Σημειώσεις Κεφαλαίου 5
- [←1]
-
Zorzo Dolfin, Assedio e presa di Costantinopoli, επιμ. C. M. Thomas στο Sitzungsberichte der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften zu Munchen, II (1868), 36-37, επίσης επιμ. P. A. Dethier στο Monumenta Hungariae historica, XXII, μέρος I (Ισταμπούλ, 1872), σελ. 1043-44, Marino Sanudo, Vite de duchi, στο L. A. Muratori (επιμ.), RISS, XXII (Μιλάνο, 1733), στήλη 1151, A. Ludwig von Pastor, Hist. Popes, II, 271-72 και Geschichte der Päpste, I (ανατυπ. 1955), 619, F. Babinger, Maometto il Conquistatore, Τορίνο, 1957, σελ. 159 και πρβλ. N. Iorga, Gesch. d. osman. Reiches, II (Γκότα, 1909), 39 και εξής.
Για την απίστευτη λύπη (incredibilis dolor) στη Βενετία, βλέπε Giov. Simoneta, Res gestae Francisci Sfortiae, βιβλίο xxiii στο RISS, XXI (Μιλάνο, 1732), στήλη 645AB και επιμ. Giovanni Soranzo στο νέο Muratori, RISS, XXI, μέρος 2, σελ. 378-79.
- [←2]
-
Arch. di Stato di Firenze, Dieci di Balia: Carteggi, Responsive, Reg. 22, φύλλο 261: Η επιστολή είχε γραφεί «στις 29 Ιουνίου 1453, περίπου στις 11:00 π.μ.» (ex Venetiis adi XXVIIII a hore XIIII). Οι Μπαττίστα ντε Φράνκι και Πιέρο Στέλλα ξεκινούσαν ζητώντας συγνώμη για τα θλιβερά νέα που θα έφερνε η επιστολή τους στη Γένουα,
«…Παρακαλούμε λοιπόν να σημειώσετε ότι κατά την παρούσα ώρα ήρθε πλοιάριο [γκρίφο] από την Κέρκυρα σταλμένο από τον βαΐλο τού εν λόγω τόπου προς την εκλαμπρότατη Σινιορία με δύο επιστολές, μία από τον καστελλάνο τής Μεθώνης και η άλλη από τον βαΐλο τού Νεγκροπόντε, που περιέχουν τα εξής: ο άρχοντας των Τούρκων στις 28 Μαΐου πήρε το Πέρα με τη βία την 14η ώρα και σκότωσε όλους, άνδρες και γυναίκες, εκτός από τα μικρά παιδιά, ενώ στις 29 τού ίδιου μήνα πήρε και την Κωνσταντινούπολη και τούς σκότωσε όλους με τον ίδιο τρόπο. Δύο μεγάλες γαλέρες των Ενετών και μία ελαφρά γαλέρα γλίτωσαν ως εκ θαύματος, όπως και σχεδόν όλοι οι άνθρωποι πάνω τους. Για τα δικά μας πλοία δεν αναφέρεται τίποτε. Η πόλη αυτή [Βενετία] βρίσκεται σε μεγάλο θρήνο και δεν έχουμε τολμήσει να ζητήσουμε αντίγραφα των επιστολών, ενώ για τον ίδιο λόγο να μην απορεί η Σινιορία σας αν γράφουμε συγκεχυμένα και υπερβολικά μέσα σε τέτοια αγωνία και πόνο, μη έχοντας δοκιμάσει ποτέ παρόμοια πράγματα, εξαιτίας τού κακού, δημόσιου και ιδιωτικού, σε πράγματα και ανθρώπους …».
(… perche noi vi facciamo noto come nella presente hora cè venuto grifo da Corfu mandato pel bali di decto luogo a questa illustrissima Signoria con due lettere, una del castellano di Μodone et laltra del bali di Νegroponte, le quali contengono questo effecto: El signore de’ Turchi adi XXVIII di Maggio avendo avuto Pera per forza alle XIIII hore et amazato ogniuno et maschi et femine excepto che i fanciulli piccoli, et adi XXVIIII del decto mese avendo avuto Costantinopoli et nel medesimo modo amazato ogniuno. Due galee grosse de Venitiani et una sottile miracolosamente fuggirono quasi con tutti gli huomini fediti. Delle navi nostre non cè nessuna mentione. Questa cipta [città] è in maximi lamenti, et non abbiamo avuto ardire de cercare le copie delle lettere, per la quale cosa non piglino admiratione le Signorie vostre se abbiamo scripto confusamente et maximamente essendo in tanta angustia et dolore, non avendo provato mai simili cose per cagione del damno cosi publico come privato nella roba et nelle persone…)
Πρβλ. στο ίδιο, φύλλο 263, την επιστολή τού Φλωρεντινού πρεσβευτή Νικκολό Σοντερίνι προς τούς Φλωρεντινούς Δέκα (Dieci), γραμμένη στη Γένουα στις 8 Ιουλίου. 1453, που αναφέρεται σε αυτή την επιστολή. Ο Σοντερίνι είχε γράψει στους Δέκα Κύριους (Signori Dieci) στις 29 Μαΐου [!] 1453 ότι η Κωνσταντινούπολη φαινόταν ότι θα έπεφτε στους Τούρκους [φύλλο 249]. Στις 10-11 Ιουλίου πληροφορούσε την κυβέρνησή του ότι πολλά άτομα στη Γένουα δεν πίστευαν ότι οι Τούρκοι είχαν όντως πάρει την Κωνσταντινούπολη και το Πέρα και ότι τα νέα που έφταναν σε αυτόν ήσαν ακόμη πολύ μπερδεμένα ώστε να μπορεί να καταλήξει σε συμπέρασμα για το τι είχε συμβεί πραγματικά. Αγγελιοφόροι είχαν φτάσει στη Γένουα περί τις πέντε το απόγευμα στις 11 τού μηνός (a hore XX) από τη Βενετία και τη Νάπολη, και καθένας από αυτούς έφερνε επιστολές, που επιβεβαίωναν την τουρκική νίκη. Ο κόσμος δεν είχε ακόμη πειστεί, ίσως λόγω των δυσκολιών τής Γένουας με τη Νάπολη [φύλλα 258, 259 και πρβλ. φύλλα 260 και εξής, 278].
- [←3]
-
Arch. di Stiato di Venezia, Sen. Secreta, Reg. 10 (1450-1453), φύλλο 202, παρατιθεμενο από τον Pastor, Gesch. d. Päpste, I, 610, σημείωση. Το κείμενο έχει δημοσιευθεί από τον Sime Ljubić, Listine o odnošajih izmedju južnoga slavenstva i mletačke republike, τόμ. X (Ζάγκρεμπ, 1801), σελ. 13-14 (στα Monumenta spectantia historiam slavorum meridionalium, τόμ. XXII). Πρβλ. F. Thiriet, Régestes des délibérations du Sénat de Venise concernant la Romanie, III (Παρίσι και Χάγη, 1961), αριθ. 2928, σελ. 187.
Στις 30 Ιουνίου 1453 η Ενετική Γερουσία συζητούσε επίσης αν θα επέτρεπε την αναχώρηση εμπορικών σκαφών για τη Συρία μέχρι να έρθουν πιο σίγουρα νέα από τον Κωνσταντινούπολη [Sen. Mar, Reg. 4, φύλλο 197 (198) και πρβλ. στο ίδιο, φύλλο 201 (202), έγγραφα με ημερομηνία 17 Ιουλίου]. Η αναταραχή που προκάλεσαν τα φρικτά νέα έχει φυσικά αφήσει το αποτύπωμά της στα έγγραφα [στο ίδιο, φύλλα 197 (198) και εξής]. Στις 12 Ιουλίου δύο απεσταλμένοι από το Νεγκροπόντε εμφανίστηκαν ενώπιον τής Σινιορίας, αναφέροντας ότι η πόλη και το νησί δεν διέθεταν τα όπλα και τα πολεμοφόδια, με τα οποία θα οργάνωναν άμυνα απέναντι στους Τούρκους, αν παρουσιαζόταν ανάγκη. Η Γερουσία ανταποκρίθηκε αμέσως στις ανάγκες και τούς φόβους των ανθρώπων τού Νεγκροπόντε και έδωσε εντολές να τούς σταλούν όπλα, περιλαμβανομένων δέκα μικρών κανονιών, που θα τοποθετούνταν στα τείχη τής πόλης. Πάρθηκε επίσης απόφαση να σταλεί αμέσως «μηχανικός» με την απαιτούμενη δεξιότητα και εμπειρία, για να διαμορφώσει τα τείχη και τούς προμαχώνες τής πόλης έτσι ώστε να ανταποκρίνονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης [φύλλο 200 (201)]. Από την εποχή εκείνη η τουρκική επίθεση εναντίον τού Νεγκροπόντε παρέμενε ο χειρότερος φόβος τής Γερουσίας.
- [←4]
-
Corpus chronicorum bononiensium, επιμ. Albano Sorbelli στο νέο Muratori, RISS, XVIII, μέρος I, τόμ. IV, σελ. 189a, 190b.
- [←5]
-
Pastor, Hist. Popes, II, 272-73 και Gesch. d. Päpste, I, 619-20. Για τον Φραγκισκανό αδελφό Ρομπέρτο Καρατσόλο (Caracciolo) ντα Λέτσε, ο οποίος έκανε σειρά κηρυγμάτων πεντηκοστής για την πτώση τής Κωνσταντινούπολης, σημειώστε Agostino Pertusi, La Caduta di Costantinopoli, 2 τόμοι, Βερόνα, 1976, I, σελ. xxxviii-xxxix και II, 510.
- [←6]
-
Arch. di Stato di Venezia, Sen. Secreta, Reg. 19 (1450–1453), φύλλο 205, έγγραφο με ημερομηνία 18 Ιουλίου 1453. Oι Ενετοί ισχυρίζονταν ότι έβλεπαν με μεγάλη συμπάθεια τα διαβήματα τού λεγάτου:
«…Αλλά λέμε … ότι κατά τούς τελευταίους μήνες πριν από την άλωση τής Κωνσταντινούπολης στείλαμε γαλέρες μας για χάρη και βοήθεια αυτής τής πόλης, ενώ στείλαμε επίσης με αυτές τις γαλέρες έναν απεσταλμένο μας να παρουσιαστεί στον άρχοντα των Τούρκων, ώστε να παρεμβληθεί και να κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσε, για να υπάρξει ομόνοια μεταξύ τού γαληνότατου κύριου αυτοκράτορα Κωνσταντινούπολης και αυτού τού Τούρκου και να φροντίσει επίσης, αν έπρεπε να γίνει κάτι από εμάς με τούς Τούρκους, για να δοθεί εύνοια στην Κωνσταντινούπολη με τις δικές μας γαλέρες Ρωμανίας και με άλλο πιθανό τρόπο, έτσι ώστε αν ήταν δυνατό τα πράγματα να περνούσαν από τον δρόμο τής ειρήνης. Αλλά ήρθε η απροσδόκητη απώλεια τής ίδιας τής πόλης, για την οποία όμως θρηνούμε πραγματικά, όπως εύκολα μπορεί να κρίνει καθένας. Παρέμειναν αιχμάλωτοι σε αυτή την καταστροφή 40 δικοί μας ευγενείς και μεγάλος αριθμός άλλων πολιτών και εμπόρων μας, πέρα από τον αριθμό Κρητών και άλλων υπηκόων μας, έτσι ώστε να παραμένουν εκεί περισσότεροι από 500 δικοί μας. Και επιθυμούμε πολύ να μπορέσουμε να εξαγοράσουμε αυτούς που παραμένουν ζωντανοί, ώστε να μη χαθεί κανένας. Θεωρούμε επίσης ότι οι πόλεις και οι τόποι μας στην Ελλάδα και σε άλλα δικά μας μέρη, που επί 200 χρόνια, όπως λέμε, έχουν ζήσει σε συνθήκες ειρήνης, δεν είναι ούτε οχυρωμένες ούτε εφοδιασμένες και βρίσκονται σε μεγάλο και προφανή κίνδυνο. Αν (Θεός φυλάξοι) χαθούν, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα μπορέσει πολύ εύκολα και χωρίς άλλη αντίθεση αυτός ο εχθρός τού σταυρού να περάσει με τις δυνάμεις του στην Απουλία, με μεγάλο κίνδυνο για το όνομα των χριστιανών. Αλλά εμείς, προκειμένου αυτή η επίθεση, όσο είναι δυνατό, να αντιμετωπιστεί κάπως, έχουμε δώσει εντολή στον προαναφερθέντα απεσταλμένο μας, να αναλάβει να παρουσιαστεί ενώπιον των Τούρκων, τόσο για να εξαγοράσει τούς προαναφερθέντες ομήρους μας, όσο επίσης για τη ρύθμιση αυτών των υποθέσεων, έτσι ώστε να μην προχωρήσει στην κατάκτηση και κατάληψη των προαναφερθέντων εδαφών και τόπων μας, για την αποφυγή τόσο τής καταστροφής όσο και τής ταλαιπωρίας τους, στο μέτρο που είναι δυνατό να συμβεί…».
(…Verum dicimus quod quoniam preteritis mensibus ante casum urbis Constantinopolis hinc expedivimus non nullas galeas nostras pro favore et succursu urbis eiusdem, misimus etiam cum eisdem galeis unum oratorem nostrum ut proficisceretur ad dominum Teucrum ut se interponeret et operaretur quicquid boni posset pro concordia facienda inter serenissimum dominum imperatorem Constantinopolitanum et ipsum Teucrum, et etiam ut si quid per nos agendum esset cum Teucro ob favores datos Constantinopoli per galeas nostras Romanie et aliter id fieri posset ita quod per viam pacis, si ita fieri posset, res ille transirent. Supervenit autem inopinatus casus amissionis urbis eiusdem de quo tamen cordialiter doluimus quantum facile satis diiudicari potest. Remanserunt captivi in ea clade XL nobiles nostri aliique cives et mercatores nostri in bono numero ultra multos Cretenses et alios subditos nostros ita ut ultra quingenti ex nostris illic remanserint. Cupimusque multum illos qui vivi superfuerunt posse redimere ne pereant. Consideravimus etiam quod civitates et loca nostra Gretie et illarum partium nostrarum que ab annis CC citra, ut ita dixerimus in pace vixerunt nec fortificate nec munite sunt per modum quod in magno et evidenti periculo constitute sunt, et si (quod absit) amitterentur, non est dubium quod valde, habiliter, ac comodissime absque alia contradictione hostis iste crucis cum potentia sua in Apuliam se transfretare posset cum magno periculo nominis Christiani. Nos vero ut iste impetus, si fieri possit, aliquanto contineatur, iussimus prefato oratori nostro quod det operant eundi ad presentiam Teucri tam pro redimendis captivis nostris predictis quam etiam pro componendo res illas ut non procedat ad expugnandum et occupandum terras et loca nostra predicta pro evitando tantum excidium tantumque inconveniens quantum occurrere posset…)
Η επιστολή κλείνει με αναφορά στην ανάγκη να επιτευχθεί ειρήνη και ενότητα μεταξύ των χριστιανικών δυνάμεων, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τούς Τούρκους, τούς σκληρότατους εχθρούς (crudelissimus hostis) και ευχαριστεί τον πάπα για την υπόσχεσή του να στείλει πέντε γαλέρες στα ύδατα τής Ανατολικής Μεσογείου, πράγμα που έπρεπε να γίνει το συντομότερο δυνατό. Σημειώστε τον ενετικό ισχυρισμό στο κείμενο που παρατίθεται πιο πάνω, ότι περισσότεροι από 500 υπήκοοι τής Δημοκρατίας είχαν συλληφθεί αιχμάλωτοι από τούς Τούρκους κατά την πτώση τής Κωνσταντινούπολης. Όμως Ενετοί υπήκοοι (subditi) δεν ήσαν μόνο οι πολίτες (cives). Σε Έλληνες και μικτής καταγωγής (gasmuli) δίνονταν συχνά ενετικά «χαρτιά πολιτογράφησης», που τούς έκαναν «υπηκόους» και τούς επέτρεπαν να αποφεύγουν την πληρωμή των βυζαντινών τελωνειακών δασμών που ήσαν πληρωτέοι από τον αγοραστή [βλέπε Τόμο 1, Κεφ. 11, σημείωση 71 και πρβλ. Thiriet, Regestes, III, αριθ. 2933, σελ. 188, το οποίο έγγραφο όμως παρουσιάζει τούς Έλληνες ως δρώντες «στο όνομα των Ενετών» (au nom de Venitiens), σε διαφορετικά πλαίσια].
- [←7]
-
L. v. Pastor, Acta inedita historiam pontificum romanorum … illustrantia, I (Φράιμπουργκ ιμ Μπράισγκαου, 1904), αριθ. 22, σελ. 35-36. Για τη δύσκολη αποστολή τού Καρβαχάλ βλέπε Simoneta, Res gestae Fr. Sfortiae, βιβλίο xxiii στο RISS, XXI, στήλες 645-46 και επιμ. G. Soranzo στο νέο Muratori, RISS, XXI, μέρος 2, σελ. 379, Cristoforo da Soldo στην ονομαζόμενη Ιstoria bresciana, RISS, XXI, στήλες 882D-888 και επιμ. Giuseppe Brizzolara (ο οποίος σημειώνει ότι στο παλαιότερο χειρόγραφο η εργασία τού Cristoforo ονομάζεται απλώς Cronaca) στο νέο Muratori, RISS, XXI, μέρος 3, σελ. 123-31, για τον πόλεμο στη βόρεια Ιταλία, που οδήγησε στην Ειρήνη τού Λόντι τον Απρίλιο τού 1454, όταν ο Φραντσέσκο Σφόρτσα έκανε ειρήνη «επειδή αυτή θα μπορούσε να αντισταθεί στην ορμή τού Τούρκου» (che’l si possa resistere al impeto del Τurcο) [στο ίδιο, σελ. 129, γραμμή 22].
Βλέπε γενικά Enrico Carusi, «La Legazione del Card. D. Capranica ad Alfonso di Aragona (Napoli, 29 Iuglio-7 Agosto 1453)», Archivio della R. Società romana di storia patria, XXVIII (1905), 473-81. Υπάρχει περιγραφή τής σταδιοδρομίας τού Καπράνιτσα στο M. Morpurgo-Castelnuovo, «Il Cardinal Domenico Capranica», στο ίδιο, LΙΙ (1929), 1-146, με εικοσι-ένα έγγραφα, ενώ για την (ανεπιτυχή) αποστολή τού Καπράνιτσα στη Νάπολη, στο ίδιο, σελ. 55-57. Για την ειρήνη που έγινε τελικά στο Λόντι (στις 9 Απριλίου 1454) βλέπε πιο κάτω, αλλά ο Κριστόφορο ντα Σόλντο σημειώνει, «ότι καμιά κατανόηση σε αυτή την Ιταλία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς πόλεμο» (Hor perchè cadauno sapia che questa Italia non pò stare senza guerra).
Για την αφοσίωση τού Καρβαχάλ στον πόλεμο με τούς Τούρκους (bellum in Turcos) σημειώστε καρδινάλιο Jacopo Ammanati, Ep. 41 στο Pius II, Commentarii, εκδ. Φρανκφούρτης (1614), σελ. 483 και στα Commentarii τού ίδιου τού Ammanati, στο ίδιο, σελ. 354-55.
- [←8]
-
Vite de’ duchi στο RISS, XXII (Μιλάνο, 1733), στήλη 115IB. Πρβλ. Zorzo Dolfin, επιμ. Thomas, στο Sitzungsber. d. k. bayer. Akad., II, 38. Η χρονολόγηση τού Sanudo είναι λίγο στρεβλή. Ήδη στις 10 Απριλίου 1453 η Γερουσία είχε γράψει στον πάπα Νικόλαο Ε’ [Sen. Secreta, Reg. 19, φύλλο 192]:
«Πήραμε πρόσφατα επιστολή από τούς αιδεσιμότατους κύριους καρδινάλιους, τον αντικαγκελλάριο [Φραντσέσκο Κοντουλμέρ, που πέθανε στις 30 Oκτωβρίου 1453] και τον καρδινάλιο Αγίου Μάρκου [Πέτρο Μπάρμπο, τον αργότερα πάπα Παύλο Β΄], με την οποία μάς διαβεβαιώνουν ότι η Μακαριότητά σας με την έμφυτη καλοσύνη της, προκειμένου να αντιμετωπιστούν μεγαλύτερα δεινά και κίνδυνοι, φαίνεται διατεθειμένη να βοηθήσει την πόλη τής Κωνσταντινούπολης και να στείλει πέντε εξοπλισμένες γαλέρες σε αυτή την πόλη μας…».
(Habuimus nuper literas a reverendissimis dominis cardinalibus, vicecancellario et Sancti Marci, quibus nos cerciores faciunt Beatitudinem vestram pro sua innata clemencia ut occuratur tantis malis et periculis que parari videntur opem ferre civitati Constantinopolitane constituisse et triremes quinque in hac nostra civitate armari facere…)
Ο πάπας είχε αποφασίσει να εξοπλίσει τις πέντε γαλέρες του πολύ πριν από την πτώση τής Κωνσταντινούπολης [πρβλ. Thiriet. Regestes, III, αριθ. 2917, 2927, σελ. 184, 186-87].
Επιπλέον, στις 8 Μαΐου η Γερουσία είχε δώσει εντολή στον Λορεντάν.
«αν δεν καταστεί δυνατό να καταλήξει ο Τούρκος σε ειρήνη ή συνθήκη με την γαληνότατο κύριο αυτοκράτορα Κωνσταντινούπολης και στείλουν τούς άνδρες και τα πλοία τους εναντίον τής δικής μας πόλης και τού νησιού τού Νεγκροπόντε, θέλουμε σε μια τέτοια περίπτωση, με τις γαλέρες μας που έχουν ανατεθεί σε εσάς, να προσφέρετε καλή ασφάλεια και προστασία στην πόλη και το νησί τού Νεγκροπόντε, με τον τρόπο που θα κρίνει καλύτερο και πιο χρήσιμο η σοφία σας» [Sen. Secreta, Reg. 19, φύλλο 194].
(quoniam non deveniente Teucro ad pacem vel treuguas cum serenissimo domino Imperatote Constantinopolis posset occurere quod mitteret ex gentibus et navigiis suis contra civitatem et insulam nostram Nigropontis, volumus quod in hoc casu cum galeis nostris tibi commissis provideas ad bonam securitatem et tutellam civitatis et insule Nigropontis sicut sapientie tue melius et utilius videbitur)
Πολύ πριν λοιπόν από την τουρκική νίκη στον Βόσπορο, η Γερουσία είχε προβλέψει για την υπεράσπιση τού Νεγκροπόντε, αλλά όχι επαρκώς, όπως φαινόταν [πρβλ. πιο πάνω, σημείωση 3].
- [←9]
-
G. M. Thomas (και R. Predelli), Diplomatarium veneto-levantinum, II (Βενετία, 1899, ανατυπ. Νέα Υόρκη, 1965), αριθ. 209, σελ. 282-84 και σημειώστε V. V. Makušev, Monumenta historica slavorum meridionalium, II (Belgrade, 1882), 226-27, έγγραφο με ημερομηνία 18 Ιουνίου 1454. O Thomas δεν παρέχει το κείμενο τής συνθήκης τής 18ης Απριλίου 1454 και το τελευταίο έγγραφό του είναι το ενετικό σύμφωνο με τον Ιμπραήμ μπέη, τον Μεγάλο Καραμάνο, με ημερομηνία 12 Φεβρουαρίου 1454, που ήταν διπλωματική κίνηση εκ μέρους των Ενετών, η οποία πιθανώς επέσπευσε την προθυμία τού Μεχμέτ να κάνει ειρήνη με τη Δημοκρατία, αφού ο Ιμπραήμ μπέης ήταν ένας από τούς κύριους εχθρούς του. Ένας απεσταλμένος τού Ιμπραήμ μπέη δραστηριοποιούνταν στη Ρώμη λίγο αργότερα [Makušev, II, 195-96, έγγραφο, με ημερομηνία 16 Αυγούστου 1455].
- [←10]
-
Bλέπε πιο κάτω, σε αυτό το κεφάλαιο, περιοχή σημ. 58-62.
- [←11]
-
Tο πλήρες κείμενο και το ιστορικό υπόβαθρο παρέχεται από τον Sanudo, Vite de duchi στο RISS, XXII, στήλες 1153-58. Βλέπε Thiriet, Regestes, III, αριθ. 2923, 2932, 2934-36, 2946, 2955-56, σελ. 186 και εξής. Πρβλ. S. Romanin, Storia documentata di Venezia, IV (Βενετία, 1855), 254, 527 και εξής, J. W. Zinkeisen, Gesch. d. osman. Reiches in Europa, II (Γκότα, 1854), 33-37, W. Heyd, Histoire du commerce du Levant au mojenage, μετάφρ. Furcy Raynaud, II (Λειψία, 1886, ανατυπ. Άμστερνταμ, 1967), 315-17, Pastor, Gesch. d. Päpste, I (ανατυπ. 1955), 626-28, F. Babinger, Maometto il Conquistatore (1957), σελ. 175-76.
O Μπαρτολομμέο Μαρτσέλλο υπηρέτησε ως Ενετός βαΐλος στην Ισταμπούλ για δύο χρόνια και αντικαταστάθηκε το 1456 από τον Λορέντσο Βιττούρι [Thiriet, Regestes, III, αριθ. 2969, 3016. σελ. 198, 211]. Μπορούμε επίσης να σημειώσουμε ότι στις συνθήκες τού 1451 και 1454 αναγνωρίστηκε ενετική επικυριαρχία επί τού δουκάτου τής Νάξου, το οποίο δεν θα πλήρωνε φόρο υποτέλειας στον Tούρκο [Thomas και Predelli, Dipl. ven.-levantinum, II, αριθ. 209, σελ. 383, από την ειρήνη τής 10ης Σεπτεμβρίου 1451]. Σημειώστε επίσης Sanudo, ό. π., στήλη 1155C και R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, V (1901), βιβλίο xiv, αριθ. 204. σελ. 65, λάθος χρονολογημένη 1461 και αριθ. 288, σελ. 91-92.
Η αποστολή, που εκδόθηκε στο όνομα τού δόγη Φραντσέσκο Φόσκαρι προς τον Μπαρτολομμέο Μαρτσέλλο, «που επρόκειτο να πάει ως βαΐλος στην Κωνσταντινούπολη», έχει ημερομηνία 16 Αυγούστου 1454 και υπάρχει στα Sen. Secreta, Reg. 20, φύλλα 29-30 (30-3l) με συνοπτική περίληψη στον Thiriet, Regestes, III, αριθ. 2976, σελ. 200. Είναι σημαντικό έγγραφο. Ο Μαρτσέλλο επρόκειτο να πιέσει για τουρκική τήρηση τής ειρήνης που υπήρχε μεταξύ Δημοκρατίας και Πύλης και να διαμαρτυρηθεί για την τουρκική λεηλασία τής ενετικής επικράτειας. Η ενετική κυβέρνηση είχε δώσει εντολές στους δικούς της αξιωματικούς στις κρίσιμες περιοχές να τηρούν αυστηρά την ειρήνη,
«αλλά όπως μάς πληροφορούν από την Κέρκυρα και το Νεγκροπόντε, μετά την εν λόγω ειρήνη οι Τούρκοι πήραν πολλές ψυχές από την Πάργα και τη Ναύπακτο και προκάλεσαν μεγάλες ζημιές, ενώ από το νησί τού Νεγκροπόντε δεν ήσαν λίγες οι ψυχές που πήραν με μια τουρκική φούστα, κλέβοντας τα υπάρχοντα των υπηκόων μας και καθώς πιστεύουμε αυτοί θα προχωρήσουν, ενάντια στη σοφία και τη γνώση τής Εξοχότητάς του, η οποία δεν αμφιβάλλουμε ότι θέλει να διατηρήσουμε αυτή την ειρήνη. Θα επιδιώξετε την απελευθέρωση των ψυχών που πάρθηκαν και την αποκατάσταση των ζημιών, όπως είναι δίκαιο και πρέπον και όπως έχει συμφωνηθεί, ότι ο ίδιος θα απέχει στο μέλλον από κάθε ζημιά σε εμάς».
(sed sicut ex Corphoo et Nigroponte sumus informati post dictam pacem per Teucros ex Barga et Nepanto quam plures anime abducte fuerunt et multa damna illata, et ex insula Nigropontis non nulle anime per unam fustam Τurcοrum fuerunt accepte cum derobatione bonorum subditorum nostrorum, et quoniam credimus quod hec processerunt contra mentem et scitum Excellentie sue quam non dubitamus velle pacem ipsam servare, instabis quod anime abducte relaxentur et quod damna restituantur sicut iustum et debitum est et quod ordinet per modum quod omnes sui a damnis nostrorum se de cetero abstineant)
Η Βενετία ήθελε να διατηρήσει τις βόρειες Σποράδες (Σκύρο, Σκιάθο και Σκόπελο), λόγω τής εγγύτητάς τους προς το Νεγκροπόντε (Εύβοια). Αν ο Ντομένικο Γκατελούζο, άρχοντας τής Μυτιλήνης (Λέσβου) ή ο απεσταλμένος του βρισκόταν στην Πύλη ζητώντας την επιστροφή των νησιών στην εξουσία του, ο Μαρτσέλλο έπρεπε να τον μεταπείσει:
«Όμως για τα νησιά Σκύρο, Σκιάθο και Σκόπελο δεν υπάρχει καμία αναφορά στα άρθρα τής ειρήνης, ότι επιστράφηκαν και ότι τα πήρε κατά τούς χρόνους τού πολέμου, σε εποχή κατά την οποία θα μπορούσε να τα είχε πάρει. Έχουμε υποσχεθεί στους ανθρώπους αυτών των νησιών ότι θα τα κρατάμε και θα τα διατηρούμε υπό την κυριαρχία μας και ότι δεν θα τα δώσουμε σε κανένα άλλον κύριο. Ως εκ τούτου δεν βλέπουμε με ποιόν τρόπο, διατηρώντας τα δικαιώματα και την τιμή μας, μπορούμε να δώσουμε σε κάποιον αυτά τα νησιά, ακόμη και σε κάποιον πολύ ισχυρό, έστω κι αν το θέλαμε. Παρακαλούμε λοιπόν την Εξοχότητά του και δεν αμφιβάλλουμε ότι το κράτος του θα παραμείνει ικανοποιημένο και ευχαριστημένο από τη μεγάλη σοφία και το μεγαλείο τής ψυχής του. Και με αυτές και άλλες κατάλληλες εξηγήσεις και λόγια θα επιμείνετε και θα πετύχετε, όπως είμαστε βέβαιοι, με τη σύνεσή σας, να παύσει να ζητά τα νησιά αυτά που βρίσκονται στο μυαλό μας και να παραμείνουν αυτά σε εμάς. Κι αν ο άρχοντας τής Μυτιλήνης [ο Ντομένικο Γκατελούζο, που πέθανε το 1458] ή κάποιος απεσταλμένος του βρεθεί στην Πύλη των Τούρκων ανακινώντας την επιστροφή αυτών των νησιών, να τον πείσετε με τα λόγια και τα επιχειρήματα που θα φανούν κατάλληλα στη σοφία σας, να θελήσει να απέχει από αυτό το ζήτημα και ότι είναι προτιμώτερο να συντηρεί τη δική μας καλή διάθεση για τούς τρεις αυτούς βράχους που είναι τα εν λόγω τρία νησιά».
(Ad partem vero insularum Schyri, Schinti, et Scopuli per formam capitulorum pacis nulla fit mentio quod restituantur fueruntque insule ille accepte tempore guerre quo tempore accipi potuerunt promisimusque hominibus dictarum insularum quod eos pro dominio nostro tenebimus et conservabimus et nulli alio domino dabimus, propterea non videmus, salvo jure et honore nostro, posse ipsas insulas alicui dare licet vellemus in longe maioribus quam de his minimis et miserabilibus insulis complacere sue Excellentie sicque non dubitamus quod dominatio sua pro eius summa sapientia et magnitudine animi bene contenta et satisfacta remanebit. Et cum his et aliis pertinentibus rationibus et verbis instabis et procurabis, sicut de prudentia tua confidimus, quod desistat a petitione dictarum insularum quia nostre mentis est quod ipse insule nobis remaneant. Et si dominus Methelini vel nuntius suus esset ad portam Theucri solicitando restitutionem dictarum insularum sibi suadebis cum illis verbis et rationibus que tue prudentie videbuntur quod velint desistere ab hac petitione et potius caripendere benevolentiam nostram quam tres scopulos prout sunt dicti tres)
Το έγγραφο τής αποστολής συνεχίζει με οδηγίες προς τον Μαρτσέλλο, ώστε:
«Αιτολογώντας το θέμα των νησιών πρέπει να πείτε στον εν λόγω άρχοντα ότι για την τήρηση και εφαρμογή των όρων τής ειρήνης διορίζουμε και στέλνουμε εσάς ως βαΐλο μας στην Κωνσταντινούπολη και θα στείλουμε επίσης γαλέρες μας, όπως συνηθίζεται. Όμως αν δεν επιστρέψετε σε εμάς σε εύθετον χρόνο δεν θα μπορέσουμε να στείλουμε τις γαλέρες μας, αλλά θα ρυθμίσουμε, ώστε να πάνε στην Κωνσταντινούπολη πλοία και σκάφη με εμπορεύματα από τη Βενετία, την Κρήτη και από όλους τούς άλλους τόπους μας, όπως συνηθίζεται και όπως πρέπει και στο μέλλον να τηρείται το έθιμο».
(Iustificata materia insularum dices prefato domino quod pro observatione et implemento capitulorum pacis designavimus et misimus te in bailum nostrum Constantinopolis et misissemus etiam galeas nostras iuxta solitum. Sed quoniam in tempore convenienti ad nos non rediisti nostras galeas mittere non potuimus sed ex Venetiis, Creta, et aliis omnibus locis nostris ordinavimus quod naves et navigia cum mercatoribus vadant Constantinopolim iuxta solitum et in futurum servabitur consuetudo)
Ο Μαρτσέλλο έπρεπε να κάνει τα συνηθισμένα δώρα (χρυσοκέντητα και μεταξωτά υφάσματα και άλλα δώρα) προς τούς υψηλόβαθμους αξιωματούχους τής Πύλης, να αναφέρει πλήρως και σαφώς τις συνθήκες στην Κωνσταντινούπολη τέσσερις μέρες μετά την άφιξή του, να επιμεληθεί πολλών άλλων σημαντικών ζητημάτων και τελικά να φροντίσει για την απελευθέρωση των Ενετών αιχμαλώτων που βρίσκονταν στα χέρια των Τούρκων:
«Όπως γνωρίζετε, εξακολουθούν να παραμένουν αιχμάλωτοι στα χέρια των Τούρκων μερικοί Ενετοί και πιστοί μας, μεταξύ των οποίων και ο Βεττόρε Τρεβιζάν ντε λα Μπάρμπα. Να φροντίσετε για την απελευθέρωσή τους με τον τρόπο που θα θεωρήσετε καλύτερο και πιο χρήσιμο και κυρίως τού εν λόγω Βεττόρε, ο πατέρας τού οποίου έχει προβλέψει τα απαραίτητα χρήματα για την εξαγορά του».
(Sicut scis, restant adhuc captivi in manibus Teucrorum non nulli Veneti et fideles nostri inter quos est Victor Trivisano de la Barba; ipsorum liberationem procurabis sicut melius et utilius cognoveris et maxime dicti Victoris cuius pater providit de pecuniis necessariis ad illius redemptionem)
Τα καθήκοντα τού Μαρτσέλλο καθώς αναχωρούσε για την Κωνσταντινούπολη, δηλαδή
«του δικού μας βαΐλου και πολιτικού εκπροσώπου των Ενετών, ασκώντας τη διακυβέρνησή σας στον τόπο αυτό και σε εκείνα τα μέρη που κατείχε ο αυτοκράτορας τής Κωνσταντινούπολης, από τη μέρα που θα αποβιβαστείτε εκεί και για δύο χρόνια»,
(in baylum et rectorem nostrorum Venetorum exercendo regimen tuum ibidem et in illis locis que tenebat Imperator Constantinopolis a die quo applicueris illuc usque ad duos annos)
ορίζονται λεπτομερώς σε έγγραφο με ημερομηνία 16 Αυγούστου 1454 [Senato Mar, Reg. 5, φύλλα 49-51 (60-52), με συνοπτική περίληψη στον Thiriet, Regestes, III, αριθ. 2976, σελ. 200-1].
Επιστρέφοντας στη Βενετία ο Μαρτσέλλο πέρασε από τη Ραγούσα τον Απρίλιο τού 1456, φέρνοντας τα νέα των μεγάλων τουρκικών ετοιμασιών για εκστρατεία «για την κατάληψη των τόπων τού Δούναβη» (ad expugnanda Danubii loca) [η οποία θα κατευθυνόταν εναντίον τού Βελιγραδίου, για το οποίο βλέπε πιο κάτω, Κεφάλαιο 6]. Οι Ραγουσαίοι ανέφεραν το γεγονός στον Ιωάννη Χούνιαντι στις 15 Απριλίου [J. Gelcich και L. Thallóczy (επιμ.), Diplomatarium ragusanum, Βουδαπέστη, 1887, αριθ. 342, σελ. 592]. Τούρκος απεσταλμένος συνόδευε τον Μαρτσέλλο κατά την επιστροφή τού τελευταίου στην πατρίδα του [Sen. Secreta, Reg. 20, φύλλο 89 (90), έγγραφο με ημερομηνία 19 Μαΐου 1456].
- [←12]
-
Πρβλ. Heyd, Hist. du commerce, μετάφρ. Furcy Raynaud, II (1886, ανατυπ. 1967), 317-18. Υπήρχε κάποια πνευματική δραστηριότητα στην αυλή τού Μωάμεθ Β΄, ιδιαίτερα κατά τα μεταγενέστερα χρόνια του. Κάθε εκτίμηση τού ενδιαφέροντός του για τον δυτικό πολιτισμό συνήθως ξεκινά με συζήτηση τής παρουσίας τού Κυριάκου Αγκωνίτη στην Πύλη [βλέπε πιο πάνω, Κεφάλαιο 2, σημείωση 113]. Οι περισσότεροι από τούς Οθωμανούς στρατιωτικούς και φορολογικούς αξιωματούχους με τούς οποίους διαπραγματεύονταν οι Ενετοί έμποροι ήσαν άξεστο και αρπακτικό συνάφι. Παρά το γεγονός ότι είναι γνωστά τα ονόματα διαφόρων διανοουμένων και λογίων στην οθωμανική αυλή, στους οποίους ο Μωάμεθ έδινε μερικές φορές συντάξεις και αξιώματα, τα διανοητικά τους επιτεύγματα ήσαν όντως πολύ μικρά.
Σε ένα πολύ ελκυστικό αλλά μάλλον παραπλανητικό άρθρο ο Εmil Jacobs, «Mehemmed II., der Eroberer, seine Beziehungen zur Renaissance und seine Burhersammlung», Oriens, II (1949), 6-30, παρουσιάζει τα πολιτιστικά ενδιαφέροντα τού Μωάμεθ και την πνευματική ζωή στον γύρω τού αυλικό κύκλο με πολύ λαμπρά χρώματα. Ο Jacobs πίστευε ότι ο Μωάμεθ, «ο πιο πιστός εκπρόσωπος των ξένων Οθωμανών» (der treueste Repräsentant des alien Osmanentums), είχε αποκτήσει «κατανόηση τής σύγχρονης εκπαίδευσης στη Δύση» (ein Verständnis für die zeitgenössische Bildung des Abendlandes) [στο ίδιο, σελ. 9]. Δίνει μεγάλη προσοχή στον Κυριάκο, για τον οποίο πιστεύει λανθασμένα ότι ήταν ο Κυρίτσης τής επιστολής τού Φραντσέσκο Φιλέλφο τής 11ης Μαρτίου 1454 [σελ. 14-15], ο οποίος έχει ήδη τύχει της προσοχής μας στο Κεφάλαιο 2. Ασφαλώς μεγαλύτερη επιρροή ασκούσε στον Μωάμεθ ο Ιταλός Εβραίος γιατρός Γιακούμπ πασάς, παρά οι διπλωμάτες και ανθρωπιστές οι οποίοι έρχονταν (συνήθως) για μικρές περιόδους στην Πύλη. Για παράδειγμα σε μεταγενέστερη ημερομηνία (τον Ιούλιο τού 1469), η Ενετική Γερουσία πίστευε ότι ο Γιακούμπ πασάς, «ο κύριος Τζάκομο ο γιατρός» [βλέπε πιο κάτω, σελ. 296], τού οποίου το όνομα συνδέεται με εκείνο τού μεγάλου βεζύρη Μαχμούτ πασά, μπορούσε να βοηθήσει να πειστεί ο Μεχμέτ να κάνει ειρήνη με τη Δημοκρατία κατά τη διάρκεια μιας τρομερής φάσης τού τουρκο-ενετικού πολέμου [Sen. Secreta, Reg. 24, φύλλα 34 και 36]. Για την ενδιαφέρουσα αυτή προσωπικότητα, προφανώς πιο σημαντική από κάθε ανθρωπιστή στην Πύλη, βλέπε Babinger, «Ja’qub-Pascha, ein Leibarzt Mehmed’s II., Leben und Schicksale des Maestro Jacopo aus Gaeta», Aufsätze u. Abhandlungen, I (1962), 240-62 [πρωτοδημοσιεύτηκε στο Rivista degli studi orientali, XXVI (Ρώμη, 1951), 87-113]. Σημειώστε επίσης Bernard Lewis, «The Privilege Granted by Mehmed II to his Physician», Bulletin of the School of Oriental και African Studies, University of London, XIV-3 (1952), 550-63 και πρβλ. E. Birnbaum, «Hekim Ya’qub, Physician to Sultan Mehemmed the Conqueror», Harofé Haivri: The Hebrew Medical Journal, I (1961), 250-222 (sic).
Λίγα έργα σημαντικής αξίας παρήχθησαν στην Ισταμπούλ κατά τον 15ο αιώνα και υπήρξε πολύ μικρή πρωτοτυπία στη φιλολογία, τη γραμματική, τη θεολογία, τη φιλοσοφία, τη νομική ή τις επιστήμες [πρβλ. Babinger, Maometto, σελ. 685-720]. Το ενδιαφέρον τού Μεχμέτ για τον δυτικό «πολιτισμό», όπως σημειώνεται από τούς Jacopo Tedaldi, Jacopo de’ Languschi, Niccolò Sagundino, Ψευδο-Σφραντζή και άλλους, ήταν να μάθει αρκετά για την Ευρώπη, ώστε να διευκολυνθούν περαιτέρω κατακτήσεις του στη Δύση [«Mehmed II., der Eroberer, und Italien» στο Aufsätze u. Abhandlungen, I (1962), 178-86]. Ηθελε να μάθει με ποιόν τρόπο ο Αλέξανδρος και ο Καίσαρας είχαν κατακτήσει τον κόσμο, αλλά δεν ήταν «ηγεμόνας τής ιταλικής Αναγέννησης», εθισμένος στον ανθρωπισμό [του ιδίου, Maometto, σελ. 740-42]. Βέβαια Πέρσες αντιγραφείς, μικρογράφοι και βιβλιοδέτες παρήγαγαν μερικά έξοχα βιβλία στην αυλή τού Μωάμεθ, αλλά ο 16ος αιώνας υπήρξε η μεγάλη περίοδος τής βιβλιοδεσίας και των εικονογραφημένων χειρογράφων [στο ίδιο, σελ. 682-83]. Αναμφίβολα ιδιαίτερα ευφυής, ο Μωάμεθ εφάρμοσε θρησκευτική ανοχή που τον τίμησε. Μάλιστα τού κινούσε την περιέργεια η χριστιανική θεολογία, αλλά ίσως είχε λιγότερο εκτεταμένη γνώση «ξένων» γλωσσών απ’ ό,τι συνήθως υποτίθεται [Ch. G. Patrinelis. «Μehmed II the Conqueror and His Presumed Knowledge of Greek and Latin», Viator, II (1971), 349-54]. Συνολικά φαίνεται ότι ο Heyd, II, 317 δεν λέει αδικαιολόγητα ότι «μεταξύ των Τούρκων, ηγεμόνας και λαός ήσαν ακόμη μακριά από τον πολιτισμό …» (…chez les Turcs, prince et peuple étaient encore … loin de la civilisation…).
- [←13]
-
G. du Fresne de Beaucourt, Histoire de Charles VII, V (Παρίσι, 1890), 895-97. Otto Cartellieri, The Court of Burgundy, μετάφρ. Malcolm Letts, Νέα Υόρκη, 1929, σελ. 136-53. Constantin Marinesco στο Comptes rendus de l’ Academie des inscription et belles-lettres, Παρίσι, 1951, σελ. 136. Armand Gruuzweig, «Philippe le Bon et Constantinople», Byzantion, XXIV (1954), 47-61. Richard Vaughan, Philip the Good: The Apogee of Burgundy, Λονδίνο, 1970, σελ. 143-45, 266-67, 297-99, 358 και εξής και Yvon Lacaze, «Politique “méditerranéenne” et projets de croisade chez Philippe le Bon: de la chute de Byzance à la victoire chretienne de Belgrade (mai 1453-julliet 1456)», Annales de Bourgogne, XLI (1969), 5-42, 81-132.
- [←14]
-
Amedeo Vigna, «Codice diplomatico delle Colonie Tauro-liguri durante la Signoria dell’ ufficio di S. Giorgio (1453-1475)» στο Atti della Società ligure di storia patria, VI (Genoa, 1868), έγγραφα II, xxxviii-xxxiv, cxvii, σελ. 21-23, 118-22, 297-301 και ιδιαίτερα L. T. Belgrano, «Documenti riguardanti la colonia di Pera», στο ίδιο, XIII (1877-84), αριθ. cliv, σελ. 261-70, όπου σημειώστε τη σημασία τού Φραντσέσκο Ντραππέριο [σελ. 263], για τον οποίο βλέπε πιο πάνω, Κεφ. 2, περιοχή σημ. 143 και Κεφ. 3, περιοχή σημ. 51-55, και πιο κάτω, σημείωση 19. Πρβλ. επίσης V. V. Makušev, Monumenta historica slavorum meridionalium, II (Belgrade, 1882), 14-15, επιστολή με ημερομηνία 13 Μαρτίου 1454, από τον δόγη τής Γένουας Πιέτρο ντι Καμποφρεγκόζο και το Συμβούλιο των Γερόντων (Anziani) προς τον Μωάμεθ Β΄, Heyd, Histoire du commerce, μετάφρ. Furcy Raynaud, II, 313-15, 387, Philip P. Argenti, The Occupation of Chios by the Genoese, I (Καίμπριτζ, 1958), 203-5.
Για τις συνθήκες στις γενουάτικες αποικίες στο Πέρα και τη Μαύρη Θάλασσα, βλέπε Vigna στο Atti, VI, αριθ. I, xxi–xxii, xxxiii και εξής, cxxxviii, cli και αλλού, ενώ για τη γενουάτικη εμπορική επιχείρηση στην πατρίδα και το εξωτερικό βλέπε Jacques Heers, Gênes au XVe siècle. Activité économique et problèmes sociaux, Παρίσι, 1961, ο οποίος δίνει κάποια προσοχή στις αποικίες στο Πέρα και στη Μαύρη Θάλασσα, καθώς και στον Φραντσέσκο Ντραππέριο.
- [←15]
-
Πρβλ. Heyd, Hist. du commerce, μετάφρ. Furcy Raynaud, II, 582-90 και για τις πηγές βλέπε Vigna, «Codice diplomatico» στο Atti della Società ligure di storia patria, VI, αριθ. iii-iv, σελ. 24-43, έγγραφα με ημερομηνία Νοεμβρίου 1453 και Sil. de Sacy, «Pieces diplomatiques» στο Notices et extraits des manuscrits de la Bibliothèque nationale et autres bibliothèques, XI (Παρίσι, 1827), 81-89.
Tα έσοδα από τον Καφφά «και εκείνους τούς τόπους» υπολογίζονταν σε περισσότερες από 30.000 λίρες [Vigna, ό. π., σελ. 25]. Στις 22 Απριλίου 1455 ο διάδοχος τού Νικολάου Ε’, ο πάπας Κάλλιστος Γ΄, επρόκειτο να χορηγήσει πλήρη άφεση αμαρτιών στους Γενουάτες «σε όλους και σε καθένα χωριστά», που θα πολεμούσαν εναντίον των Τούρκων ή των Τατάρων, για να βοηθήσουν να κρατηθεί ο Καφφάς για τούς διευθυντές τής Τράπεζας Αγίου Γεωργίου, όπως υπογραμμιζόταν στη διακήρυξη τού Νικόλαου για το ιωβηλαίο έτος [Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 436, φύλλα 3-5 και 269-270 και πρβλ. Reg. Vat. 439, φύλλα 174-175, έγγραφο τού επόμενου Νοεμβρίου, που αναφέρεται σε εκείνο τής 22ας Απριλίου]. Για την Τράπεζα Αγίου Γεωργίου, η οποία επέζησε μέχρι το 1797, βλέπε Heers, Genes au XV siècle, ιδιαίτερα σελ. 97 και εξής.
- [←16]
-
Argenti, Occupation of Chios, II (1958), 302-4.
- [←17]
-
Στο ίδιο, II, 304-5. τόμ. I, σελ. 422-23.
- [←18]
-
Για τα προβλήματα των Ιωαννιτών στα χρόνια αμέσως μετά το 1453 βλέπε R. Valentini, «L’ Egeo dopo la Caduta di Costantinopoli nelle relazioni dei Gran Maestri di Rodi», Bullettino dell’ Istituto storico italiano per il medio evo e Archivio Muratoriano, LI (1936), 137-68, με τέσσερα έγγραφα, ενώ για τις εδώ συνθήκες σημειώστε στο ίδιο, σελ. 148-51.
- [←19]
-
Φαίνεται ότι ο Ντραππέριο δεν ήταν πάντοτε πρόθυμος για την πληρωμή των δικών του χρεών. Τέσσερα χρόνια πριν από αυτό (στις 8 Ιουλίου 1451), όταν ο Λορέντσο Μόρο είχε σταλεί ως Ενετός απεσταλμένος στον νέο σουλτάνο Μωάμεθ Β΄, μεταξύ των καθηκόντων που τού είχε αναθέσει η Γερουσία ήταν να ζητήσει από τον Μωάμεθ ή τούς πασάδες τής οθωμανικής αυλής να υποχρεώσουν τον Ντραππέριο να πληρώσει αυτά που χρωστούσε σε κάποιον Τζιοβάννι ντε Μερκάτο Νόβο, Ενετό πολίτη, ο οποίος είχε κάνει δουλειές με τον Ντραππέριο μέσω εκπροσώπου ονομαζόμενου Ντομένικο ντε Μάγκιστρις. Η αποστολή τού Μόρο δείχνει ότι εμπλεκόταν μεγάλο χρηματικό ποσό (magna summa pecuniarum) και περιγράφει τον Ντραππέριο ως «Γενουάτη και υπήκοο τού σουλτάνου» (Januensis et subditus dicti imperatoris Turchorum) [Arch. di Stato di Venezia, Sen. Mar, Reg. 4, φύλλο 67 (68)].
O Amedeo Vigna, «Codice diplomatico», Atti della Società ligure di storia patria, VI, 221, σημείωση, γράφει ότι το «Drapperio» (drappo, ύφασμα, drappiere, υφασματοπώλης) δεν φαίνεται να είναι γενουάτικο επώνυμο και ότι ο Φραντσέσκο ήταν Εβραίος, πράγμα που μπορούσε να εξηγήσει τη φιλία του με τούς Τούρκους και την προφανή αδιαφορία του για τούς χριστιανούς συμπατριώτες του. Ήταν η κύρια οικονομική φυσιoγνωμία στο εμπόριο ανατολικής στυπτηρίας κατά τη διάρκεια τής πέμπτης δεκαετίας τού αιώνα [Marie-Louise Heers, «Les Genois et le commerce de l’alun a la fin du moyen age», Revue d’ histoire economique et sociale XXXII (1954), 36-42, 49 και εξής].
- [←20]
-
Για την αποζημίωση βλέπε Δούκα, Hist. byzant., κεφ. 45 (CSHB, Βόννη, σελ. 335):
Με τον ερχομό τής άνοιξης ο τύραννος πρόσταξε να ετοιμαστεί μεγάλος στόλος και να σταλεί εναντίον τής Χίου. Όταν το έμαθαν οι Χιώτες, έστειλαν πρέσβεις. Ύστερα από μακρές και κοπιαστικές συζητήσεις, συμφώνησαν να πληρώσουν τριάντα χιλιάδες χρυσά νομίσματα για την απώλεια τής διἠρους και των Τούρκων που είχαν χαθεί μαζί της και επιπλέον ετήσιο φόρο υποτέλειας δέκα χιλιάδων χρυσών νομισμάτων. Αφού έγινε ειρήνη, γρήγορα αναχώρησαν.
«Ἔαρος δὲ ἀρχομένου κελεύει ὁ τύραννος στόλον μέγαν γενέσθαι κατά τῆς Χίου. οἱ δὲ Χῖοι μαθόντες πέμπουσι πρέσβεις, καὶ πολλὰ καμόντες συνέθεντο δοῦναι ἕνεκα τῆς διήρεος καὶ τῶν σὺν αὐτῇ ἀπολωλότων Τούρκων χρυσίου νομίσματα τριάκοντα χιλιάδας καὶ κατ’ ἔτος φόρους δέκα χιλιάδας. ποιήσαντες οὖν εἰρήνην τάχα ἀπῄεσαν.»
Πέρα από το πλοίο, η αποζημίωση αυτή βέβαια προοριζόταν να καλύψει και τις τουρκικές απώλειες ανδρών. Ο ετήσιος φόρος υποτέλειας τής Χίου οριζόταν τώρα σε 10.000 δουκάτα.
Σε δεύτερη εκστρατεία τού ίδιου έτους καταλήφθηκε από τούς Τούρκους ο γενουάτικος σταθμός τής Νέας Φώκαιας, μαζί με τα εκεί έργα στυπτηρίας (την 1η Νοεμβρίου 1455), όπως μαθαίνουμε από τον Κριτόβουλο, II, 5, επιμ. Karl Müller στα Fragmenta historicorum graecorum (FHG), V-l (Παρίσι, 1870), σελ. 108b και επιμ. V. Grecu, Critobul din Imbros: Din domnia lui Mahomed al 11-lea, anii 1451-1467, Βουκουρέστι, 1963, σελ. 179:
Ο Γιουνούς, έχοντας απομείνει με έξι πλοία, αφού σφυροκοπήθηκε και εκσφενδονίστηκε πέρα-δώθε στη θάλασσα όλη την ημέρα, μόλις κατάφερε να φτάσει στο λιμάνι στο νησί τής Χίου προς το απόγευμα, βρεγμένος εντελώς και έχοντας χάσει όλα όσα βρίσκονταν στα καταστρώματα. Από τόσο μεγάλο κίνδυνο είχε περάσει.
«Ίονούζης δὲ μετὰ νεῶν ἕξ ἀπολειφθεὶς καὶ πανήμερος ἐν τῷ πελάγει χειμαζόμενός τε καὶ κλυδωνιζόμενος μόλις που καὶ αὐτὸς πρὸς ἑσπέραν ἐς τὸν ἐν τῇ Χίῳ κατήχθη λιμένα, διάβροχος καὶ πάντα τὰ ἐπὶ τῶν καταστρωμάτων ἀποβαλὼν˙ παρὰ τοσοῦτον ἦλθε κίνδυνον˙
Στη συνέχεια, ύστερα από τριήμερη παραμονή στη Χίο, αφού συγκέντρωσε όλο τον υπόλοιπο στόλο και φόρτωσε όσα εφόδια ήσαν διαθέσιμα, απἐπλευσε από εκεί και έφτασε στο νησί τής Κω. Εδώ αποβιβάστηκε και κατέστρεψε τη γη των Κώων. Επιτέθηκε επίσης στην πόλη και την πολιὀρκησε τρεις ημέρες. Αλλά καθώς δεν σημείωνε πρόοδο, έκαψε τα σπίτια έξω από την πόλη, επέδραμε σε όλο το υπόλοιπο νησί, λεηλάτησε τα χωριά και πήρε πολλή λεία, την οποία έβαλε στα πλοία του και έφυγε.
ἡμέρας δὲ τρεῖς ἐπιμείνας ἐν Χίῳ καὶ τὸν περιλειφθέντα στόλον πάντα ξυναγαγὼν καὶ ἐπισκευάσας ἐκ τῶν ἐνόντων, ἀναχθεὶς ἐκεῖθεν καταίρει ἐς Κῶν τὴν νῆσον, καὶ ἀποβὰς ἔκειρέ τε τὴν γῆν τῶν Κῴων, καὶ προσβαλὼν τῷ ἄστει, ἐπολιόρκει ἐπὶ τρισὶν ἡμέραις˙ ὡς δ’ οὐδὲν ἤνυεν, ἐμπρήσας τὰς πρὸ τοῦ ἄστεος οἰκίας, καὶ πᾶσαν τὴν ἄλλην νῆσον καταδραμὼν καὶ κώμας διαρπάσας καὶ λείαν πλείστην ἐλάσας καὶ ταῖς ναυσὶν ἐνθέμενος ἐπανῄει.
Στη συνέχεια προχώρησε εναντίον τής Φώκαιας, που ονομάζεται Νέα, η οποία ανήκε στους Χιώτες, αποβιβάστηκε και την κατέλαβε με συμφωνία. Το έκανε αυτό παρά τις συνθήκες, επειδή ήταν θυμωμένος με τούς Χιώτες που δεν τον είχαν δεχτεί καλά όταν οδηγήθηκε εκεί από την καταιγίδα και επειδή δεν τον τίμησαν με τα κατάλληλα δώρα.
Γενόμενος δὲ κατὰ Φώκαιαν τὴν νέαν λεγομένην, Χίων οὖσαν, καὶ ἀπόβασιν ποιησάμενος παρεστήσατο ταύτην ὁμολογίᾳ. Τοῦτο δ’ ἐποίησεν ἐνσπόνδοις ὀργὴν ἔχων τοῖς Χίοις, ὅτι γε οὐκ ἐδέξαντο τοῦτον καλῶς ἐκεῖ καταχθέντα, οὐδὲ τοῖς προσήκουσι δώροις ἐτίμησαν.
Έτσι, αφού τακτοποίησε τα πράγματα στη Φώκαια σύμφωνα με τη θέλησή του, άφησε φρουρά εκεί, πήρε μαζί του κάποιους νέους και γύρισε πίσω στην πατρίδα του στην Καλλίπολη. Εκεί διέλυσετον στόλο.
Διαθεὶς δὲ τὰ κατὰ τὴν Φώκαιαν ὡς ἦν αὐτῷ κατὰ νοῦν, καὶ φυλακὴν ἐγκαταστήσας αὐτῇ καὶ παῖδας λαβὼν ἀπέπλευσεν ἐπὶ οἴκου ἐς Καλλιούπολιν καὶ διέλυσε τὸν στόλον.»
Την κατάληψη περιγράφει με κάποια λεπτομέρεια και ο Δούκας, κεφ. 44, CSHB, Βόννη, σελ. 333-34:
Φεύγοντας από εκεί πήγε στη Φώκαια την ονομαζόμενη Νέα και έστειλε μήνυμα στους άρχοντες και στον ποντεστά τής περιοχής να βγουν και να συναντηθούν μαζί του. Εκείνοι όμως, πριν ακόμη έρθει το μήνυμα, βγήκαν και συναντήθηκαν. Ο στρατηγός τούς έδειξε και διάβασε δυνατά το διάταγμα τού τύραννου (γιατί ήταν γραπτό), ότι αν δεν παραδινόταν το φρούριο οικειοθελώς, να αιχμαλώτιζαν όλους τούς κατοίκους και να κατεδάφιζαν εντελώς την πόλη. Και οι άρχοντες τής πόλης, χωρίς συζήτηση ή απάντηση, συνθηκολόγησαν. Οι Τούρκοι μπήκαν, κατέσχεσαν τα εμπορεύματα των Γενουατών εμπόρων τούς οποίους βρήκαν εκεί και έβαλαν τούς εμπόρους στις γαλέρες. Μετά την απογραφή όλων των πολιτών, πήρε εκατό περίπου αγόρια και κορίτσια και εγκατέστησε έναν Τούρκο ως φύλακα τού φρουρίου. Ο στρατηγός έμεινε εκεί δεκαπέντε ημέρες και στις 15 Νοεμβρίου τού έτους 6964 [1455] οι γαλέρες έφυγαν.
«…καὶ ἀπάρας ἐκεῖθεν εἰς Φώκαιαν ἔρχεται τὴν ἐπονομαζομένην νέαν, καὶ στέλλει πρὸς τοὺς ἄρχοντας καὶ πρὸς τὸν ποδεστάτον τῆς χώρας μήνυμα τοῦ ἐξελθεῖν καὶ συνευρεθῆναι σὺν ἐκείνῳ. ἐκεῖνοι δὲ καὶ πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὸ μήνυμα ἐξήλθασι καὶ συνευρέθησαν. ὁ δὲ στρατηγὸς δείξας αὐτοῖς καὶ ἀναγνοὺς τὸ πρόσταγμα τοῦ τυράννου (και γὰρ ἦν γεγραμμένον), ἐὰν οἰκειοθελῶς μὴ δώσωσι τὸ πολίχνιον, πάντας ἄρδην αἰχμαλωτίσωσιν καὶ τὴν πόλιν κατασκάψωσιν. οἱ δὲ τῆς πόλεως ἄνευ λόγου ἤ ἀποκρίσεως προδόντες τὴν χώραν, ἐντὸς εἰσῄεσαν, καὶ τοὺς μὲν ἐμπόρους τῶν Γενουητῶν τοὺς εὑρεθέντας ἐκεῖ τὰς πραγματείας ἀφεῖλον, αὐτοὺς δὲ ἐν ταῖς τριήρεσιν ἔβαλον. τοὺς δὲ πολίτας ἅπαντας καταγράψας, καὶ τοὺς παῖδας καὶ παιδίσκας ἐγγὐς που ἑκατὸν ἀφελὼν, καὶ φύλακα τῷ πολιχνίῳ ἕνα τῶν Τούρκων ἐγκαταστήσας, καὶ πεντεκαίδεκα ἡμέρας τελέσας ἐκεῖ, ἐξήλθασιν οἱ τριήρεις πεντεκαιδεκάτῃ τοῦ Νοεμβρίου μηνὸς ,ς’ϊξδ’ ἔτους.
Όταν οι γαλέρες έφτασαν στην Καλλίπολη, ο στρατηγός πληροφορήθηκε ότι ο ηγεμόνας ήταν στην Κωνσταντινούπολη. Ανεβαίνοντας στο άλογό του και παίρνοντας μαζί τους αιχμαλώτους και τα παιδιά, πήγαινε στην Πόλη. Και ο ηγεμόνας, βλέποντας τούς έμπορους και μαθαίνοντας ότι ήσαν Γενουάτες, πρόσταξε να πωληθούν, όπως κι έγινε.
φθάσασαι δὲ αἱ τριήρεις ἐν Καλλιουπόλει, καὶ μαθὼν ὁ στρατηγὸς ὅτι ὁ ἡγεμὼν ἐν Κώνσταντινουπόλει διάγει, καὶ αὐτὸς ἱππεύσας καὶ τοὺς αἰχμαλώτους σὺν τοῖς παισὶ λαβὼν ᾤχετο. ὁ δὲ ἡγεμὼν ἰδὼν τοὺς ἐμπόρους καὶ μαθὼν αὐτοὺς Γενουήτας εἶναι ἐκέλευσε πραθῆναι, ὅ καὶ γέγονεν.
Ο ηγεμόνας τής Λέσβου, όταν επέστρεψε στη Μυτιλήνη και ενημερώθηκε για τα γεγονότα από τον αδελφό του, ότι ο στρατηγός απαιτούσε την παράδοση τής πεθεράς του ως μιας από τις ευγενείς γυναίκες τής Χίου και εκείνα που ακολούθησαν, έστειλε εμένα να υπερασπισυώ την υπόθεση αυτή. Όταν έφτασα στην Κωνσταντινούπολη, υποστήριξα την υπόθεση ενώπιον των βεζύρηδων, όπως και ο στρατηγός Γιουνούς. Αν και όλα όσα είπα ενόρκως ήταν αλήθεια, ενώ ο Γιουνούς είπε ενόρκως μόνο ψέμματα, δικαιώθηκε εκείνος και καταδικάστηκα εγώ. Πρόσταξε λοιπόν ο ηγεμόνας να διαλέξουμε ένα από τα δύο: ή να πληρώσουμε πρόστιμο δέκα χιλιάδων χρυσών νομισμάτων ή να προετοιμαστούμε για μάχη. Ενώ εγώ διαμαρτυρόμουν για την τόσο μεγάλη αδικία, εκείνος [ο Μεχμέτ] έδωσε εντολή χωρίς να το γνωρίζει κανένας και στέλνοντας έναν από τούς δούλους του, κατέλαβε στις 24 Δεκεμβρίου τού έτους 6964 [1455] την Παλαιά Φώκαια, η οποία ανήκε στον ηγεμόνα τής Λέσβου. Όταν ο τύραννος ενημερώθηκε για την πτώση τής Φώκαιας, με άφησε να φύγω και σταμάτησε τη δίκη.
ὁ ἡγεμὼν δὲ τῆς Λέσβου ἐλθὼν ἐν Μιτυλήνῃ, καὶ μαθὼν παρὰ τοῦ αὐταδέλφου τὰ συμβάντα, καὶ ὅπως ὁ στρατηγὸς ἐζήτει τὴν πενθερὰν αὐτοῦ ὡς τῆς Χίου μίαν οὖσαν τῶν ἐκεῖ εὐγενίδων καὶ τὰ ἑξῆς, στέλλει ἐμὲ ἀπολογησόμενον περὶ τῆς ὑποθέσεως ταύτης. ἐλθὼν δὲ ἐν Κωνσταντινουπόλει καὶ διαλεχθεὶς ἐνώπιον τῶν βεζύριδων σὺν τῷ στρατηγῷ Γενούζῃ, και εἰπὼν ἐνόρκως ἐγὼ τὴν πᾶσαν ἀλήθειαν καὶ ὁ Γενούζης ἐνόρκως τὸ πᾶν ψεῦδος, δεδικαίωτο ἐκεῖνος καὶ κατεκρίθην ἐγὼ. κελεύει οὖν ὁ ἡγεμὼν ἐκ τῶν δύο τὸ ἕν ἑλέσθαι, ἤ δέκα χιλιάδας νομίσματα χρυσίου τῖσαι, ἤ μάχην γενέσθαι. ἐγὼ ἀνθιστάμενος τῇ τοσαύτῃ ἀδικίᾳ, αὐτὸς διὰ προστάγματος, τινὸς μὴ γινώσκοντος, πέμψας ἕνα τῶν δούλων εἷλε Φώκαιαν τὴν παλαιὰν λεγομένην, ἥτις ὑπῆρχε τοῦ ἡγεμόνος Λέσβου, Δεκεμβρίου μηνὸς κδ’ τοῦ ,ς’ϊξδ’ ἔτους. τότε μαθὼν ὁ τύραννος τὴν ἅλωσιν Φωκαίας ἀπέλυσεν ἐμὲ καὶ τὴν δίκην κατέπαυσεν.
Φεύγοντας [ο Μεχμέτ] από την Κωνσταντινούπολη στις 24 Ιανουαρίου [1456], κατέβηκε στην Αίνο και την κατέλαβε και παίρνοντας από εκεί αγόρια και τα κορίτσια, επέστρεψε στην Αδριανούπολη. Ο ηγεμόνας τής Αίνου ζούσε εκείνη την εποχή στο νησί τής Σαμοθράκης.
ἀπάρας δὲ ἀπὸ Κωνσταντινούπολιν τῇ κδ’ τοῦ Ἰανουαρίου μηνὸς κατῆλθεν εἰς Αἶνον, καὶ ταύτην παρέλαβεν, καὶ παίδας καὶ παιδίσκας λαβὼν ἐστράφη εἰς Ἀδριανούπολιν. ὁ δὲ ἡγεμὼν τῆς Αἴνου ἦν διάγων τῷ τότε καιρῷ ἐν Σαμοθράκῃ τῇ νήσῳ.»
Η Παλαιά Φώκαια σύντομα ακολούθησε τη Νέα Φώκαια στα τουρκικά χέρια. Βλέπε γενικά Vigna, «Codice diplomatico», Atti della Società ligure, VI, 220 και εξής, W. Heyd, Hist. du commerce, μετάφρ. Furcy Raynaud, II, 319-20, Babinger, Maometto (1957), σελ. 202-6, 208, Argenti, Occupation of Chios, I, 208-9 και ιδιαίτερα W. Müller-Wiener, «Kuşadası und Yeni-Foça: Zwei italienische Gründungsstädte des Mittelalters», lstanbuler Milteilungen, XXV (1975), 399-420.
- [←21]
-
Cod. Barberini, lat. 3210, φύλλα 115-16, δημοσιευμένο από Argenti, Occupation of Chios, II, 427-28 και από Vigna, «Codice diplomatico», Atti della Società ligure, VI (1868), αριθ. cxlviii, σελ. 353-54, από τον Raynaldus, Annales ecclesiastici ad ann. 1455, αριθ. 33, τόμ. XVIII (Κολωνία, 1691), σελ. 443.
- [←22]
-
Reg. Vat. 439, φύλλα 220-221, με λάθος ημερομηνία στον Argenti, ό. π., II, 430-31. Πολλά έγγραφα σχετικά με τις σταυροφορικές προσπάθειες τού Κάλλιστου Γ΄ παρέχονται στον Vigna στο Atti, VI, ιδιαίτερα σελ. 505 και εξής.
- [←23]
-
Ψευδο-Σφραντζής, III, 3, CSHB, Βόννη, σελ. 235, επιμ. V. Grecu, George Sphrantzes … στο anexa Pseudo-Phrantzes, Βουκουρέστι, 1966. σελ. 380:
Και το ίδιο φθινόπωρο, την 1η Οκτωβρίου, έστειλε τον Τουραχάν και τούς δύο γιους του, τον Αχμέτ και τον Ομέρ, με τεράστιο στρατό στην Πελοπόννησο, ώστε, πολεμώντας εναντίον των δεσποτών, των αδελφών τού αυτοκράτορα, να τούς εμποδίσουν με τον πόλεμο, για να μη μπορέσουν να αφήσουν τον τόπο και να σπεύσουν να πολεμήσουν μαζί με τον αυτοκράτορα. Και έτσι πρόσταξε ο σουλτάνος, να τούς εμποδίζουν στη διάρκεια ολόκληρου τού χειμώνα, για να μη βρουν την ευκαιρία να έλθουν να βοηθήσουν την Πόλη καθώς και τον αυτοκράτορα και αδελφό τους.
«Καί τῷ αυτῷ φθινοπώρῳ Ὀκτωβρίου πρώτῃ στείλας τὸν Τουραχάνη καὶ τοὺς δύο υἱοὺς αὐτοῦ Ἀχουμάτιν καὶ Ἀμάριν μετὰ πλείστου στρατοῦ ἐν τῇ Πελοποννήσῳ, ἵνα μαχόμενοι κατὰ τῶν δεσποτῶν τῶν τοῦ βασιλέως ἀδελφῶν κωλύσωσι τοὺς τοιούτους ἐμποδίζοντες διὰ τοῦ πολέμου, ἵνα μὴ δυνάμενοι ἐᾶσαι τὸν τόπον ἔλθωσι πρὸς συμμαχίαν τῷ βασιλεῖ· καὶ οὕτως ἐπροσέταξεν ὁ ἀμηρᾶς ἵνα δι’ ὅλου τοῦ χειμῶνος ἐμποδίζοντες αὐτούς, καὶ μὴ εὕρωσιν εὐκαιρίαν τοῦ ἐλθεῖν βοηθῆσαι τῇ πόλει ἅμα τῷ βασιλεῖ τῷ καὶ ἀδελφῷ αὐτῶν.»
Πρβλ. Γεώργιο Σφραντζή, Χρονικόν, PG 156, 1060D, επιμ. Grecu, σελ. 96:
Το φθινόπωρο τού ίδιου έτους [1452] ο Τουραχάν με τούς γιους του και τεράστιο στρατό εισέβαλε στον Μοριά. Τότε συνελήφθη από τούς κατοίκους τού Μοριά ένας από τούς γιους του.
«Καὶ τῷ αὐτῷ χρόνῳ φθινοπώρῳ ἦλθεν ὁ Τουραχάνης μετὰ καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ καὶ πολλοῦ φωσάτου εἰς τὸν Μορέαν, ἐν ᾧ καιρῷ καὶ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἑάλω ὑπὸ τῶν Μοραϊτῶν.»
Και πρβλ. Λαόνικο Χαλκοκονδύλη, βιβλίο viii, CSHB, Βόννη, σελ. 381, επιμ. E. Darkò, 11-2 (Βουδαπέστη, 1927), 148:
Τον επόμενο χειμώνα έστειλε τον Τουραχάν εναντίον τής Πελοποννήσου για να πολεμήσει εναντίον και των δύο αδελφών τού αυτοκράτορα των Ελλήνων [Θωμά και Δημήτριου]. Ο Τουραχάν πήρε τον στρατό τής Θεσσαλίας και τής Ευρώπης, το τμήμα που τελεί υπό τη διοίκηση τού στρατηγού τής Ευρώπης και σταθμεύει στις Σέρρες, και εκστράτευσε στην Πελοπόννησο, παίρνοντας μαζί του τούς δικούς του γιους και τούς άρχοντες των πόλεων τής Θεσσαλίας και τής Μακεδονίας.
«Τοῦ δ’ ἐπιγιγνομένου χειμῶνος Τουραχάνην ἔπεμπεν ἐπὶ Πελοπόννησον, πολεμῶν ἅμα καὶ τοῖς βασιλέως Ἑλλήνων ἀδελφοῖς. οὗτος μὲν οὖν λαβὼν τὸ Θετταλίας τε καὶ Εὐρώπης στράτευμα, ὅσον ἐπὶ Φερρῶν ἐς τὴν τοῦ Εὐρώπης στρατηγοῦ τάττεται μοῖραν, ἐστρατεύετο ἐπὶ Πελοπόννησον, τούς τε παῖδας αὐτοῦ ἅμα ἀγόμενος καὶ ἄρχοντας τῶν Θετταλίας καὶ Μακεδονίας πόλεων.»
Η εκστρατεία αυτή δεν αναφέρεται από τούς Δούκα ή Κριτόβουλο.
- [←24]
-
Για τις τουρκικές επιθέσεις επί τού Εξαμιλίου το 1423, 1431 και 1446 βλέπε πιο πάνω, σελ. 38, 95b, 96-97.
Για εκεινη τού 1450 βλέπε Χαλκοκονδύλη, βιβλίο vii, CSHB, Βόννη, σελ. 378, επιμ. Darkò, II-I (1923), 144-45:
Έκανε συμμαχία με τον Δημήτριο, τον ηγεμόνα τής Πελοποννήσου, ο οποίος εξακολουθούσε να διαφωνεί με τον αδελφό του [Θωμά] και δεν παρέδιδε τη χώρα στον αδελφό του. Έστειλε τον Τουραχάν να είναι σύμμαχός του [του Δημήτριου] και να κατεδαφίσει εντελώς τις οχυρώσεις τού Ισθμού.
«Τῷ μὲν οὖν Πελοποννησίων ἡγεμόνι τῷ Δημητρίῳ συνεμάχει πρὸς τὸν ἀδελφὸν ἔτι διαφερόμενον, καὶ οὐκ ἐπέτρεπε τὴν χώραν τῷ ἀδελφῷ. καὶ τὸν Τουραχάνην ἔπεμπε συμμαχοῦντά τε αὐτῷ καὶ τὸν Ἰσθμὸν τέλεον καθαιρήσοντα.»
Πρβλ. γενικά Wm. Miller, Latins in the Levant, Λονδίνο, 1908. σελ. 387, 410, 412-14 και 425.
- [←25]
-
Ψευδο-Σφραντζής, III, 3, CSHB, Βόννη, σελ. 235-36, επιμ. Grecu, σελ. 380 από τον Σφραντζή, Χρονικόν, PG 156, 1060D, επιμ. Grecu. σελ. 96:
Στις 17 Ιανουαρίου τού ίδιου έτους [1453] γεννήθηκε ο κυρ Ανδρέας Παλαιολόγος, ο διάδοχος και κληρονόμος τής Παλαιολόγειας δυναστείας.
«Καὶ τῇ ιζ’ τοῦ Ἰαννουαρίου μηνὸς τοῦ αὐτοῦ ἔτους ἐγεννήθη καὶ ὁ τῶν Παλαιολόγων γένους διάδοχος καὶ κληρονόμος ὁ κὺρ Ἀνδρέας ὁ Παλαιολόγος».
Χαλκοκονδύλης, βιβλίο viii, CSHB, Βόννη, σελ. 381-82, επιμ. Darkò, II, 148:
Εισέβαλε και προχώρησε προς το εσωτερικό, στην περιοχή που ονομαζόταν Αρκαδία τα παλιά χρόνια [δηλαδή στην Κυπαρισσία], προελαύνοντας μέσω Τεγέας και Μαντίνειας και προχωρώντας εναντίον τής Ιθώμης και τη γη τής Μεσσήνης. Κατά τη διάρκεια πολλών ημερών λεηλάτησε τα υποζύγια εκεί και υπέταξε το Νεόκαστρο. Πολόρκησε το Σιδηρόκαστρο, αλλά οδήγησε τον στρατό του μακριά όταν δεν μπόρεσε να το καταλάβει, βγαίνοντας από τον δρόμο. Όμως, καθώς αποσυρόταν από εκεί, ο μικρότερος γιος του, ο Αχμέτ, συνελήφθη από τον Ασάνη, τον αδελφό τής συζύγου τού ηγεμόνα [Δημήτριου], που τον περίμενε στην περιοχή των Μυκηνών, απ’ όπου επρόκειτο να περάσει αποχωρώντας. Τον έφεραν στον Μυστρά, στον ηγεμόνα, και τον κρατούσαν στη φυλακή, έως ότου τελικά τον απελευθέρωσαν.
«…καὶ ἐσβαλὼν ἐπορεύετο τὴν μεσόγαιον, Ἀρκαδίαν τὸ παλαιὸν καλουμένην, καὶ διὰ Τεγέης καὶ Μαντινείας ἐλαύνων κατῄει ἐπὶ τὴν Ἰθώμην καὶ Μεσηνίαν χώραν, καὶ ληϊσάμενος ἐπὶ ἡμέρας συχνὰς τὰ τῇδε ὑποζύγια Νεοπολίχνην παρεστήσατο. καὶ Σιδηροπολίχνην πολιορκῶν, ὡς οὐκ ἠδύνατο ἑλεῖν, ἀπήγαγε τὸν στρατόν, ἐξελαύνων διὰ τῆς ὁδοῦ. ἐνταῦθα ἐξελαύνοντος αὐτοῦ ὁ νεώτερος Ἀχμάτης ἑάλω ὑπὸ Ἀσάνεω τοῦ ἡγεμόνος γυναικὸς ἀδελφοῦ, ἐνεδρεύσαντος ταύτῃ περὶ Μυκήνης χώραν, ᾗ ἔμελλεν ἐξελαύνων διεξιέναι. τοῦτον μὲν οὖν ἀπαγαγόντες ἐς Σπάρτην παρὰ τὸν ἡγεμόνα εἶχον ἐν φυλακῇ, ἐς ὃ δὴ ἀπέδωκαν.»
Πρβλ. Κριτόβουλο, I, 19, επιμ. Müller, FHG, V-l, σελ. 69-70, επιμ. Grecu, σελ. 79. 81:
Εκτός από αυτό, έστελναν πρέσβεις παντού, όπου είχαν την παραμικρή ελπίδα βοήθειας, κάποιους στην Πελοπόννησο, στους δεσπότες εκεί, ζητώντας σιτάρι και άνδρες σε βοήθεια. Γιατί πίστευαν ότι αυτή η βοήθεια θα τούς δινόταν τελικά, και δεν περίμεναν ότι η Πόλη θα καταλαμβανόταν με επίθεση και με τη βία των όπλων, όπως έγινε στην πραγματικότητα. Έστειλαν επίσης στον μεγάλο αρχιερέα τής Ρώμης [τον πάπα], από τον οποίο είχαν ακόμη περισσότερη ελπίδα, καθώς και στους άλλους ηγεμόνες τής Ιταλίας και των άλλων δυτικών εθνών, παρακαλώντας τους να τούς παραχωρήσουν το συντομότερο δυνατό συμμαχία και βοήθεια, αν πράγματι το διακινδύνευαν, γιατί βρίσκονταν ήδη στον μεγαλύτερο κίνδυνο.
«Πρὸς δὲ τούτοις πρεσβείας ἔπεμπον πανταχοῦ, ὅθεν ἦν αὐτοῖς ἐλπὶς ἐπικουρίαν ἕξειν τινὰ, τοῦτο μὲν ἐς Πελοπόννησον παρὰ τοὺς ταύτῃ δεσπότας, σῖτόν τε καὶ ἄνδρας εἰς ἐπικουρίαν αἰτοῦντες (ενόμιζον γὰρ παρατεθήσεσθαι πολιορκίαν αὐτοῖς μέχρι πολλοῦ, καὶ μὴ ἐξ ἐπιδρομῆς βίᾳ ὅπλοις ἁλῶναι ἄν, ᾗπερ ἑάλωσαν), τοῦτο δὲ παρὰ τὸν μέγαν ἀρχιερέα τῆς Ῥώμης, ᾧ καὶ μᾶλλον εἶχον θαρρεῖν, ἔτι δὲ καὶ παρὰ τοὺς ἄλλους ἡγεμόνας τῆς Ἰταλίας καὶ τῶν ἄλλων ἑσπερίων γενῶν, δεόμενοι ξυμμαχίας τε καὶ ἐπικουρίας τὴν ταχίστην τυχεῖν, εἴ γε μὴ μέλλοιεν κινδυνεύσειν ἐν ἀκμῇ κινδύνων ἤδη καθεστηκότες.»
Πρβλ. και Chas. Hopf, Chroniques gréco-romanes, Βερολίνο, 1873, ανατυπ. Βρυξέλλες, 1966, γενεαλ. πίνακες, σελ. 536. Για την εκστρατεία αυτή σημειώστε επίσης Franz Babinger, «Τurachan Beg», Encyclopaedia of Islam, IV (1924-34), 877, όπου έχει λανθασμένα ημερομηνία Οκτωβρίου 1453.
- [←26]
-
Σφραντζής, Χρονικόν, PG 156. 1061CD, επιμ. Grecu, σελ. 98:
Εμένα με συνέλαβαν και τράβηξα όλα τα δεινά τής άθλιας δουλείας. Στο τέλος εξαγοράστηκα την 1η Σεπτεμβρίου 6962 [1453] και αναχώρησα για τον Μυστρά. Η γυναίκα και τα παιδιά μου είχαν περάσει στην κατοχή κάποιων ηλικιωμένων και καλών Τούρκων, οι οποίοι τούς πούλησαν στη συνέχεια στον ιπποτρόφο (μιραχόρ, ιμραχόρ) τού σουλτάνου, ο οποίος συγκέντρωσε μεγάλη περιουσία πουλώντας πολλές άλλες και όμορφες αρχόντισσες.
«Ἁλοὺς οὖν ἐγὼ καὶ πάντα τὰ δυσχερῆ καὶ κακὰ τῆς αἰχμαλωσίας ὑπενεγκὼν ὁ ἄθλιος, τέλος ἐξαγορασθεὶς τῇ α’ Σεπτεβρίου τοῦ ξβ΄ ἔτους εἰς τὸν Μυζηθρᾶν ἀπέσωσα, τῆς γυναικός μού καὶ τῶν παιδίων μού ὑπὸ γερόντων καὶ καλῶν Τουρκῶν ἁλωθέντων καὶ παρ’ αὐτῶν πάλιν πραθέντων εἰς τὸν τοῦ ἀμηρᾶ μεραχούρην, ἤγουν κόμητα τῶν αὐτοῦ ἀλόγων, ὃς καὶ πολλὰς καὶ καλὰς ἄλλας τῶν ἀρχοντισσῶν ἠγόρασε καὶ πολλὰ ἐκέρδισεν ἐπ’ αὐταῖς.
Καθώς η ομορφιά και η σωστή ανατροφή των παιδιών μου δεν μπορούσαν να κρυφτούν, μαθαίνοντας γι’ αυτά ο σουλτάνος τα αγόρασε, δίνοντας στον ιπποτρόφο (μιραχόρ) πολλές χιλιάδες ασημένια νομίσματα. Έτσι η άθλια μητέρα τους έμεινε μόνη της μαζί με μια μόνο τροφό, ενώ οι υπόλοιπες υπηρέτριές της διασκορπίστηκαν.
Τοῦ δὲ κάλλους καὶ τῶν ἄλλων ἀγαθῶν τῶν παιδίων μού οὐ δυναμένου κρυβῆναι, μαθόντος περὶ αὐτῶν τοῦ ἀμηρᾶς ἀπῆρεν αὐτὰ δοὺς πρὸς τὸν μεραχούρην ἄσπρας χιλιάδας πολλάς. Ἐναπέμεινε δὲ ἡ ἀθλία μήτηρ μόνη μετὰ μιᾶς καὶ μόνης ἀνατροφῆς αὐτῆς, αἱ δὲ ἄλλαι διεμερίσθησαν.»
Πρβλ. Ψευδο-Σφραντζή, IV, 1, CSHB, Βόννη, σελ. 309-10, επιμ. Grecu, σελ. 458:
«Ἁλωθεὶς οὖν κἀγὼ καὶ πάντα τὰ δυσχερὴ καὶ κακὰ τῆς αἰχμαλωσίας ὑπενεγκὼν ὁ ἄθλιος τέλος ἐξηγοράσθην τῇ πρώτῃ τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους ,ςϡξΒ΄ καὶ ἀπέσωσα εἰς τὴν Πελοπόννησον ἐν τῇ Σπάρτῃ, τῆς δὲ γυναικὸς μου καὶ τῶν τέκνων μου ἁλωθέντων ὑπὸ τινων γερόντων Τούρκων καλογνώμων ὄντων, καὶ παρ’ αὐτῶν πάλιν πραθέντων τῷ πρώτῳ ἱπποκόμῳ τοῦ ἀμηρᾶ, ὅς λέγεται τῇ ἐκείνων διαλέκτῳ μεραχούρης, ὅς καὶ ἄλλας πολλὰς τῶν ἀρχοντισσῶν ἠγόρασε καὶ πολλοῦ ἐράνου έπέτυχε δι’ αὐτῶν, τοῦ δὲ κάλλους καὶ ἄλλων χρηστῶν ἠθῶν τῶν τέκνων μου μὴ δυναμένων κρυβῆναι, μαθὼν περὶ τούτων ὁ ἀμηρᾶς ἐπῆρεν αὐτὰ, δοὺς τῷ εἰρημένῳ αὐτοῦ πρωτοϊπποκόμῳ χρήματα πολλὰ. ἐναπέμεινε δὲ ἡ ἀθλία αὐτῶν μήτηρ μόνη μετὰ μιᾶς καὶ μόνης ἀνατραφείσης αυτῇ, αί δὲ ἄλλαι διεμερίσθησαν»
και πρβλ. στο ίδιο, κεφ. 14, CSHB, Βόννη, σελ. 383-84, 385, επιμ. Grecu, σελ. 522, 524.
- [←27]
-
Χαλκοκονδύλης, βιβλίο viii, CSHB, Βόννη, σελ. 399, επιμ. Darkò, II, 163:
Ο Ισίδωρος, ο καρδινάλιος Σαβίνας, συνελήφθη επίσης εκεί. Οδηγήθηκε και πουλήθηκε στον Γαλατά, όπου επιβιβάστηκε σε πλοίο και δραπέτευσε στην Πελοπόννησο. Αν ο σουλτάνος τον είχε αναγνωρίσει ως καρδινάλιο Ισίδωρο, σίγουρα θα τον σκότωνε και δεν θα τον άφηνε να φύγει. Αλλά καθώς πίστευε ότι ο άνδρας είχε πεθάνει, δεν τού έδωσε σημασία.
«Ἐνταῦθα ἑάλω καὶ Ἰσίδωρος καρδινάλιος Σαβίνων, καὶ ὡς ἤχθη, ἐς Γαλατίαν ἀπεδόθη, καὶ ἐσβὰς ἐς ναῦν ἀπέδρα ἐπὶ τὴν Πελοπόννησον. εἰ μὲν οὖν αὐτὸν ἔγνω βασιλεύς, ὡς εἴη καρδινάλιος Ἰσίδωρος, ἀνεῖλέ τε ἂν αὐτὸν καὶ οὐκ ἀνίει διαφυγεῖν· νῦν δὲ οἰόμενος αὐτὸν τεθνάναι οὐκ ἐποιεῖτο λόγον οὐδένα.»
Ο Χαλκοκονδύλης, βιβλίο viii, CSHB, Βόννη, σελ. 400, μάς πληροφορεί επίσης ότι οι κάτοικοι των ελληνικών νησιών διέφυγαν όταν έμαθαν την πτώση τής Κωνσταντινούπολης και εκείνοι τού Μοριά, περιλαμβανομένων των δεσποτών, έσπευσαν προς τη θάλασσα, σκεπτόμενοι διαφυγή:
Όταν έφτασαν οι γαλέρες, ανακοίνωσαν την καταστροφή που είχε πλήξει το Βυζάντιο και κανείς δεν ήξερε πού να στραφεί για να σωθεί. Γιατί πίστευαν ότι η συμφορά θα χτυπούσε εκείνους στη συνέχεια. Και οι κάτοικοι των νησιών τού Αιγαίου, σχεδόν όλοι τους, τράπηκαν σε φυγή. Οι άρχοντες των Ελλήνων και εκείνοι στην Πελοπόννησο χτυπήθηκαν από αυτή την καταστροφή και έσπευσαν στη θάλασσα.
«…αἱ μὲν οὖν τριήρεις ἀφικόμεναι ἀγγέλλουσί τε τὴν Βυζαντίου συμφοράν, καὶ πάντες οὐδὲ ᾔδεσαν, ποῦ τράπωνται γενόμενοι· αὐτίκα γὰρ ἥξειν ἐς αὐτοὺς τὸ δεινὸν ἐνόμιζον. καὶ αἱ νῆσοι αἱ ἐν τῷ Αἰγαίῳ σχεδόν τι ξύμπασαι ὥρμηντο ἐς φυγήν, καὶ οἱ ἡγεμόνες τῶν Ἑλλήνων καὶ οἱ περὶ Πελοπόννησον συμφορᾷ πεπληγμένοι ὥρμηντο ἐπὶ τὴν θάλασσαν.»
- [←28]
-
Pius II, Commentarii, βιβλίο xi, Φρανκφούρτη, 1614, σελ. 299-300, μετάφρ. Florence Alden Gragg στο Smith College Studies in History, τόμ. XLIII (Northampton, Mass.. 1957), σελ. 746-47 (για το οποίο βλέπε πιο κάτω, Κεφάλαιο 7, σημείωση 13).
- [←29]
-
Χαλκοκονδύλης, βιβλίο viii (CSHB, Βόννη, σελ. 406. επιμ. Darkò, II, 169):
Επιστρέφω στο σημείο τής αφήγησής μου από το οποίο παρέκκλινα. Ενώ οι ηγεμόνες [Θωμάς και Δημήτριος] έσπευδαν να φύγουν από την Πελοπόννησο για την Ιταλία μαζί με τούς πιο διακεκριμένους Έλληνες που κατοικούσαν στο νησί, ο σουλτάνος συνήψε συνθήκη μαζί τους. Έτσι δεν σκέφτονταν πια την αναχώρησή τους και παρέμειναν, αλλά έπεσαν σε μεγάλη και ασυνήθιστη ατυχία.
«Μέτειμι δὲ ἐφ’ οὗ ἤια λέξων ἐφεξῆς λόγου. ὡς οἱ ἀπὸ Πελοποννήσου ἡγεμόνες ὥρμηντο μὲν φεύγειν ἐπὶ Ἰταλίας, καὶ Ἑλλήνων ὅσοι ἐνῴκουν τὴν νῆσον οἱ ἐπιφανέστεροι, ὡς δὲ σφίσι σπονδὰς ὁ βασιλεὺς ἐποιήσατο, οὐκέτι διενοοῦντο ἀπιέναι, ἀλλ’ ἐμμένοντες περιέπεσον ξυμφορᾷ οὐ σμικρᾷ τινι οὐδὲ ἐπιτυχούσῃ.»
- [←30]
-
Κ. N. Sathas, Documents inédits relatifs a l’histoire de la Grèce au moyen age, I (Παρίσι, 1880, ανατυπ. Αθήνα, 1972), αριθ. 145-48, σελ. 215-17. Stefano Magno, Estratti degli Annali veneti, επιμ. Hopf, Chron. gréco-romanes, σελ. 199 και γενεαλ. πίνακες, σελ. 531.
Χαλκοκονδύλης, βιβλίο viii, CSHB, Βόννη, σελ. 406-7, επιμ. Darkò, II, 169-70:
Γιατί όταν οι Αλβανοί τούς είδαν να ετοιμάζονται να φύγουν, δεν ήσαν πια πρόθυμοι να τούς υπακούουν, αλλά συμφώνησαν μεταξύ τους και οργάνωσαν συνωμοσία για να επιτεθούν στην Πελοπόννησο. Το έκαναν αυτό με την υποκίνηση τού Πέτρου τού Χωλού, ενός άνδρα που δεν είχε καλό χαρακτήρα, αλλά κατά τα άλλα ήταν ικανός. Ήταν ο ηγεμόνας των Αλβανών όταν προτάθηκε αυτή η εξέγερση. Τούς πρότεινε και τούς παρότρυνε να επαναστατήσουν εναντίον των Ελλήνων και να επιλέξουν όποιον ήθελαν ως ηγεμόνα τους. Ξεκίνησαν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τούς ηγεμόνες τους, αλλά αντιμετώπισαν δυσκολίες. Κάλεσαν ακόμη και Έλληνα για αυτή την επιχείρηση, ζητώντας του να είναι ηγεμόνας τους. Τελικά διόρισαν τον Μανουήλ, τής οικογένειας των Καντακουζηνών, ως ηγεμόνα τους και στη συνέχεια προχώρησαν σε ευρύτατη επίθεση εναντίον των Ελλήνων, εκστρατεύοντας και λεηλατώντας τα υποζύγια και τα ζώα που είχαν οι Έλληνες.
«… ὡς γὰρ ἑώρων αὐτοὺς οἱ Ἀλβανοὶ παρασκευαζομένους ἀπαίρειν, οὐκέτι ἤθελον πείθεσθαι, ἀλλὰ συνίσταντο μὲν πρὸς ἀλλήλους καὶ συνώμνυντο ὡς ἐπιθησόμενοι τῇ Πελοποννήσῳ. ἔπραττον δὲ ταῦτα ἐνάγοντος Πέτρου τοῦ χωλοῦ, ἀνδρὸς τὸν τρόπον οὐκ ἀγαθοῦ, δεξιοῦ δὲ ἄλλως καὶ καθηγουμένου τοῖς Ἀλβανοῖς τὴν ἐσήγησιν ταύτης τῆς ἀποστάσεως. ἐνῆγε δὲ ἐπικείμενος, ὥστε ἀφίστασθαι ἀπὸ Ἑλλήνων καὶ σφίσιν ἡγεμόνα ἑλέσθαι, ὃν ἂν αὐτοὶ ἕλωνται. καὶ ὥρμηντο μὲν ὡς ξυμβήσοντες τοῖς ἡγεμόσι, μετὰ δὲ διεκωλύθησαν. καὶ ἐπεκαλοῦντο μὲν καὶ Ἑλλήνων ἄλλον ἐς τὴν ἐσήγησιν ταύτην, ἐπιστάτην ἀξιοῦντες γενέσθαι· τελευτῶντες δὲ ἐστήσαντο Ἐμμανουῆλον τοῦ Καντακουζηναίων γένους ἡγεμόνα τε σφίσι, καὶ τὰ τῶν Ἑλλήνων ἦγον καὶ ἔφερον, καὶ ὑποζύγια μὲν καὶ ζῷα, ὅσα εἶχον οἱ Ἕλληνες, ἐληΐζοντο στρατευόμενοι».
D. A. Zakythinos, Le Despotat grec de Morée, Ι (Παρίσι, 1932, ανατυπ. Λονδίνο, 1975), 247 και εξής και γενικά βλέπε Ι. Χ. Πούλος, «Ἡ ἐποίκησις τῶν Ἀλβανῶν εἰς Κορινθίαν», Έπετηρίς τοῦ μεσαιωνικοῦ ἀρχείου, III (Αθήνα, 1950), 31-105, ιδιαίτερα σελ. 75 και εξής.
- [←31]
-
Sathas, Documents inédits, I, αριθ. 140, σελ. 218-23. Η Ενετική Γερουσία είχε ειδικό φόβο για τη γενουάτικη ανάμιξη στον Moριά [στο ίδιο, αριθ. 150], αλλά υπενθύμιζαν στον Καπέλλο με επιστολή ύστερα από την άφιξή του στον Moριά, ότι η Βενετία δεν είχε εδαφικές φιλοδοξίες στη χερσόνησο και ήθελε μόνο να δει τη διατήρηση τής ειρήνης [υπ’ αριθ. 151]. Tο ωραία γραμμένο αρχειακό αντίγραφο τής αποστολής τού Καπέλλο στις 6-19 Ιουλίου 1454, από το οποίο ο Σάθας δημοσίευσε το έγγραφο, υπάρχει στα Sen. Secreta, Reg. 20, φύλλα 23-25 (24-26). Ο Nικόλαος Ε’ έδειχνε τότε μάλλον αργοπορημένη ανησυχία να προχωρήσει εναντίον των Τούρκων, έχοντας μάλιστα στείλει γαλέρες στην Ανατολή [πρβλ. την επιστολή του προς τον δόγη τής Βενετίας, με ημερομηνία 9 Μαρτίου 1454 στo Arch. Segr. Vaticano, Arm. XXXIX, τόμος 6, φύλλο 8].
- [←32]
-
Χαλκοκονδύλης, βιβλίο viii, CSHB, Βόννη, σελ. 407, επιμ. Darkò, II, 170:
Γιατί όταν οι Αλβανοί τούς είδαν να ετοιμάζονται να φύγουν, δεν ήσαν πια πρόθυμοι να τούς υπακούουν, αλλά συμφώνησαν μεταξύ τους και οργάνωσαν συνωμοσία για να επιτεθούν στην Πελοπόννησο. Το έκαναν αυτό με την υποκίνηση τού Πέτρου τού Χωλού, ενός άνδρα που δεν είχε καλό χαρακτήρα, αλλά κατά τα άλλα ήταν ικανός. Ήταν ο ηγεμόνας των Αλβανών όταν προτάθηκε αυτή η εξέγερση. Τούς πρότεινε και τούς παρότρυνε να επαναστατήσουν εναντίον των Ελλήνων και να επιλέξουν όποιον ήθελαν ως ηγεμόνα τους. Ξεκίνησαν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τούς ηγεμόνες τους, αλλά αντιμετώπισαν δυσκολίες. Κάλεσαν ακόμη και Έλληνα για αυτή την επιχείρηση, ζητώντας του να είναι ηγεμόνας τους. Τελικά διόρισαν τον Μανουήλ, τής οικογένειας των Καντακουζηνών, ως ηγεμόνα τους και στη συνέχεια προχώρησαν σε ευρύτατη επίθεση εναντίον των Ελλήνων, εκστρατεύοντας και λεηλατώντας τα υποζύγια και τα ζώα που είχαν οι Έλληνες. Οι Αλβανοί είναι εντελώς νομαδικοί και ποτέ δεν περνούν πολύ χρόνο σε ένα μέρος. Ξεκίνησαν εναντίον των πόλεων εκεί και τις υπέταξαν, προχωρώντας και πολιορκώντας μερικές από αυτές ενώ λεηλάτησαν άλλες. Υποδούλωσαν τούς Έλληνες και ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις με την Πύλη τού σουλτάνου για να τούς ανατεθεί η Πελοπόννησος. Υποσχέθηκαν να τού δώσουν στρατό και πόλεις στην Πελοπόννησο και να πληρώνουν στον σουλτάνο μεγάλο ετήσιο φόρο υποτέλειας.
«…ὡς γὰρ ἑώρων αὐτοὺς [τούς ἀπὸ Πελοποννήσου ἡγεμόνας] οἱ Ἀλβανοὶ παρασκευαζομένους ἀπαίρειν, οὐκέτι ἤθελον πείθεσθαι, ἀλλὰ συνίσταντο μὲν πρὸς ἀλλήλους καὶ συνώμνυντο ὡς ἐπιθησόμενοι τῇ Πελοποννήσῳ. ἔπραττον δὲ ταῦτα ἐνάγοντος Πέτρου τοῦ χωλοῦ, ἀνδρὸς τὸν τρόπον οὐκ ἀγαθοῦ, δεξιοῦ δὲ ἄλλως καὶ καθηγουμένου τοῖς Ἀλβανοῖς τὴν ἐσήγησιν ταύτης τῆς ἀποστάσεως. ἐνῆγε δὲ ἐπικείμενος, ὥστε ἀφίστασθαι ἀπὸ Ἑλλήνων καὶ σφίσιν ἡγεμόνα ἑλέσθαι, ὃν ἂν αὐτοὶ ἕλωνται. καὶ ὥρμηντο μὲν ὡς ξυμβήσοντες τοῖς ἡγεμόσι, μετὰ δὲ διεκωλύθησαν. καὶ ἐπεκαλοῦντο μὲν καὶ Ἑλλήνων ἄλλον ἐς τὴν ἐσήγησιν ταύτην, ἐπιστάτην ἀξιοῦντες γενέσθαι· τελευτῶντες δὲ ἐστήσαντο Ἐμμανουῆλον τοῦ Καντακουζηναίων γένους ἡγεμόνα τε σφίσι, καὶ τὰ τῶν Ἑλλήνων ἦγον καὶ ἔφερον, καὶ ὑποζύγια μὲν καὶ ζῷα, ὅσα εἶχον οἱ Ἕλληνες, ἐληΐζοντο στρατευόμενοι. εἰσὶ δὲ τὸ γένος τοῦτο νομάδες ἅπαντες, καὶ οὐδαμῇ σφίσι χρονίαν τὴν διατριβὴν ποιούμενοι. ταύτῃ δὴ ὁρμώμενοι τῶν πόλεών τε ἔστιν ἃς ὑπηγάγοντο, καὶ ἐπελαύνοντες τὰς μὲν ἐπολιόρκουν, τὰς δὲ καὶ ἐδῄουν. καὶ τούς τε Ἕλληνας ἐν ἀνδραπόδων λόγῳ ποιούμενοι, ἔπρασσον ἐς τὰς θύρας τοῦ βασιλέως ἐπιτραπῆναι σφίσι τὴν Πελοπόννησον, καὶ ἐπηγγέλλοντο καὶ στρατὸν καὶ πόλεις αὐτῷ ἐν τῇ Πελοποννήσῳ, καὶ φόρον ἐπέτειον πολὺν ἀπάγειν τῷ βασιλεῖ.»
Σφραντζής, Χρονικόν, PG 156, 1064, επιμ. Grecu, σελ. 101, 106:
Το ίδιο φθινόπωρο τού έτους 6962 [1453] οι Αλβανοί τού Μοριά εξεγέρθηκαν, προφανώς ομόφωνα, ενάντια στους δεσπότες και αφέντες τους και σύντομα ανακήρυξαν δεσπότη τους, κατά περίεργο τρόπο, τον Μανουήλ Καντακουζηνό.
«Τῷ αὐτῷ δὴ φθινοπώρῳ τοῦ ξΒ΄ ἔτους δηλονότι τελείως ἐπανέστησαν οἱ τοῦ Μορέως Ἀλβανῖται κατὰ τῶν δεσποτῶν καὶ αὐθεντῶν αὐτῶν καὶ τόν, οὐκ οἶδα τὶ εἰπεῖν, Καντακουζηνὸν Μανουὴλ δεσπότην τάχα πεποιήκασι.
Τον Δεκέμβριο τού ίδιου έτους [1453] ήρθε και πάλι με στρατό στον Μοριά ο γιος τού Τουραχάν, για να βοηθήσει τούς δεσπότες. Ταλαιπώρησε για λίγο τούς Αλβανούς, τού έδωσαν πίσω [οι Έλληνες] τον αιχμάλωτο αδελφό του ως ένδειξη ευγνωμοσύνης και έφυγε.
Τὸν δὲ Δεκέμβριον τοῦ αὐτοῦ χρόνου ἐλθόντος πάλιν τοῦ υἱοῦ τοῦ Τουραχάνη μετὰ φωσάτου ὑπὲρ βοηθείας τῶν δεσποτῶν καὶ κακώσαντος μικρὸν τοὺς Ἀλβανίτας καὶ τὸν αἰχμάλωτον αὐτοῦ ἀδελφὸν χάριτα λαβὼν ἐπανέστρεψεν.»
Πρβλ. Ψευδο-Σφραντζή, IV, 14, CSHB, Βόννη, σελ. 383, επιμ. Grecu, σελ. 522:
«Τῷ αὐτῷ δὴ φθινοπώρῳ, τοῦ ,ςϡξβ΄ ἔτους δηλονότι, τελέως ἐπανέστησαν οἱ τῆς Πελοποννήσου Ἀλβανῖται κατὰ τῶν δεσποτῶν καὶ αὐθέντων αὐτῶν, καὶ τὸν Καντακουζηνὸν Μανουὴλ δεσπότην τάχα πεποιήκασι, περὶ οὗ οὐχ οἶδα τὶ εἰπεῖν, πόθεν καὶ διὰ τὶ οὕτως ἐπεχειρίσθη.
Τῷ δὲ Δεκεμβρίῳ τοῦ αὐτοῦ ἔτους ἐλθόντος πάλιν τοῦ Ἀμάρη υἱοῦ τοῦ Τουραχάνη μετὰ στρατοπέδου εἰς βοήθειαν τῶν δεσποτῶν αἰτήσει αὐτῶν, καὶ μικρὸν τι κακώσαντος τοὺς Ἀλβανίτας, καὶ τὸν αἰχμάλωτον αὐτοῦ ἀδελφὸν χάριν λαβὼν ἐπανέστρεψεν.»
Ιωαννίκιος Καρτανός, Άνθος, στο Hopf, Chron. gréco-romanes, σελ. 267:
«Εἰς τοὺς χιλίους τετρακοσίους πενίντα δύο (1452), εἰς ταῖς εἰκοσιεννέα τοῦ μαίου ἡμέρᾳ τρίτῃ, ὑπῆρεν ὁ Ἀμηράς Μεεμέτης την Κωνσταντινούπολιν, καὶ ἐβασίλευεν εἰς αὐτὴν τότες ὁ κῦρ Κωνσταντῖνος ὁ Παλαιολόγος. Εἰς τοὺς χιλίους τετρακοσίους πενιντατέσσαρους (1454), ἐπίασαν οἱ Ἀλβανίταις τὸν δεσπότην τὸν Κατακουζινὸν.»
Βλέπε επίσης Theod. Spandugnino, Tratt[at]o della casa d’ Ottomano (ως Giov. Musachi), στο ίδιο, σελ. 330-31, ενώ για την φερόμενη ως καταγωγή τού Μανουήλ Καντακουζηνού από τον αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ’ βλέπε Hopf, ό. π., γενεαλ. πίνακες, σελ. 536 και ιδιαίτερα D. M. Nicol, The Byzantine Family of Kantakouzenos (Cantacuzenus), ca. 1100-1460, Washington. D.C., 1968, σελ. 201-3.
- [←33]
-
Για παράδειγμα στον γενικό λιμό τού 1456, το σιτάρι για ψωμί, αν βρισκόταν, πωλούνταν για περισσότερα από τριάντα νομίσματα το πεντάλιτρο. Σύντομον Χρονικόν (Chronicon breve), ad ann. 1456 (που ακολουθεί τον Δούκα στη συλλογή CSHB, Βόννη, σελ. 520):
«Τῷ ,ςϡξδ’ ἔτει, νεμήσει δ’, ἐγένετο λεῖψις καὶ ὑστέρησις πάντων καρπῶν, καὶ ἥσθιον ὁ λαὸς ἐκ τοῦ λιμοῦ βοτάνας χλοὰς ῥίζας γιγάρτας ἀκρόδρυα. ἤφερε δὲ τὸ πεντάλιτρον το σῖτος ὑπὲρ λ’, καὶ οὐχ εὑρίσκετο.»
- [←34]
-
Χαλκοκονδύλης, βιβλίο viii, CSHB, Βόννη, σελ. 407-13, επιμ. Darkò, II, 170-76:
Ο Τουραχάν ήθελε να αποδυναμώσει τη θέση των Αλβανών, έτσι ώστε να είναι ευκολότερο για αυτούς [τους ηγεμόνες των Ελλήνων] να τούς αντιμετωπίσουν στο μέλλον με πλεονεκτικό τρόπο. Όταν επρόκειτο να φύγει, μίλησε με τούς δύο ηγεμόνες και τούς είπε τα εξής: «Βασιλείς των Ελλήνων, όταν νωρίτερα ήρθα εδώ και σάς γνώρισα, σάς εξήγησα αναλυτικά τι πιστεύω για τις υποθέσεις σας. Τώρα θα έλεγα επίσης ότι, πρώτα απ’ όλα, αν ζείτε σε αρμονία, θα απολαύσετε αφθονία καλής τύχης, αλλά αν διαφωνείτε μεταξύ σας και φιλονικείτε, θα αποκομίσετε ακριβώς το αντίθετο. Επιπλέον, μην επιτρέπετε στους υπηκόους σας να σάς προσβάλλουν ατιμώρητοι, αλλά να τούς τιμωρείτε χωρίς έλεος, ώστε να μη βρίσκονται ποτέ σε ηρεμία. Γιατί μόλις ξεκινήσει ένα κακό, ακόμη κι αν συμβεί τότε να είναι θλιβερά μικρό, μεγαλώνει και σύντομα γίνεται μεγάλο αδίκημα, πολλές φορές μαγαλύτερο τού αρχικού του εαυτού και τότε δεν μπορεί πια να περιοριστεί, μέχρι που δεν θα έχει απομείνει τίποτε καλό. Σε ό,τι έχει κάποιος κλίση στις κινήσεις του, εκείνο πρέπει να αγαπά, γιατί θα τον αναγκάσει να αναπτυχθεί και να γίνει μεγάλος, όποια κι αν είναι τα ενδιαφέροντά του». Με αυτά τα λόγια αποχαιρέτησε τούς ηγεμόνες και αποχώρησε.
«…Τουραχάνης μὲν ἐβούλετο ἀσθενῆ ποιεῖν τὰ Ἀλβανῶν πράγματα, ὥστε τοῦ λοιποῦ χρῆσθαι αὐτοῖς ἐπιτηδείως σφίσιν ἐπὶ τὸ ξυνοίσειν αὐτοῖς δοκοῦν. ἐπεί τε δὴ ἔμελλεν ἀπελαύνειν, ἀφικόμενος αὖθις ἐς λόγους ἀμφοτέροις τοῖς ἡγεμόσιν ἔλεγε τοιάδε. “ὦ βασιλεῖς Ἑλλήνων, ἐμοὶ μὲν καὶ πρότερον τῇδε συγγενομένῳ εἴρηται ἱκανῶς ἐς ὑμᾶς, ἃ φρονῶν τυγχάνω περὶ τὰ ὑμέτερα πράγματα. καὶ νῦν δὲ τοσόνδε ἂν λέγοιτο, ὡς ὁμονοοῦσι μὲν πρῶτα ὑμῖν ἔσται ἄφθονα τἀγαθά, διενεχθεῖσι δὲ καὶ δίχα γενομένοις τἀναντία τούτων, ἔπειτα δὲ καὶ μὴ ἐπιτρέπουσι καθ’ ἡσυχίαν ἐξυβρίζειν τοὺς ὑπηκόους ἐς ὑμᾶς, ἀλλὰ ἀφειδέστερον κολάζειν, μηδέποτε ἡσυχίαν ἄγειν. ὡς κακοῦ μὲν ἡ ἀρχή, καὶ ἢν φαυλοτάτη οὖσα τυγχάνῃ, προϊοῦσα ἐπὶ μέγα χωρεῖ αὐτίκα ὕβρεως, καὶ πολλαπλασίων γιγνομένη αὐτὴ ἑαυτῆς οὐκέτι κατασχετὴ γίγνεται. ὡς δὲ μὴ ἀγαθά· φίλα γάρ, ἐφ’ ὅ τι ἂν τρέποιτό τις κινούμενος, τοῦτο ὡς τὰ πολλὰ αὔξειν καὶ μέγα ἀποδείκνυσθαι, τί ἂν ἐπιτηδεύων τυγχάνει.” ταῦτα εἰπὼν καὶ δεξιωσάμενος τοὺς ἡγεμόνας ἀπήλαυνε.»
Σφραντζής, Χρονικόν, PG 156, 1064, επιμ. Grecu, σελ. 104, 106:
Τον ίδιο μήνα και χρόνο [Δεκέμβριο 1453] ο ασεβέστατος και σκληρότατος σουλτάνος σκότωσε με τα χέρια τού τον αγαπημένο μου γιο Ιωάννη, με την αιτιολογία ότι το παιδί είχε θελήσει να κάνει το ίδιο εαντίον του. Αλίμονο για μένα, τον δύστυχο και άθλιο πατέρα! Ήταν δεκατεσσάρων ετών και οκτώ μηνών παρά μία ημέρα, αλλά είχε μυαλό και σώμα πολύ πιο ώριμου ατόμου.
«Ἐν ᾧ δὴ χρόνῳ καὶ μηνὶ ἀνεῖλεν αὐτοχειρίᾳ τὸν φίλτατόν μού υἱὸν Ἰωάννην ὁ ἀσεβέστατος καὶ ἀπηνέστατος ἀμηρᾶς ὡς δῆθεν βουληθέντος τοῦ παιδὸς τοῦτο ποιῆσαι κατ’ αὐτοῦ, -οἴμοι τῷ δυστυχεῖ καὶ ἀθλίῳ γενέτῃ, -χρόνου ὄντος ιδ’ καὶ μηνῶν ηʹ παρὰ ἡμέραν, φρόνημα καὶ κορμὶν ἔχων πολῷ πλειόνων χρονῶν.
Τον ίδιο μήνα Δεκέμβριο [1453] πήγα κι εγώ στο Λεοντάρι και προσκύνησα τον δεσπότη κυρ Θωμά τον πορφυρογέννητο. Με πήρε στην υπηρεσία του και με ευεργέτησε, με αργυρόβουλλο έγγραφο, με τα έσοδα τού χωριού Κέρτεζι. Ετοιμαζόταν να με στείλει την άνοιξη τού ίδιου έτους [1454] στους δεσπότες τής Σερβίας, στον συμπέθερο και στον γαμπρό του, για πολλά και απαραίτητα θέματα που αφορούσαν και τούς δύο, τον ίδιο εννοώ και εκείνους [τους Σέρβους].
Τῷ αὐτῷ δὴ Δεκεμβρίῳ καὶ εἰς τὸ Λεοντάριν ἀπῆλθον κἀγὼ καὶ τὸν δεσπότην κὺρ Θωμᾶν τὸν πορφυρογέννητον προσεκύνησα· καὶ εἰς τὴν δουλοσύνην αὑτοῦ με προσεδέξατο καὶ τὸ χωρίον Κέρτεζιν εὐεργέτησεν ἀργυροβούλλῳ· καὶ πρὸς τοὺς δεσπότας Σερβίας, τὸν συμπένθερον καὶ γαμβρὸν αὐτοῦ, ἑτοίμασεν ἀπελθεῖν με τῷ ἔαρι τοῦ αὐτοῦ ἔτους διὰ πολλὰς καὶ ἀναγκαίας δουλείας καὶ ὠφελίμους ἀμφοτέρων, τούτου λέγω καὶ κἀκείνων.
Όταν ανάρρωσα πλήρως, αναχώρησα για τη Μεθώνη, για να επιβιβαστώ εκεί σε πλοίο με προορισμό τη Ραγούσα. Από εκεί θα πήγαινα στη Σερβία. Αλλά στον Μοριά ο γαμπρός του [δεσπότη κυρ Θωμά], ο γιος τού πρίγκιπα Τσεντουριόνε, δραπέτευσε από τη φυλακή του στο Χλεμούτσι και προκάλεσε μεγάλη σύγχυση στην περιοχή. Ο σουλτάνος εξάλλου βάδισε εναντίον τής Σερβίας και κατέκτησε τότε το Νόβο Μπέρντο.
Καὶ ὀρθωθεὶς ἀπῆλθον καὶ εἰς τὴν Μεθώνην, ἵνα διὰ τοῦ πλευσίμου ἀπέλθω εἰς τὸ Ῥαούζη καὶ ἀπ’ ἐκεῖ εἰς τὴν Σερβίαν, εἰ καὶ ἐσκόπει, εἰς τὸν Μορέαν μὲν τοῦ γυναικαδελφοῦ αὐτοῦ, Κεντηρίωνος υἱοῦ τοῦ πριγκίπου, ἀπὸ τὴν φυλακὴν τοῦ Χλουμουτζίου φυγόντος καὶ σύγχυσιν ποιήσαντος εἰς τὴν τόπον, τοῦ δὲ ἀμηρᾶ κατὰ τῆς Σερβίας ἀπελθόντος, ἐν ᾧ δὲ καιρῷ καὶ τὸν Ὁμόμβρυδον ἀπῆρεν.»
Πρβλ. Ψευδο-Σφραντζή, IV, 14, CSHB, Βόννη, σελ. 384-85, επιμ. Grecu, σελ. 522, 524:
«…ἐν ᾧ δὴ χρόνῳ καὶ μηνὶ ἀνεῖλεν αὐτοχειρίᾳ τὸν φίλτατόν μου υἱὸν Ἰωάννην ὁ ἀσεβέστατος καὶ ἀπηνέστατος ἀμηρᾶς, ὅς δῆθεν ἐβούλετο τὴν ἀθέμιτον σοδομίαν πρᾶξαι κατὰ τοῦ παιδὸς χρόνων ὄντος δεκατεσσάρων καὶ μηνῶν ὀκτὼ παρὰ ἡμέραν μίαν· κατὰ δὲ φρόνησιν καὶ ἡλικίαν ὡσὰν πλειόνων έτῶν ἦν. οἴ μοι τῷ δυστυχεῖ καὶ ἀθλίῳ γενέτῃ!
τῷ αὐτῷ δὴ Δεκεμβρίῳ ἀπῆλθον κἀγὼ εἰς τὸ Λεοντάριν καὶ τὸν δεσπότην κὺρ Θωμᾶν τὸν πορφυρογέννητον προσκύνησα· καὶ εἰς τὴν δουλοσύνην αὐτοῦ προσεδέξατό με, καὶ τὸ χωρίον τὴν Κερτέζην εὐηργέτησέ μοι ἀργυροβούλλῳ. καὶ πρὸς τοὺς δεσπότας Σερβίας τὸν συμπενθερὸν καὶ γαμβρὸν αὐτοῦ ἡτοίμασεν ἀπελθεῖν με τῷ ἔαρι τοῦ αὐτοῦ ἔτους διὰ πολλὰς καὶ ἀναγκαίας δουλείας ὠφελίμους ἀνὰ τούτων.
καὶ ἑτοιμασθεὶς παρεγενόμην εἰς Μοθώνην, ἵνα διὰ πλευσίμου ἐκεῖθεν ἀπέλθω εἰς Ἐπίδαυρον τῆς Ἰλλυρίας κἀκεῖθεν εἰς τὴν Σερβίαν· καὶ ἐξεκόπην τῆς ὁδοῦ διὰ τὴν γενομένην σύγχυσιν ἐν τῇ Πελόποννήσῳ ἕνεκεν τῆς φυγῆς τοῦ γυναικαδέλφου τοῦ δεσπότου κὐρ Θωμᾶ, υἱοῦ Κεντηρίωνος τοῦ πριγκίπου, ἀπὸ τῆς τοῦ Χλουμουτζίου φυλακῆς. ἐν τῷδε τῷ τοῦ καιροῦ διαλήμματι ὁ ἀμηρᾶς ἀπῆλθεν κατὰ τῆς Σερβίας, καὶ τὸ Ὁμόβρυδον παρέλαβεν.
καὶ ἀπῆλθον ἐγὼ διὰ θαλάσσης εἰς τὴν Πάτραν, κἀκεῖθεν διὰ τῆς Βοστιτζας διελθὼν πέραν εἰς Αἰτωλίαν, καὶ τῇ πρώτῃ Σεπτεμβρίου τοῦ ,ς3ξγ’ ἔτους ἔφθασα εἰς τὴν Αἶνον, ἵνα καιρὸν τινα ἐκεῖσε διαβιβάσω ἀποκρύφως, ἕως οὗ ὁ ἀμηρᾶς διὰ τοῦ τῆς Σοφίας μέρους ἐπαναστρέψῃ εἰς Ἀνδριανούπολιν, καὶ ἐλεύσωμαι κἀγὼ, ἵνα τοὺς οἰκείους μου αἰχμαλωτισθέντας ἐξαγοράσω.»
Για την οικογένεια τού Τζιοβάννι Ασάν («Τσεντουριόνε») και τη σχέση του με τον δεσπότη Θωμά πρβλ. Hopf, Chron. gréco-romanes, γενεαλ. πίνακες, σελ. 502, 536 και Wm. Miller, Latins in the Levant (1908), σελ. 391-92, 428-30.
Σημείωση τού μεταφραστή:
Τα γεγονότα τού καλοκαιριού-φθινοπώρου 1454 στην Πελοπόννησο προφανώς έχουν σχέση με τη διασωζόμενη επιστολή τού Μωάμεθ Β΄ προς τούς άρχοντες τού Μοριά στις 26 Δεκεμβρίου 1454 [Archivio di Stato di Venezia, Documenti Turchi, Busta 1, No. 11]:
« Τοῦ μεγάλου αὐθεντὸς καὶ μεγάλου ἀμηρὰ σουλντάν Μουχαμέθ πρὸς τους κατα πάντ(α) ἡμετερους τῆς αὐθεντίας μου ἃρχοντας. Ἐν πρώτοις εις ἅρχον κυρ Σφραντζῆς με ὅλλους τους ἐδικούς του καὶ κυρ Μανουῆλ Ραοῦλ με ὅλλους τοῦς ἐδικούς του καὶ κυρ Σωφιανος με ὅλλους τους ἐδικούς του καὶ Λάσκαρις κυρ Δημητρ(ιος) με ὅλλους τους ἐδικούς του καὶ Διπλοβατατζέϊ Καβακίοι Παγομενέοι Φρανγκοπουλεϊ καὶ Σγουρομαλαίοι καὶ Μαυρὸπαπας καὶ Φιλανθροπηνέους καὶ Πετρω Μπουϊἑί καὶ εἰς ὅσοι ἅλοι θελήσουν ν᾿ αρθοὖν ὅλλους χαιρετάσας ἡ αύθεντία μου. Νὰ ἐγνωρίσεται το πῶς ἠλθεν ἐδῶ ὁ τημιμένος ῎Αγας ὁ Χασαμπεϊς καὶ ἀνέφερεν τῆς αὐθεντίας μου το πῶς θελεται ν᾿αρθῆται να ἤστε ἐδηκει μου. Εἰς τουτω γυρευεται ὁρισμον τῆς αὐθεντίας μου. Εἰς τοῦτω στέλνο σας τον αὐτόν μου ὁρισμὸν καὶ ὁμνέγο σας εἰς τὸν μέγαν μας προφήτην τὸν Μουἁμεθ τὸν πιστεύομεν ἡμεῖς οἱ μουσουλμάνοι καὶ εἰς τά ἑπτά μας μουσάφια καὶ τας ͵ρκδʹ χιλιαδας προφήτας μας καὶ εἰς το σπαθι ὁπου ζονομε καὶ εἰς τὴν ψυχην τοῦ πατρός μου τοὺ Χοδοβεδικϊάρει ὅτι ἀπὸ τα πράγματα σας καὶ ἀπο τα παιδιά σας καὶ ἀπὸ τα κεφάλια σας καὶ ἀπὸ πασα σας πραγμα τίποτας νὰ μέν[ει] σας ἐγκίσω ἀμε νά σας ἀναπαύσω νὰ ἤσθαι κάλιον παροῦ πρωϊν καὶ διὰ το ἀξιόπι[στον] ἐδωθι ὅ αὐτος μου ορισμὸς καὶ ἐπεραιοθει καθῶς ιρται ανωθεν εἴρειται μηνϊ Δικεμ(βριου) Κστ ἔνδον Κωνσταντινουπόλε(ως).»
- [←35]
-
H επιστολή Βησσαρίωνος είναι δημοσιευμένη στο RISS, XXV (Μιλάνο, 1751), στήλες 35-38 και H. Vast, Le Cardinal Bessarion, Παρίσι, 1878, σελ. 454-56. Πρβλ. L. Mohler, Kardinal Bessarion, I (Paderbom, 1923), 275-76. Το βιβλίο τού Mohler είναι σημαντικό, αλλά περιέχει πολλά λάθη. Για παράδειγμα στη συνοπτική περιγραφή του για την πτώση τής Κωνσταντινούπολης (σελ. 273) μπορούμε να σημειώσουμε ότι ο Τζιοβάννι Τζουστινιάνι ήταν Γενουάτης, όχι Ενετός, ότι πήγε να βοηθήσει την πόλη με δύο πλοία, όχι με πέντε, κλπ.
Υπάρχουν συνοπτικές περιγραφές τής σταδιοδρομίας τού Βησσαρίωνα, με βιβλιογραφικά στοιχεία, στους L. Labowsky στο Dizionario biografico degli italiani IX (1967), 686-96 και Antonio Coccia στο Miscellanea francescana, LXXIII (1973), 265-93. O Raoul Manselli, «Il Cardinale Bessarione contro il pericolo turco e l’ Italia», στο ίδιο, LXXIII, 314-26, δεν προσθέτει τίποτε νέο. Η επιστολή Βησσαρίωνος στις 13 Ιουλίου 1453 προς τον Φραντσέσκο Φόσκαρι υπάρχει επίσης στον Mohler, III (Πάντερμπορν, 1942), 475-77. Οι τόμοι τού Mohler ανατυπώθηκαν στο Άαλεν το 1967.
- [←36]
-
Rudolf Wolkan (επιμ.), Der Briefwechsel des Eneas Silvius Piccolomini στο Fontes rerum austriacarum [FRA], ii, Abt., τόμ. 68 (Βιέννη, 1918), Ep. 69, σελ. 140.
- [←37]
-
Στο ίδιο Ep. 70, σελ. 141. O Αινείας Σύλβιος και o Νικόλαος Κουζάνους είχαν κοινό ενδιαφέρον στις γερμανικές υποθέσεις, το οποίο βοήθησε σε κάποιο (μικρό) βαθμό να βρεθούν κοντά και η σχέση τους αποτελεί το κύριο θέμα τής μελέτης τού Meuthen, Die letzten Jahre des Nikolaus von Kues: Biographische Untersuchungen nach neuen Quellen, Cologne, 1958.
- [←38]
-
Wolkan στο FRA, ii Abt., τόμ. 68, Ep. 108, σελ. 188, επιστολή προς Stefano Caccia di Fara στη Ρώμη. Tα νέα είχαν φέρει στο Γκρατς ταξιδιώτες από τη Σερβία [Ep. 112, σελ. 207] και από τη Βενετία [Ep. 114. σελ. 217].
- [←39]
-
Στο ίδιο, Ep. 109, σελ. 200-1, καλύτερο κείμενο από εκείνο στον Πίο Β΄, Ep. 162, Opera quae extant omnia, Βασιλεία, 1551, ανατυπ. Φρανκφούρτη, 1967, σελ. 715-16. Toν Αύγουστο μια ψεύτικη φήμη έφτασε στο Γκρατς από τη Βενετία, ότι οι χριστιανοί κρατούσαν ακόμη την Κωνσταντινούπολη, αλλά σύντομα διασκορπίστηκε από αναφορές από διάφορες πηγές [Wolkan (επιμ.) στο FRA, ii. Abt., τόμ. 68, Ep. 126-27, σελ. 230, 231]. Oι αναφορές στην πτώση τής πόλης στους Τούρκους γίνονταν τώρα ιδιαίτερα συχνές στην αλληλογραφία τού Aινεία Σύλβιου [πρβλ. Ep. 112, 114, 121, 124-28, 133-39, 141, 147, 152-53, 163, 165. 167, κλπ.], όπου υπάρχουν πολλές ενδιαφέρουσες επιστολές από το τελευταίο μέρος τού 1453 και τούς πρώτους μήνες τού 1454, ιδιαίτερα η Ep. 153 προς τον Λεονάρντο ντε Μπενβολιέντι, τότε Σιενέζο πρεσβευτή στη Βενετία, η Ep. 274 προς τον Γκρεγκόριο (Γκόρο) Λόλλι, εξάδελφο τού Aινεία Σύλβιου και συμφοιτητή του στο Πανεπιστήμιο τής Σιένα (1423-1431), για τις συνθήκες σε Αυστρία και Γερμανία και η Ep. 280 από τον Τζιοβάννι Τσιρινιάνο προς τον Aινεία για την πολιτική κατάσταση στην Ιταλία.
Για τα χρόνια υπηρεσίας τού Αινεία με τον Φρειδερίκο Γ΄ και τη λαχτάρα του να επιστρέψει στην Ιταλία, στον «κήπο τού κόσμου» (hortus mundi) βλέπε Alphons Lhotsky, «Aeneas Silvius und Österreich» στο Aufsätze und Vorträge, III (Μόναχο, 1972). 26-71, ιδιαίτερα σελ. 69-71.
- [←40]
-
Wolkan, Ep. 109, στο ίδιο, σελ. 199, Raynaldus, Annales ecclesiastici ad ann. 1453, αριθ. 8. τόμ. XVIII (1694), σελ. 408. Όμως στην επιστολή Φρειδερίκου το κείμενο όπως παρέχεται στον Raynaldus, ό. π., δηλαδή «σαράντα χιλιάδες άνδρες είχαν σκοτωθεί» (hominum quadraginta millia caesa sunt), διαφέρει από εκείνο στην καλύτερη έκδοση τού Wolkan, δηλαδή «πολλές χιλιάδες άνδρες είχαν σκοτωθεί» (hominum pleraque milia cesa sunt) [Ep. vii, σελ. 577]. O Aινείας Σύλβιος λέει όμως «σαράντα χιλιάδες και περισσότερα άτομα αναφέρεται ότι έχασαν τη ζωή τους» (quadraginta et amplius milia personarum illie occisa referuntur) [Ep. 109]. Τα χειρόγραφα διαφέρουν, αλλά εν προκειμένω ο Αινείας έγραψε όχι μόνο τη δική του επιστολή, αλλά και εκείνη τού Φρειδερίκου! (Παρά το γεγονός ότι έχω προσπαθήσει σε όλη αυτή τη μελέτη να ακολουθώ πιστά τις πηγές, συνήθως παραλείπω λεπτομερή σημειώματα για μικρές παραλλαγές στα κείμενα.)
- [←41]
-
Raynaldus, Annales ecclesiastici ad ann. 1453, αριθ. 9-11, τόμ. XVIII (1694), σελ. 408-10. Πρβλ. Pastor, Hist. Popes, II, 275-76 και παράρτημα, αριθ. 20, σελ. 522. και Gesch. d. Päpste, I (ανατυπ. 1955), 622-23 και παράρτημα, αριθ. 53, σελ. 8-12.
- [←42]
-
Πρβλ. την παπική επιστολή στις 24 Νοεμβρίου 1453 προς τον μαρκήσιο Λοντοβίκο Β΄ Γκονζάγκα τής Μάντουα [Arch. di Stato di Mantova, Arch. Gonzaga, Busta 834]:
«Νικόλαος επίσκοπος, υπηρέτης των υπηρετών τού Θεού, προς αγαπημένο μας γιο και ευγενή Λοντοβίκο, μαρκήσιο Μάντουα. Τούς χαιρετισμούς και τις αποστολικές ευλογίες μας. Για να κατανοήσει η εξοχότητά σας τούς λόγους για τούς οποίους οι αιδεισμότατοι αδελφοί μας καρδινάλιοι τής Αγίας Ρωμαϊκής εκκλησίας έχουν αποφασίσει και διατάξει ορισμένες προβλέψεις που πρέπει να γίνουν κατά των Τούρκων, εχθρών τού ονόματος τού Χριστού, έχουμε αναθέσει κάποια πράγματα στον αγαπημένο μας γιο Στέφανο Κάτσιε [για τον οποίο σημειώστε Walther von Hofmann, Forschungen zur Geschichte der Kurialen Behörden, vom Schisma bis zur Reformation, 2 τόμοι, Ρώμη, 1914, II, 185], διδάσκαλο και των δύο δικαίων, αρχιδιάκονο Τορίνο, δικό μας θαλαμηπόλο και νούντσιο, που θα παρουσιάσει το παρόν και θα το φέρει εκ μέρους μας στην εξοχότητά σας, θα σάς ενημερώσει πλήρως και για όλα επ’ αυτού και θα επιδείξει επιστολές μας που έχουν ετοιμαστεί με τον ίδιο τρόπο. Προτρέπουμε λοιπόν την εξοχότητά σας, να θελήσετε και ο ίδιος, όπως εμείς, γεμάτος πίστη, να προσφέρετε βοήθεια και κατάλληλες χάρες σε αυτό το τόσο ευσεβές και ιερό πράγμα, που πιστεύουμε και ελπίζουμε να ολοκληρώσουμε πλήρως. Γράφτηκε στη Ρώμη, στο ναό τού Αγίου Πέτρου το έτος 1453 από την ενανθρώπηση τού Κυρίου, την όγδοη ημέρα πριν από τις καλένδες Δεκεμβρίου, κατά το έβδομο έτος τής παπικής μας θητείας».
(Nicolaus episcopus, servus servorum Dei, dilecto filio et nobili viro Ludovico marchioni Mantue. Salutem et apostolicam benedictionem. Ut intelligat nobilitas tua quid per nos unacum venerabilibus fratribus nostris Sancte Romane Ecclesie cardinalibus ordinatum sit atque statutum circa provisiones faciendas contra Teucrum, Christi nominis inimicum, comisimus nonnulla dilecto filio Stephano Cacie, iuris utriusque doctori, archidiacono Taurinensi, cubiculario et nuncio nostro, presentium exhibitori, tue Excellentie nostri parte referenda qui eandem ad plenum de omnibus informabit et litteras nostras superinde confectas ostendet, hortamur ergo tuam nobilitatem ut velit sibi tanquam nobis plenam fidem adhibere auxiliaque et favores oportunos ad hanc tam piam et sanctam rem peragendam impendere quemadmodum in eadem plene confidimus et speramus. Datum Rome apud Sanctum Petrum anno Incarnationis dominice millesimo quadringentesimo quinquagesimo tercio, octavo Kal. decembris, pontificatus nostri anno septimo)
- [←43]
-
Richard Vaughan, Philip the Good, Λονδίνο, 1970, σελ. 296-302 και για το βουργουνδικό ιστορικό βλέπε επίσης Armand Grunzweig, «Philippe le Bon et Constantinople», Byzantion, XXIV (1954-55), 47-61.
- [←44]
-
Ο Αινείας Σύλβιος έγραψε «ιστορία» τής διάσημης αλλά ανώφελης δίαιτας τού Ρέγκενσμπουργκ στη μορφή επιστολής προς τον Ιωάννη Βίτεζ, επίσκοπο τού Γκροσσβαρντάιν (στα ουγγρικά Ναγκυβάραντ, τώρα Οράντεα στη δυτική Ρουμανία), καγκελάριο τού βασίλειου τής Ουγγαρίας [Ep. 291, επιμ. Wolkan στο FRA ii. Abt., τόμ. 68, σελ. 492-563, επιμ. J. D. Mansi, Pii II … orationes, 3 τόμοι, Lucca, 1755-59, III, 1-84]. Πρβλ. Raynaldus, Annales ecclesiastici ad ann. 1453, αριθ. 13, τόμ. XVIII (1694), σελ. 410-11 και ad ann. 1454, αριθ. 1-2, σελ. 418-19, N. Iorga, Notes et extraits pour servir a l’ histoire des croisades au XVe siècle, IV (Βουκουρέστι, 1915), μέρος 3, αριθ. 13-14, σελ. 88-91 και πρβλ. αριθ. 17 και Georg Schrotter, Dr. Martin Mair: Ein biographischer Beitrag zur Geschichte der politischen und kirchlichen Reformfrage des 15. jahrhunderts, diss. Μόναχο, 1896, σελ. 45-56.
Oι αναφορές είναι συχνές στην αλληλογραφία τού Αινεία από την 1η Ιανουαρίου 1454 στην προσεχή δίαιτα τού Ρέγκενσμπουργκ [Epp. 211-14, 216, 221, 224, 229-30, 234, 236, 240-44, 253, 256-58, κλπ.], αλλά είχε τις επιφυλάξεις του:
«Η δίαιτα τού Ρέγκεσνπουργκ, ακόμη κι αν προσφέρει πολλές καλές ελπίδες, δεν παρέχει όμως καμιά μελλοντική βεβαιότητα στους ανθρώπους …»
(De Ratisponensi dieta, etsi spem bonam multi gerunt, non tamen futuri certitudo ulla est apud homines …)
[Ep. 267, Wolkan, ό. π.. σελ. 455 προς καρδινάλιο Καρβαχάλ, γραμμένη στο Βίνερ Νόιστατ στις 4 Μαρτίου 1454].
Ο Aινείας συνέταξε επίσης την επιστολή τού Φρειδερίκου Γ΄ προς τον πάπα, περιγράφοντας τις προθέσεις τού Φρειδερίκου στην προσεχή δίαιτα τού Ρέγκενσμπουργκ, την οποία συγκαλούσε τη μέρα τής γιορτής τού Αγίου Γεωργίου (23 Απριλίου) και ζητούσε να σταλεί καρδινάλιος λεγάτος για να τον βοηθήσει [επιμ. Wolkan, στο ίδιο, Amtliche Schreiben, Ep. xiii, σελ. 595-602, γραμμένη στο Βίνερ Νόιστατ, 1 Ιανουαρίου 1454]. Πρβλ. επίσης Epp. xiv, xv, xvi, κλπ., προς τον βασιλιά τής Γαλλίας, τον δούκα τής Βουργουνδίας, τον δούκα τής Μόντενα, κλπ., επίσης γραμμένες από τον Αινεία. Ο νεαρός βασιλιάς Λάντισλας τής Βοημίας και Ουγγαρίας δεν εκπροσωπήθηκε στο Ρέγκενσμπουργκ, παρά το γεγονός ότι το ουγγρικό βασίλειο απειλούνταν ιδιαίτερα από τούς Τούρκους και ο Λάντισλας βρισκόταν σε στενή επαφή με τη Ρώμη για τη σταυροφορία [Iorga, Notes et extraits, IV, μέρος 3, αριθ. 5, 7-8, σελ. 81 και εξής].
- [←45]
-
Aen. Syl., Ep. 291 (de Ratisponensi Dicta), επιμ. Wolkan στο FRA, ii. Abt., τόμ. 68, σελ. 499-500.
- [←46]
-
Στο ίδιο, Ep. 272, σελ. 460.
- [←47]
-
Στο ίδιο, Ep. 281, σελ. 479, με ημερομηνία 19 Μαΐου 1454. Η δίαιτα τού Ρέγκενσμπουργκ είχε μόλις διαλυθεί. Ο Φρειδερίκος Β΄, μαργράβος και εκλέκτορας τού Βρανδενβούργου (1440-1471) δεν φαίνεται να αναφέρεται στις πολλές επιστολές τού Αινεία Σύλβιου τα χρόνια 1453-1454. Αναφορά γίνεται πάντα στον μικρότερο αδελφό του, τον Αλβέρτο (Albertus marchio Brandenburgensis) [Epp. 49, 61, 90, 135, 147, 160, 168, 172-75, 291].
O Αινείας Σύλβιος, ως πάπας Πίος B’, εξέφρασε αργότερα τον θαυμασμό του για τον μαργράβο Άλμπρεχτ Ακίλες:
«άνθρωπος με μεγάλο μυαλό και ικανότητες στις στρατιωτικές υποθέσεις, τον οποίο αυτοί που υπηρετού και στην Ουγγαρία και στη Βοημία και στην Πολωνία και σε όλη τη Γερμανία … Τεύτονα Ακίλες [Αχιλλέα] οι περισσότεροι ονομάζουν…» [Commentarii, βιβλίο iii, Φρανκφούρτη, 1614, σελ. 91, γραμμές 19 και εξής].
(vir celsi animi et rei militaris peritissimus, qui et in Hungaria et in Bohemia et in Polonia et in omni Germania militavit. … Achillem plerique Theutonicum vocavere…)
Πρβλ. Pastor, Gesch. d. Päpste, II (ανατυπ. 1955), 77, 124. Σημειώστε επίσης Erich Meuthen, «Nikolaus von Kues auf dem Regensburger Reichstag (1454)» στο Festschrift für Hermann Heimpel, II (Γκέττινγκεν. 1972), 482-99.
Δεδομένου ότι οι Πολωνοί βρίσκονταν σε ένοπλη αντιπαράθεση με τούς Τεύτονες Ιππότες και έπρεπε επίσης να αμύνονται εναντίον των Τατάρων, δεν ήταν πιθανό ότι θα συμμετείχαν σε σταυροφορική συμμαχία εναντίον των Τούρκων. Πρβλ. Serban Papacostea, «La Moldavie état tributaire de l’ empire Ottoman au XVe siècle, le cadre international des rapports établis en 1455-1456», Revue roumaine d’ histoire, XIIl-3 (1974), 145-61. Ο Πολωνός βασιλιάς Κάζιμιρ Δ’ ήταν επικυρίαρχος τής Μολδαβίας, η οποία άπέτιε φόρο τιμής στον Μωάμεθ Β΄ και κατά τη διάρκεια τής δεκαετίας τού 1450 (και τού ’60) ούτε ο Κάζιμιρ ούτε οι βοεβόδες τής Μολδαβίας είχαν πρόθεση να εμπλακούν με τον Μωάμεθ. Αργότερα (από το 1470) ο Στέφανος ο Μεγάλος τής Μολδαβίας στράφηκε εναντίον των Τούρκων.
- [←48]
-
Aeneas Sylvius, Ep. 282, επιμ. Wolkan στο FRA, ii. Abt., τόμ. 68, σελ. 480 από το Ρέγκενσμπουργκ. Ο Αινείας σημειώνει επίσης ότι «οι ηγεμόνες αγνόησαν την απουσία τού αυτοκράτορα» (principes absente imperatore negligentiores sunt). Πρβλ. επίσης Ep. 283, 290 και ιδιαίτερα Ep. 291.
- [←49]
-
Στο ίδιο, Ep. 290, σελ. 490 από τo Βίνερ Νόιστατ και βλέπε επίσης Ep. 291, σελ. 551. O Aινείας προσθέτει: «Λοιπόν, αν ο κύριός μας ο πάπας έχει την εκστρατεία στην καρδιά του, αν επιθυμεί να είναι ασφαλής η Χριστιανοσύνη από την τουρκική επίθεση, ας προσέξει και ας κάνει κάθε προσπάθεια, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι ο αυτοκράτορας θα συμμετάσχει στη δίαιτα τη μέρα τής γιορτής τού Αγίου Μιχαήλ. Ήθελα να το πω αυτό ως καθήκον μου, παρόλο που δεν αμφιβάλλω ότι η συμβουλή δεν έχει ιδιαίτερο αποτέλεσμα, αφού προέρχεται από μένα». Λίγη αγάπη υπήρχε μεταξύ Αινεία και Νικόλαου Ε’, ο οποίος αρνήθηκε να κάνει τον Αινεία καρδινάλιο, αν και τον είχε διορίσει επίσκοπο Σιένα στις 23 Σεπτεμβρίου 1450 [C. Eubel, Hierarchia catholica medii aevi, II (1914, ανατυπ. 1960), 235].
- [←50]
-
Aeneas Sylvius, Ep. cxxvii στο Opera quae extant omnia, Βασιλεία, 1551. ανατυπ. Φρανκφούρτη, 1967, σελ. 654-57, λάθος χρονολογημένη «MCCCCXLIIII», δεν υπάρχει στον Wolkan. Dacia σημαίνει Δανία στα κείμενα αυτής τής περιόδου. Την Κυριακή των Βαϊων (14 Απριλίου 1454) ο βασιλιάς Χριστιανός Α΄ τής Δανίας είχε εκφράσει στον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Γ΄ τη λύπη του που δεν είχε μπορέσει να συμμετάσχει στη δίαιτα τού Ρέγκενσμπουργκ [ό. π., Ep. cxxviii, σελ. 658-59]. Όμως γράφοντας από το Καστέλ Νουόβο τής Νάπολης την 1η Απριλίου, ο Αλφόνσο Ε’ τής Αραγωνίας-Καταλωνίας είχε παροτρύνει το Ιερό Κολλέγιο σε δράση και διακήρυσσε ότι ήταν έτοιμος να συμμετάσχει σε σταυροφορία για την ανάκτηση τής «Ελλάδας« για τη Χριστιανοσύνη, παρατηρώντας ταυτόχρονα:
«Αλλά αυτό είναι κοινό σφάλμα, γιατί ενώ κοιτάζαμε ο ένας τον άλλο πριν την καταστροφή τής Κωνσταντινούπολης, αντί να πάρουμε τα όπλα για την υπεράσπισή της και να προσπαθήσουμε να αποτρέψουμε την αδικία, αυτή η πόλη στο μεταξύ καταλήφθηκε και μαζί της έπεσε όλη η Ελλάδα» [στο ίδιο, Ep. cxxix (λάθος αριθμημένη ως cxxxιχ), σελ. 659-60].
(Sed haec communis culpa sit, dum enim alii alios intuemur ante Constantinopolis calamitatem, si quis in eius defensionem arma capiat et obsistere iniuriae conetur, illa civitas interim capta est, et illa omnis Graecia concidit…)
Αυτό όντως συνέβαινε επειδή είχε πέσει η Κωνσταντινούπολη, αλλά κανένας δεν ήταν πιθανό ότι θα έπαιρνε τη γραπτή δέσμευση τού Αλφόνσο να πάει σε σταυροφορία πιο σοβαρά από τον αντίστοιχο όρκο που είχε ορκιστεί ο Φίλιππος τής Βουργουνδίας. Θα περίμεναν και οι δύο να δούν «ο ένας τον άλλο να παίρνει τα όπλα» (quis alius arma capiat).
- [←51]
-
Luke Wadding, Annales Minorum, XII (3η εκδ., Καράτσι, 1932), 236, εκδ. Lyon, VI (1648), 105, εκδ. Ρώμη, XII (1735), 203. J. Radonić, Acta et diplomata ragusina, I, μέρος 2 (Belgrade, 1934), αριθ. 251 και ιδιαίτερα αριθ. 253, σελ. 579-81, έγγραφο με ημερομηνία 15 Μαρτίου 1455 δημοσιευμένο προηγουμένως στο Gelcich και Thallóczy, Diplomatarium ragusanum (1887), αριθ. 324, σελ. 571-73 και πρβλ. αριθ. 255. Iorga, Notes et extraits, IV, μέρος 3 (1915), αριθ. 25-26, σελ. 101-3, όπου η παρεχόμενη περίληψη τού έγγραφου στη Bayerische Staatsbibliothek [χειρογρ. 5.333, φύλλα 1 και εξής] είναι εσφαλμένη ή το ίδιο το κείμενο κάνει λάθος: «ο δούκας τής Βουργουνδίας … ο δούκας τής Σαβοΐας, οι άρχοντες τής Μόντενα, τής Φερράρα και τής Μάντουα…» (le duc de Bourgogne … le duc de Savoie, les seigneurs de Modène, de Ferrare et de Mantoue …) [σελ. 102].
Ο άρχοντας τής Φερράρα, ο μαρκήσιος Μπόρσο ντ’ Έστε, ήταν στην πραγματικότητα δούκας τής Μόντενα και τού Ρέτζο, έχοντας αποκτήσει αυτόν τον τίτλο την άνοιξη τού 1452 από τον Φρειδερίκο Γ΄, καθώς ο τελευταίος επέστρεφε στην πατρίδα του από τη Ρώμη μετά την αυτοκρατορική του στέψη [Pastor, Gesch. d. Päpste, I (ανατυπ. 1955), 510-11]. O Λοντοβίκο Β΄ Γκονζάγκα ήταν ο μαρκήσιος τής Μάντουα. Ο Καπιστράνο είχε αναλάβει αξιόλογη περιοδεία κηρύγματος σε ολόκληρη τη νότια και ανατολική Γερμανία, στην Πολωνία και στη Βοημία από το 1451 [Pastor, στο ίδιο, I, 482-86 και πρβλ. το ενδιαφέρον κομμάτι στο Alex. Apponyi, Hungarica, I (Μόναχο, 1903), αριθ. 179, σελ. 142-48].
- [←52]
-
Η φλωρεντινή επιρροή στην Πύλη μεγάλωσε ραγδαία ύστερα περίπου από το 1460. Πρβλ. Babinger, «Mehmed II., der Eroberer, und Italien», Aufsätze und Abhandlungen, I, 188 και εξής.
- [←53]
-
Πρβλ. τη συνοπτική περιγραφή, με καλή βιβλιογραφία, τού Vincent Ilardi, «The Italian Union, Francesco Sforza and Charles VII (1454-1461)», Studies in the Renaissance, VI (1959), ιδιαίτερα σελ. 129-43, ενώ για τις διασωζόμενες αρχειακές συλλογές για την διπλωματική ιστορία τής περιόδου, ιδιαίτερα στην Ιταλία, βλέπε Ilardi, «Fifteenth-Century Diplomatic Documents in European Archives και Libraries», στο ίδιο, IX (1962), 64-112. Ως συμπλήρωμα τής έρευνας τού Ilardi για τις φλωρεντινές πηγές [στο ίδιο, σελ. 79-85], μπορούμε να σημειώσουμε ότι μεγάλος αριθμός επιστολών, πολλές από τις οποίες πρωτότυπες, σχετικών με ευρωπαϊκές και ιδιαίτερα ιταλικές υποθέσεις κατά τη διάρκεια των κρισίμων ετών 1451-1454 υπάρχει σε δύο δεμένους τομους στη σειρά Responsive στο Arch. di Stato di Firenze, Dieci di Balia: Carteggi, Responsive, Regs. 21-22 [παλαιά ταξινόμηση: Classe X, dist. 4, αριθ. 22 και dist. 2, επίσης αριθ. 22]. Εδώ υπάρχουν πολλές επιστολές των Dietisalvi di Nerone, Angelo Acciajuoli, Francesco Ventura, Geronimo Machiavelli, Donato de’ Donati, Niccolò Soderini και άλλων, που περιγράφουν την πρόοδο τού ιταλικού πολέμου, τούς ελιγμούς ειρήνης, την κάθοδο τού Φρειδερίκου Γ΄ στην Ιταλία και τη στέψη του στη Ρώμη, κλπ. και σταθμίζουν τα συμφέροντα των διαφόρων κρατών στη χερσόνησο.
- [←54]
-
Μετά τον θάνατο τού Φίλιππο Μαρία οι Μιλανέζοι εγκαθίδρυσαν τη βραχύβια Δημοκρατία τού Αγίου Αμβροσίου (S. Ambrose), την οποία οδήγησε σε τέλος ο Φραντσέσκο Σφόρτσα, βοηθούμενος από λιμό στη διάρκεια τού οποίου χάθηκαν πολλοί κάτοικοι, «που πέθαιναν στους δρόμους από την πείνα» (morti de fame per le strate), για το οποίο βλέπε Alessandro Colombo, «L’ ingresso di Francesco Sforza στο Milano e l’ inizio di un nuovo principato», Archivio storico lombardo XXXII (4η σειρά, ΙΙΙ, 1905), 297-344 και στο ίδιο, IV (1905), 33-101, με επτά έγγραφα με ημερομηνία από 22 Φερουαρίου μέχρι 22 Μαρτίου 1450.
Ο αυτοκράτορας Φρειδερίκος Γ΄ διεκδικούσε το μιλανέζικο δουκάτο «εξ αναστροφής» ως χηρεύον φέουδο, αρνούμενος να αναγνωρίσει τη διαδοχή μέσω θηλυκών απογόνων [είτε μέσω τής κόρης τού Τζιαν Γκαλεάτσο, τής Βαλεντίνα Βισκόντι προς τον γιο της, τον ποιητή Κάρολο τής Ορλεάνης (1301-1465) ή μέσω τής Μπιάνκα Μαρία Βισκόντι προς τον σύζυγό της Φραντσέσκο Σφόρτσα]. O Αλφόνσο Ε’ διεκδικούσε το δικαίωμά του επί τού δουκάτου στη βάση διαθήκης, την οποία πίστευαν ότι είχε αφήσει ο Φίλιππο Μαρία, κληροδοτώντας το μιλανέζικο δουκάτο σε αυτόν. Bλέπε B. Buser, Die Beziehungen Der Mediceer Zu Frankreich Wahrend Der Jahre 1434-1494 στο Zusammenhang Mit Den Allgemeinen Verhaltnissen Italiens (1879), Λειψία, 1879, σελ. 27 και εξής, 358 και εξής, παλαιό αλλά ακόμη πολύ χρήσιμο βιβλίο. Για κάποια από τα προβλήματα που αντιμετώπιζε τότε ο Αλφόνσο, περιλαμβανομένης τής πιθανότητας πόλεμου με τη Βενετία, σημειώστε τον Amedeo Miceli di Serradileo, «Sul Temuto Assalto veneziano alle coste ioniche della Calabria nel 1447 e 1449», Archivio storico per la Calabria e la Lucania, XL (1972), 113-27 και βλέπε γενικά Ernesto Pontieri, La Calabria a metà del secolo XV et le rivolte di Antonio Centelles, Νaples, 1963, κεφ. ii-iii.
Δεν φαίνεται να υπάρχει λόγος να αμφιβάλλουμε ότι ο Φίλιππο Μαρία είχε ορίσει ως διάδοχό του τον Αλφόνσο Ε’. Όμως οι προθέσεις τού ίδιου τού Αλφόνσο φαίνονται κάπως ασαφείς, στο μέτρο που ανέλαβε τον ρόλο τού υπερασπιστή τής Αμβροσιανής Δημοκρατίας εναντίον τού Φραντσέσκο Σφόρτσα και των Ενετών. Βλέπε Aurea Javierre Mur, «Alfonso V de Aragon y la Rcpublica Ambrosiana», Boletin de la Real Academia de la historia, CLVI-2 (Μαδρίτη, 1965), 191-269, με εικοσιτέσσερα έγγραφα και ιδιαίτερα Alan F. C. Ryder, «Alfonso d’ Aragona e l’ avvento di Francesco Sforza al ducato di Milano», Archivio storico per le province napoletane, n.s., XLI (LXXX, 1962), 9-46, με πολλά έγγραφα. Ο Αλφόνσο δεν διέθετε τη στρατιωτική δύναμη ώστε να καταστεί αποφασιστική δύναμη στη νότια Ιταλία.
- [←55]
-
Paul M. Kendall και V. Ilardi, (επιμ. και μεταφρ.), Letters with Related Documents of Milanese Ambassadors in France and Burgundy, 1450-1483, 2 τόμοι, Αthens, Ohio, 1970-71, I (1450-1460), αριθ. 1-19, σελ. 3-131, έγγραφα με ημερομηνία από 10 Σεπτεμβρίου 1451 μέχρι 21 Απριλίου 1453.
- [←56]
-
Για την πολιτική τής ενετικής κυβέρνησης τής «ιμπεριαλιστικής» επέκτασης προς τα δυτικά και για την προπαγάνδα των Σφόρτσα και των Φλωρεντινών για να την καταπολεμήσουν, σημειώστε Nicolai Rubinstein, «Italian Reactions to Terraferma Expansion in the Fifteenth Century» στο J. R. Hale (επιμ.), Venice, Λονδίνο, 1973, 197-217.
- [←57]
-
Bλέπε ιδιαίτερα Federico Antonini, «La pace di Lodi ed i Segreti maneggi che la prepararono», Archivio storico lοmbardo, 6η σειρά, LVII (1930), 233-96, με δεκαοκτώ έγγραφα και πρβλ. Leopoldo Pagani, «L’ ambasciata di Francesco Sforza a Nic[c]olo V per la pace con Venezia (da documenti del R. Archivio di Stato στο Milano, 1453-1454)», στο ίδιο, 5η σειρά, XLVII (1920), 82-96 και Carlo Canetta, «Il Congresso di Roma nel 1454», στο ίδιο IX (1882), 129-35.
- [←58]
-
Πρβλ. Pastor, Hist. Popes, II, 289-95 και Gesch. d. Päpste, (ανατυπ. 1955), 634-38. Ο Νικόλαος έπαιρνε κάποια μέτρα εναντίον των Τούρκων. Φόρος δεκάτης συγκεντρωνόταν από τον ιταλικό κλήρο και τούς λαϊκούς για την «εξύψωση και διάσωση όλων των χριστιανών πιστών και την καταστροφή και απομόνωση όλων των απίστων». Tους λογαριασμούς κρατούσε από τον Ιανουάριο τού 1454 μέχρι τον Ιανουάριο τού 1455 κάποιος Φραντσέσκο ντι Μπενεντέττο από το Μπόργκο Σάντο Σεπολέρο, με πολλές πληρωμές καταγεγραμμένες μέσω των Μεδίκων [Arch. Segr. Vaticano, Introitus et Exitus, Reg. 426, φύλλα 85-9, 100-101].
Το 1453-1454 ο Λομβαρδός ανθρωπιστής Λάμπο Μπιράγκο συνέθεσε και αφιέρωσε στο Νικόλαο το έργο του Στρατηγικόν εναντίον Τούρκων (Strategicon adversum Τurcos), στο oποίο περιγράφει τον πάπα ως ένθερμο για τη σταυροφορία «και τώρα με τεράστιο πνεύμα για τον δικαιότατο πόλεμο» (et nunc ingenti spiritu ad bellum idque iustissimum) [Agostino Pertusi, «Le Notizie sulla organizazione amministrativa e militare dei Turchi nello ‘Strategicon adversum Turcos’ di Lampo Birago (c. 1453-1455)», στο Studi sul medioevo cristiano offerti a Raffaello Morghen, (Studi storici, fasc. 88-92, Ρώμη, 1974), 692].
- [←59]
-
Cristoforo da Soldo, Istoria bresciana στο RISS, XXI (1732), στήλες 882DE-883, 886-88 και επιμ. Brizzolara στο νέο Muratori, RISS, XXI, μέρος 3, σελ. 123, 127-30, Sanudo, Vite de duchi στο RISS, XXII, στήλες U51E-1I53A], C. Canetta, «La Pace di Lodi (9 aprile 1454)», Rivista storica italiana, II (1885), 516-64, Antonini στο Arch. stor. lombardo, LVII, ιδιαίτερα σελ. 245-72. To κείμενο τής «διαρκούς ειρήνης» (pace perpetua) τής 9ης Απριλίου συνοψίζεται στον Predelli, Regesti dei Commemoriali, V (1901), βιβλίο xiv, αριθ. 282-83, σελ. 87-90.
- [←60]
-
Antonini, ό.π., σελ. 277. Λίγες μέρες μετά την ειρήνη τού Λόντι, ο Τζάκοπο ντε Ρεκανάτι, αρχιεπίσκοπος τής Ραγούσας, έγραψε επίσης στον Σφόρτσα, για να τον συγχαρεί για την ειρήνη που είχε μόλις συναφθεί. Ανέφερε επίσης,
«Ελπίζω ακόμα ότι αν είναι ενωμένη η Ιταλία, θα μπορέσει εύκολα να αντισταθεί και να καταστείλει τη σκληρότητα τής κακής ψυχής τού Τούρκου, εναντίον τού οποίου δεν αμφιβάλλω ότι η Αγιότητα τού Κυρίου μας [του Nικόλαου Ε’] θα κάνει τόσο καλή πρόβλεψη και ότι αυτή η επιφανής σινιορία [Βενετία] θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια. Ικετεύω την εξοχότητά σας να εξακολουθήσει να είναι ένα με τούς άλλους χριστιανούς ηγεμόνες, θέλω να βάλει το χέρι της σε αυτή τη βασανιστική, ιερή και αξιέπαινη επιχείρηση…».
(Si anchora che ho speranza, essendo unita Italia, facilmente se porra obviare et reprimere le crudelità de pessimo animo del Τurcο, contro lo quale non dubito che la Sanctità di Nostro Signore fara qualche buona provisione, et questa illustrissima sinioria ce fara omni sfor[c]io possibile. Supplica la Excellentia vostra che lei anchora una con li altri principi Christiani vogli porre mano a si pesta, sancta et laudabile impresa…)
[V. V. Makušev, Monumenta historica slavorum meridionalium, II (Belgrade, 1882), 84-86, έγγραφο γραμμένo στη Βενετία στις 14 Απριλίου 1454].
- [←61]
-
Pastor, Hist. Popes, II, 295-300 και Gesch. d. Päpste, I (ανατυπ. 1955), 638-41. Bλέπε ιδιαίτερα Giovanni Soranzo, La Liga italica (1454-1455), Μιλάνο, n.d. (1924) με εννέα έγγραφα και πρβλ. Iorga, Notes et extraits, IV, μέρος 3 (1915), αριθ. 31, σελ. 104-5. Για την επικύρωση τής ειρήνης από τον Αλφόνσο στις 26 Ιανουαρίου σημειώστε Predelli, Regesti dei Commemoriali, V, βιβλίο xv, αριθ. 13-14, σελ. 121-25 και για την επικύρωση από τον Νικόλαο Ε’ στο ίδιο, αριθ. 15, σελ. 125.
- [←62]
-
Iorga, Notes et extraits, IV, μέρος 3, αριθ. 11, σελ. 87. O Iorga φαίνεται ότι πίστευε ότι αυτό το έγγραφο ανήκε στο έτος 1454, αλλά «μια μέρα πριν τις καλένδες Μαρτίου τού όγδοου έτους τής παπικής μας θητείας» (pridie Kl. Martii pontificatus nostri anno octavo) είναι η 28η Φεβρουαρίου 1455. Ο Νικόλαος Ε’ στέφθηκε πάπας στις 19 Μαρτίου 1447 [Pastor, Gesch. d. Päpste, I, 393], η οποία είναι λοιπόν η πρώτη μέρα τού πρώτου έτους τής παπικής του θητείας.
- [←63]
-
Iorga, Notes et extraits, IV, μέρος 3, αριθ. 36, σελ. 106-10.
- [←64]
-
Iorga, Notes et extraits, IV, μέρος 3, αριθ. 37-38, σελ. 111-16 και πρβλ. αριθ. 39-40, 42, 47. Για τις τρεις δίαιτεs Ρέγκενσμπουργκ, Φρανκφούρτης και Βίνερ Νόιστατ, πρβλ. C. Voigt, Enea Silvio de’ Piccolomini als Papst Pius der Zweite…, 3 τόμοι, Βερολίνο, 1856-63, II, 108-35. M. Creighton, Hist. Papacy, II (Λονδίνο, 1882), 315-25. Schrotter, Dr. Martin Mair (1896), σελ. 39-93. Pastor, Hist. Popes, II, 300-5 και Gesch. d. Päpste, Ι (ανατυπ. 1955), 642-45 και τα έγγραφα τής Ραγούσας στο Gelcich και Thallóczy, Dipl. ragusanum, αριθ. 324-25, 327, σελ. 572-74, 576. O Γιάκομπ φον Σιρκ, αρχιεπίσκοπος τού Τριερ, είχε πάει στη Ρώμη κατά τη διάρκεια τού ιωβηλαίου τού 1450 [Pastor, Gesch. d. Päpste, I, 447]. Βρισκόταν στην πόλη τον Μαϊο, όταν τού έγινε μακρά σειρά χορηγιών και επικυρώσεων προνομίων, η οποία υπάρχει στo Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 392, φύλλα 222-46.
- [←65]
-
Konrad Haebler, Einblattdrucke des XV. Jahrhunderts, Halle a. S., 1914, αριθ. 482-89, σελ. 121-22. W. A. Copinger, Supplement to Hain’s Repertorium bibliographicum, μέρος II, τόμ. 2 (Λονδίνο, 1902), σελ. 504. L. Hain, Repertorium bibliographicum, II (Στουτγκάρδη και Παρίσι, 1831), αριθ. 11753-54, σελ. 487. Για τα διάσημα συγχωροχάρτια σε μέγεθος αφισών τού Νικόλαου Ε’ το 1454-1455, που τυπώθηκαν με τα τυπογραφικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στις Βίβλους 42 και 36 γραμμών ανά σελίδα και εκδόθηκαν υπό την αιγίδα τού Paulinus Chappe (Zappe), βλέπε επίσης το Gesamtkatalog der Wiegendrucke, VI (Λειψία, 1934), αριθ. 6555-56, στήλες 420-24. O Chappe ήταν Κύπριος ευγενής, πρεσβευτής και επίτροπος τού βασιλιά Ιωάννη Β΄ τής Κύπρου, διορισμένος να διαχειριστεί την τριετή σταυροφορική άφεση αμαρτιών (1452–1455), την οποία είχε διακηρύξει ο πάπας εναντίον των Τούρκων [N. Paulus, Gesch. d. Ablasses im Mittelalter, III (Πάντερμπορν, 1923), 198–99. George Hill, A History of Cyprus, III (Καίμπριτζ, 1948), 523-24]. Παρά το γεγονός ότι μόνο οι Γερμανοί είχαν τον εξοπλισμό για να τις τυπώνουν, αυτές οι επιστολές άφεσης αμαρτιών στάλθηκαν σε όλα τα κράτη στην Ευρώπη [Pastor, Hist. Popes, II, 247 και παράρτημα αριθ. 7, σελ. 503-5 και Gesch. d. Päpste, I (ανατυπ. 1955), 599-600 και παράρτημα, αριθ. 38, σελ. 830-31]. Στις 30 Μαΐου 1452, ο πάπας χορήγησε στον βασιλιά Ιωάννη τής Κύπρου το μισό τού ποσού που είχε εισπραχτεί από την πώληση συγχωροχαρτιών στη Γαλλία, για να τον βοηθήσει να ανοικοδομήσει τα τείχη τής Λευκωσίας [Raynaldus, Annales ecclesiastici ad ann. 1452, αριθ. 15, τόμ. XVIII (1694), σελ. 401]. H πρώτη ομάδα από βούλλες για λογαριασμό τού βασιλιά Ιωάννη υπάρχει στο Reg. Vat. 396, φύλλα 167–173, περιλαμβάνουσα την «άφεση αμαρτιών για όλο τον κόσμο» (indulgentia per totum orbem), όπως και εκείνη σχετικά με τη Λευκωσία [φύλλα 170-172]. Όλες αυτές οι βούλλες έχουν εκδοθεί «στη Ρώμη στον Άγιο Πέτρο, το έτος … 1450, μια μέρα πριν από τις ίδες Αυγούστου, κατά το πέμπτο έτος τής παπικής μας θητείας» (Rome apud S. Petrum anno … MCCCCL, primo pridie Idus Augusti, pontificatus nostri anno quinto), δηλαδή στις 12 Αυγούστου 1451.
- [←66]
-
Tο πρωτότυπο τής Προειδοποίησης (Manung) αναπαρήχθη σε πανομοιότυπη έκδοση από τον J. Neuhaus, Das erste gedruckte Buch Gutenbergs in deutscher Sprache, Copenhagen, 1902, με ιδιαίτερα ανεπαρκείς ιστορικές σημειώσεις και σχολιασμό (από το μόνο αντίγραφο που είναι γνωστό ότι διασώζεται στη Bayerische Staatsbibliothek).
- [←67]
-
Haebler, Einblattdrucke, αριθ. 1199, σελ. 321, Copinger, Supplement, II-2, σελ. 409. Η βούλλα τού Πίου Β΄ στις 22 Οκτωβρίου 1163 τυπωνόταν συχνά [Ηain, Rep. bibliogr., I (1826), αριθ. 261-63, σελ. 31]. Tα έργα τού Πίου Β΄ ήσαν πολύ ενδιαφέροντα για τούς Γερμανούς και τούς κεντρικο-Ευρωπαίους και ανατυπώνονταν συχνά από τα τέλη τού 15ου αιώνα [πρβλ. Alex. Apponyi, Hungarica, I (1903), αριθ. 4-5, 9, 11, 41-46, 59, κλπ.], όπως ανατυπώνονταν και διάφορα Turcica [στο ίδιο, αριθ. 10, 55, 58, 62, 69, 75. 78, 87, 102, κλπ.]. Μερικά σημαντικά παραδείγματα καταγράφονται σε κατάλογο τού αρχαιολάτρη βιβλιοπώλη Jacques Rosenthal, Einblattdrucke …1455-1519, Katalog 92, Μόναχο, χωρίς χρονολογία.
- [←68]
-
Haebler, Einblattdrucke, αριθ. 1-41, 91, 106-7. 108, 111, 357-75, 378-82, 406-11, 421-29, 477, 510, 535-44, 553–54, 562, 565-66, κλπ., κλπ. και πρβλ. αριθ. 1007-15, κλπ. Συχνά ανατυπωμένος το 1489, ο «Τρόπος απόκτησης τής άφεσης με την ιερή σταυροφορία» (Modus promerendi indulgentias sacrae Cruciatae) γράφει με παραλλαγές:
«Θα γίνεται με τρεις [ή τέσσερις] κύριους τρόπους. Ο πρώτος από αυτούς είναι το ιωβηλαίο. Κατ’ αρχάς για το ιωβηλαίο και την απόκτηση τής πλήρους άφεσης όλων των αμαρτιών είναι απαραίτητο ο Χριστιανός πιστός να ομολογήσει εκείνα τα οποία από την πραγματοποιούμενη εξομολόγησή του είναι αναγκαία για το καλό του, σύμφωνα με την αφοσίωση και την ιδιότητά του και κατά την κρίση τού εξομολογητή του ή κάποιου άλλου καλού άνδρα, στα χέρια τού οποίου θα ακουμπήσει τα δικά του. … [και καταλήγει:] Ας αφήσουμε συνεπώς τούς σχολαστκούς επιτρόπους να ενημερώνουν γα όλους αυτούς και για κάθε σωφρονισμό και να δηλώσουν πλήρως αυτές τις οδηγίες τους. Τα υπόλοιπα ανήκουν στη διακριτική ευχέρεια τού επιτρόπου, αλλά δεν θα παραλείπεται τίποτε από εκείνα που τελούν υπό ποινές, όπως αυτά περιλαμβάνονται σε βούλλες» [στο ίδιο, αριθ. 1014].
(Quo ad tres [or quatuor] facultates principales. Quarum prima est iubileus. Primo pro iubileo et remissione plenissima omnium peccatorum obtinendis necessarium est christifideles confiteri qua confessione facta illos oportet de bonis suis secundum suam devotionem et facultatem ad iudicium sui confessoris aut alicuius alterius boni viri propriis manibus distribuere et ponere. … Sint ergo solliciti commissarii avisare de omnibus istis omnes et singulos penitentiarios et habeant illis istas instructiones perfecte declarare. Cetera suppleant discretiones commissariorum sed horum nihil omittant sub penis in bullis contentis)
Ασφαλώς πολλά αφήνονταν στην κρίση τού εξομολογητή και στη διακριτική ευχέρεια των αξιωματούχων. Για την εκτύπωση τής σταυροφορικής βούλλας τού Κάλλιστου Γ΄ στις 20 (ή 29) Ιουνίου 1456 βλέπε πιο κάτω, Κεφάλαιο 6, σημείωση 101.
- [←69]
-
Pius II, Opera quae extant omnia (1551, ανατυπ. 1967), σελ. 1035, με χρονολογία «MCCCCVII» από τυπογραφικό λάθος (ένα από τα πολλά σε αυτόν τον τόμο). Πρβλ. Voigt, Enea Silvio, II (1862), 232-33, Pastor, Hist. Popes, II, 417-18 και Gesch. d. Päpste, I (ανατυπ. 1955), 734-35. Albert Werminghoff, Nationalkirchliche Bestrebungen im deutschen Mittelalter, Στουτγκάρδη, 1910, σελ. 106-8 (Kirchenrechtliche Abhandlungen, Heft 61).