλ. τα έγγραφα που είναι συγκεντρωμένα στo Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56. φύλλα 153-202. Η βούλλα με ημερομηνία 1 Σεπτεμβρίου 1488, που ορίζει τον Άντζελο ως νούντσιο «με πλήρη εξουσία παπικού λεγάτου … σε μερικά βασίλεια … Γερμανίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας και Βοημίας» (cum plena potestate legati de latere … ad nonnulla Germaniae, Hungariae, Poloniae, et Bohemiae … regna) παρέχεται στον Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1488, υπ’ αριθ. II, τόμος XIX (1693), σελ. 399b-400a.

[←94]

Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 183, 184 και πρβλ. φύλλα 189 – 191.

[←95]

Πρβλ. V. Lamansky, Secrets d’ etat de Venise (1884, ανατυπ. 1968), σελ. 263-69, έγγραφο με ημερομηνία 20 Φεβρουαρίου 1487, όπου ο ντε λα Μπαλύ είναι στο κείμενο ο «cardinalis Andegavensis». Πρβλ. B. Buser, Die Beziehungen der Mediceer zu Frankreich wahrend der Jahre 1434-1494 …, Λειψία, 1879, σελ. 260 και εξής, 270-71 και ιδιαίτερα Henri Forgeot, Jean Balue, cardinal d’ Angers (1427-1491), Παρίσι, 1895, σελ. 142-47 (Bibliotheque de l’Ecole des hautes études, fasc. 106).

[←96]

Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 184, 185. Η επιστολή τού επισκόπου Άντζελο τού Όρτε γράφτηκε προς τον Iννοκέντιο Η’ τον Ιούνιο τού 1489. Για τον Τζεμ σουλτάν και τον καρδινάλιο ντε λα Μπαλύ βλέπε Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 335-36 και επιμ. Celani, I, 252-54, με σημειώσεις.

[←97]

«…et ut novit Sanctitas vestra facilis Hungaris et Sclavis ad Turchos est transitio» [Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλο 185].

[←98]

Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1490, υπ’ αριθ. 10-14, τόμος XIX (1693), σελ. 399-400 και ad ann. 1491, υπ’ αριθ. 11-12, σελ. 404h-405a από τον Bonfinius. Schneider, Raimund Peraudi, σελ. 14-19. Gottlob, Histor. Jahrbuch, VI, 453. Ulmann, Kaiser Maximilian I., I, 85 και εξής. Fraknoi, Mathias Corvinus (1891), σελ. 265-66, 270. Gyula Razso, Die Feldzuge des Konigs Matthias Corvinus in Niederosterreich, 1477-1490 (1973), σελ. 16-23 (φυλλάδιο 36 σελίδων, δημοσιευμένο από το Heeresgeschichtliches Museum στη Βιέννη, για το οποίο πρβλ. πιο πάνω, Κεφάλαιο 12, σημείωση 50).

[←99]

Έτσι παρουσιάζει o Caoursin, στο Thuasne, Burchard, Diarium, I, 535 τον Τζεμ σουλτάν να λέει στον μεγάλο μάγιστρο ντ’ Ωμπουσσόν την εποχή τής φυγής του στη Ρόδο.

[←100]

Στις 13 Αυγούστου 1489 η Ενετική Γερουσία έγραψε στον Ονφρέο Τζουστινιάν, βαΐλο στην Ισταμπούλ, να πληροφορήσει τον σουλτάνο, ότι ο αδελφός τού Τζεμ διέμενε τότε

«στο ανάκτορο τής Αγιότητας τού πάπα, τοποθετημένος σε ορισμένα δωμάτια όμορφα, άνετα και αξιότιμα, διαχωρισμένα από τον χώρο κατοίκησης τής Αγιότητάς του, φρουρούμενος πολύ καλά από μεγάλο αριθμό αξιόλογων ατόμων, αξιοθαύμαστης κατάστασης, όπου ζει αξιοπρεπώς, παίρνοντας καθημερινά πολλή ευχαρίστηση από θελκτικές απολαύσεις διαφόρων ειδών, όπως αρμόζει σε κυρίους, περιορισμένος να αναπνέει κάθε φορά κάτω πό τον ήλιο στον κήπο αυτού τού ανακτόρου, συνοδευόμενος πάντοτε καλά και με ασφάλεια, με μεγάλη τιμή…» [Sen. Secreta, Reg. 34, φύλλο 26 (38) και πρβλ. φύλλα 42 (54), 51 (63), 58 (70)].

(in el proprio palazo de la Sanctità del Papa allozato in certi albergi belli, commodi, et honorifici, separati dala habitation dela dicta Sanctità, custodito molto bene da bon numero de persone notabile et de degne conditione, dove el vive honoratamente et cum bon contento pigliandose quotidianamente di piaceri delectevoli de diverse sorte come se convien a signori et reducendose ale fiate a solazo nel zardino del dicto palazo tuta volta sempre ben et seguramente accompagnato cum assai honore…)

[←101]

Caoursin στον Thuasne, Burchard, Diarium, I, παραρτ. υπ’ αριθ. 34, σελ. 537-38, στον οποίο ο Bosio, II (1594), βιβλίο XIII, σελ. 373-74 βασίζει την περιγραφή του για τον Τζεμ σουλτάν (την εποχή τής φυγής του στη Ρόδο). Επίσης Matteo Bosso στο Thuasne, I, παραρτ. υπ’ αριθ. 33, σελ. 527-28. O Sigismondo de’ Conti, I, 328 γράφει ότι τα διαμερίσματα τού Τζεμ στο παλάτι τού Βατικανού ήσαν στολισμένα με χρυσό και ασήμι και είχαν θέα προς αμπελώνα και όμορφους κήπους. Η περιγραφή τού Mantegna για τον Τζεμ υπάρχει σε επιστολή στις 15 Ιουνίου 1489 προς τον μαρκήσιο Φραντσέσκο Γκονζάγκα τής Μάντουα [G. Bottari (επιμ.), Raccolta di lettere sulla pittura κλπ., VIII (Μιλάνο, 1825), 23-25], η οποία αναφέρεται από τούς Thuasne, Djem Sultan, σελ. 245-46 και Pastor, Gesch. d. Päpste, III-1 (ανατυπ. 1955), 266-68. O Mantegna εργαζόταν τότε στο Μπελβεντέρε. Συγκρίνοντας την περιγραφή τού Mantegna για τον Τζεμ με εκείνη που προέρχεται από τον Caoursin, θα πρέπει κανείς να θυμάται, ότι είχαν περάσει περίπου οκτώ χρόνια από την άφιξη τού Τζεμ στη Ρόδο μέχρι τότε που τον είδε ο Mantegna στο Βατικανό. Ο James Dennistoun, Memoirs of the Dukes of Urbino, επιμ. Edward Hutton, II (Λονδίνο και Νέα Υόρκη, 1909), 297-98, παρέχει την περιγραφή τού Mantegna για τον Τζεμ, την οποία θεωρεί διασκεδαστική «αλλά προφανώς καρικατούρα».

[←102]

Bosio, II (1594), βιβλίο XIV, σελ. 403-11. Σύμφωνα με τις αναφορές που παρέλαβαν οι Ιωαννίτες, οι Τούρκοι είχαν 30.000 απώλειες και οι Μαμελούκοι 8.000. Πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1488, υπ’ αριθ. 9, τόμος XIX (1693), σελ. 389, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 198-200, 254-55, Delaborde, Expedition de Charles VIII (1888), σελ. 201, Huart στην Encyclopaedia of Islam, I (1908), 685b. Στις 4 Σεπτεμβρίου 1488 ο μεγάλος μάγιστρος ντ’ Ωμπουσσόν έστειλε αναφορά για την αιγυπτιακή νίκη στον πάπα [Pauli, Codice diplomatico, II (1737), υπ’ αριθ. XLVII, σελ. 446-47], προφανώς συνταγμένη από τον Caoursin. O Bosio ενσωματώνει την ουσία αυτής τής αναφοράς στην περιγραφή του.

[←103]

Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1488, υπ’ αριθ. 9, τόμος XIX, σελ. 389a.

[←104]

Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 242. Περίπου δεκαπέντε μήνες νωρίτερα, στις 20 Δεκεμβρίου 1487, η φλωρεντινή κυβέρνηση είχε δώσει εντολή στον πρόξενό της στο Πέρα να πληροφορήσει τον σουλτάνο Βαγιαζήτ —εκτός αν έδινε στο γεγονός απειλητική εξήγηση— ότι ένας Αιγύπτιος απεσταλμένος είχε έρθει στη Φλωρεντία, για να διαπραγματευτεί νέα συμφωνία για το φλωρεντινό εμπόριο στην Αίγυπτο και τη Συρία. Ο απεσταλμένος είχε φέρει μαζί του μια καμηλοπάρδαλη και ένα λιοντάρι ως δώρα προς τούς Φλωρεντινούς. Η καμηλοπάρδαλη προκάλεσε μεγάλη περιέργεια. Από τη Φλωρεντία ο απεσταλμένος θα πήγαινε στη Νάπολη και από εκεί πίσω στην Αίγυπτο. Βλέπε Giuseppe Miller, Relazioni delle citta toscane coll’Oriente cristiano e coi Turchi, Φλωρεντία, 1879, μέρος I, υπ’ αριθ. CCΙII, σελ. 237, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 174-75, με παραπομπές σε πολλές πηγές], Luca Landucci, Diario Fiorentino, επιμ. Iodoco del Badia, Φλωρεντία, 1883, σελ. 52-53, μεταφρ. A. de Rosen Jervis, Λονδίνο, 1927, σελ. 44.

[←105]

Bosio, II (1594), βιβλίο xiv, σελ. 413-14, Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1489, υπ’ αριθ. 4, τόμος XIX (1693), σελ. 393b και ad ann. 1490, υπ’ αριθ. I, σελ. 397b. Οι Γάλλοι λεγόταν τότε ότι ήσαν ιδιαίτερα επιμελείς στον ρόλο τους στην υπεράσπιση τής Ρόδου εναντίον των Τούρκων, στην επιθυμία μιας αποτελεσματικής ένωσης με τα ιταλικά κράτη για την αντιμετώπιση των Τούρκων και στην προσφορά προσευχών, οργάνωση λιτανειών, κλπ., «γιατί ο Τούρκος εχθρός τής πίστης κάνει μεγάλες προσπάθειες και ετοιμασίες για να σφετεριστεί τη Χριστιανοσύνη» (quia Turchus inimicus fidei facit magnos conatus et apparatus ad usurpandam Christianitatem) [Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 220, 226, 226-227, και αλλού].

[←106]

Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 254-56. Lamansky, Secrets d’ etat, σελ. 230-32. Sigismondo de’ Conti, II (1883), 39. Thuasne, Djem Sultan, σελ. 261-63. 268-70 και παραρτ. υπ’ αριθ. 14, σελ. 428-29, επιστολή τού Μικελότσι προς Λορέντσο Μέδικο, γραμμένη στη Ρώμη στις 16 Φεβρουαρίου 1490 και Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 268-69. Ο Μακρίνο, αποκαλούμενος επίσης Μαγκρίνο, ήταν ξάδελφος τού Μποκκολίνο και είχε εμπλακεί στην κατάληψη τού Όσιμο. Είχε ομολογήσει τις εγκληματικές του προθέσεις στη Βενετία και είχε επιδιώξει συγχώρεση από τον παπικό λεγάτο. Δεν φαίνεται απίθανο να ήταν ειλικρινής η μετάνοιά του και να μη χρειαζόταν να θανατωθεί. Για την περιγραφή τού Iννοκέντιου Η’ για την προδοσία τού Μακρίνο βλέπε το σημείωμα στις 3 Φεβρουαρίου 1490 προς τον Φραντσέσκο Γκονζάγκα στο Arch. di Stato di Mantova, Arch. Gonzaga, Busta 834 και τη βούλλα Απεχθής διαστροφή των ασεβών (Detestanda iniquorum perversitas) τής 1ης Μαΐου 1492 στο Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 693. φύλλο 201.

[←107]

Infessura, Diaria, επιμ. Tommasini, σελ. 242-45.

[←108]

Johann Schneider, «Der Turkenzugscongress in Rom (3. Juni bis 30. Juli 1490)», στο Programm des stadtschen Realgymnasiums zu Gumbinnen (1893), σελ. 4, αναφερόμενος από Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 269 και πρβλ. Thuasne, Djem Sultan, σελ. 254-55.

[←109]

Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXII, τόμος 21, φύλλα 107108, 109 (αναφέρθηκε πιο πάνω). Gottlob, στο Histor. Jahrbuch, VI (1885), 453-54 και πρβλ. Pastor, Gesch. d. Päpste, 111-1 (ανατυπ. 1955), 269-70. Αντί για γενική σταυροφορία, ο Κάζιμιρ προτιμούσε να επιδοτήσει ο παπισμός τις πολωνικές προσπάθειες εναντίον των Τούρκων [στο ίδιο, σελ. 269, σημείωση 1]. Η ημερομηνία τής διάσκεψης προσδιορίστηκε «περί το τέλος τού επόμενου Μαρτίου, στη γιορτή τού Ευαγγελισμού τής υπεραγίας Παρθένου Μαρίας» (circa finem Marcii proxime futuri ad festum Annunciationis beate Marie Virginis) [από βούλλα τού Iννοκέντιου, ό. π., φύλλο 107, δηλαδή στις 25 Μαρτίου 1490]. Σημειώστε επίσης E. Carusi, Dispacci e lettere di Ciacomo Gherardi … (1487-1490), σελ. 401 και πρβλ. σελ. 403.

[←110]

Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 399-400 και επιμ. Celani, I, 300. Για τις προσπάθειες τού πάπα να προστατεύσει τονΤζεμ σουλτάν απέναντι σε υποψήφιους δολοφόνους (εκ των οποίων φέρονταν ότι υπήρχαν πολλοί πέρα από τον Μακρίνο) και για τις προσπάθειές του να διατηρήσει το κύρος τού Τζεμ, πρβλ. Thuasne, Djem Sultan, σελ. 243 και εξής.

[←111]

Το κήρυγμα τού Πιέτρο Μάνσι στις 25 Μαρτίου 1490 παρέχεται στο παράρτημα τού Sigismondo de’ Conti, II, 413-23. Burchard, Diarium, επιμ. Thuasne, I, 400. και επιμ. Celani, 1, 300-1, Thuasne, Djem Sultan, σελ. 266. O Mάνσι πέθανε το 1504 σε ηλικία πενήντα ετών. Το ταφικό του μνημείο διατηρείται ακόμη στην εκκλησία τού Αρακοέλι.

[←112]

Από επιστολή τής Γερουσίας προς τον Ενετό βαΐλο στην Ισταμπούλ με ημερομηνία 11 Μαρτίου 1490 στον Thuasne, Djem Sultan, σελ. 265, σημείωση 2 και στα Sen. Secreta, Reg. 34. φύλλο 58 (70).

[←113]

Considerationes generales concepte supra [sic] introducende a materia expeditionis decernende contra Turcum στo Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 374-376:

«…Ευχόμαστε και προτρέπουμε τούς χριστιανούς ηγεμόνες και άρχοντες να διαβάσει καθένας τα αρχαία χρονικά και τα ένδοξα πράγματα που είχαν γίνει από τούς προγόνους τους και να δράσουν οι ίδιοι μιμούμενοι αυτούς».

(… Optat et hortatur principes et potentatus Christianos ut unusquisque legat annales antiquos et que gloriose gesta sunt per eorum progenitores ad illorum imitationem se componant)

Tο κείμενο των «γενικών σκέψεων» υπάρχει επίσης στα Miscell., Arm. II, τόμος 29, φύλλα 47-59 και στο ίδιο, Arm. II, τόμος 20 (Politicorum Varia, XX). φύλλα 106-118, ενώ εμφανίζεται με πολλά λάθη τού αντιγραφέα στη Bibl. Apost. Vaticana, Cod. lat. 13.451 (χειρόγραφο τού ύστερου 17ου αιώνα). Σημειώστε γενικά την πορεία των γεγονότων και συζήτησεων που περιγράφονται στον Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1488, υπ’ αριθ. 9-11, ad ann. 1489, υπ’ αριθ. 1-4, ad ann. 1490, υπ’ αριθ. 1-9 και ad ann. 1491, υπ’ αριθ. 13-14, τόμος XXX (1687), σελ. 147-49, 154-55, 162-64 και 174-75.

Στις 12 Ιουνίου 1490 ο Iννοκέντιος Η’ εξέδωσε τη σταυροφορική βούλλα τού Σωτήρα και Κυρίου μας (Salvatoris et domini nostri), η οποία επιδίωκε «όλους μας τούς δυνατούς τρόπους αντίστασης σε όλους τούς απίστους και ιδιαίτερα στους ασεβέστατους Τούρκους» (οmnia nobis possibilia remedia ad resistendum infidelibus omnibus et presertim nephandissimis Turchis), Reg. Vat. 693, φύλλα 164-167, «γραμμένη στη Ρώμη, στον Άγιο Πέτρο, το έτος κλπ. 1490, μια μέρα πριν από τις ίδες Ιουνίου, κατά το έκτο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Rome apud Sanctum Petrum, anno etc. MCCCCLXXXX, pridie Idus Iunii, pont. nostri anno sexto). Η βούλλα καθιστούσε σαφές, ότι ο ασφαλέστερος τρόπος προετοιμασίας εναντίον των Τούρκων ήταν η συγκέντρωση άφθονων πόρων, στην οποία δραστηριότητα ο πιστός Γκράτιαν τής Βιλλανόβα έκανε προφανώς ό,τι καλύτερο μπορούσε. Πρβλ. στο ίδιο, φύλλα 169-170, τη βούλλα Σταυρός των Τούρκων (Τurcos crucis) στις 17 Ιουλίου 1490, που επιβάλλει τον σταυροφορικό φόρο δεκάτης στη Γαλλία και Βουργουνδία, «γραμμένη στη Ρώμη … το έτος κλπ. 1490, 16 μέρες πριν από τις καλένδες Αυγούστου, κατά το έκτο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Rome … , anno etc. MCCCCLXXXX, sextodecimo Kal. Augusti, [pont. nostri] anno sexto). Πρβλ. J. Schneider, «Der Turkenzugscongress in Rom (3. Juni bis 30. Juli 1490)» στο Programm des stadtischen Realgymnasiums zu Gumbinnen (1893), σελ. 5-6, αναφερόμενο από Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 270-71, Sigismondo de’ Conti, II, παραρτ., σελ. 424-25.

Δεκαεπτά χρόνια αργότερα (σε επιστολή στις 9 Ιουλίου 1507) ο πάπας Ιούλιος Β΄ υπενθύμιζε τη ματαιότητα αυτής τής διάσκεψης στον Ερρίκο Η’ τής Αγγλίας [Jas. Gairdner (επιμ.), Letters and Papers … of Richard III and Henry VII, II (Λονδίνο, 1863), υπ’ αριθ. xxxi, σελ. 172-73].

[←114]

Deliberationes et advisamenta oratorum ultramontanorum super generalibus considerationibus S.D.N, de expeditione contra Τurcos iuxta ea que pro nunc potuerunt cogitare στο Arch. Segr. Vaticano, Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 376-379. Πρβλ. Bibl. Apost. Vaticana, Cod. lat. 13.451, φύλλα 14-17 και βλέπε Sigismondo de’ Conti, II, παραρτ., σελ. 426-28. Η περιγραφή τού ίδιου τού Sigismondo [στο ίδιο, σελ. 1-3] αποτελεί απλώς περίληψη τού υπομνήματος, που παρουσίασαν οι απεσταλμένοι στον Ιννοκέντιο Η’. Πρβλ. Thuasne, Djem Sultan, σελ. 266-68 και Pastor, Gesch. d. Päpste, III-l (ανατυπ. 1955), 271-72.

[←115]

Responsa S.D.N. domini Innocentii PP. VIII ad capitula dictorum oratorum ultramontanorum super materia expeditionis contra Τurcοs, die lune 26 Iulii 1490 στα Miscellanea, Arm. II, τόμος 56, ιδιαίτερα φύλλα 380-381 και πρβλ. Sigismondo de’ Conti, II, παραρτ., σελ. 431]:

«… κάποιοι νομίζουν ότι είναι ακετοί για αυτή την ιερή εκστρατεία 15.000 πάνοπλοι άνδρες, τούς οποίους αποκαλούμε αλλιώς κράνη και όπου για κάθε άνδρα με πανοπλία, ονομαζόμενο κράνος, υπολογίζουμε πέντε άλογα…» [ελαφρώς διαφορετικό κείμενο στα Miscell., Arm. II, τόμος 20, φύλλο 111].

(… videretur aliquibus huic sancte expeditioni sufficere posse quindecim millia armigerorum, quos alio vocabulo elmettos vocamus, ut pro quolibet armigero seu elmetto cornputemus quinque equos…)

O Sigismondo, II, 3 γράφει ότι ο Iννοκέντιος πρότεινε 20.000 πάνοπλους άνδρες και 100.000 πεζούς. Tο κείμενο τής Responsa υπάρχει επίσης στα Miscellanea, Arm. II, τόμος 29, φύλλα 61-86 και στο Cod. Vat. lat. 13.451, φύλλα 18-25. Υπάρχουν παραλλαγές διατύπωσης σε πολλά αντίγραφα.

[←116]

Responsa Innocentii VIII, στα Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλα 379-388 και πρβλ. Sigismondo de’ Conti, II, 3-4 και παραρτ. σελ. 429-36. Από την εποχή τής πτώσης τής Κωνσταντινούπολης οι Τούρκοι είχαν μεγαλώσει την επικράτειά τους, είχαν αυξήσει τη δύναμη και τούς οικονομικούς τους πόρους και είχαν βελτιώσει τον πολεμικό τους εξοπλισμό και τις δεξιότητές τους στη ναυσιπλοΐα, αλλά ο Ιννοκέντιος πίστευε ότι με τα χρόνια είχε μειωθεί η χριστιανική δύναμη κρούσης [Responsa, στα Miscell., Arm. II, τόμος 56, φύλλο 381]:

«Έτσι όμως, όπως δείχνουν και τα αρχαία πράγματα κατά την εξέταση τής αυτοκρατορίας τής Κωνσταντινούπολης, ολόκληρη η Ελλάδα και τόσο πολλά βασίλεια και επαρχίες καταλήφθηκαν από τούς Τούρκους, των οποίων η ισχύς δεν βρίσκεται μόνο στις κτήσεις, αλλά επίσης στα όπλα, στα χρήματα και στα νέα πολεμικά μηχανήματα και εργαλεία, που αποτελούν τρομερές εφευρέσεις, καθώς και στην ικανότητα πλεύσης και στον πολεμικό στόλο, θαυμάσια δύναμη, που μεγάλωσε από εκείνο που θυμούνταν οι πατέρες και οι πρόγονοί μας, ενώ η δύναμη των χριστιανών και η δυνατότητα να πολεμούν για μεγάλο χρονικό διάστημα έχει μειωθεί. Και εξετάζοντας αυτό, ίσως χρειαζόμαστε ισχυρότερη δύναμη απ’ ό,τι πριν…».

(Ita tamen ut etiam rebus antiquis accedat in consideratione imperii Constantinopolitani, totius Grecie ac tot regnorum et provinciarum occupatio facta per Turcum, cuius potentia non solum dominiis sed etiam armis, pecuniis ac novis machinarum et instrumentorum bellicorum formidabilibus inventionibus ac peritia navigandi et classis maritime robore mirabiliter ex patrum et avorum nostrorum memoria aucta, Christianorum autem viribus et occasione gerendi belli longo intervallo diminuta: Que consideratio forte maiores copias exposceret quam antea…)

Όμως οι δυσκολίες οργάνωσης σταυροφορίας εκείνη την εποχή έδειχναν αξεπέραστες, γιατί, όπως θρηνούσε ο Ιννοκέντιος σε βούλλα τής 24ης Ιουλίου 1490, τμήματα τής Βοημίας και τής Κεντρικής Ευρώπης ταλαιπωρούνταν ακόμη

«λόγω πολέμων, εισβολών και διαφόρων άλλων συμφορών, από τις οποίες αυτά τα μέρη καταπιέζονται –αλίμονο !- από αιρετικούς και άλλους άπιστους πολλά χρόνια τώρα», Reg. Vat, 748, φύλλο 86,

(propter guerras, incursiones et alias varias calamitates, quibus partes ille per hereticos et alios infideles iam pluribus et pluribus annis—proh dolor! — oppresse fuerunt)

«γραμμένη στη Ρώμη, στον Άγιο Πέτρο, το έτος κλπ, 1490, εννέα μέρες πριν από τις καλένδες Αυγούστου, κατά το έκτο έτος τής παπικής μας θητείας».

(datum Rome apud Sanctum Petrum. anno etc. MCCCC nonagesimo, nono Kal. Augusti, pontificatus nostri anno sexto)

error: Content is protected !!
Scroll to Top